Κοσμος

Αμερικανικές εκλογές 2024: Το σημαντικότερο debate του 21ου αιώνα

Με τα σημερινά δεδομένα, το αποψινό debate αναμένεται να αποτελέσει ένα κρίσιμο σταυροδρόμι στην κούρσα των δύο υποψηφίων

Άγης Παπαγεωργίου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Αμερικανικές εκλογές 2024 | Debate Κάμαλα Χάρις - Ντόναλντ Τραμπ: Τα πέντε –συν ένα– κρίσιμα σημεία της πρώτης τηλεμαχίας μεταξύ τους

Πενήντα-πέντε μέρες πριν την κάλπη της 5ης Νοεμβρίου, η Δημοκρατική Αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις και ο πρώην Ρεπουμπλικάνος Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα συγκρουστούν στην πρώτη τους τηλεμαχία. Το αποψινό debate αποτελεί και το σημαντικότερο στη σύγχρονη αμερικανική πολιτική ιστορία καθώς καμία άλλη κούρσα για τον Λευκό Οίκο –τουλάχιστον στον 21ο αιώνα– δεν είχε τα χαρακτηριστικά της φετινής. Θέτοντάς το διαφορετικά, ελάχιστα πλέον θυμίζουν τον πολιτικό χρόνο της προηγούμενης τηλεμαχίας μεταξύ του Τζο Μπάιντεν και του Ντόναλντ Τραμπ.

Αμέτρητες ακαδημαϊκές δημοσιεύσεις έχουν αμφισβητήσει –εύλογα– το κατά πόσο τα debate μεταξύ των υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές έχουν πλέον επιρροή στη στάση του εκλογικού σώματος. Ωστόσο, οι ιδιαιτερότητες των φετινών εκλογών, αλλά και το γεγονός πως η δυναμική της προεκλογικής καμπάνιας έχει αλλάξει πλήρως από τη στιγμή που η Χάρις αντικατέστησε τον Μπάιντεν –με τους δύο υποψηφίους να βρίσκονται εξαιρετικά κοντά, δημοσκοπικά μιλώντας– καθιστά τις φετινές τηλεμαχίες ως την απόλυτη πρόκληση τόσο για τη Χάρις όσο και για τον Τραμπ, ώστε να στρέψουν ένα κρίσιμο τμήμα του αμερικανικού εκλογικού σώματος προς την πλευρά τους. Με τα σημερινά δεδομένα, το αποψινό debate αναμένεται να αποτελέσει ένα κρίσιμο σταυροδρόμι στην κούρσα του 2024 για τους παρακάτω λόγους:

Η δημοσκοπική ισοπαλία

Η σημαντικότερη παράμετρος του αποψινού debate δεν είναι άλλη από τη δημοσκοπική εικόνα μεταξύ των δύο υποψηφίων. Το δυσθεώρητο προβάδισμα το οποίο είχε αποκτήσει ο Τραμπ έναντι του Μπάιντεν –μετά την καταστροφική επίδοση του τελευταίου στο debate του Ιουνίου– έχει πλέον αντιστραφεί πλήρως, καθώς η Χάρις πλέον προηγείται σε ομοσπονδιακό επίπεδο με περίπου 2%. Φυσικά, το γεγονός πως οι προεδρικές εκλογές κρίνονται στο Κολλέγιο των Εκλεκτόρων καθιστά την απόλυτη υπεροχή σε επίπεδο ψήφων δευτερεύουσα, αν όχι εντελώς ασήμαντη· το 2016, η Χίλαρι Κλίντον είχε επικρατήσει του Τραμπ με περισσότερο από 2%, ωστόσο ηττήθηκε σε επίπεδο εκλεκτορικών ψήφων, οι οποίοι προκύπτουν από τα αποτελέσματα ανά πολιτεία. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός πως η Χάρις μετέτρεψε το -6% για τους Δημοκρατικούς σε +2% –και μάλιστα μόλις μέσα σε λίγες εβδομάδες– σημαίνει πως μια καλή επίδοση στο αποψινό debate θα ενισχύσει ακόμα περισσότερο το μομέντουμ το οποίο έχει αναπτύξει έναντι του Τραμπ.

