- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Αμερικανικές εκλογές: Στο σενάριο παραίτησης Μπάιντεν, ποιος μπορεί να τον διαδεχθεί;
Παρότι ο Τζο Μπάιντεν έχει αποκλείσει την παραίτηση, οι πιέσεις προς το πρόσωπό του θα κλιμακωθούν μέχρι το συνέδριο των Δημοκρατικών
Αμερικανικές εκλογές: Ποιος μπορεί να διαδεχθεί τον Τζο Μπάιντεν αν παραιτηθεί από τη διεκδίκηση της προεδρίας
Είναι πλέον ευρέως γνωστό πως αμέσως μετά την απογοητευτική του εμφάνιση στο debate εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ, ο Αμερικάνος Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν δέχθηκε πιέσεις ώστε να παραιτηθεί από την κούρσα για τον Λευκό Οίκο. Η ασθενική του επίδοση απέναντι στον εξαιρετικά πιο ακμαίο και διαυγή αντίπαλό του οδήγησε πολλά στελέχη των Δημοκρατικών είτε να ασκήσουν στον υποψήφιο τους δημόσια κριτική, είτε να του ζητήσουν ευθέως –και ορισμένοι όχι τόσο κομψά– να μη δεχτεί το χρίσμα του κόμματός του, αφήνοντας κάποιον άλλο υποψήφιο να αντιμετωπίσει τον Τραμπ.
Προφανώς, το κρίσιμο στοιχείο είναι πως ένα σημαντικό τμήμα των Δημοκρατικών στελεχών –και ψηφοφόρων– δεν πιστεύει πως ο Μπάιντεν μπορεί πλέον να επικρατήσει του Τραμπ, ο οποίος είχε ήδη ανοίξει τη διαφορά στο 6%, πριν την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του· από την πλευρά του, ο Μπάιντεν δήλωσε κατηγορηματικά πως θα παραμείνει υποψήφιος για την προεδρία. Η απόπειρα εναντίον του Τραμπ έχει παγώσει πλήρως τις σχετικές εσωκομματικές εξελίξεις, ωστόσο με δεδομένο πως οι Ρεπουμπλικάνοι πλέον συνασπίζονται απόλυτα πίσω από τον υποψήφιό τους, αξίζει να εξετάσει κανείς –έστω και θεωρητικά– ποια στελέχη θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τον Μπάιντεν και αν θα είχαν τύχη απέναντι στο μομέντουμ του πρώην Ρεπουμπλικάνου Προέδρου.
Αμερικανικές εκλογές: Ποιοι μπορούν να αντικαταστήσουν τον Τζο Μπάιντεν
Η Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Κάμαλα Χάρις
Δεδομένα, το μεγαλύτερο φαβορί –μακράν του δεύτερου– ώστε να διαδεχθεί τον Μπάιντεν στην υποψηφιότητα των Δημοκρατικών για την προεδρία είναι η Αντιπρόεδρός του, Κάμαλα Χάρις. Αναλυτικότερα, το γεγονός πως η Χάρις αποτελεί τη συνταγματική διάδοχο του Μπάιντεν ως Αντιπρόεδρός του, αυτομάτως την ανάγει ως την πρώτη –αν όχι τη μοναδική– επιλογή σε περίπτωση που ο Δημοκρατικός Πρόεδρος παραιτηθεί από το χρίσμα. Για τη Χάρις –και την επιλογή της ως Αντιπρέοδρο– έχουν γραφτεί δεκάδες αναλύσεις, ωστόσο η υποψηφιότητά της θα είχε όντως ορισμένα μοναδικά πλεονεκτήματα: πρώτον, θα έδινε τον τόνο μιας συναταγματικής συνέχειας στην θητεία του Μπάιντεν, η οποία θα μπορούσε να συνεχιστεί αν ο ίδιος εξακολουθούσε να είναι πνευματικά διαυγής και σωματικά υγιής. Δεύτερον, παρότι η Χάρις δεν είναι χαρισματική ρήτορας, έχει αποδείξει στο παρελθόν πως είναι πολύ ικανή στο επίπεδο της απευθείας πολιτικής αντιπαράθεσης, κάτι που θα το είχε απόλυτη ανάγκη απέναντι στον μετρ –πλέον– της πολιτικής επικοινωνίας αλλά και εξαιρετικά ικανό debater Ντόναλντ Τραμπ. Τρίτον, τα προσωπικά χαρακτηριστικά της Χάρις –δηλαδή το φύλλο της, και η εθνική της καταγωγή– θεωρούνται σχεδόν προαπαιτούμενα για την προοδευτική πτέρυγα των Δημοκρατικών, κάτι που θα εξασφάλιζε σε μεγάλο βαθμό την κρίσιμη στήριξή της σε μια πιθανή αναμέτρηση εναντίον του πρώην Ρεπουμπλικάνου Προέδρου.
