- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Σαν σήμερα 31 Ιανουαρίου, ο Γερμανός στρατάρχης Φρίντριχ Πάουλους παραδίδεται στον Κόκκινο Στρατό στο Στάλινγκραντ
To σημείο καμπής του Β' Παγκοσμίου Πολέμου που άλλαξε τις ισορροπίες στο Ανατολικό Μέτωπο
Σαν σήμερα 31 Ιανουαρίου: Το 1943, ο στρατάρχης Φρίντριχ Πάουλους παραδίδεται στον Κόκκινο Στρατό - Η Μάχη του Στάλινγκραντ λήγει με νίκη των Σοβιετικών.
«Ο άνθρωπος αυτός θα έπρεπε να είχε αυτοκτονήσει… Αυτό που προσωπικά με πληγώνει περισσότερο είναι ότι εγώ τον προήγαγα σε στρατάρχη. Ήθελα να του προσφέρω αυτή την τελευταία ικανοποίηση», ελεεινολογούσε ο Χίτλερ αναφερόμενος στον Φρίντριχ Πάουλους, τελευταίο επικεφαλής των γερμανικών στρατευμάτων του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος παραδόθηκε στο Στάλινγκραντ σαν σήμερα το 1943.
Στην πραγματικότητα, τα κίνητρα του φίρερ ήταν πολύ πιο ιδιοτελή: O αποφασιστικός πόλεμος με τη Ρωσία είχε υπολογιστεί να διαρκέσει μόλις λίγες εβδομάδες. Πέντε μήνες αργότερα, με το καλοκαίρι να δίνει τη θέση του στον σφοδρό χειμώνα, την Έκτη Στρατιά περικυκλωμένη, τους αποστεωμένους στρατιώτες να σέρνονται στα ερείπια αναζητώντας ψωμί και νερό όμοιοι με τις ορδές από τις ψείρες που έβγαιναν από τους επιδέσμους των νεκρών και με το τελεσίγραφο «Πρέπει να πολεμήσετε μέχρι τον τελευταίο στρατιώτη και την τελευταία σφαίρα» να δίνει τον τόνο μιας ανώφελης εκστρατείας πέρα από τη λογική, η προαγωγή από μέρους του Χίτλερ ήταν άρρητη προτροπή αυτοχειρίας.
Λέγεται ότι ο Πάουλους είχε το θράσος να πει στον στρατηγό Πφάιφερ: «Δεν έχω καμία πρόθεση να αυτοκτονήσω για αυτόν τον δεκανέα από τη Βοημία».
Φρίντριχ Πάουλους: Ο τελευταίος στρατάρχης
Σύμφωνα με τις επίσημες σοβιετικές εκθέσεις, ο Φρίντριχ Πάουλους αιχμαλωτίστηκε από την Εξηκοστή Τέταρτη Στρατιά υπό τη διοίκηση του στρατηγού Σουμίλοφ. Παραδόθηκε στις 31 Ιανουαρίου 1943, μια ημέρα αφότου ο Χίτλερ τον προήγαγε σε στρατάρχη. Κατόπιν, αποσύρθηκε σε ένα ιδιαίτερο δωμάτιο αφήνοντας τους υφισταμένους του να χειριστούν τα διαδικαστικά. Αυτόπτης μάρτυρας γράφει: «Στο πρόσωπό του ήταν χαραγμένη η θλίψη και η οδύνη. Η επιδερμίδα του είχε το χρώμα της στάχτης».
Έξω περίμεναν οι δημοσιογράφοι των Συμμάχων. Φωτογράφισαν τον στρατάρχη να βαδίζει βαριά στο χιόνι, τυλιγμένος με τη χλαίνη του, το πηλίκιο κατεβασμένο για να κρύβει τη θλίψη των ματιών του: «Ένας ψηλόλιγνος, αξύριστος γρίφος», όπως σημείωνε ο Γουίλιαμ Τ. Βόλμαν στο τιμημένο με Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας ΗΠΑ αφήγημα, «Κεντρική Ευρώπη».
Λίγες ημέρες νωρίτερα, ο Πάουλους είχε στείλει τη βέρα του πίσω στη γυναίκα του με το τελευταίο σκάφος της Λουφτβάφε που αναχωρούσε από τον αεροδιάδρομο του Στάλινγκραντ. Είχε να τη δει από το 1942 και δεν επρόκειτο να την αντικρίσει ποτέ ξανά, καθώς η Έλενα Ροζέτι - Σολέσκου πέθανε το 1949, ενόσω εκείνος παρέμενε αιχμάλωτος.
