- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σαν σήμερα: Όταν ο Αλέν Ντελόν κρίθηκε ύποπτος για φόνο
Το ίνδαλμα του γαλλικού σινεμά στη δίνη ενός αστυνομικού θρίλερ με ερωτικές και πολιτικές διαστάσεις
Σαν σήμερα, 13 Φεβρουαρίου: Ο Αλέν Ντελόν στα δικαστήρια για την πολύκροτη υπόθεση που συγκλόνισε τη Γαλλία
Ήταν 13 Φεβρουαρίου το 1969, μία ημέρα σαν σήμερα, όταν ο πιο διάσημος σταρ του γαλλικού κινηματογράφου, ο Αλέν Ντελόν, αποχωρούσε από τα δικαστήρια αφού είχε προηγουμενώς καταθέσει για 35 ώρες στους δικαστές. Ήταν ο βασικότερος ύποπτος για τον φόνο του Στέφαν Μάρκοβιτς.
Η υπόθεση Μάρκοβιτς - όπως έμεινε γνωστή στην ιστορία - έφερε τα πάνω κάτω στη Γαλλία και έβλαψε σοβαρά την καριέρα του γόη του κινηματογράφου Αλέν Ντελόν. Το αστυνομικό θρίλερ που εκτυλίχθηκε είχε ερωτικές και πολιτικές διαστάσεις - δυσφήμισε τον πρώην πρωθυπουργό της χώρας Ζωρζ Πομπιντού και τη σύζυγό του εξαιτίας των φημών για όργια και ερωτικά πάρτυ και κατέστρεψε τη φιλία του με τον Ντε Γκωλ ενώ ο Ντελόν έφτασε στα πρόθυρα διαζυγίου.
Το πτώμα του Μάρκοβιτς και όλα τα βλέμματα στον Ντελόν
Η ιστορία άρχισε να ξετυλίγεται την 1η Οκτωβρίου 1968 όταν σε μια χωματερή κοντά στα περίχωρα του Παρισιού η αστυνομία βρήκε το πτώμα ενός άνδρα τυλιγμένο σε ένα πάπλωμα. Η ιατροδικαστική εξέταση έδειξε πως είχε χτυπηθεί στο κεφάλι και στο λαιμό με ένα αμβλύ, βαρύ αντικείμενο. Η γαλλική αστυνομία έτρεξε τα δακτυλικά του αποτυπώματα στο σύστημα και τότε πήρε το αποτέλεσμα για την ταυτότητα του θύματος.
Ο νεκρός ήταν ο Στέφαν Μάρκοβιτς, ένας 31χρονος Σέρβος που είχε μετακομίσει στη Γαλλία 10 χρόνια νωρίτερα και μπαινόβγαινε στις φυλακές για βία και κλοπές. Συχνά απειλούνταν με απέλαση, αλλά με κάποιο τρόπο ο Σέρβος είχε αποκτήσει κάποιους σημαντικούς φίλους που κατάφεραν να τον κρατήσουν στη χώρα.
Το πόσο σημαντικοί ήταν, φάνηκε όταν η αστυνομία αναζήτησε τον τελευταίο εργοδότη του. Μέχρι πολύ πρόσφατα ο Μάρκοβιτς ήταν σωματοφύλακας του Αλέν Ντελόν, του μεγάλου σταρ του γαλλικού κινηματογράφου.
Αλέν Ντελόν: Ο μεγάλος γόης του κινηματογράφου που κατηγορήθηκε για φόνο
Ο Αλέν Ντελόν ήταν αδιαπραγμάτευτα ένας πανέμοροφος άνθρωπος. Σκοτεινός, έντονος και σωματώδης. Φαινόταν γεννημένος σταρ, αλλά οι στενοί του φίλοι ήξεραν ότι ο δρόμος προς τη φήμη δεν ήταν εύκολος. Ένα παιδί από τα αριστοκρατικά προάστια του Παρισιού, του οποίου οι γονείς χώρισαν νωρίς, επαναστάτησε εγκαταλείποντας το σχολείο και κατατάχθηκε στο Ναυτικό. Πολέμησε τους Βιετ Μινχ στην Ινδοκίνα, αλλά μπαινόβγαινε συνεχώς στις στρατιωτικές φυλακές λόγω έλλειψης πειθαρχίας.