Ωστόσο, μια υποψηφιότητα Χάρις θα αντιμετώπιζε και σημαντικά μειονεκτήματα. Πρώτον, η ίδια παραμένει εξαιρετικά αντιπαθής για τη συντριπτική πλειοψηφία του αμερικανικού εκλογικού σώματος· η δημοσκοπική της εικόνα είναι χειρότερη και από εκείνη του Μπάιντεν. Δεύτερον, η Χάρις απέτυχε σε μεγάλο βαθμό να συμβάλλει στην αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης, την οποία αντιμετωπίζουν οι ΗΠΑ στα νότια σύνορά τους, παρότι αυτή ήταν η μοναδική σαφής αρμοδιότητα την οποία της έδωσε ο Μπάιντεν από το 2020. Τρίτον, παρά τη θητεία της ως Αντιπρόεδρος, η Χάρις δεν έχει πείσει πως μπορεί να σταθεί στο ύψος της προεδρίας, κυρίως σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, ειδικά σε έναν πολιτικό χρόνο που οι προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζει η Ουάσιγκτον πληθαίνουν συνεχώς. Τέλος, η Χάρις έχει τη φήμη μιας χείριστης προϊσταμένης, ήδη από τη θητεία της ως εισαγγελέας της Καλιφόρνια, και μια πιθανή της υποψηφιότητα θα αναδείκνυε τη συγκεκριμένη –και εξαιρετικά σημαντική, για τους Δημοκρατικούς– αδυναμία σε πολιτικό επίπεδο, αλλά και σε ό,τι αφορά τον χαρακτήρα της, σε εθνικό επίπεδο.
Ο Κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Γκάβιν Νιούσομ
Ο Νιούσομ αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο φαβορί ώστε να διαδεχθεί τον Μπάιντεν, κυρίως όμως επειδή η Χάρις είναι Αντιπρόεδρος. Σήμερα, ο –χαρισματικός επικοινωνιακά– Νιούσομ είναι πιθανότατα το δημοφιλέστερο στέλεχος των Δημοκρατικών ενώ αν μπορούσε να μηδενίσει ο πολιτικός χρόνος, τότε πιθανότατα θα λάμβανε το χρίσμα του κόμματος για την προεδρία χωρίς να αντιμετωπίσει την παραμικρή δυσκολία. Ο Νιούσομ υπηρετεί ως Κυβερνήτης της οικονομικά ισχυρότερης και πληθυσμιακά μεγαλύτερης πολιτείας από το 2019, ενώ επανεξελέγη με χαρακτηριστική άνεση και το 2022· από τη νέα γενιά των Δημοκρατικών Κυβερνητών, ο Νιούσομ είναι ο περισσότερο προβεβλημένος, κυρίως επειδή από την αρχή της θητείας του προδιαγράφεται στον δημόσιο διάλογο ως πιθανός υποψήφιος για την προεδρία. Πέραν από την εντυπωσιακή του δημοφιλία στις τάξεις των Δημοκρατικών, σημαντικό πλεονέκτημα του Νιούσομ είναι το γεγονός πως σε επίπεδο θέσεων κινείται σχεδόν στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο με εκείνο του Τζο Μπάιντεν, του οποίου αποτελεί έναν εκ των ενθερμότερων υποστηρικτών. Το δεύτερο πλεονέκτημα μιας υποψηφιότητας Νιούσομ είναι πως, παρότι στην πολιτική του θητεία έχει υπηρετήσει μόνο εντός της Καλιφόρνια –αρχικά ως Δήμαρχος του Σαν Φρανσίσκο και μετέπειτα ως αναπληρωτής Κυβερνήτης–, διατηρεί ένα ενισχυμένο διεθνές προφίλ, έχοντας συναντηθεί τόσο με τον Κινέζο Πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ όσο και με τον Ισραηλινό Πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Κρίσιμα, παρότι ο Νιούσομ αποτελεί γέννημα-θρέμα Καλιφορνέζος, τόσο πολιτικά όσο και προσωπικά, παραμένει μετριοπαθής σε ιδεολογικό επίπεδο, διατηρώντας τη δυνατότητα να εκφράσει τους ανεξάρτητους ψηφοφόρους οι οποίοι κινούνται στο κέντρο.
