Κοσμος

Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας: τι σημαίνει και ποιες είναι οι συνέπειές του

3 τρισεκατομμύρια ευρώ «μείον»

Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας ανέρχεται σήμερα σε 3 τρισ. ευρώ: Πώς προέκυψε και πώς θα το διαχειριστούν ο Εμανουέλ Μακρόν και η Μαρίν Λε Πεν

Η πολιτική κρίση στη Γαλλία ίσως οδηγήσει σε καθεστωτική κρίση. Αν μετά τις βουλευτικές εκλογές, υπάρξει συγκατοίκηση του Εμανουέλ Μακρόν με την Εθνική Συσπείρωση, ένα από τα θεμελιώδη σημεία τριβής θα είναι η διαχείριση του δημόσιου χρέους. Η Λεπέν θεωρεί τον Μακρόν σπάταλο, αλλά ταυτοχρόνως υπόσχεται στους Γάλλους γενναιόδωρες παροχές. 

Το δημόσιο χρέος υπό την έννοια της συνθήκης του Μάαστριχτ ανέρχεται σήμερα σε 3 τρισ. ευρώ και αντιστοιχεί στο 112% του ΑΕΠ 1, έναντι 55,8 % στο τέλος του 1995 και 66,8 % τις παραμονές της κρίσης του 2008. Αυτό το ποσό που πρέπει να «επιστραφεί» δεν περιλαμβάνει τα περιουσιακά στοιχεία: δηλαδή δεν σημαίνει ότι αυτό που ονομάζουμε «ταμεία» (υπεραπλουστεύοντας) είναι άδεια. Το κράτος, οι διάφορες διοικήσεις, κατέχουν μεγάλες περιουσίες.

Το δημόσιο χρέος της Γαλλίας

Το δημόσιο χρέος πέρασε από μεγάλες διακυμάνσεις και ήταν μία από τις αιτίες της Γαλλικής Επανάστασης του 1789. Οι παγκόσμιοι πόλεμοι το εκτόξευσαν, όπως εξάλλου και η ευημερία των Trente Glorieuses (1945-1975). Αλλά το 1992 η Συνθήκη του Μάαστριχτ και τo 2012 η Συνθήκη για τη Σταθερότητα, Συντονισμό και Διακυβέρνηση έθεσαν συγκεκριμένους περιορισμούς στα δημόσια ελλείμματα των χωρών της ΕΕ: το ετήσιο δημόσιο έλλειμμα που δεν πρέπει να υπερβαίνει το 3% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος συνολικά πρέπει να παραμένει μικρότερο του 60% του ΑΕΠ, εκτός από «εξαιρετικές ή προσωρινές» περιστάσεις. Όταν το χρέος υπερβαίνει αυτό το όριο, τίθεται μεσοπρόθεσμος στόχος μείωσής του σε κυλιόμενες περιόδους τριών ετών, τουλάχιστον κατά 0,5% κάθε χρόνο του ΑΕΠ.

Έτσι, κάθε χρόνο το δημόσιο έλλειμμα της Γαλλίας συμβάλλει στην αύξηση του χρέους της. Από το 2007 έως το 2017, η Γαλλία δεν τήρησε κανένα από τα κριτήρια της ΕΕ και σήμερα η κατάστασή της μοιάζει πολύ με εκείνη της ελληνικής κρίσης. Οπωσδήποτε, τα κράτη προνοίας δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες χωρίς δανεισμό: οι κυβερνήσεις δανείζονται χρήματα από άτομα και θεσμούς και στη συνέχεια τα αποπληρώνουν σιγά σιγά, σε τόκους και κεφάλαιο. Το δημόσιο χρέος πρέπει να διακρίνεται από το συνολικό χρέος μιας χώρας που περιλαμβάνει εκτός από το δημόσιο χρέος, το χρέος νοικοκυριών, το χρέος τω μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών και το χρέος του χρηματοπιστωτικού τομέα (τράπεζες κ.λπ.) Ας πούμε απλώς ότι οι πολίτες επιβαρύνονται με το εσωτερικό χρέος, ενώ το εξωτερικό χρέος αναφέρεται σε όλα τα χρέη που έχει το κράτος έναντι ξένων δανειστών.