Ατιμωτικά αποστρατευμένος το 1956 σε ηλικία 21 ετών, ο Ντελόν τριγυρνούσε στο Παρίσι κάνοντας όποια δουλειά έβρισκε για να ζήσει. Έκανε παρέα με απατεώνες και κακοποιούς του δρόμου, ήταν όμως αρκετά χαρισματικός ώστε να τον εντοπίσει ένας ανιχνευτής ταλέντων του Χόλιγουντ σε ένα ταξίδι του στις Κάννες. Τότε ο Ντελόν φαινόταν έτοιμος για καριέρα ηθοποιού στην Αμερική, μέχρι που ο Γάλλος σκηνοθέτης Yves Allégret τον έπεισε να αναδείξει το ταλέντο του στην πατρίδα του.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960 ο Ντελόν πρωταγωνίστησε σε κωμωδίες, περιπέτειες, αστυνομικά θρίλερ, ερωτικές ιστορίες και δράματα. Ο «σούπερ σταρ της Γαλλίας» και η «επιτομή της γαλλικής έντασης σε όλη την Ευρώπη»- έτσι τον αποκαλούσαν οι δημοσιογράφοι που τον ακολουθούσαν σε κάθε του βήμα παρακολουθώντας την πολυτάραχη ζωή του.
Ο Ντελόν είχε έντονη προσωπική ζωή με πολλές γυναίκες να μπαινοβγαίνουν στη ζωή του και τουλάχιστον δύο παιδιά. Αντιδρούσε βίαια όταν οι φωτογράφοι τον πλησίαζαν πολύ και του άρεσε να καυχιέται για τις φιλίες του με γκάνγκστερ. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 προσέλαβε τον Στέφαν Μάρκοβιτς, ως σωματοφύλακα, τον οποίο είχε γνωρίσει αρκετά χρόνια νωρίτερα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων μίας ταινίας στο Βελιγράδι. Οι δύο τους είχαν σταματήει να συνεργάζονται όταν βρέθηκε το πτώμα, αλλά αυτό δεν εμπόδισε την αστυνομία να θεωρήσει τον ηθοποιό ως ύποπτο για τη δολοφονία του.
Η γυναίκα που θεωρήθηκε η αιτία για διάπραξη φόνου από τον Αλέν Ντελόν
Ο Ντελόν βρισκόταν εκείνη την εποχή στο Σεν Τροπέ για να γυρίσει μια ταινία και οι δικηγόροι του προσπάθησαν να κρατήσουν μακριά τους ερευνητές από εκείνον. Όμως η αστυνομία ρώτησε και σύντομα έμαθε αρκετά για να αναγάγει τον ηθοποιό σε βασικό ύποπτο. Πρόσφατα είχε διώξει τον Μάρκοβιτς από την υπηρεσία του, παρόλο που οι δύο άνδρες είχαν αναπτύξει φιλικές σχέσεις. Αυτή η φιλία βέβαια κράτησε μέχρι που ο σταρ έμαθε ότι ο Σέρβος είχε σχέση με τη σύζυγο του, την ηθοποιό Ναταλί Ντελόν.
Όπως πολλές διασημότητες, ο Ντελόν απολάμβανε την κατάρρευση των ταξικών φραγμών και τον ελεύθερο έρωτα. Στο Παρίσι κυκλοφορούσαν πάντως φήμες ότι ο ελεύθερος έρωτας είχε επεκταθεί σε όργια με τη συμμετοχή διάσημων φίλων και διάσημων προσώπων από τον πολιτικό κόσμο.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον μια σχέση φαινόταν περίεργος λόγος για να τερματιστεί μία σχέση εργασίας, ακόμη κι ένας γάμος. Ο Ντελόν όμως ήταν ένας άντρας που περηφανευόταν για τις δικές του ερωτικές περιπτύξεις και ξεσπούσε σαν ηφαίστειο όταν η σύντροφός του έκανε το ίδιο.
