Κοσμος

«Mansplaining» και άλλες εξωτικές λέξεις

Τι έχει δώσει στον δημόσιο διάλογο η αναμόχλευση ήδη οικείων σκηνικών, αλλά πασπαλισμένων με νέο λεξιλόγιο;

Σοφία Καλαμαντή
ΤΕΥΧΟΣ 920
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Mansplaining, manterruption, manspreading και άλλοι όροι ανούσιοι και ιδεολογικά φορτισμένοι για συμπεριφορές που πάντα υπήρχαν

Είναι μια λέξη που τη βλέπουμε να επανεμφανίζεται συχνά, όταν υπάρχει μια διαφωνία μεταξύ ενός άντρα και μιας γυναίκας στο δημόσιο πεδίο. Εάν ο άντρας αποπειραθεί να είναι περισσότερο «κυριαρχικός» σε μια συζήτηση, παρουσιάζοντας τα επιχειρήματά του με τρόπο πατροναριστικό ή κάπως συγκαταβατικό προς τη γυναίκα συνομιλήτρια, κάνει «mansplaining». Ο νεολογισμός σημαίνει πως ο εκάστοτε άντρας αποπειράται να εξηγήσει κάτι σε μια γυναίκα, με ύφος περιφρονητικό και χωρίς να δείχνει σεβασμό και ενδιαφέρον προς τη δική της οπτική γωνία. «Εγώ θα σου πω», μεταφράζεται αυτό το ύφος, σε πολύ πιο απλά λόγια. Σαν απόφυση του παραπάνω νεολογισμού, έχει δημιουργηθεί πιο πρόσφατα και το «manterruption». Πώς ερμηνεύουν την έκφραση οι εμπνευστές της; Όταν ο άντρας διακόπτει –πάντα– μια γυναίκα σε μια συζήτηση, δεν την αφήνει να ολοκληρώσει τη σκέψη της ή το επιχείρημά της. Στην ουσία, της ζητάει να συντομεύσει για να προχωρήσει εκείνος στη δική του, πολύ πιο βαρυσήμαντη κατά τον ίδιο, τοποθέτηση.

Αν ψάξει λίγο κανείς, θα διαπιστώσει ότι πολλά τέτοια νεολογικά «φρούτα» έχουν κάνει την εμφάνισή τους τα τελευταία χρόνια. Άλλο παράδειγμα, το «manspreading», ήτοι το να κάθεται κάποιος, άντρας πάντα, ατσούμπαλα σε μια θέση στα ΜΜΜ και να μην αφήνει κενό για τους διπλανούς του, παραβιάζοντας έτσι τον προσωπικό χώρο των συνεπιβατών του. Πώς ζούσε ο κόσμος προτού δημιουργηθεί αυτό το αναμφίβολα πρακτικό και ευσύνοπτο λεξικό μεταμοντέρνας εμπνεύσεως, για να περιγράψει διαφόρων ειδών χοντράδες και αγενείς συμπεριφορές; Μήπως δεν ερχόντουσαν αντιμέτωποι, όχι μόνον οι γυναίκες αλλά όλοι, με συμπεριφορές ατόμων που υποδήλωναν αγένεια, έπαρση, περιφρόνηση, έλλειψη σεβασμού και πλήρη απουσία κοινωνικής ευγένειας και τακτ; Ούτε και παλαιότερα περνούσαν απαρατήρητες οι συγκεκριμένες δυσάρεστες καταστάσεις. Συγκέντρωναν την προσοχή που τους άξιζε και την –έστω σιωπηλή– περιφρόνηση από την εκάστοτε ομήγυρη. Παλαιότερα, βέβαια, δεν ήταν τόσο φαντεζί τα λεκτικά εργαλεία που αξιοποιούνταν για να τις στοχοποιήσουν. Μπορεί ο ένοχος να αποκαλούνταν «ξερόλας», «φαφλατάς», «εξυπνάκιας» ή «ανάγωγος». Υπάρχει και η πιο φολκλόρ επιλογή: «γάιδαρος», και φυσικά πάντοτε διαθέσιμη είναι η γνωστή λέξη - σήμα κατατεθέν της χώρας, που χρησιμοποιείται πιο συχνά και από το «καλημέρα» ή, καμιά φορά, αντί για καλημέρα.