Η Γαλλία είναι η πέμπτη πιο υπερχρεωμένη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει υπερβολικά υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα ήδη από το 2002

Το δημόσιο χρέος είναι το κύριο στοιχείο παθητικού στον ισολογισμό των γαλλικών δημόσιων διοικήσεων. Η Γαλλία είναι η πέμπτη πιο υπερχρεωμένη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει υπερβολικά υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα ήδη από το 2002. Το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι ο κύριος παράγοντας του δημόσιου χρέους, αλλά εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες: η αύξηση του δημόσιου χρέους κατά τη διάρκεια ενός έτους δεν είναι ποτέ ίση με το δημόσιο έλλειμμα του ίδιου έτους. Το γαλλικό δημόσιο χρέος είναι στην πραγματικότητα κυλιόμενο, με τα δάνεια που οφείλονται να αποπληρώνονται με καινούργια δάνεια και με τους τόκους του χρέους αποπληρώνονται με σχετική πρόβλεψη στον κρατικό προϋπολογισμό. Και παρότι τα δημόσια περιουσιακά στοιχεία του κράτους αυξάνονται, εκτός του ότι είναι δύσκολο να πωληθούν (υποδομές, μνημεία κ.λπ.) δημιουργούν δαπάνες συντήρησης που υπερβαίνει τα κέρδη. Το αποτέλεσμα είναι ότι το ισοζύγιο των χρηματοοικονομικών ροών, με την αποπληρωμή των δανείων και τους τόκους του δημόσιου χρέους, παραμένει αρνητικό. Κι αυτό παρότι η Γαλλία δανείζεται εδώ και δέκα χρόνια τουλάχιστον με αρνητικό επιτόκιο.

Ένα σοβαρό πρόβλημα είναι ότι ο φόρος εισοδήματος δεν επαρκεί για τα περίπου 160 δισ. ετησίως που κοστίζει η συντήρηση του γαλλικού κράτους –δημόσιες διοικήσεις, κοινωνικής ασφάλιση, παιδεία κ.λπ.– κι ότι, επιπροσθέτως, ο προϋπολογισμός απαιτεί μεγάλες αυξήσεις. Σήμερα, ενώ η κεντροδεξιά έχει πανικοβληθεί μπροστά στο χρέος και στα ελλείμματα, η αριστερά επιμένει ότι οι χώρες δεν είναι επιχειρήσεις και μπορούν να δανείζονται επ’ άπειρον – πράγμα στο οποίο βάζει τροχοπέδη η συνθήκη του Μάαστριχτ. Ο Εμανουέλ Μακρόν βρίσκεται έτσι σε πολύ δύσκολη θέση: από τη μία πλευρά τού ζητούν όλο και περισσότερη γενναιοδωρία του κράτους προνοίας κι από την άλλη τον κατηγορούν ότι έφερε τη χώρα στη θέση της Ελλάδας. Η κεντροδεξιά ζητεί περικοπές των κατά τη γνώμη της υπερβολικών εξόδων σοσιαλδημοκρατικού τύπου (όπως αυτά που έκανε η γαλλική κυβέρνηση στη διάρκεια της πανδημίας), ενώ η Ανυπότακτη Γαλλία ζητεί αύξηση της φορολογίας εισοδήματος για τους «πλούσιους».

Η αλήθεια είναι ότι ανεπτυγμένες χώρες όπως η Ιαπωνία, η Ιταλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν υψηλότερα επίπεδα δημόσιου χρέους από ό,τι η Γαλλία, χωρίς να αμφισβητείται η βιωσιμότητα του χρέους τους. Εξάλλου, πολλές χώρες βρέθηκαν καταχρεωμένες και κατάφεραν να διαχειριστούν το πρόβλημα – ο Καναδάς και η Σουηδία στη δεκαετία του 1990· η Γερμανία και η Πορτογαλία στη δεκαετία του 2000. Αυτό που επιβαρύνει περισσότερο τη Γαλλία είναι οι δαπάνες των Ολυμπιακών Αγώνων, το αν δηλαδή θα επιτύχει να ολοκληρώσει τη διοργάνωση χωρίς ανθρώπινες απώλειες και με θετικό οικονομικό απολογισμό.