Σε επίπεδο μειονεκτημάτων, η πιθανή υποψηφιότητα του Νιούσομ δεν συγκεντρώνει σχεδόν κανένα, πέραν ίσως της μέτριας διαχείρισής του, σε ό,τι αφορά την κλιματική κρίση και τις κολοσσιαίες πυρκαγιές του 2020. Ωστόσο, ο Νιούσομ μάλλον θα απέφευγε να θέσει υποψηφιότητα καθώς το μομέντουμ του Τραμπ δύσκολα θα ανατραπεί και ο ίδιος θα προτιμούσε να διεκδικήσει την προεδρία από την αρχή, στις εκλογές του 2028.
Ο Κυβερνήτης του Ιλινόι, Τζέι Ρόμπερτ Πρίτσκερ
Η περίπτωση του Πρίτσκερ είναι αρκετά ξεχωριστή –συγκριτικά με τις άλλες– καθώς μια πιθανή του υποψηφιότητα θα συγκέντρωνε αρκετές παραδοξότητες. Πρώτον, σε αντίθεση με τα περισσότερα πλέον προβεβλημένα –και ανερχόμενα– στελέχη των Δημοκρατικών, ο 59χρονος Πρίτσκερ εισήλθε στην πολιτική μόλις το 2019, όταν εξελέγη Κυβερνήτης του Ιλινόι, κερδίζοντας μάλιστα την πολιτεία πίσω για το Δημοκρατικό κόμμα· ο Πρίτσκερ κράτησε το Ιλινόι για τους Δημοκρατικούς και για στις κυβερνητικές εκλογές του 2023. Στα υπέρ του Πρίτσκερ προσμετράται το γεγονός πως ο ίδιος είχε μια εξαιρετικά πετυχημένη επιχειρηματική καριέρα στον τομέα των τεχνολογιών, αλλά και πως έχει υπάρξει ένας εκ των πλέον σύγχρονων Δημοκρατικών Κυβερνητών, υιοθετώντας μάλιστα μια αμιγώς ιδεολογική ρητορική και υποστηρίζοντας πολύ προοδευτικές θέσεις για Δημοκρατικό χωρίς υπόβαθρο στον πολιτικό ακτιβισμό. Ενδεικτικά, ο Πρίτσκερ λογίζεται ως μέλος της άτυπης «αριστερής» πτέρυγας. Για παράδειγμα, ο Κυβερνήτης του Ιλινόι υποστηρίζει πλήρως τις πολιτικές της πράσινης μετάβασης, το δικαίωμα στην έκτρωση, τον περιορισμό του δικαιώματος στην οπλοκατοχή, τα δικαιώματα της LGBTQ+ κοινότητας, τη νομιμοποίηση της κάνναβης, αλλά και την υποδοχή Σύριων μεταναστών στις ΗΠΑ.
Ωστόσο, μια υποψηφιότητα Πρίτσκερ θα υπέφερε από δύο κρίσιμα μειονεκτήματα. Πρώτον, η απήχησή του στους περισσότερο προοδευτικούς –και ηλικιακά νεότερους– ψηφοφόρους του κόμματος θα σήμαινε ταυτόχρονα πως οι μετριοπαθείς Δημοκρατικοί δύσκολα θα ενθουσιάζονταν με την προοπτική να αποτελέσει εκείνος τον υποψήφιό τους, ενώ οι κρίσιμοι ανεξάρτητοι ψηφοφόροι πιθανότατα θα τον αντιμετώπιζαν με σκεπτικισμό. Αυτή τη συνθήκη θα επιβάρυνε και το δεύτερο κρίσιμο μειονέκτημα μιας υποψηφιότητας Πρίτσκερ, το οποίο δεν είναι άλλο από τη λεγόμενη έλλειψη του «name recognition» –δηλαδή της αναγνωρισιμότητας του ονόματός του στο ευρύ κοινό, γεγονός που απέναντι στον Τραμπ, φυσικά, θα ήταν πιθανότατα καταστροφικό.