Η αστυνομία διαπίστωσε ότι η τελευταία φορά που κάποιος είχε δει τον Μάρκοβιτς ήταν γύρω στις 19:00 της 22ας Σεπτεμβρίου, όταν τον είδαν να μπαίνει σε ένα ταξί στη λεωφόρο Messina. Στο ταξί βρισκόταν ήδη ένας άνδρας ηλικίας περίπου 50 ετών. Ο Μάρκοβιτς δολοφονήθηκε πιθανότατα κάποια στιγμή εκείνο το βράδυ.
Στη συνέχεια, στις 5 Οκτωβρίου, ο αδελφός του θύματος, Αλεξάντερ, πήγε στη γαλλική αστυνομία με τρεις επιστολές γραμμένες από τον ίδιο τον Μάρκοβιτς. Η τελευταία ήταν στα σερβικά, αλλά η αφηρημένη, αδιαφανής πρόζα δεν έβγαζε νόημα σε καμία γλώσσα. Μια φράση μόνο ξεχώριζε.
«Αν με σκοτώσουν, φταίει 100% ο Αλέν Ντελόν και ο Νονός Φρανσουά Μαρκαντονί».
Ο Μαρκαντονί ήταν ένας αντιστασιακός που είχε μετατραπεί σε γκάνγκστερ, γνωστός στο Παρίσι και συνδεδεμένος με τους κύκλους του θεάματος. Ήταν 49 ετών και στενός φίλος του Ντελόν.
Τις εβδομάδες που ακολούθησαν ο Ντελόν, η γυναίκα του Νάταλι αλλά και ο Μαρκαντονί ανακρίθηκαν ως πρόσωπα ύποπτα για τη δολοφονία του Μάρκοβιτς. Όλοι αρνήθηκαν οποιαδήποτε ανάμειξη.
Οι φήμες των οργίων και ο υποψήφιος για την προεδρία της χώρας Ζωρζ Πομπιντού
Στις εφημερίδες τις εποχής όμως γραφόντουσαν πολλά. Υπήρχαν φήμες ότι ο Μάρκοβιτς είχε καλές διασυνδέσεις με διασημότητες και πολιτικούς και διοργάνωνε άγρια πάρτι στο σπίτι του στο Παρίσι - στην πραγματικότητα το σπίτι ήταν του Ντελόν - και φωτογράφιζε κρυφά τα πάρτι και όσους συμμετείχαν σε αυτά για εκβιαστικούς σκοπούς. Οι ερευνητές αρνήθηκαν να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν οτιδήποτε, γεγονός που απλώς έκανε τις φήμες ακόμη πιο έντονες. Σύντομα όλοι φάνηκε να πιστεύουν ότι ο Μάρκοβιτς είχε σκοτωθεί επειδή προσπαθούσε να εκβιάσει κάποιους ισχυρούς ανθρώπους.
Δημοσιογράφοι και πολιτικοί άρχισαν να ψιθυρίζουν ότι η υπόθεση αφορούσε τον Ζωρζ Πομπιντού, τον πρώην πρωθυπουργό της Γαλλίας, ο οποίος επεδίωκε να μεταβεί στον ρόλο του προέδρου μόλις ο Σαρλ ντε Γκωλ αποχωρούσε. Αυτός και η σύζυγός του Κλοντ, ήταν γνωστό ότι τους άρεσε η παρέα των διασημοτήτων και τα ερωτικά πάρτι. Η θεωρία αυτή άρχισε να κερδίζει περισσότερο έδαφος όταν ένας 25χρονος Γιουγκοσλάβος εγκληματίας που εξέτιε ποινή φυλάκισης σε φυλακή του Παρισιού ομολόγησε σε αστυνομικό ότι είχε συνοδεύσει τον Μάρκοβιτς σε ένα όργιο όπου ήταν παρούσα η Κλοντ Πομπιντού.
