- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τι ακριβώς συμβαίνει στην κινεζική οικονομία;
Το Πεκίνο δυσκολεύεται, ο υπόλοιπος πλανήτης ανησυχεί
Κίνα: Η στεγαστική κρίση, οι προβληματικές εξαγωγές, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και μια υπερδύναμη στο περίπου
Τις τελευταίες εβδομάδες, η Κίνα βρίσκεται σε καθεστώς οικονομικής κρίσης. Η –συστημική– πλέον στεγαστική κρίση βαθαίνει ολοένα και περισσότερο, οι εξαγωγές έχουν μειωθεί σε ιστορικά χαμηλό επίπεδο, η ανεργία των νέων έχει, αντίθετα, ξεπεράσει κάθε ιστορικό ρεκόρ, ενώ η ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας έχει επιβραδυνθεί πολύ περισσότερο απ’ όσο ανέμενε τόσο το Πεκίνο, όσο και οι εκτός Κίνας επενδυτές. Με άλλα λόγια, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου μετά τις ΗΠΑ –και, για πολλούς, η δεύτερη μεγαλύτερη γεωπολιτική υπερδύναμη σήμερα– δείχνει σημάδια σημαντικής επιβράδυνσης, χωρίς ωστόσο να προκαλεί διεθνή ανησυχία.
Την ίδια στιγμή, η Κίνα έχει βρει μια αξιόπιστη εξαγωγική σανίδα σωτηρίας στα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Έχοντας επενδύσει σημαντικά στην ανάπτυξη τόσο της ηλεκτρικής αυτοκινητοβιομηχανίας, όσο και στην εξέλιξη των μπαταριών οι οποίες χρησιμοποιούνται από ηλεκτρικά αυτοκίνητα, το Πεκίνο βλέπει πως, παρά τις οικονομικές αντιξοότητες, καταφέρνει να ξεπεράσει τον ανταγωνισμό απέναντι σε δυτικούς κολοσσούς, διατηρώντας την πρωτοκαθεδρία σε έναν από τους κρισιμότερους βιομηχανικούς τομείς της επόμενης –τουλάχιστον– δεκαετίας. Θέτοντάς το διαφορετικά, ακόμα και στις δυσκολότερες συγκυρίες του 21ου αιώνα, η κινεζική οικονομία εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τη Δύση, τόσο σε οικονομικό όσο και σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Κίνα: Η μείωση της βιομηχανικής παραγωγής, η ανεργία των νέων και η στεγαστική κρίση
Η Κίνα υπήρξε για δεκαετίες το εργοστάσιο του πλανήτη. Από τα μέσα του 20ού αιώνα μέχρι και σήμερα, το «made in China» αποτελεί κανονικότητα σε κάθε έκφανση της καθημερινότητας τόσο της Δύσης όσο και του Παγκόσμιου Νότου. Με την κινεζική βιομηχανία να αναπτύσσεται ταχύτερα από κάθε άλλη από το 2000 μέχρι και σήμερα, και τις κινεζικές εξαγωγές να ακολουθούν τον ξέφρενο αναπτυξιακό της ρυθμό, η Κίνα μετατράπηκε από ψυχροπολεμικός παρίας, στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομική υπερδύναμη του κόσμου. Ωστόσο, η πολιτική του Zero Covid που ακολούθησε το Πεκίνο από τα μέσα της πανδημίας και μετά έπληξαν σε πολύ σημαντικό βαθμό τόσο την απόδοση της κινεζικής βιομηχανίας όσο και την εμπιστοσύνη των αγορών προς σε αυτή. Ο λόγος είναι πως οι παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες διαταράχθηκαν σημαντικά από την έλλειψη των –από καιρό δεδομένων– κινεζικών προϊόντων. Ενδεικτικά, οι μηνιαίες κινεζικές εξαγωγές κινούνται σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το 2022, με εκείνες του φετινού Αυγούστου να βρίσκονται στο 8.8% κάτω από τις αντίστοιχες του περσινού. Ακόμα χειρότερα για την κινεζική οικονομία, η μετάβαση των καταναλωτών διεθνώς προς τις υπηρεσίες έναντι των αγαθών πλήττει ακόμα περισσότερο τις κινεζικές εξαγωγές, με έναν τρόπο όμως που το Πεκίνο δεν μπορεί να αντιμετωπίσει.
