Κοσμος

Γερμανική και γαλλική ακροδεξιά

Πώς ενθαρρύναμε τους ultras και γιατί θα έπρεπε να ντρεπόμαστε

Σώτη Τριανταφύλλου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η ακροδεξιά σε Γερμανία και Γαλλία, η μετανάστευση και ο κοινωνικός διχασμός

Τα νεοναζιστικά στοιχεία στο κόμμα Alternative für Deutschland (AfD) πρέπει να απομονωθούν αμέσως βάσει του νόμου: ο νεοναζισμός είναι παράνομη ρητορική και πρακτική στη Γερμανία —ο νόμος είναι σαφής. Αλλά, υπάρχουν κάποια ερωτήματα. Το πρώτο: γιατί και πώς ξεθάρρεψαν κι απέκτησαν δύναμη κόμματα όπως η Alternative für Deutschland; Πού έκαναν το λάθος οι Γερμανοί; Μήπως ο εξτρεμισμός αποτελεί στοιχείο της τευτονικής ταυτότητας; Είναι σχεδόν αναπόφευκτο να ερμηνεύουμε τη συμπεριφορά των Γερμανών στην πορεία της ιστορίας με βάση τα εθνικά τους χαρακτηριστικά: οι Τεύτονες, καθώς φαίνονταν ικανοί για το καλύτερο και το χειρότερο, προκάλεσαν ανυπολόγιστες καταστροφές στον κόσμο, ενώ, ταυτοχρόνως, η προσφορά τους υπήρξε αξιοσημείωτη. Σήμερα, η Γερμανία αντιμετωπίζει την άνοδο πολιτικών δυνάμεων που ζωντανεύουν τρομερούς εφιάλτες τόσο για τους ίδιους τους Γερμανούς όσο και για μας τους υπολοίπους. Ωστόσο, ακόμα κι αν δεχτούμε κάποια εγγενή ελαττώματα των Γερμανών, πρέπει πρώτα να καταλάβουμε τι πυροδότησε την άνοδο του εξτρεμισμού. Και να πράξουμε αναλόγως. Αυτή την έρευνα δεν την κάνουμε: απλώς διαδηλώνουμε με ντουντούκες και φανταχτερά πλακάτ· το να διαδηλώνεις είναι ευκολότερο από το να σκέφτεσαι.

Δεύτερο ερώτημα. Στην τελευταία διαδήλωση εναντίον της ακροδεξιάς που έγινε πριν από λίγες μέρες στο Πότσνταμ συμμετείχαν ο καγκελάριος Olaf Scholz και η υπουργός Εξωτερικών Annalena Baerbock. Αναρωτιέμαι από πότε το υπουργικό συμβούλιο βγαίνει στους δρόμους και γιατί δεν λαμβάνει αποφάσεις: από ποιον περιμένει να ληφθούν οι αποφάσεις; Το θέαμα ηγετών σε συλλαλητήριο μού φαίνεται ασυνάρτητο: αν ο κ. Scholz και η κ. Baerbock πιστεύουν ότι το ακροδεξιό κόμμα πρέπει να περιοριστεί νομικά, ας ανασκουμπωθούν να εφαρμόσουν τον νόμο, ή, αν ο νόμος δεν επαρκεί, ας εκπονήσουν σχετικό νομοσχέδιο κι ας το φέρουν για ψήφιση στη Βουλή. Και μάλιστα, όπως είπα, αμέσως. Σε τέτοιες πράξεις προβαίνουν οι εκλεγμένοι· δεν ενώνονται με αλαλάζοντα πλήθη. Στην πραγματικότητα, εκλέγονται για να προλαβαίνουν τις ζημιές: στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι γερμανικές ηγεσίες έπρεπε 1) να προβλέψουν τις κοινωνικές συνέπειες της μαζικής εξω-ευρωπαϊκής μετανάστευσης 2) να εμποδίσουν με όσα νομικά και κατασταλτικά μέσα διαθέτει το γερμανικό κράτος τη διείσδυση των ultras στην πολιτική σκηνή. Με λίγα λόγια, μιλάμε για φιάσκο που μόνο οι Γερμανοί μπορούν να επιτύχουν.

