Κοσμος

Η απουσία στρατηγικού οράματος του Ισραήλ

Η κυβέρνηση Νετανιάχου δεν κάνει καμιά διάκριση μεταξύ της Χαμάς και του άμαχου πληθυσμού της Γάζας— παροξύνει επικίνδυνα πάθη και εγείρει απειλές για ολόκληρο τον κόσμο.

Σώτη Τριανταφύλλου
Σώτη Τριανταφύλλου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Η απουσία στρατηγικού οράματος του Ισραήλ
© EPA/Naama Grynbaum / POOL

Πόλεμος Ισραήλ - Χαμάς: Τα λάθη της κυβέρνησης Νετανιάχου και οι διπλωματικές προσπάθειες για διαπραγμάτευση με την PLO 

Σχεδόν ένα χρόνο μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ, η κυβέρνηση Νετανιάχου είναι διχασμένη. Από το περασμένο Σάββατο, όταν σε «σήραγγα στη ζώνη της Ράφας», στο νότιο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας, βρέθηκαν νεκροί έξι νεκροί Ισραηλινοί όμηροι, κυβερνητικά στελέχη στηρίζουν τις λαϊκές κινητοποιήσεις εναντίον της κατά τα φαινόμενα αδιέξοδης πολιτικής του Νετανιάχου. Ήδη στις 15 Μαΐου, ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Yoav Gallant κατηγόρησε τΜπενιαμίν Νετανιάχου για «έλλειψη στρατηγικής» στην επιχείρηση στη Λωρίδα της Γάζας.

Υπάρχει πράγματι σύγχυση στη σύζευξη των μέσων που διαθέτει το Ισραήλ προκειμένου να επιτύχει τους σκοπούς του. Η ισραηλινή κυβέρνηση δεν έχει ξεκάθαρη τρέχουσα στρατηγική· φαίνεται ότι λείπει εντελώς η σχεδίαση για το «μετά» την υποτιθέμενη εξάρθρωση της Χαμάς. Γενικότερα, φαίνεται να λείπει το συγκεκριμένο όραμα για τις σχέσεις των Ισραηλινών με τους Άραβες. Η ισραηλινή κυβέρνηση πιστεύει πραγματικά ότι εξοντώνοντας τα στελέχη της Χαμάς θα αναχαιτίσει την τρομοκρατία και θα εξημερώσει τους Παλαιστινίους; Με αυτή την απλοϊκή ιδέα, ο Νετανιάχου απέκλεισε το ενδεχόμενο να αναλάβει τη διακυβέρνηση της Γάζας η Παλαιστινιακή Αρχή (PA) —κάτι που, είτε δεχθεί, είτε δεν δεχθεί η πλειοψηφία των Γαζαίων, έχει κάποια λογική. Χωρίς εναλλακτική κυβερνητική δομή, η Χαμάς αναδιοργανώνεται· ήδη οι μαχητές της έχουν επιστρέψει σε περιοχές που είχαν εκκαθαριστεί: το σχέδιο «εκκαθάρισης» είναι βαρέλι χωρίς πάτο· και δείχνει αυτή την έλλειψη στρατηγικής για την οποία διαμαρτύρεται ο Gallant. Ο οποίος, ως στρατιωτικός, βλέπει τα σφάλματα που διαπράττει ο Νετανιάχου.

Το Ισραήλ έπρεπε να θέσει από την αρχή ένα σαφές στρατηγικό όραμα για το μέλλον μιας Γάζας απαλλαγμένης από τη Χαμάς, διευκρινίζοντας δηλαδή ποιος δεν επιτρέπεται να κυβερνήσει τη Γάζα, αλλά και ποιος θα μπορούσε και θα έπρεπε. Δεν υπάρχουν πολλές επιλογές: μόνο η Παλαιστινιακή Αρχή δικαιούται να διοικήσει τη Γάζα και να την εκπροσωπήσει στις διπλωματικές προσπάθειες για ειρήνη και διευθετήσεις. Όμως, το Ισραήλ, εκτός του ότι δεν έχει πρακτικό σχέδιο, επαναλαμβάνει τα παλιά λάθη του αμερικανικού στρατού στο Ιράκ και στη Λιβύη, τα οποία προκάλεσαν πολιτικό, οικονομικό και διπλωματικό τέλμα. Η στρατιωτική εκκαθάριση μιας περιοχής δεν είναι παρά ένα πρώτο στάδιο το οποίο απαιτεί σοβαρό σχεδιασμό για το πώς η περιοχή θα σταθεροποιηθεί και θα ανακάμψει. Καθώς ισραηλινή εκστρατεία στη Γάζα δεν λαμβάνει υπόψη την επόμενη μέρα και είναι εξαιρετικά απρόσεκτη ως προς τις απώλειες αμάχων και τις φυσικές καταστροφές —η κυβέρνηση Νετανιάχου δεν κάνει καμιά διάκριση μεταξύ της Χαμάς και του άμαχου πληθυσμού της Γάζας— παροξύνει επικίνδυνα πάθη και εγείρει απειλές για ολόκληρο τον κόσμο.