Ποια η διαφορά στο σήμερα, λοιπόν; Η διαφορά είναι πως αυτές οι νεοφερμένες από το εξωτερικό λέξεις ούτε δημιουργήθηκαν ούτε προωθήθηκαν εν κενώ. Η σημασία τους δεν προσδιορίζεται μονομερώς από γραμματικούς κανόνες, από την ετυμολογία, τις γλωσσολογικές ρίζες κ.λπ. Οι λέξεις αυτές εσωκλείουν στα σπλάχνα τους συμπυκνωμένο ιδεολογικό φορτίο. Είναι λέξεις, που ο αριστερός ριζοσπαστικός φεμινισμός δημιούργησε για να προσδώσει σε όλες αυτές τις, αδιαμφισβήτητα ενοχλητικές, συμπεριφορές εξουσιαστικό χαρακτήρα. Δομείται έτσι υπόρρητα μια σχέση «εξουσιαστή» και «εξουσιαζόμενου» μεταξύ του άντρα και της γυναίκας, κατά τα μαρξιστικά πρότυπα, ακόμη και στις πιο τετριμμένες συναναστροφές. Ο άντρας που φέρεται έτσι δεν το κάνει επειδή έχει ζήτημα χαρακτήρα, κόμπλεξ, απουσία κοινωνικής μόρφωσης ή απλώς κυνική αδιαφορία και μισανθρωπία για τους γύρω του. Φέρεται έτσι δηλητηριασμένος από το κυρίαρχο πατριαρχικό πρότυπο. Πρόκειται για μια ακόμη ύπουλη προσπάθεια επιβολής, καταπίεσης και περιφρόνησης προς το άλλο φύλο, που τελικά... δεν μπορεί, θα «υποταχθεί» με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην πατριαρχία. Όλα είναι πολιτική και ιδεολογία και όλα γίνονται κατανοητά υπό το πρίσμα σύγκρουσης για την εξουσία. Υπάρχει το νικητήριο αρσενικό και το ηττημένο θηλυκό. Η «τοξική αρρενωπότητα», άλλη νεοφυής έκφραση, που κανείς δεν έχει κάνει τον κόπο να ορίσει αποτελεσματικά με έναν μίνιμουμ ορισμό, φτάνει να γίνεται έτσι το ερμηνευτικό πασπαρτού για κάθε δυσάρεστη περίσταση μεταξύ των δύο φύλων. Όλες οι κοινωνικές ατασθαλίες εκεί οφείλουν την ύπαρξή τους, σύμφωνα με τα νεοαριστερά μεταδομιστικά σοφίσματα.

Τι έχει δώσει στον δημόσιο διάλογο όλη αυτή η αναμόχλευση ήδη οικείων σκηνικών, αλλά πασπαλισμένων με νέο λεξιλόγιο; Προσφέρει κάτι παραπάνω πέρα από την εδραίωση μιας αδιάκοπης αίσθησης καταδίωξης στις γυναίκες, οι οποίες ξαφνικά βρίσκονται απέναντι σε ένα πρόβλημα που δεν έχει λύση; Διότι, πώς να αντιμετωπίσεις μεταϋλιστικές έννοιες που δεν έχουν στεγανά στο περιεχόμενό τους, που συνοδεύονται από έναν διαρκή αλαρμισμό, που μονάχα να φοβερίζουν ξέρουν για ένα κάποιο «τέρας» που καραδοκεί παντού; Ας μη γίνει το χατίρι μερικών ιδεοληπτικών ζηλωτών, που απλώς θέλουν να δημιουργούν συνεχώς νέα πεδία μάχης για να έχουν λόγο πολιτικής ύπαρξης. Οι κακοί τρόποι, οι κομπλεξισμοί, οι πατροναριστικές συμπεριφορές πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν, είναι προϊόντα ανατροφής, κοινωνικού περιβάλλοντος και κοινωνικής αγωγής, ή, καλύτερα, της έλλειψης όλων των παραπάνω. Δεν χρειάζεται οι γυναίκες να νιώθουν ότι πολεμούν έναν αόρατο εχθρό, παρά χρειάζεται να απαντήσουν βάζοντας όσους πρέπει στη θέση τους, με επιχείρημα, λογική και περιεχόμενο.