Η οικονομία

Στον τρέχοντα πολιτικό χρόνο, η αμερικανική οικονομία –η οποία παραμένει μακράν η ισχυρότερη σε παγκόσμιο επίπεδο– δοκιμάζεται από σειρά πρωτοφανών προκλήσεων. Οι πληθωριστικές πιέσεις εξακολουθούν να επιμένουν προκαλώντας συνθήκες παρατεταμένης ακρίβειας, ο ρυθμός δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας έχει μειωθεί σημαντικά, ενώ η αμερικανική μεσαία τάξη δυσκολεύεται να ανταποκριθεί σε κρίσιμα ζητήματα όπως το κόστος της στέγασης και της κοινωνικής ασφάλισης. Οι Χάρις και Τραμπ αναμένονται να συγκρουστούν μετωπικά σε ό,τι αφορά την οικονομική πολιτική την οποία θα εφαρμόσουν –εφόσον επικρατήσουν– σε μια πίστα, ωστόσο, που ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος έχει σαφές προβάδισμα. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα δημοσκοπικά δεδομένα, το αμερικανικό εκλογικό σώμα θεωρεί τον Τραμπ ικανότερο να αντιμετωπίσει τις σημερινές οικονομικές προκλήσεις για την αμερικανική οικονομία, αλλά και να οδηγήσει τις ΗΠΑ πίσω σε αναπτυξιακή πορεία· ενδεικτικά, η διαφορά μεταξύ των δύο υποψηφίων στο συγκεκριμένο ζήτημα ξεπερνάει το 9%. Από την άλλη, η Χάρις βρίσκεται στην εξαιρετικά δύσκολη θέση να υπεραμυνθεί της οικονομικής πολιτικής της σημερινής κυβέρνησης –της οποίας αποτελεί ένα εκ των πλέον προβεβλημένων στελεχών– πείθοντας παράλληλα τους ψηφοφόρους πως, ως Πρόεδρος, θα εφαρμόσει ένα διαφορετικό μίγμα πολιτικής σε σχέση με τον Μπάιντεν, το οποίο μπορεί να επαναφέρει το συναίσθημα της προσωπικής προοπτικής, το οποίο δεν αισθάνεται πλέον ένα σημαντικό τμήμα της αμερικανικής μεσαίας τάξης.

Η μετανάστευση

Ένα τρίτο –και καθοριστικό για ένα εξαιρετικά μεγάλο τμήμα του αμερικανικού εκλογικού σώματος– πεδίο σύγκρουσης στο αποψινό debate αφορά τον περιορισμό της παράνομης μετανάστευσης προς τις ΗΠΑ. Η μετανάστευση αποτελεί ένα κατεξοχήν «wedge issue» στο πλαίσιο των προεδρικών εκλογών, ωστόσο στη φετινή κούρσα διατηρεί μια ακόμα υψηλότερη σημασία. Ο λόγος είναι πως κατά τη διάρκεια της θητείας του Τζο Μπάιντεν ο αριθμός των παράνομων μεταναστών στις ΗΠΑ αυξήθηκε, με τη Χάρις να έχει αναλάβει –έστω και ατύπως– το καθήκον να αντιμετωπίσει το συγκεκριμένο φαινόμενο. Η ίδια η Χάρις έχει στο παρελθόν εκφράσει αρκετά φιλελεύθερες απόψεις για το συγκεκριμένο θέμα, από τις οποίες έχει κάνει συνειδητή προσπάθεια να απομακρυνθεί από τη στιγμή που ανέλαβε το χρίσμα των Δημοκρατικών. Από την πλευρά του, ο Ντόναλντ Τραμπ δεν χρειάζεται να πείσει οποιονδήποτε για τις θέσεις του επί του ζητήματος και αναμένεται να προχωρήσει σε μια εξαιρετικά σφοδρή επίθεση εναντίον της αντιπάλου του σχετικά με την αδυναμία της κυβέρνησής της να ενισχύσει την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ στον συγκεκριμένο τομέα. Δεδομένα, η πρόκληση της Χάρις είναι να πείσει το αμερικανικό εκλογικό σώμα πως μπορεί να περιορίσει την επιρροή της αριστερόστροφης πτέρυγας του κόμματός της και πως μπορεί να διασφαλίσει πως ως Πρόεδρος θα ενισχύσει τα αμερικανικά σύνορα με κάθε τρόπο ώστε να περιορίσει το συγκεκριμένο φαινόμενο.

Το δικαίωμα στην έκτρωση

Το συγκεκριμένο ζήτημα αποτελεί ένα επιπλέον κατεξοχήν «wedge issue» στο πλαίσιο κάθε κούρσας για τον Λευκό Οίκο, ωστόσο φέτος έχει και εκείνο περισσότερη σημασία. Το γεγονός πως η σύνθεση του Αμερικανικού Ανώτατου Δικαστηρίου ρέπει ολοκληρωτικά προς τον κοινωνικό συντηρητισμό έχει προκαλέσει σειρά εξελίξεων τα τελευταία χρόνια σχετικά με τον περιορισμό του δικαιώματος στην έκτρωση. Σε αυτό το επίπεδο, η Χάρις έχει –μακράν– το πλεονέκτημα, καθώς συντάσσεται πλήρως με τα δικαιώματα των γυναικών, τη στιγμή που ο Τραμπ θα πρέπει να ακροβατήσει επιτυχώς ανάμεσα στις πεποιθήσεις των συντηρητικότερων ψηφοφόρων του, και τους προβληματισμούς σχετικά με το ενδεχόμενο μιας καθολικότερης απαγόρευσης στο δικαίωμα της έκτρωσης, τους οποίους αισθάνονται οι μετριοπαθείς μεταβαλλόμενοι ψηφοφόροι. Μέχρι σήμερα, ο Τραμπ έχει καταφέρει να απομακρυνθεί και εκείνος από τις συντηρητικότερες θέσεις τις οποίες είχε υποστηρίξει στο παρελθόν, δηλώνοντας πλέον πως το δικαίωμα στην έκτρωση θα πρέπει να κρίνεται σε πολιτειακό και όχι σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση, το παιχνίδι σε ό,τι αφορά την προάσπιση των κοινωνικών δικαιωμάτων είναι πιθανότατα χαμένο για τον Τραμπ, καθώς στα συγκεκριμένα ζητήματα η Χάρις διατηρεί συντριπτικό προβάδισμα καταλληλόλητας έναντι του πρώην Ρεπουμπλικάνου Προέδρου.