Παράλληλα, η Κίνα αντιμετωπίζει και ένα πρωτοφανές –για τα δικά της δεδομένα– πρόβλημα, το οποίο απειλεί τόσο τη βιομηχανική της παραγωγή, όσο, δυνητικά και την κοινωνική της συνοχή: ένα τεράστιο ποσοστό στην ανεργία των νέων. Συγκεκριμένα, η ανεργία στις ηλικίες 16-24 κινούταν μέχρι τα μέσα Αυγούστου περίπου στο 21.4%, έχοντας πολλαπλασιαστεί σε σχέση με τις αρχές του 21ου αιώνα. Σε αντίθεση με τη μείωση της βιομηχανικής της παραγωγής και των κινεζικών εξαγωγών, τα προβληματικά ποσοστά της ανεργίας των νέων δεν εξηγούνται μόνο λόγω της Zero Covid προσέγγισης του Πεκίνου –η οποία είχε σημαντικότατη επίδραση στην αγορά εργασίας–, αλλά και από ακόμα έναν κρίσιμο, αλλά εύκολο να αγνοηθεί παράγοντα. Συγκεκριμένα, η ανεργία των νέων αποτελεί απόρροια της ευρύτερης κινεζικής οικονομικής επιτυχίας· από το 2000 και μετά, το κινεζικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ έχει τετραπλασιαστεί –και ακόμα περισσότερο–, κάτι που σημαίνει πως η συμπεριφορά του εργατικού δυναμικού έχει αλλάξει σε συστημικό βαθμό. Πίσω στο 2000, οι περισσότεροι νέοι Κινέζοι αρκούνταν στον εξαιρετικά χαμηλό μισθό ενός ανειδίκευτου βιομηχανικού εργάτη, επιλέγοντας την ασφάλεια της εργασίας στην κινεζική βιομηχανία ελλείψει άλλων ευκαιριών. Ωστόσο, με την Κίνα να έχει κάνει άλματα σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση του πληθυσμού της, ο αριθμός των Κινέζων που θα κινηθούν προς μια χαμηλόμισθη θέση στην κινεζική βιομηχανία έχει μειωθεί αισθητά. Το πρόβλημα για το Πεκίνο είναι τόσο σημαντικό, που η κινεζική κυβέρνηση έχει πλέον σταματήσει να δημοσιοποιεί δεδομένα για την ανεργία των νέων ώστε να μην αποθαρρύνει περισσότερους νέους Κινέζους από την εύρεση χαμηλόμισθης εργασίας.
Τέλος, η Κίνα είναι αντιμέτωπη με μια –επίσης συστημική– στεγαστική κρίση. Η πολυπλοκότητα του συγκεκριμένου ζητήματος απαιτεί ενδελεχή ανάλυση από μόνη της, ωστόσο αρκεί προς το παρόν να σημειώσουμε πως η υπερεπένδυση στο real estate όπως την εμπνεύστηκε το Πεκίνο, οδήγησε στον υπερδανεισμό των κινεζικών κατασκευαστικών κολοσσών, με την παραγωγική τους δραστηριότητα, ωστόσο, να μην ανταποκρίνεται στη ζήτηση, τόσο των Κινέζων, όσο και των ξένων αγοραστών και επενδυτών. Με άλλα λόγια, η κινεζική οικονομία έχει χάσει τους τελευταίους μήνες, αρκετά από τα χαρακτηριστικά της που τη μετέτρεψαν σε οικονομική υπερδύναμη: τη βιομηχανική και εξαγωνική της ισχύ, τη σταθερότητα του εργατικού της δυναμικού και τον κρίσιμο τομέα του real estate που έκανε τις κινεζικές μητροπόλεις –και όχι μόνο– να φέρνουν σε μελλοντικές δυστοπία.
Τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και το τεράστιο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Κίνας
Ωστόσο, αν υπάρχει ένας τομέας στον οποίο η Κίνα απειλεί να εξαϋλώσει τον ανταγωνισμό διεθνώς, αυτός είναι εκείνος των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Έχοντας επενδύσει από πολύ νωρίς στον συγκεκριμένο τομέα, η κινεζική αυτοκινητοβιομηχανία κυριολεκτικά οδηγεί την τεχνολογική κούρσα των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, διαταράσσοντας τη διεθνή αγορά και προκαλώντας ανησυχία στη Δύση – και δη στην Ουάσινγκτον. Αυτή τη στιγμή, η κινεζική αυτοκινητοβιομηχανία καλύπτει πάνω από το 57% της παραγωγής των ηλεκτρικών οχημάτων παγκοσμίως, με εταιρίες όπως η BYD και η SAIC-GM-Wuling να σημειώνουν κέρδη δισεκατομμυρίων δολαρίων, με δυτικούς κολοσσούς της ηλεκτρικής αυτοκινητοβιομηχανίας να αναγκάζεται πλέον να δώσει προσοχή. Παράλληλα, με την Κίνα να διαθέτει τεράστιο απόθεμα των πρώτων υλών που απαιτούνται για την κατασκευή των μπαταριών που χρησιμοποιούν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα –αλλά και να έχει επενδύσει σε μέγιστο βαθμό στην εξέλιξή τους– οι δυτικές αυτοκινητοβιομηχανίες υστερούν πλέον σε απόδοση σε ό,τι αφορά τις δικές τους μπαταρίες. Αυτό σημαίνει πως εταιρίες όπως η BMW, η Ford, η Mercedes, και η Tesla, εταιρίες δηλαδή που έχουν ταυτίσει το brand name τους με την τεχνολογική αρτιότητα και τη σχεδιαστική πολυτέλεια, αναγκάζονται να ακολουθήσουν αντί να διαμορφώσουν τον ανταγωνισμό.