Ο απατεώνας πάντως ήταν αναξιόπιστος, άλλαζε την ιστορία του, δεν γνώριζε βασικά γεγονότα σχετικά με την υποτιθέμενη τοποθεσία του οργίου και τελικά προτίμησε να υπογράψει μια πολύ πιο ακίνδυνη εκδοχή της ιστορίας του. Αυτό θα έπρεπε να είχε καταρρίψει την αξιοπιστία του, αλλά περίπου την ίδια εποχή ένας πληροφοριοδότης των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών διηγήθηκε μια παρόμοια ιστορία με την ίδια κατάληξη: Κλοντ Πομπιντού, όργιο, Μάρκοβιτς.
Ενώ οι φήμες συνέχιζαν να διατρέχουν ολόκληρο το Παρίσι, διενεργήθηκε νέα αυτοψία στο θύμα. Στο πίσω μέρος του κεφαλιού του Μάρκοβιτς βρέθηκε μια σφαίρα των 6,35 χιλιοστών. Η δολοφονία ήταν πλέον εκτέλεση.
Οι γυμνές φωτογραφίες, οι ανακρίσεις και η σύλληψη
Τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο περίπλοκα όταν ο αδελφός του Μάρκοβιτς, αξιωματικός του γιουγκοσλαβικού ναυτικού, ισχυρίστηκε ξαφνικά ότι είχε δει τον πρώην πρωθυπουργό της Γαλλίας σε ένα δείπνο που είχε γίνει στο σπίτι του Ντελόν το 1967. Οι ερευνητές απέρριψαν την ιστορία, πεπεισμένοι ότι οι δύο Γάλλοι είχαν συναντηθεί μόνο δύο φορές (και τις δύο φορές δημοσίως), αλλά όλα αυτά τροφοδοτούσαν συνεχώς μια μηχανή φημών στο Παρίσι. Τις φήμες διαδέχτηκαν και μερικές φωτογραφίες που έδειχναν την Κλοντ Πομπιντού να κάνει σεξ με μια άλλη γυναίκα.
Όλοι θεώρησαν τότε ότι οι φωτογραφίες ήταν ψεύτικες - αν και διαφωνούσαν ως προς τη μέθοδο: είτε το κεφάλι της γυναίκας είχε τοποθετηθεί πάνω σε υπάρχουσες εικόνες είτε είχε εμπλακεί μια πόρνη που της έμοιαζε. Όλες αυτές οι θεωρίες ωστόσο απλώς τροφοδοτούσαν το σκάνδαλο ακόμη περισσότερο.
Ο Ζωρζ Πομπιντού εξοργίστηκε με τις κατηγορίες και αισθάνθηκε προδομένος από το γαλλικό κατεστημένο, ιδίως από την έλλειψη δράσης του προέδρου Σαρλ ντε Γκωλ. Νόμιζε ότι ήταν φίλοι.
Ήταν πλέον αρχές Ιανουαρίου του 1969. Η αστυνομία θεώρησε τελικά ότι είχε αρκετά στοιχεία για να στοιχειοθετήσει την υπόθεση. Συνέλαβαν τον Μαρκάντονι και του απήγγειλαν κατηγορίες για φόνο. Ο Ντελόν ανακρίθηκε επί 35 ώρες, αλλά δεν του απαγγέλθηκαν κατηγορίες. Το σημαντικότερο αποδεικτικό στοιχείο εναντίον του Μαρκάντονι ήταν η αγορά ενός ακριβού, εξειδικευμένου στρώματος λίγους μήνες πριν από το θάνατο του Μάρκοβιτς. Η μάρκα αντιστοιχούσε στο κάλυμμα στο οποίο είχε βρεθεί το πτώμα.