Εξωτερική πολιτική 

Για πρώτη φορά μετά από το 2004 –όταν ο πόλεμος στο Ιράκ μονοπωλούσε την πολιτική ζωή των ΗΠΑ– η εξωτερική πολιτική αποτελεί πεδίο σύγκρουσης στις προεδρικές εκλογές. Σε αυτό το επίπεδο μιλάμε στην ουσία για σύγκρουση δύο κόσμων, καθώς η Χάρις και ο Τραμπ πρεσβεύουν δύο διαμετρικά αντίθετες κοσμοθεωρίες σε ό,τι αφορά τις προτεραιότητες αλλά και το ευρύτερο φιλοσοφικό υπόβαθρο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Από τη μία, η Χάρις προσωποποιεί τη συνέχεια της παρεμβατικής προσέγγισης του Μπάιντεν –αλλά και της ευρύτερης αντίληψης της Ουάσιγκτον σχετικά με τον κόσμο μακριά από τις ακτές της, από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μετά– υποσχόμενη την ενίσχυση των συμμαχιών των ΗΠΑ αλλά και τη σύγκρουση με τους γεωπολιτικούς τους αντιπάλους. Απέναντι στο σύγχρονο δόγμα του αποστολικού αμερικανικού εξαιρετισμού, ο Τραμπ προσωποποιεί την αναβίωση του παραδειγματικού αμερικανικού εξαιρετισμού, προτείνοντας μια σύγχρονη εφαρμογή του παρωχημένου απομονωτισμού του 19ου αιώνα αλλά και της περιόδου του μεσοπολέμου. Στην πράξη, αυτό σημαίνει πως οι Χάρις και Τραμπ θα συγκρουστούν σε ό,τι αφορά τις προσεγγίσεις τους σε μια σειρά ζητημάτων που αφορούν τον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο και τη συνέχιση της στήριξης προς το Κίεβο, τη σύγκρουση μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς, αλλά και την ενίσχυση της αμερικανικής ομπρέλας στην Ευρώπη. Σε αυτό το πλαίσιο, αξίζει να σημειωθεί πως η Χάρις έχει κάνει μια σαφέστατη στροφή προς το κέντρο, υποστηρίζοντας πλήρως την παρεμβατική προσέγγιση του Μπάιντεν, υποσχόμενη πως υπό τη δική της προεδρία οι ΗΠΑ θα εξακολουθήσουν να αποτελούν την κυρίαρχη υπερδύναμη μέσω της ενεργούς της παρουσίας σε διεθνές επίπεδο.

Τέλος, το κομβικό «ζήτημα του χαρακτήρα»

Τα παραπάνω πέντε σημεία αποτελούν επί της ουσίας ζητήματα πολιτικής, τα οποία μέσες-άκρες αφορούν κάθε προεκλογική διαδικασία στις ΗΠΑ. Στην πράξη, ωστόσο, η σημαντικότερη παράμετρος των φετινών εκλογών αφορά τη σημειολογία της –εκ νέου– υποψηφιότητας του Ντόναλντ Τραμπ, δηλαδή ενός αντικειμενικά προβληματικού υποψηφίου, του οποίου το «record» –όπως λένε στις ΗΠΑ– είναι σαφώς περισσότερο βεβαρημένο συγκριτικά με το 2016. Πέρα από τις διφορούμενες πολιτικές του επιλογές κατά τη θητεία του στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επιβαρύνεται πλέον από την καταδίκη του για την υπόθεση της Στόρμι Ντάνιελς, τις ομοσπονδιακές κατηγορίες που αντιμετωπίζει για σειρά άλλων ζητημάτων, αλλά –κυρίως– για την ηθική του ευθύνη σε ό,τι αφορά την προάσπιση των κανόνων της ισχυρότερης Δημοκρατίας του κόσμου· οι σκηνές της 6ης Ιανουαρίου του 2021 στοιχειώνουν ακόμα την αμερικανική κοινή γνώμη, αν όχι στο σύνολό της, τότε σίγουρα σε ό,τι αφορά έναν πιθανώς κρίσιμο αριθμό ψηφοφόρων οι οποίοι ακόμα και αν διαφωνούν με την οικονομική πολιτική της Χάρις, βλέπουν τον –σε οικονομικό επίπεδο ικανότερο– Τραμπ ως την προσωποποίηση μιας αξιακής έκπτωσης, τουλάχιστον για τα αμερικανικά δεδομένα. Είναι στο χέρι της Χάρις, αυτή τη μοναδική συνθήκη υπέρ της, να την εκμεταλλευτεί· απόψε θα φανεί να θα το καταφέρει.