- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σαν σήμερα 21 Ιουλίου 365 μ.Χ. το τσουνάμι που κατέστρεψε την Αλεξάνδρεια προκλήθηκε από σεισμό που καταγράφηκε σε όλον τον γνωστό κόσμο ως η «ημέρα του τρόμου»
Σαν σήμερα στις 21 Ιουλίου 365 μ.Χ., ένας ισχυρός σεισμός δυτικά της Κρήτης προκαλεί τσουνάμι που καταστρέφει την πόλη της Αλεξάνδρειας της Αιγύπτου. Αν και δεν υπήρχαν εργαλεία μέτρησης εκείνη την εποχή, οι επιστήμονες εκτιμούν τώρα ότι ο σεισμός ήταν στην πραγματικότητα δύο διαδοχικές και ξεχωριστές δονήσεις, η μεγαλύτερη από τις οποίες πιστεύεται ότι είχε μέγεθος πάνω από 8 Ρίχτερ.
Το σεισμό ακολούθησε τσουνάμι που προξένησε καταστροφές στην Αν. Μεσόγειο
Ο σεισμός στην Κρήτη το 365 μ.Χ. συνέβη το πρωί της 21ης Ιουλίου με επίκεντρο τις ακτές της δυτικής Κρήτης. Ο σεισμός υπολογίζεται ότι είχε μέγεθος μεγαλύτερο από 8 βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ, υπολογίζεται μεταξύ 8,3 και 8,7 ρίχτερ, γεγονός που τον κατατάσσει ως τον ισχυρότερο σεισμό που έχει καταγραφεί στη Μεσόγειο.
Ο σεισμός προκάλεσε εκτεταμένες καταστροφές στην κεντρική και νότια Ελλάδα, στη Λιβύη, στη Μικρά Ασία και την Αίγυπτο.
Σχεδόν όλες οι πόλεις της Κρήτης καταστράφηκαν από το σεισμό. Το σεισμό ακολούθησε ένα τσουνάμι που προξένησε καταστροφές σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο, ιδίως στο Δέλτα του Νείλου και την Αλεξάνδρεια, όπου σκότωσε χιλιάδες και έφτασε σχεδόν 3 χιλιόμετρα στην ενδοχώρα. Επίσης προκάλεσε την ανύψωση της δυτικής Κρήτης μέχρι και 9 μέτρα.
Τι αναφέρει ο Ρωμαίος Ιστορικός Αμμιανός Μαρκελλίνος
Ο σεισμός είχε μεγάλο αντίκτυπο στους ανθρώπους στο τέλος της αρχαιότητας και αναφέρεται από μεγάλο αριθμό έργων διαφόρων συγγραφέων.
Συγκεκριμένα, ο Ρωμαίος Ιστορικός Αμμιανός Μαρκελλίνος αναφέρει: «Tρομερή καταστροφή ξέσπασε ξαφνικά σε ολόκληρο τον (τότε γνωστό) κόσμο, παρόμοια της οποίας δεν βρίσκει κανείς πουθενά, ούτε στους θρύλους ούτε στα αληθινά ιστορικά γεγονότα.
Λίγο μετά το πρώτο φως της αυγής, αφού προηγήθηκαν βροντές και αστραπές, ολόκληρη η Γη συνταράχθηκε. Η θάλασσα αποσύρθηκε και τα νερά της τραβήχτηκαν σε τέτοια έκταση ώστε ο βυθός της αποκαλύφθηκε.
Μπορούσε, έτσι, κανείς να δει χωμένα βαθιά στη λάσπη πολλά θαλάσσια όντα και πολλές οροσειρές και κοιλάδες που, ενώ ήταν πάντοτε σκεπασμένες με νερό, έγιναν ορατές καθώς έπεφταν πάνω τους για πρώτη φορά οι ακτίνες του ήλιου. Πολλά πλοία εξόκειλαν και πολλοί άνθρωποι περιπλανιόνταν στα λίγα νερά που έμειναν μαζεύοντας ψάρια και άλλα θαλάσσια όντα, αλλά τα θαλάσσια κύματα επανήλθαν υπερυψωμένα και όρμησαν πάνω στα αβαθή νερά, στα νησιά και σε εκτεταμένες στεριές ισοπεδώνοντας πολλά κτίρια ή οτιδήποτε συναντούσαν στο δρόμο τους.