Με λίγα λόγια, αντί το Ισραήλ να εκθέσει τη Χαμάς και τους οπαδούς της περισσότερο κι από όσο εκτίθενται οι ίδιοι —λόγου χάρη από τις σκηνές αγαλλίασης στη Γάζα στον απόηχο της σφαγής — αποτυγχάνει να τονίσει την υπαιτιότητα της τρομοκρατικής οργάνωσης για τα δεινά των κατοίκων της Γάζας. Δεδομένης της φιλοαραβικής στάσης της διεθνούς αριστεράς, το Ισραήλ είχε και έχει πολύ δρόμο μπροστά του για να εξηγήσει τη λογική των στρατιωτικών του στόχων. Απέναντί του βρίσκεται μια τερατώδης προπαγανδιστική μηχανή η οποία δεν θα πάψει να λειτουργεί με την εξόντωση Παλαιστινίων. Εκτός του ότι η εξόντωση είναι έτσι κι αλλιώς αήθης, είναι επίσης αναποτελεσματική. Ο Νετανιάχου θα έπρεπε να ξέρει ότι δίχως πολιτικό στόχο, καμιά στρατιωτική επιχείρηση δεν μπορεί να επιτύχει. Δεν νοείται ως πολιτικός στόχος η διοίκηση της Γάζας από τον ισραηλινό στρατό —εκτός αν η επιδίωξη είναι γενικευμένος πόλεμος· εξυπακούεται ότι οι μουσουλμανικές χώρες, με πρώτο το Ιράν, δεν θα μείνουν με σταυρωμένα χέρια.

Αυτή η μυωπία έφερε σε δύσκολη θέση τις Ηνωμένες Πολιτείες που θέλουν να προωθήσουν ένα μεταπολεμικό σχέδιο για τη Γάζα με σκοπό την περιφερειακή ολοκλήρωση και την εξομάλυνση των σχέσεων της Σαουδικής Αραβίας με το Ισραήλ. Αν και η υπόθεση της Σαουδικής Αραβίας είναι πολύ σκοτεινή (και αποτελεί διαφορετική συζήτηση), οι καλές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι ωφέλιμες για την περιοχή και για όλους εμάς. Επιπλέον, θα βοηθούσε αν έπαιζαν κάποιο ρόλο στον μουσουλμανικό κόσμο οι κοσμικοί παλαιστινιακοί παράγοντες, οι οποίοι βρίσκονται λίγο-πολύ στην τροχιά της Παλαιστινιακής Αρχής.

Τις πρώτες μέρες μετά τις 7 Οκτωβρίου, το ισραηλινό υπουργικό συμβούλιο ανέθεσε στον στρατό να καταστρέψει τις στρατιωτικές δυνατότητες της Χαμάς και να την απομακρύνει ως κυβερνητικό όργανο στη Γάζα ικανό να οργανώσει, να οπλίσει, να εκπαιδεύσει και να προετοιμάσει νέες εισβολές στο Ισραήλ. Εντάξει.  Αλλά, παρά την πολεμική ρητορική, ο επιχειρησιακός στόχος δεν ήταν ποτέ η εξάλειψη της Χαμάς ως ιδέα ή ως αιτία· ο επιχειρησιακός στόχος ήταν η απομάκρυνσή της ως οιονεί κράτους που επιβουλεύεται το Ισραήλ. Αυτός ο στόχος συνεπαγόταν τεράστιο κόστος —πρωτίστως για τους κατοίκους της Γάζας— αλλά μπορούσε να επιτευχθεί από τεχνική άποψη. Καθώς όμως η λογική του βάση ήταν ότι δεν μπορεί να επιτραπεί σε τρομοκρατική οργάνωση να κυβερνά περιοχές που συνορεύουν με ισραηλινές πόλεις, το ίδιο ισχύει για τη Χεζμπολάχ στα σύνορα του βόρειου Ισραήλ όπου στο παρελθόν η σιιτική παραστρατιωτική οργάνωση έσκαψε διασυνοριακές σήραγγες με δεδηλωμένη πρόθεση να πολεμήσει εναντίον του Ισραήλ. Ένας ακόμη στόχος της ισραηλινής πολιτικής ήταν η απελευθέρωση των περίπου 250 ομήρων και αιχμαλώτων της 7ης Οκτωβρίου: ωστόσο, υπήρχε ένταση μεταξύ αυτών των δύο στόχων εφόσον η απελευθέρωση των ομήρων, που οι ηγέτες της Χαμάς χρησιμοποίησαν σαν ανθρώπινες ασπίδες, κατέστησε αναγκαία κάποιου τύπου διαπραγμάτευση με τη Χαμάς. Άρα, έπρεπε να αποφασιστεί αν θα δινόταν προτεραιότητα στον αγώνα κατά της Χαμάς ή στην απελευθέρωση ομήρων, άρα σε μια μορφή καλοπιάσματος. Αλλά, η σχετική αποτυχία αυτών των στόχων —παρά τη θανάτωση του Ισμαήλ Χανίγια και άλλων στελεχών της τρομοκρατικής οργάνωσης, η Χαμάς ζει και βασιλεύει, ενώ πάνω από εκατό Ισραηλινοί όμηροι δεν έχουν επιστραφεί (ζωντανοί ή νεκροί)— οφείλεται, όπως είπα, στην έλλειψη συνολικής στρατηγικής. Η Χαμάς δεν μπορεί να ηττηθεί αν αφεθεί κενό στο πέρασμά της· για να ηττηθεί απαιτείται συγκεκριμένη εναλλακτική, μια οντότητα που θα γεμίσει το κενό εξουσίας. Η στρατηγική δεν είναι πολυτέλεια: είναι απαραίτητη για τη χάραξη τακτικής και επιχειρησιακής συμπεριφοράς.