Η Κυβερνήτης του Μίσιγκαν, Γκρέτσεν Γουίτμορ
Η περίπτωση της Γουίτμορ έχει ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά με εκείνα του Πρίτσκερ. Πρώτον, η 52χρονη Γουίτμορ αποτελεί και εκείνη μια εκ των σύγχρονων Δημοκρατικών Κυβερνητών, έχοντας και εκείνη κερδίσει πίσω για το κόμμα της την πολιτεία του Οχάιο στις εκλογές του 2019, ενώ επανεξελέγη και το 2022· υπενθυμίζεται πως στις προεδρικές εκλογές η εξασφάλιση του Οχάιο συνεπάγεται και με την εξασφάλιση της Προεδρίας σχεδόν σε κάθε διαδικασία από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου και μετά. Σε επίπεδο κοινωνικών θέσεων, η Γουίτμορ ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με εκείνες του Πρίτσκερ, ωστόσο, καθώς η πολιτεία της είναι ουσιαστικά ισόποσα διχασμένη ανάμεσα σε Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους, έχει αποδείξει πως μπορεί να συνεργαστεί με τους τοπικούς Ρεπουμπλικάνους αντιπάλους της. Επίσης, η Γουίτμορ έχει δύο επιπλέον σημαντικά πλεονεκτήματα: πρώτον, πως έχει μια αξιοπρόσεκτη πολιτική πορεία μέχρι σήμερα, καθώς έχει υπηρετήσει τόσο στην πολιτειακή Βουλή των Αντιπροσώπων αλλά και ως Γερουσιαστής του Μίσιγκαν στην Ουάσιγκτον, ενώ πριν εκλεγεί Κυβερνήτης, υπηρέτησε και ως κατήγορος στο πολιτειακό δικαστικό σώμα. Δεύτερον, η Γουίτμορ έχει σαφέστερες θέσεις σε ό,τι αφορά τόσο την οικονομική πολιτική της χώρας, όσο και τις κρίσιμες υποδομές, γεγονός που θα καθιστούσε την υποψηφιότητά της πληρέστερη από εκείνη του Πρίτσκερ.
Ωστόσο, όπως και ο συνάδελφος της από το Ιλινόι, η Γουίτμορ έχει και εκείνη το μειονέκτημα της έλλειψης αναγνωρισιμότητας, ενώ δεν φαίνεται πως έχει το απαραίτητο χάρισμα ώστε να αναμετρηθεί με τον Ντόναλτ Τραμπ. Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί πως το 2020 μια ομάδα ακροδεξιών ακτιβιστών είχε συνωμοτήσει ώστε να απαγάγει τη Γουίτμορ λόγω των περιοριστικών μέτρων εναντίον της διάδοσης του Covid-19 τα οποία είχε επιβάλει ως Κυβερνήτης.
Άλλα ονόματα τα οποία έχουν ακουστεί και οι πραγματικές πιθανότητες της αντικατάστασης Μπάιντεν
Πέραν των τεσσάρων αυτών ονομάτων, ως πιθανοί αντικαταστάτες του Μπάιντεν έχουν θεωρηθεί ο Υπουργός Μεταφορών, Πιτ Μπούτιτζετζ, ο Γερουσιαστής του Νιου Τζέρσι, Κόρι Μπούκερ, ο Κυβερνήτης της – κρίσιμης – Πεννσυλβάνια, Τζος Σαπίρο, ο Κυβερνήτης του Κεντάκι, Άντι Μπεσίαρ, αλλά και τρανταχτά outsiders όπως η Μισέλ Ομπάμα, αλλά και ο Τζορτζ Κλούνεϊ. Θεωρητικά, πλην της Χάρις, όλοι έχουν ίση πιθανότητα να διεκδικήσουν το χρίσμα των Δημοκρατικών εφόσον ο Μπάιντεν παραιτηθεί· ο ίδιος, ωστόσο, επιμένει, τόσο πως θα είναι εκ νέου υποψήφιος, όσο και πως θα παραμείνει Πρόεδρος για ακόμα τέσσερα χρόνια. Το μόνο σίγουρο είναι πως η πίεση προς τον Αμερικάνο Πρόεδρο θα συνεχίσει να αυξάνεται όσο περισσότερο πλησιάζει το συνέδριο των Δημοκρατικών, στο διάστημα 19 με 22 Αυγούστου. Με το μομέντουμ του Τραμπ να μοιάζει σήμερα ανίκητο, η μπάλα είναι πλέον στο γήπεδο των Δημοκρατικών ώστε να τον αντιμετωπίσουν.