Τεράστιες ποσότητες νερού φόνευσαν, κατά την επιστροφή τους, πολλές χιλιάδες ανθρώπων. Όταν η μανία των νερών κόπασε, φάνηκαν μερικά κατεστραμμένα πλοία και πτώματα ναυαγών. Μερικά μεγάλα πλοία είχαν εκσφενδονιστεί από το κύμα στις στέγες σπιτιών, όπως συνέβη στην Αλεξάνδρεια, και άλλα σε απόσταση μέχρι δύο μίλια μέσα στην ξηρά».
Ρήγμα από τα Φαλάσαρνα στα Σφακιά
Πρόσφατη μελέτη Ελβετών, Γερμανών και Αμερικανών επιστημόνων που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Ένωσης Γεωφυσικής τοποθετεί το επίκεντρο του σεισμού δυτικά της Γαύδου, στο σημείο βύθισης της αφρικανικής πλάκας κάτω από το φλοιό του Αιγαίου, ενώ άλλες εκτιμήσεις Ελλήνων γεωλόγων τοποθετούν το ρήγμα του καταστροφικού σεισμού από το ρήγμα της Φαλάσαρνας έως τη ρηξιγενή ζώνη των Σφακίων, που θα μπορούσε να έχει δώσει τέτοια μεγέθη σεισμών.
Ένας τέτοιος σεισμός δεν έχει επαναληφθεί από τότε
Η πλάκα της Ανατολίας σπρώχνει την πλάκα του Αιγαίου προς τα νοτιοδυτικά με ταχύτητα 3 εκατοστών το χρόνο ως προς την Ευρασιατική πλάκα, ενώ η Αφρικανική πλάκα βυθίζεται κάτω από την πλάκα του Αιγαίου με ρυθμό 4 εκατοστών το χρόνο στην Ελληνική Τάφρο, νότιας της Κρήτης.
Αν ο σεισμός ήταν αποτέλεσμα της βύθισης της πλάκας της Αφρικής κάτω από την πλάκα του Αιγαίου, τότε οφείλεται σε ένα ρήγμα μήκους 160 χιλιομέτρων το οποίο ολίσθησε κατά μέσο όρο περίπου 9 μέτρα.
Ένας τέτοιος σεισμός δεν έχει επαναληφθεί από τότε πιθανόν επειδή οι δύο πλάκες είναι σε μεγάλο βαθμό αποσυζευγμένες και η σχετική τους κίνηση γίνεται χωρίς την πρόκληση σεισμών στο 90% της έκτασής τους σύμφωνα με στοιχεία των τελευταίων 100 ετών.
Ο σεισμός ήταν ασυνήθιστα σφοδρός
Σύμφωνα με μια άλλη άποψη, το σεισμογόνο ρήγμα του σεισμού του 365 μ.Χ. είναι ένα ρήγμα μήκους 100 χιλιόμετρων ανάμεσα στην Ελληνική Τάφρο και τις ακτές της Κρήτης, το οποίο ολίσθησε περίπου 20 μέτρα σχεδόν σε όλο του το μήκος. Υπολογίζεται ότι στο ρήγμα συσσωρεύεται αρκετή τάση για να δημιουργήσει ένα τέτοιο σεισμό περίπου κάθε 5.000 χρόνια, αν και κανένα άλλο γεγονός συγκρίσιμης σφοδρότητας δεν έλαβε χώρα στην ανατολική Μεσόγειο τα τελευταία 14.000 χρόνια, υποδηλώνοντας πως ο συγκεκριμένος σεισμός ήταν ασυνήθιστα σφοδρός.