Πολλοί Ισραηλινοί αναγνωρίζουν την καταστροφή στη Γάζα και τη διεθνή κατακραυγή εναντίον της χώρας τους μετά την αντεπίθεση. Ωστόσο, συχνά αποδίδουν αυτές τις επιπτώσεις στα γεγονότα που προκάλεσαν τον πόλεμο. Το Ισραήλ δεν είχε άλλη επιλογή από το να αποδεκατίσει τη Χαμάς, πράγμα που αναπόφευκτα θα προξενούσε παράπλευρες ζημιές στον τόσο πυκνό αστικό πληθυσμό. Εξάλλου, το γεγονός ότι η Χαμάς δεν έδειξε καμιά ανησυχία για την τύχη των Παλαιστινίων, έκανε την ισραηλινή εκστρατεία ακόμα πιο καταστροφική. Αν δεν ήταν τόσο δύσκολο, το Ισραήλ θα είχε κατατροπώσει τη Χαμάς πολύ νωρίτερα. Λογικά όλα τούτα, πλην όμως, ακόμα κι από την ισραηλινή προοπτική, η εκστρατεία για τον μεσο-μακροπρόθεσμο εξοβελισμό της Χαμάς απαιτεί τεράστιες προσπάθειες τόσο για την ανακούφιση των Γαζαίων όσο και για την κάλυψη του διοικητικού κενού που αφήνουν οι εχθροπραξίες.

Αναρωτιέμαι αν είναι πολύ αργά. Όσο αργά κι αν είναι, οι αρχές της στρατηγικής και της τακτικής δεν παύουν να ισχύουν. Οι Ισραηλινοί πρέπει να ακούσουν τις αμερικανικές συμβουλές για ανθρωπιστική βοήθεια (μοιάζει πράγματι με το «Να σε κάψω Γιάννη μου, να σε αλείψω λάδι»), για συντονισμένη προσπάθεια συνεργασίας με κοσμικούς και «μετριοπαθείς» Παλαιστίνιους παίκτες και προπάντων για ένα σχέδιο συνένωσης της Γάζας με τη Δυτική Όχθη, υπό μια παλαιστινιακή ηγεσία που να μπορεί να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των Γαζαίων και να συνεργαστεί με το Ισραήλ.

Στο μεταξύ, το πιο επικίνδυνο σημείο της κατάστασης είναι η κλιμάκωση της επιθετικότητας μεταξύ Ισραήλ και Ιράν. Από τον πρώτο πόλεμο του Περσικού Κόλπου το 1990-91, όταν ο ιρακινός στρατός υπό τον Σαντάμ Χουσεΐν έπληξε το Ισραήλ με πυραύλους SCUD, οι Ισραηλινοί δεν έχουν υποστεί επίθεση με πυραύλους. Αν και η αντιπυραυλική άμυνα του Ισραήλ είναι αρκετά ισχυρή —οι Ισραηλινοί δέχονται αμερικανική και βρετανική βοήθεια για την αναχαίτιση πυραύλων και μη επανδρωμένων αεροσκαφών— η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή εναντίον του ιρανικού προξενείου στη Δαμασκό όπου σκοτώθηκαν δύο κορυφαίοι Φρουροί της Ισλαμικής Επανάστασης ήταν φάουλ εκ μέρους του Ισραήλ: οι Ισραηλινοί φάνηκαν να διαχέονται σε πολλούς στόχους και να πυροδοτούν συμμετρικές ή και ασύμμετρες αντιδράσεις. Αν και όγκος των βλημάτων και των μη επανδρωμένων αεροσκαφών που εκτόξευσε το Ιράν ήταν δυσανάλογος με την αρχική επίθεση του Ισραήλ, η Τεχεράνη κατέστησε σαφές ότι, παρά το πολυεπίπεδο ισραηλινό σύστημα αεράμυνας, είναι έτοιμη για περιφερειακό πόλεμο. Το Ιράν δεν βιάζεται. Αλλά τα πυρηνικά όπλα περιμένουν στη σκιά.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.