Ο κεραυνοβόλος πόλεμος φτάνει στο Στάλινγκραντ
Γεννημένος στις 23 Σεπτεμβρίου 1890 στο Μπράιτεναου της σημερινής Αυστρίας, ο Πάουλους υπηρέτησε ως κατώτερος αξιωματικός στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και κατείχε τον βαθμό του λοχαγού μετά το τέλος της σύρραξης.
Στα χρόνια του Μεσοπολέμου έδειξε το ταλέντο του ως επιτελάρχης, αλλά οι ανώτεροί του αμφισβητούσαν την καταλληλότητά του ως διοικητή πεδίου. Όταν ξεκίνησε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος τον Σεπτέμβριο του 1939, ο Πάουλους είχε προαχθεί σε υποστράτηγο, υπηρετώντας ως αρχηγός του επιτελείου του στρατηγού Βάλτερ φον Ράιχεναου.
Έχοντας συμμετάσχει στις εκστρατείες blitzkrieg στην Πολωνία το 1939 και στις Κάτω Χώρες το 1940, διορίστηκε αναπληρωτής αρχηγός του γερμανικού Γενικού Επιτελείου υπό τον στρατηγό Φραντς Χάλντερ τον Σεπτέμβριο του 1940 και συνέδραμε στη σύνταξη σχεδίων για την εισβολή στη Σοβιετική Ένωση.
Καθώς η αρχική γερμανική επίθεση σταμάτησε εξαιτίας της ρωσικής αντίστασης και της επέλασης του χειμώνα, ο Χίτλερ απέλυσε τον Στρατάρχη Γκερντ φον Ράντστεντ, διοικητή της γερμανικής στρατιάς που δρούσε στη νότια Σοβιετική Ένωση, και προήγαγε τον Ράιχεναου στη θέση του. Κατόπιν σύστασης του τελευταίου, και παρά την έλλειψη εμπειρίας του Πάουλους στην ηγεσία στρατευμάτων στο πεδίο, προήχθη σε στρατηγό και του δόθηκε η διοίκηση της Έκτης Στρατιάς τον Ιανουάριο του 1942.
Στάλινγκραντ: Η κρίσιμη καμπή
Με την ανάληψη της διοίκησης, ο Πάουλους ακύρωσε τη λεγόμενη «Διαταγή Αυστηρότητας» που εξέδωσε ο Ράιχεναου τον Οκτώβριο του 1941, η οποία απαιτούσε την εκτέλεση Εβραίων και Ρώσων αιχμαλώτων πολέμου στο θέατρο επιχειρήσεων της Έκτης Στρατιάς, αλλά οι φρικαλεότητες συνέχισαν να συμβαίνουν.
Διοικώντας περίπου 300.000 στρατεύσιμους, ο Πάουλους συμμετείχε στη Δεύτερη Μάχη του Χάρκοβο τον Μάιο του 1942, κατά την οποία μια ατελέσφορη σοβιετική επίθεση ολοκληρώθηκε με την περικύκλωση και τη σύλληψη περισσότερων από 200.000 στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής θερινής επίθεσης του 1942, η Έκτη Στρατιά ηγήθηκε της προέλασης στο Στάλινγκραντ. Ακολούθησαν μήνες άγριων μαχών, με τους υπερασπιστές της πόλης να δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα όχι μόνο σε χαρακώματα και δρόμους, αλλά ακόμη και σε μεμονωμένους ορόφους κτιρίων.
Αν και οι Γερμανοί κατάφεραν να απωθήσουν τους Σοβιετικούς σε μια στενή λωρίδα κατά μήκος του ποταμού Βόλγα τον Οκτώβριο του 1942, η προσπάθεια εξάντλησε τις δυνάμεις του Πάουλους. Υποφέροντας από βαριές απώλειες, στερημένη από προμήθειες και με την προοπτική ενός ακόμη ανελέητου χειμώνα, η Έκτη Στρατιά δεν ήταν πλέον εξοπλισμένη για να εκτελέσει τα καθήκοντα που στη συνέχεια έθεσε ο Χίτλερ.
Η καταστροφή του Στάλινγκραντ και η παράδοση της Έκτης Στρατιάς
Η Έκτη Στρατιά και τα απομεινάρια της Τέταρτης Στρατιάς περικυκλώθηκαν από την τεράστια σοβιετική αντεπίθεση που ξεκίνησε στις 19 Νοεμβρίου 1942. Η γερμανική ανώτατη διοίκηση πίεσε τον Χίτλερ να επιτρέψει στον Πάουλους να ξεφύγει από τον κλοιό, αλλά ο Χίτλερ αρνήθηκε να παραχωρήσει τα εδάφη που είχε κερδίσει.
Τον Δεκέμβριο του 1942, μια ομάδα ενισχύσεων υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη Έριχ φον Μάνσταϊν στάλθηκε επιχειρώντας να διασπάσει την πολιορκία, αλλά στον Πάουλους απαγορεύτηκε και πάλι να αποσυρθεί από τη θέση του και να προσπαθήσει να συναντήσει τις δυνάμεις του Μάνσταϊν.
Ενθαρρύνοντας τους εγκλωβισμένους και εξουθενωμένους άνδρες να πολεμήσουν μέχρι θανάτου, ο Χίτλερ έφτασε στο σημείο να προάγει τον Πάουλους: Στην πραγματικότητα, προτρέποντάς τον να αυτοκτονήσει, καθώς κανείς Γερμανός στρατάρχης στην Ιστορία δεν είχε πέσει ζωντανός στα χέρια του εχθρού.
Αποκομμένος τη γερμανική αντεπίθεση και αρνούμενος την επιλογή της υποχώρησης από τον Αδόλφο Χίτλερ, ο Πάουλους αναγκάστηκε να παραδώσει ό,τι είχε απομείνει από τον μπανταρισμένο και ξεπαγιασμένο στρατό του στις 31 Ιανουαρίου 1943, ενώ οι υπόλοιποι 91.000 άνδρες της Έκτης και Τέταρτης Στρατιάς παραδόθηκαν στις 2 Φεβρουαρίου. Λιγότεροι από 6.000 από αυτούς θα επιζούσαν από την αιχμαλωσία. Σχεδόν όλοι θα πέθαιναν από τις κακουχίες, την πείνα, τον τύφο και τις απάνθρωπες συνθήκες.
Ο Πάουλους στο τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου
Η καταστροφή του Στάλινγκραντ έβαλε τέλος στις επεκτατικές βλέψεις της ναζιστικής ηγεσίας στα σοβιετικά εδάφη. Ένα τρομερό πλήγμα στο ηθικό του στρατεύματος, η ήττα στέρησε επίσης από τη Γερμανία περίπου 300.000 αναντικατάστατους εκπαιδευμένους άνδρες.
Κατά την κράτησή του, ο Πάουλους στράφηκε εναντίον του Χίτλερ και κατέθεσε στο Διεθνές Στρατιωτικό Δικαστήριο της Νυρεμβέργης. Μετά την απελευθέρωσή του από τη σοβιετική αιχμαλωσία το 1953, εγκαταστάθηκε στην Ανατολική Γερμανία.
Από το 1953 έως το 1956, έζησε στη Δρέσδη, όπου εργάστηκε στο Ινστιτούτο Έρευνας Στρατιωτικής Ιστορίας. Στα τέλη του 1956, διαγνώστηκε με αμυοτροφική πλάγια σκλήρυνση και έγινε προοδευτικά πιο αδύναμος.
Πέθανε λίγους μήνες αργότερα, στη Δρέσδη, την 1η Φεβρουαρίου 1957, σε ηλικία 66 ετών. Ως μέρος της τελευταίας του διαθήκης, το σώμα του μεταφέρθηκε στο Μπάντεν Μπάντεν της Δυτικής Γερμανίας, για να ταφεί δίπλα στη σύζυγό του, η οποία είχε πεθάνει οκτώ χρόνια νωρίτερα το 1949, χωρίς να έχει δει τον σύζυγό της από την αναχώρησή του για το Ανατολικό Μέτωπο το καλοκαίρι του 1942.
(Με πληροφορίες της Britannica και Γουίλιαμ Τ. Βόλμαν, «Κεντρική Ευρώπη», εκδόσεις Κέδρος, μετάφραση Αλέξης Καλοφωλιάς)