Ο γκάνγκστερ πέρασε το μεγαλύτερο μέρος του 1969 στη φυλακή περιμένοντας τη δίκη. Κατά τη διάρκεια εκείνης της χρονιάς ο Ντε Γκωλ παραιτήθηκε από πρόεδρος μετά την αποτυχία του δημοψηφίσματος και ο Πομπιντού επεδίωξε να διεκδικήσει τη θέση.
Οι γυμνές εικόνες της συζύγου του κοινοποιήθηκαν τότε ευρέως για να προσπαθήσουν να εκτροχιάσουν την υποψηφιότητά του, αλλά ο Πομπιντού, αν και εξαντλημένος και πικραμένος, κατάφερε να κερδίσει με άνετη διαφορά. Άρχισε αμέσως μια εκκαθάριση των γαλλικών μυστικών υπηρεσίων, απολύοντας πολλούς κορυφαίους άνδρες και αναδιοργανώνοντας την υπηρεσία.
Το τέλος μίας πολύκροτης υπόθεσης
Ο Μαρκάντονι αποφυλακίστηκε με εγγύηση στο τέλος του έτους και η έρευνα συνεχίστηκε για πέντε ακόμη χρόνια, προτού απορριφθεί λόγω έλλειψης στοιχείων. Ο δικαστής αποφάσισε ότι το κάλυμμα του στρώματος θα μπορούσε θεωρητικά να ανήκει σε κάποιον άλλο αγοραστή και ότι οι επιστολές του Μάρκοβιτς προς τον αδελφό του, σύμφωνα με τις οποίες ο Μαρκάντονι τον κυνηγούσε για απροσδιόριστο λόγο, ίσως ήταν προϊόν διαταραγμένης φαντασίας.
Η υπόθεση Μάρκοβιτς έφερε τα πάνω κάτω στη Γαλλία, δυσφήμισε τον Πομπιντού και τη σύζυγό του για το υπόλοιπο της ζωής τους, κατέστρεψε τη φιλία του Πομπιντού με τον Ντε Γκωλ και έβλαψε σοβαρά την καριέρα του Ντελόν.
Κάποιοι πίστευαν ότι το όλο θέμα ήταν ένα άθλιο ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ ενός Γάλλου γκάνγκστερ και ενός Σέρβου σκληρού άντρα, το οποίο είχε καπελωθεί από άσχετους, καιροσκόπους πολιτικούς παράγοντες που ήθελαν να πλήξουν τον Πομπιντού.
Άλλοι πίστευαν ότι οι διασημότητες και καλά δικτυωμένοι είχαν εξαφανίσει έναν άνθρωπο που γνώριζε πάρα πολλά από τα μυστικά τους και προσπαθούσε να τους εκβιάσει. Οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες κατηγορήθηκαν- το ίδιο και οι αντίστοιχες γιουγκοσλαβικές.
Δημοσιογράφοι που έψαξαν περισσότερο την υπόθεση υποστήριξαν ότι, λίγο πριν από τον θάνατό του, ο Μάρκοβιτς είχε περάσει από το δρόμο κάποιων επικίνδυνων ανθρώπων όταν τους πούλησε αλεύρι αντί για ηρωίνη - άλλοι επεσήμαναν ότι το 1966 ένας άλλος Σέρβος πρώην σωματοφύλακας του Ντελόν, ο Μιλόος Μιλόσεβιτς, που γνώριζε τον Μάρκοβιτς από το Βελιγράδι, είχε πεθάνει κάτω από περίεργες συνθήκες στο Χόλιγουντ σε μια υποτιθέμενη δολοφονία - αυτοκτονία με την εν διαστάσει σύζυγο του Μίκι Ρούνεϊ, Κάρολιν Μίτσελ.
Τελικά κανείς δεν ξέρει τι πραγματικά συνέβη, αν και ο Μαρκαντόνι άφησε κάποια βαριά υπονοούμενα τα επόμενα χρόνια.
«Υπάρχουν μόνο τρεις άνθρωποι που γνωρίζουν την αλήθεια», είπε. «Ο Ντελόν, εγώ και ο Θεός».