Το τρίτο ερώτημα αφορά την τρομερή σύγχυση που επικρατεί σε ορισμένους κύκλους στην Ευρώπη. Παρατηρούνται δύο ξεχωριστές στάσεις έναντι της μετανάστευσης η οποία συνιστά το πρωταρχικό διακύβευμα του κοινωνικού διχασμού και της ανόδου της ακροδεξιάς: η μία συνοψίζεται στην αποδοχή της ελεγχόμενης μετανάστευσης με τον όρο της πλήρους και συστηματικής ένταξης των εισερχομένων· η δεύτερη —η «ακροδεξιά»— είναι ξενοφοβική· δεν επιθυμεί τις εισροές αλλοδαπών με το επιχείρημα της καθαρότητας της φυλής, του «ζωτικού χώρου» και της προστασίας της εθνικής κουλτούρας. Στην Ευρώπη υπήρχαν, ανέκαθεν, πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες, χωρίς να το ομολογούν, σκέφτονται με τον δεύτερο τρόπο —γι’ αυτό, είναι αρκετά δύσκολο να χαρακτηρίσουμε «ρατσιστές» και «νεοναζιστές» όλους τους ψηφοφόρους εθνικιστικών κομμάτων τα οποία προβάλλουν ως επιχείρημα αληθινές ή φανταστικές συνέπειες της μαζικής μετανάστευσης. Η ουσία είναι πως, αν οι κυβερνήσεις διαχειρίζονταν σωστά και με τόλμη αυτές τις συνέπειες, λιγότεροι Ευρωπαίοι θα είχαν προσχωρήσει στην ξενοφοβική δεξιά. Αλλά, δυστυχώς για όλους μας, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες δεν κατανοούν τον ρόλο τους —απόδειξη ότι διαδηλώνουν στις πλατείες— κι εξάλλου βρίσκονται κάτω από αφόρητη πίεση την οποία δεν μπορούν να διαχειριστούν.