Η δύναμη της κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας στον τομέα των EV αυτοκινήτων έχει εύλογα και γεωπολιτική διάσταση. Συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ θεωρούν πως το κινεζικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στον συγκεκριμένο τομέα θα επιτρέψει στο Πεκίνο να παίξει κομβικό ρόλο στο μέλλον της αγοράς ηλεκτρικών αυτοκινήτων, τη στιγμή που η Δύση στο σύνολό της έχει κάνει μια σαφή στροφή προς την ηλεκτροκίνηση. Για αυτόν τον λόγο, η Ουάσινγκτον έχει επιβάλει υψηλούς δασμούς στην εισαγωγή ηλεκτρικών αυτοκινήτων, τη στιγμή όμως που η Volvo –η οποία αποτελεί πλέον εταιρία κινεζικών συμφερόντων– διατηρεί εργοστάσιο στη Νότια Καρολίνα. Το χαμηλό συγκριτικά κόστος των κινεζικών EV έχει οδηγήσει στην έκρηξη των εξαγωγών τους (κατά 42% μόνο σε σχέση με πέρυσι) γεγονός που οδήγησε την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν να ενισχύσει με κάθε τρόπο την ανάπτυξη –και την πώληση– ηλεκτρικών αυτοκινήτων στις ΗΠΑ, ώστε να στερήσει από το Πεκίνο το σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που απολαμβάνει τη δεδομένη χρονική στιγμή. Σε ό,τι αφορά την ΕΕ, η εισαγωγή κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων από την Κίνα παραμένει χαμηλότερα από το 10% του συνόλου τους επί της αγοράς, σημειώνει όμως παράλληλα αύξηση κατά 2% σε σχέση με πέρυσι (8% έναντι 6%).
Η Κίνα είναι μια υπερδύναμη, στο περίπου
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Κίνα αποτελεί το μεγαλύτερο γεωπολιτικό και οικονομικό αίνιγμα του 21ου αιώνα, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το πρώτο του μισό. Ωστόσο, το γεγονός πως η σημαντική επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας δεν έχει προκαλέσει –ακόμα τουλάχιστον– ένα διεθνές σοκ είναι ενδεικτικό του γεγονότος πως, ακόμα και αν αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομική υπερδύναμη του κόσμου, η απόσταση που χωρίζει την Κίνα από τις ΗΠΑ παραμένει σημαντική. Σε γεωπολιτικό επίπεδο, το αξιόμαχο των Αμερικανικών δυνάμεων –αλλά και εκείνο των συμμάχων τους– δεν μπορεί να συγκριθεί με το αντίστοιχο της Κίνας, κάτι που υποβαθμίζει ακόμα περισσότερο το status της Κίνας ως το αντίπαλο δέος των ΗΠΑ στον 21ου αιώνα. Το αυταρχικό καθεστώς του Πεκίνου, και οι συνεχώς διαταρασσόμενες σχέσεις του με τη Δύση έχει οδηγήσει τόσο τις ΗΠΑ, όσο και την ΕΕ να μη βασίζεται πλέον στην Κίνα σε εμπορικό επίπεδο, κάτι που υποβαθμίζει την ανταγωνιστικότητα της κινεζικής οικονομίας συνολικά. Αν η Δύση προφτάσει την Κίνα στον τομέα των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, τότε η Κίνα θα χάσει –ή τουλάχιστον θα δει την επιρροή της να μειώνεται– το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα σε έναν τομέα που θα καθορίσει το μέλλον της αυτοκίνησης και της καθημερινότητάς μας. Σε συνθήκες σύγκρουσης υπερδυνάμεων, οι ΗΠΑ και η Δύση εξακολουθούν να απολαμβάνουν την ισορροπία της οικονομικής και γεωπολιτικής ισχύος τους, όπως άλλωστε αποδεικνύει περίτρανα και η απογοητευτική απόδοση των ρωσικών δυνάμεων στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο.