- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Βρετανία: Η νίκη των Εργατικών και ο θρίαμβος του αυτονόητου
Όπως αναμενόταν, οι Εργατικοί κατέγραψαν τη μεγαλύτερη νίκη της ιστορίας τους, με τους Συντηρητικούς να επιστρέφουν καταποντισμένοι στην αντιπολίτευση
Βρετανικές εκλογές - Άμεση ανάλυση: Η νίκη των Εργατικών του Κιρ Στάρμερ και η ελπίδα μιας πραγματικής αλλαγής
Ποιος να το έλεγε όταν η Athens Voice δημοσίευε για πρώτη φορά το προφίλ του νέου –τότε– επικεφαλής των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ, πως τέσσερα χρόνια αργότερα ο ίδιος θα εκλεγόταν ως ο ισχυρότερος Βρετανός Πρωθυπουργός στη σύγχρονη ιστορία της χώρας. Έχοντας κερδίσει 410 έδρες –με τους Συντηρητικούς να μαζεύουν μόλις 119, σημειώνοντας πτώση 249 εδρών–, ο Στάρμερ δεν είναι απλά αυτοδύναμος· είναι πανίσχυρος. Σημαντικότερα, ο Στάρμερ δεν εξελέγη υποσχόμενος μια επιστροφή του Ηνωμένου Βασιλείου στις ένδοξες μέρες του παρελθόντος, αλλά καθώς προέβαλε στοιχεία που έλειψαν όσο τίποτα από τη βρετανική πολιτική σκηνή τα τελευταία χρόνια: μετριοπάθεια και ρεαλισμό.
Υπό μία έννοια θα μπορούσε κανείς να πει πως το αποτέλεσμα των εκλογών δεν αποτελεί τόσο ιστορική νίκη των Εργατικών, όσο κολοσσιαία ήττα των Συντηρητικών, οι οποίοι επιστρέφουν στην αντιπολίτευση μετά από δεκατέσσερα χρόνια. Όντως, από τη νίκη τους το 2015 μέχρι και σήμερα, οι αλλεπάλληλες Συντηρητικές κυβερνήσεις χαρακτηρίστηκαν από ρητορική αμετροέπεια, ενώ προχώρησαν σε αλλεπάλληλες ακροβασίες σε ό,τι αφορά δομικά θέματα – και κυρίως την εξωτερική πολιτική της χώρας. Ο εκλογικός τους καταποντισμός στις χθεσινές εκλογές αποδεικνύει πως ο Στάρμερ είναι ίσως ένας εκ των ελάχιστων νέο-εκλεγμένων επικεφαλής κρατών που μπορεί όντως να κάνει λόγο για «καμένη γη» – ή «scorched earth» όπως λένε στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Βρετανικές εκλογές: Η κυβερνητική αποτυχία των Συντηρητικών
Κάθε δραματική αλλαγή στους πολιτικούς συσχετισμούς οποιασδήποτε χώρας –ειδικά στα ευρωπαϊκά κοινοβουλευτικά συστήματα– συνεπάγεται τη συντέλεση μιας απότομης στροφής εκ μέρους ενός κρίσιμου τμήματος του εκλογικού σώματος. Μπορεί η συγκεκριμένη φράση να ακούγεται πλέον κλισέ, όμως όντως, οι εκλογές στα κοινοβουλευτικά συστήματα κερδίζονται στο κέντρο, καθώς οι ψηφοφόροι έχουν την ευχέρεια επιλογών και δεν αναγκάζονται να επιλέξουν τον υποψήφιο που θα στηρίξουν με τη λογική του «μη χείρον βέλτιστον» όπως συμβαίνει συχνά στα προεδρικά συστήματα· η ιστορική επίδοση των Φιλελεύθερων Δημοκρατών στις χτεσινές εκλογές – όπου συγκέντρωσαν τον αριθμό ρεκόρ των 71 εδρών – αποτελεί περίτρανη απόδειξη της ευελιξίας που παρέχουν τα κοινοβουλευτικά συστήματα στους ψηφοφόρους. Στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, η στροφή που συντελέστηκε χθες δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο δραματική· πίσω στις εκλογές του 2019, οι Συντηρητικοί του Μπόρις Τζόνσον είχαν συνθλίψει τους Εργατικούς του –τότε επικεφαλής τους– Τζέρεμι Κόρμπιν, συγκεντρώνοντας 365 έδρες έναντι μόλις 202 των αντιπάλων τους. Πέντε χρόνια αργότερα, οι συσχετισμοί άλλαξαν δραματικά, και αυτή η συνθήκη εξηγείται λόγω δύο –κυρίως– κρίσιμων παραμέτρων.
Κατά το διάστημα των τελευταίων πέντε ετών, η Συντηρητική κυβέρνηση του Τζόνσον υλοποίησε το νέο-απομονωτικό όραμα του Brexit, πετυχαίνοντας την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεδομένα, το Brexit αποτέλεσε μια τεράστια αποτυχία για το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς πέρα από τις δυσκολίες τις οποίες έφερε στη βρετανική καθημερινότητα, έπληξε ανεπανόρθωτα την εικόνα του Ηνωμένου Βασιλείου στο διεθνές σύστημα. Οι ευκαιρίες με τις οποίες θα συνεπαγόταν –θεωρητικά– η αποχώρηση της χώρας από την ΕΕ μετατράπηκαν σε ατελείωτες ουρές στα αεροδρόμια και στα λιμάνια για τους βρετανούς πολίτες, και στη σημαντική αποδυνάμωση του βρετανικού χρηματοπιστωτικού τομέα προς όφελος του Ευρωπαϊκού. Οι Συντηρητικοί είχαν ταυτίσει το Brexit με την επιστροφή του Ηνωμένου Βασιλείου σε ένα φαντασιακό πλαίσιο ευημερίας και κύρους –το οποίο, ειρωνικά, η χώρα απολάμβανε κατά τις πρώτες δύο θητείες του Τόνι Μπλερ– με την πραγματικότητα ωστόσο να αποδεικνύει πως στο διαρκώς ανταγωνιστικότερο διεθνές σύστημα, τα κράτη της Ευρώπης είναι ισχυρότερα όταν επιλέγουν να εστιάσουν σε όσα τους ενώνουν, αντί για όσα τους χωρίζουν. Υπενθυμίζεται επίσης πως παρότι το Brexit θεωρητικά συντελέστηκε ώστε να μειωθεί ο αριθμός της μετανάστευσης προς το Ηνωμένο Βασίλειο, εν τέλει αυτή αυξήθηκε κατά 170% κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκατεσσάρων ετών.
Παράλληλα, οι Συντηρητικοί απέτυχαν πλήρως να ενισχύσουν την κοινωνική συνοχή της χώρας. Πέρα από τα ντροπιαστικά σκάνδαλα στα οποία υπέπεσαν προβεβλημένα στελέχη τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι δομικές τους οικονομικές μεταρρυθμίσεις οδήγησαν στην αύξηση του δημοσίου χρέους, στη μείωση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας της βρετανικής οικονομίας, στην αύξηση του ποσοστού ανέχειας, στη μείωση της χρηματοδότησης – αλλά και του επιπέδου των παρεχόμενων υπηρεσιών – του εθνικού συστήματος υγείας (NHS), αλλά και στην αύξηση του γενικού επιπέδου της φορολογίας. Παράλληλα, οι αλλεπάλληλες εναλλαγές στην ηγεσία του κόμματος –άρα και στην Πρωθυπουργία– ταλαιπώρησαν το βρετανικό εκλογικό σώμα, ενώ υποβάθμισαν σημαντικά την σταθερότητα της χώρας σε έναν εξαιρετικά αβέβαιο πολιτικό χρόνο, τόσο λόγω του Brexit, όσο και λόγω των διεθνών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα, μαζί με την ΕΕ και την υπόλοιπη Δύση. Θέτοντας το απλά, οι Συντηρητικοί απέτυχαν σχεδόν σε κάθε επίπεδο, συστηματικά, και για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ο προδιαγεγραμμένος θρίαμβος του Κιρ Στάρμερ
Σε πλήρη αντίθεση με την αλλοπρόσαλλη διακυβέρνηση των Συντηρητικών, ο Στάρμερ δούλεψε συστηματικά ώστε το χτεσινό αποτέλεσμα να θεωρείται δεδομένο από καιρό. Η σημαντικότερη κίνηση στην οποία προχώρησε ήταν – φυσικά – η αποπομπή του ανεκδιήγητου άκρο-αριστερού και αντισημίτη Τζέρεμι Κόρμπιν από τους Εργατικούς, η οποία πέρα από την αποδυνάμωση της αριστερής πτέρυγας του κόμματος, επέδειξε στοιχεία ηγεσίας και αποφασιστικότητας. Κυρίως, μέσω του επαναπροσδιορισμού του ιδεολογικού άξονα των Εργατικών, ο Στάρμερ έπεισε το βρετανικό εκλογικό σώμα πως τόσο εκείνος, όσο και η κυβέρνηση της οποίας θα ηγείται, δε θα είναι επικίνδυνη για τη χώρα του· εξάλλου, η εντυπωσιακή νίκη του Τζόνσον το 2019 πραγματοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό λόγο της δυσπιστίας, αλλά και του φόβου των Βρετανών, απέναντι στο ενδεχόμενο μιας λαϊκιστικής αριστερής κυβέρνησης υπό τον Κόρμπιν. Ο πρώην ηγέτης των Εργατικών πέτυχε να εκλεγεί στο Κοινοβούλιο ως ανεξάρτητος, και ενδεχομένως να προκαλέσει πολιτικό πονοκέφαλο στον Στάρμερ στο μέλλον, ωστόσο σήμερα πιστώνεται απόλυτα την απόφαση του να στρίψει το κόμμα του προς το μετριοπαθές κέντρο, σε μια εποχή που οι Συντηρητικοί κινούνταν συνεχώς προς τα συντηρητικότερα όρια του πολιτικού φάσματος.