Έρχομαι στο γαλλικό υπόδειγμα. Όταν εξελέγη ο Εμμανουέλ Μακρόν, υποσχέθηκε να άρει κάθε λόγο που οδηγεί τους Γάλλους να στηρίζουν το κόμμα της Μαρίν Λεπέν. Η δήλωσή του ήταν συνετή: δεν προσπαθούσε να βγάλει τρελούς τους ψηφοφόρους της λαϊκής κρατικιστικής δεξιάς· καταλάβαινε ότι υπάρχουν κάποιες αιτίες που το 25% των Γάλλων κινήθηκε σιγά-σιγά προς ένα «one issue» κόμμα, χωρίς ήθος και χωρίς σοβαρό πρόγραμμα. Έτσι, μετά από πολλές κωλυσιεργίες, η προεδρία έφερε στην Εθνοσυνέλευση ένα νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση της μετανάστευσης, το οποίο έγινε νόμος στις 20 Δεκεμβρίου. Τι λέει αυτός ο καινούργιος νόμος: 1) διατηρεί το jus soli, αλλά τα άτομα δεν θα αποκτούν αυτομάτως τη γαλλική υπηκοότητα: όποιος γεννιέται στη Γαλλία από αλλοδαπούς γονείς θα πρέπει να κάνει σχετική αίτηση δηλώνοντας την επιθυμία του να γίνει Γάλλος πολίτης 2) καθιστά εφικτή την οικογενειακή επανένωση μετά από δύο χρόνια παραμονής στη Γαλλία (μέχρι τώρα ήταν 18 μήνες) και τοποθετεί τον όρο του «σταθερού εισοδήματος» και της εγγραφής του καλούντος στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης 3) περιορίζει (αλλά δεν καταργεί) τα επιδόματα για τους αλλοδαπούς: στο εξής στεγαστικά και οικογενειακά βοηθήματα θα μπορούν να εισπράττουν μόνον όσοι ζουν και εργάζονται στη Γαλλία επί πάνω από 5 χρόνια 4) νομιμοποιεί όσους αλλοδαπούς εργάζονται ήδη 5) αναβαθμίζει το απαιτούμενο επίπεδο γνώσης της γαλλικής γλώσσας στις εξετάσεις για την υπηκοότητα 6) αποκλείει από την παραχώρηση υπηκοότητας άτομα που έχουν καταδικαστεί για εγκλήματα βαρύτερα του πταίσματος 7) αφαιρεί την κάρτα παραμονής στους ξένους φοιτητές που δεν περνούν τα μαθήματα 8) επαναφέρει την ποινή που ίσχυε πριν από το 2012 —την είχε καταργήσει ο Φρανσουά Ολλάντ— για όσους παραμένουν στη Γαλλία χωρίς βίζα ή με ληγμένη βίζα: τα άτομα αυτά θα επιβαρύνονται με πρόστιμο 3.750 ευρώ 9) οι αλλοδαποί σύζυγοι Γάλλων θα αποκτούν κάρτα μόνιμης κατοικίας μετά από 5 χρόνια παραμονής στη Γαλλία (προκειμένου να αποφευχθούν οι ψεύτικοι γάμοι) 10) ενθαρρύνει τη μετανάστευση σε τομείς όπου παρατηρείται έλλειψη εργατικού δυναμικού: οικοδομή, εστίαση και υγεία. Οι εργαζόμενοι σ’ αυτούς τους τομείς μπορούν να υποβάλουν αίτηση νομιμοποίησης ακόμα και χωρίς την παρέμβαση εργοδότη. Σημειώνω ότι το jus soli ισχύει στη Γαλλία από το 1945 και έχει υποστεί διαδοχικές μεταρρυθμίσεις. Η αυτόματη παραχώρηση της υπηκοότητας, χωρίς αίτηση και δήλωση «επιθυμίας», ήταν λανθασμένη, όπως ήταν και η οικογενειακή επανένωση —αμφότερα τα λάθη διέπραξαν κεντροδεξιές κυβερνήσεις· το σημειώνω κι αυτό. Πάμε παρακάτω.

Θα μπορούσε μια τέτοια μεταρρύθμιση να αποτρέψει την ανάδειξη της Λεπέν στην προεδρία; Όχι. Είναι τέτοιο το μένος της αριστεράς εναντίον του Μακρόν ώστε θεωρούν τον νόμο «νίκη της Λεπέν»: δηλαδή συμφωνούν με την ίδια τη Λεπέν και την αποθεώνουν επειδή δήθεν κατάφερε να στρατολογήσει την προεδρία στο Rassemblement National. Η αριστερή αντιπολίτευση έχει φτάσει σε τέτοιο παροξυσμό και βλακεία ώστε χαρακτηρίζει τον Μακρόν «ακροδεξιό» και «φασίστα» —πράγμα που δεν μας βοηθάει καθόλου να απομονώνουμε τους αληθινούς ακροδεξιούς και φασίστες. Εξάλλου, όπως συμβαίνει σήμερα στη Γερμανία, η αριστερά επί δεκαετίες «διαδήλωνε» κατά του Εθνικού Μετώπου: τι νόημα είχαν οι πικετοφορίες εναντίον κάποιας πολιτικής τάσης η οποία μάλιστα ήταν αρχικά ισχνή; Το αποτέλεσμα των διαδηλώσεων ήταν να αναδειχθεί σε «αγωνιστικό» το κόμμα του Ζαν-Μαρί Λεπέν και σήμερα να διεκδικεί την προεδρία η πιο ψαγμένη και αποδαιμονοποιημένη θυγάτηρ. Στην Ευρώπη θα έπρεπε να ντρεπόμαστε για πολύ διαφορετικά πράγματα από αυτά για τα οποία δήθεν ντρεπόμαστε.