Νέα εκδοχή για τον σεισμό του 365 μ.Χ. στην Κρήτη
«Η επικρατούσα άποψη είναι ότι το επίκεντρο του σεισμού βρισκόταν δυτικά της Γαύδου», εξηγεί ο Χαράλαμπος Φασούλας, γεωλόγος στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. «Η εκτίμηση αυτή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ανύψωση των νοτιοδυτικών ακτών της Κρήτης, από τα Φαλάσαρνα και τον Μπάλο έως και την Αγία Ρουμέλη και τον Πλακιά. Όμως υπάρχουν διάφορα σημεία που δεν συμφωνούν με αυτή την ερμηνεία για τη γένεση του σεισμού. Για παράδειγμα, στις γεωφυσικές μελέτες ή στις σεισμικές έρευνες που έγιναν τα τελευταία χρόνια στην περιοχή, δεν έχει χαρτογραφηθεί σε εκείνο το σημείο ένα τόσο μεγάλο ρήγμα, που να δικαιολογεί σεισμό άνω των 8 Ρίχτερ. Αντίθετα υπάρχει μια τεράστια ζώνη ενεργών ρηγμάτων, από το ρήγμα της Φαλάσαρνας έως τη ρηξιγενή ζώνη των Σφακίων, που θα μπορούσε να έχει δώσει τέτοια μεγέθη σεισμών».
Η διεθνής επιστημονική ομάδα, η οποία έχει παρουσία στην Κρήτη μέσω διαδοχικών ερευνητικών προγραμμάτων και διδακτορικών μελετών την τελευταία 20ετία, προσέγγισε την υπόθεση με έναν νέο τρόπο.
Η ομάδα συνέλεξε και χρονολόγησε με άνθρακα απολιθώματα θαλάσσιων οργανισμών από οκτώ διαφορετικές θέσεις στη νοτιοδυτική ακτή της Κρήτης, ενώ στα Φαλάσαρνα, την Παλαιόχωρα και τη Χώρα Σφακίων πραγματοποίησε επιπλέον εγκάρσιες δειγματοληψίες ιζημάτων. Παράλληλα, δημιούργησε δύο νέα μοντέλα για να προσομοιώσει την ανύψωση που θα μπορούσε να έχει προκαλέσει στην Κρήτη ένας σεισμός όχι από την ελληνική τάφρο, αλλά από τα ενεργά ρήγματα Φαλάσαρνας – Σφακίων και το είδος του τσουνάμι που θα δημιουργούνταν από αυτά.
«Καταλήξαμε σε μια νέα υπόθεση. Κατ’ αρχήν, ότι ο σεισμός του 365 μ.Χ. δεν ήταν τόσο ισχυρός όσο θεωρείται, αλλά ότι δεν ξεπέρασε τα 8 Ρίχτερ. Επιπλέον, ότι η ανύψωση των εδαφών της Δυτικής Κρήτης δεν έγινε με μιας, με τον σεισμό του 365 μ.Χ., αλλά σταδιακά, με μια σειρά ισχυρών σεισμών που προηγήθηκαν τους προηγούμενους αιώνες», λέει ο κ. Φασούλας.
«Οσο για το τσουνάμι, η γένεσή του από έναν σεισμό στη ζώνη των ενεργών ρηγμάτων Φαλάσαρνας – Σφακίων ταιριάζει καλύτερα με τις ιστορικές περιγραφές. Αν είχε προκληθεί από τη βύθιση της αφρικανικής πλάκας, στην Αλεξάνδρεια θα είχε γίνει μια πολύ μικρή απόσυρση της θάλασσας και μετά η επιστροφή της με πολύ μεγάλα κύματα, όπως είδαμε πριν από λίγα χρόνια με το τσουνάμι στην Ινδονησία. Αντίθετα ένα τσουνάμι από τα ρήγματα της περιοχής θα προκαλούσε πρώτα πολύ μεγάλη απόσυρση της θάλασσας και μετά διαδοχικά κύματα, όπως περιγράφει ο Αμμιανός Μαρκελλίνος ότι συνέβη».
Σεισμικός κίνδυνος
Η αξία της συγκεκριμένης επιστημονικής έρευνας, πάντως, δεν αφορά μόνο το παρελθόν, αλλά και το μέλλον. «Αν μπορέσουμε να ερμηνεύσουμε τον μηχανισμό που προκάλεσε τις ανυψώσεις του εδάφους, αυτό θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε και τους ρυθμούς που επαναλαμβάνονται τέτοια ακραία γεγονότα και ποια ρήγματα συνδέονται με αυτά. Επομένως, θα μπορέσουμε να εκτιμήσουμε καλύτερα τον σεισμικό κίνδυνο που διατρέχει η Κρήτη και βέβαια όλη η Ανατολική Μεσόγειος», καταλήγει ο κ. Φασούλας.