Από εκεί και πέρα, ο Στάρμερ θριάμβευσε επειδή διατήρησε αυτή τη μετριοπάθεια καθ' όλη την προεκλογική καμπάνια. Αναδεικνύοντας την προφανή αποτυχία των Συντηρητικών σε κρίσιμους τομείς – όπως τους αναλύσαμε συνοπτικά – αλλά και αποφεύγοντας να προβεί σε απατηλές υποσχέσεις, ο Στάρμερ διαχειρίστηκε άψογα το δημοσκοπικό μομέντουμ το οποίο ανέπτυξε μετά τη σύντομη, μα καταστροφική σε μακροοικονομικό επίπεδο, διακυβέρνηση της Λιζ Τρας. Κρίσιμα, ο Στάρμερ – ο οποίος αποτέλεσε ένθερμο υποστηρικτή της παραμονής του Ηνωμένου Βασιλείου στην ΕΕ – φρόντισε να ξεκόψει από την πρώτη στιγμή κάθε συζήτηση επιστροφής της χώρας του στην Ένωση ή την Κοινή Αγορά, έτσι ώστε να μην αποξενώσει πολιτικά τους ευρωσκεπτικιστές ψηφοφόρους της βόρειας Αγγλίας, οι οποίοι καθόλη τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας είχαν στραφεί προς τους Συντηρητικούς. Παράλληλα, η πρόθεση του Στάρμερ να βελτιώσει τις διμερείς σχέσεις με την ΕΕ, ακόμα και αν αποκλείσει την επιστροφή σε αυτή, αλλά και η μετριοπαθής στάση του σε κοινωνικά ζητήματα – στα οποία προτείνει μια «προοδευτική» μεν αλλά συγκρατημένη ατζέντα – τον ευνόησε και στο σκωτσέζικο εκλογικό σώμα, το οποίο απομακρύνθηκε σταδιακά από το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP) το οποίο ωστόσο κινείται ιδεολογικά σε συγγενές ιδεολογικό φάσμα με το Εργατικό Κόμμα σε σειρά ζητημάτων.
Θέτοντας το διαφορετικά, ο «άχαρος» επικοινωνιακά Στάρμερ, φαίνεται πως εν τέλει διαχειρίστηκε τις κρίσεις τις οποίες έπρεπε να αντιμετωπίσει με εξαιρετική χάρη. Το να αποβάλλει από το κόμμα του τα ακραία ιδεολογικά στοιχεία που αποξένωναν τη συντριπτική πλειοψηφία των Βρετανών, και το προβάλλει ρεαλιστικές και μετρημένες πολιτικές απέναντι στις παραπαίουσες – σε κάθε επίπεδο – συντηρητικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, κατέστησαν τη νίκη του δεδομένη, ήδη από τον Δεκέμβριο του 2022. Βλέποντας το από απόσταση, οι Εργατικοί δε γινόταν να μην κερδίσουν τις χτεσινές εκλογές, όταν ο αρχηγός τους απλώς φρόντισε να είναι όσα δεν ήταν οι Συντηρητικοί τα τελευταία δεκατέσσαρα χρόνια: αξιοπρεπής.
Η αξιακή συντριβή και η ελπίδα μιας πραγματικής αλλαγής
Απέναντι στην εκστρατεία φόβου των Συντηρητικών, οι Εργατικοί πρότειναν απλώς το δόγμα της αλλαγής, την οποία δεδομένα αναζητούσαν οι Βρετανοί μετά από δεκατέσσερα χρόνια. Η έννοια της «αλλαγής» είναι προφανώς χιλιοειπωμένη – και αλλεπάλληλα προδομένη – σε επίπεδο εκλογικών διαδικασιών, όμως δεδομένα το Ηνωμένο Βασίλειο είχε ακριβώς αυτή την ανάγκη πλέον, καθώς η συντριβή των Συντηρητικών ήταν, πάνω απ’ όλα, αξιακή. Η επόμενη βρετανική κυβέρνηση έχει μπροστά τις δυσθεώρητες προκλήσεις τόσο σε ό,τι αφορά το εσωτερικό της χώρας, όσο και την εξωτερική της πολιτική· ωστόσο, αυτή είναι μια ανάλυση για την επόμενη μέρα. Σήμερα, το μόνο που έχει σημασία είναι πως ο Στάρμερ έχει στα χέρια του μια ευκαιρία να στρέψει το Ηνωμένο Βασίλειο προς το μέλλον, ακριβώς όπως έστρεψε και το κόμμα του πριν λίγα χρόνια, και η επιτυχία σε αυτό το εγχείρημα δε θα αφορά μόνο τους Βρετανούς, αλλά τη Δύση στο σύνολό της.