Κοσμος

ΕΕ: Σε αδιέξοδο οι «27» για το μεταναστευτικό – Ανυποχώρητες Πολωνία και Ουγγαρία

Η διαμεσολάβηση Μελόνι δεν «έσωσε» τη Σύνοδο Κορυφής

Newsroom
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

ΕΕ: Οι ενστάσεις της Ουγγαρίας και της Πολωνίας για τη συμφωνία μετεγκατάστασης των μεταναστών οδήγησε τους ηγέτες των «27» σε αδιέξοδο, εγείροντας ανησυχίες για το τι μπορεί να προμηνύει.

Οι ηγέτες της ΕΕ αποχώρησαν από τη Σύνοδο Κορυφής των «27» στις Βρυξέλλες χωρίς να εκδώσουν κοινή δήλωση για τη μετανάστευση. Η Ουγγαρία και η Πολωνία, παρά τις πολύωρες διαβουλεύσεις, παρέμειναν ανυποχώρητες στο «μπλόκο» για το νέο σύμφωνο μετανάστευσης.

Σε ένδειξη των καιρών, η ακροδεξιά πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι προσπάθησε να επιτύχει συμφωνία με τους ομολόγους της Βίκτορ Όρμπαν και Ματέους Μοραβιέτσκι στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής. Αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να ξεμπλοκάρει το αδιέξοδο.

«Ποτέ δεν απογοητεύομαι από εκείνους που υπερασπίζονται τα εθνικά τους συμφέροντα» δήλωσε εξερχόμενη η Μελόνι, γεφυρώνοντας ένα πιθανό ρήγμα με τους δεξιούς συμμάχους της.

Το «μπλόκο» της Βαρσοβίας και της Βουδαπέστης είναι κυρίως συμβολικό καθώς, ένα κοινό ανακοινωθέν δεν θα είχε σχεδόν κανένα πραγματικό αντίκτυπο σε αυτό που πραγματικά εξόργιζε την Ουγγαρία και την Πολωνία: Μια νέα συμφωνία για την αναθεώρηση του τρόπου με τον οποίο η Ευρώπη υποδέχεται και μετεγκαθιστά τους μετανάστες.

Γιατί διαφωνούν Πολωνία και Ουγγαρία

Η μετανάστευση αποτελεί ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα για την ΕΕ μετά τη μεταναστευτική κρίση του 2015, από τότε που το μπλοκ προσπάθησε και απέτυχε να αναθεωρήσει τη διαδικασία υποδοχής και μετεγκατάστασης των αιτούντων άσυλο. Το θέμα βρίσκεται στο επίκεντρο μιας από τις μεγαλύτερες πολιτικές κρίσεις από το 2015, όταν πολύ περισσότεροι από 1 εκατομμύριο άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους Σύροι που διέφευγαν από τον πόλεμο στη χώρα τους, έφτασαν στις ακτές της Ευρώπης, κατακλύζοντας τα κέντρα υποδοχής στην Ελλάδα και την Ιταλία.

Η Ελλάδα και η Ιταλία αισθάνθηκαν εγκαταλελειμμένες από αυτό που αντιλήφθηκαν ως έλλειψη αλληλεγγύης από τους εταίρους τους στην ΕΕ.

Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ, μετά από μήνες τεταμένων διαπραγματεύσεων, συμφώνησαν στη μεταρρύθμιση των κανόνων του μπλοκ για τη μετεγκατάσταση των μεταναστών και των διαδικασιών για την επεξεργασία των αιτούντων άσυλο. Ο τελικός συμβιβασμός είχε ορίσει ποσοστώσεις για τις πρόθυμες χώρες και υποχρεωτικές «οικονομικές συνεισφορές» ύψους 20.000 ευρώ για κάθε μετανάστη για τις χώρες που αρνούνται να μετεγκαταστήσουν μετανάστες.

Η Βαρσοβία υποστηρίζει ότι πρέπει να εξαιρεθεί, υπό το επιχείρημα ότι σχεδόν δύο εκατομμύρια πρόσφυγες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Ουκρανία μετά την εισβολή της Ρωσίας τον Φεβρουάριο του 2022 εξακολουθούν να φιλοξενούνται στην Πολωνία.

«Δεν χρειάζεται να μας διδάξουν τι είναι αλληλεγγύη», δήλωσε ο Πολωνός πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι στους δημοσιογράφους πριν από την είσοδό του στις συνομιλίες της Συνόδου Κορυφής, επισημαίνοντας την υποστήριξη της κυβέρνησής του προς τους Ουκρανούς πρόσφυγες, για τους οποίους ζήτησε αργότερα οικονομική στήριξη από την ΕΕ.

«Δεν μπορούμε να μεταχειριζόμαστε με διακριτικό τρόπο ανθρώπους από την Ουκρανία και ανθρώπους από τη Μέση Ανατολή ή την Αφρική», πρόσθεσε ο Πολωνός πρωθυπουργός.

Η Βουδαπέστη, εν τω μεταξύ, έχει αντιταχθεί σταθερά σε κάθε προσπάθεια δημιουργίας μιας υποχρεωτικής πολιτικής της ΕΕ για τις μετεγκαταστάσεις. Ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν δήλωσε σήμερα στο κρατικό ραδιόφωνο της χώρας του ότι θα συνεχίσει να εμποδίζει τους νέους μεταναστευτικούς κανόνες μέχρι να επιτευχθεί συναίνεση, θεωρώντας την πρόταση ως σοβαρή απειλή για τη χώρα του.

«Θα δεχτούμε οποιονδήποτε κανόνα μόνο εάν όλοι συμφωνούν σε αυτόν, εάν υπάρχει απόφαση συναίνεσης. Θέλουν να μας αναγκάσουν να χτίσουμε γκέτο μεταναστών στην Ουγγαρία» δήλωσε ο Όρμπαν.

Τόσο η Πολωνία όσο και η Ουγγαρία, ζητούν από την ΕΕ να λαμβάνει τις αποφάσεις για τη μεταναστευτική πολιτική της ομόφωνα, αντί του σημερινού προτύπου της «ειδικής πλειοψηφίας». Πολλοί Ευρωπαίοι διπλωμάτες και ηγέτες τόνισαν ότι η πρόσφατη συμφωνία για τη μετανάστευση επιτεύχθηκε σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ, το οποίο απαιτεί μόνο "ειδική πλειοψηφία" για τέτοιου είδους αποφάσεις. Οι εκκλήσεις των δύο χωρών για ομοφωνία θεωρήθηκαν ευρέως ως τέχνασμα για να καθυστερήσει η δημιουργία ενός συστήματος ανακατανομής των μεταναστών.

Αλλά η αποτυχία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να οριστικοποιήσει μια κοινή δήλωση έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα σχετικά με το κλίμα των συνομιλιών για τη μετανάστευση αυτές τις μέρες.

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, ο οποίος επέλεξε να εκδώσει μια ατομική δήλωση για το μεταναστευτικό αντί για μια κοινή δήλωση για να ξεμπλοκάρει το αδιέξοδο, προσπάθησε να δώσει μια θετική τροπή στα πράγματα. «Υπήρχαν 25 χώρες που υποστήριζαν την προσέγγιση της ΕΕ για τη μετανάστευση», τόνισε.

«Ας διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας, υπήρχε μεγάλη σύγκλιση που δεν υπήρχε πριν από μερικά χρόνια, όταν υπήρχε πραγματική ένταση» δήλωσε ο Μισέλ.

Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε μετά το πέρας της συνόδου κορυφής στις Βρυξέλλες, ο Όλαφ Σολτς υπογράμμισε τη σημασία της συμφωνίας για την κοινή πολιτική ασύλου που επετεύχθη στις αρχές Ιουνίου, στο Συμβούλιο των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων.

«Αυτή ήταν μια πολύ σημαντική επιτυχία, η οποία υπογραμμίζει ότι σε δύσκολα ζητήματα η συνεργασία και η συμφωνία είναι δυνατή για την Ευρωπαϊκή Ένωση». Πρόσθεσε ότι η συμφωνία αυτή συνεπαγόταν ορισμένους «επώδυνους συμβιβασμούς», τους οποίους και η Γερμανία έπρεπε να αποδεχτεί και εξέφρασε την ελπίδα στις επερχόμενες διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να γίνουν μερικές βελτιώσεις. Σημείωσε, ότι το σημαντικό είναι οι διαπραγματεύσεις να ολοκληρωθούν γρήγορα κατά προτίμηση, πριν από τις ευρωεκλογές.

Ο Γερμανός καγκελάριος τόνισε ότι η ΕΕ και ειδικά η Γερμανία χρειάζεται τη μετανάστευση για να ικανοποιήσει τη ζήτησή της για εργατικό δυναμικό που αναμένεται να είναι αρκετά μεγάλη το επόμενο έτος και σημείωσε ότι η χώρα του ενέκρινε έναν νόμο για τη μετανάστευση για ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. «Είναι σημαντικό να περιορίσουμε την παράτυπη μετανάστευση και την ίδια στιγμή να δώσουμε ευκαιρίες για νόμιμη μετανάστευση», είπε, αναγνωρίζοντας ότι δεν συμφωνούν όλα τα κράτη-μέλη με αυτή την προσέγγιση της Γερμανίας.

Εξάλλου, ο Όλαφ Σολτς είπε ότι στη σύνοδο κορυφής έγινε μια συζήτηση και για τις σχέσεις της ΕΕ με την Τουρκία. Όπως τόνισε, «μετά τις εκλογές στην Τουρκία, θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τις ευκαιρίες που μας ανοίγονται για να ξεκινήσουμε μια νέα καλή συνεργασία».

Σημείωσε ότι ο Ύπατος Εκπρόσωπος και η Κομισιόν έχουν αναλάβει να υποβάλουν προτάσεις για την ανάπτυξη των σχέσεων με την Τουρκία. Είπε ότι έγινε σχετική συζήτηση για την Ελλάδα και για την Κύπρο, τονίζοντας ότι «ελπίζουμε να μπορέσουμε να δώσουμε μια νέα ώθηση στις εξελίξεις για το Κυπριακό».

Το «φαινόμενο Μελόνι»

Πριν από μερικά χρόνια, όπως επισημαίνει το Politico, ήταν η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ που συνωστίζονταν με τους ομολόγους της στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ για να προσπαθήσουν να βρουν μια συμφωνία. Σήμερα ήταν η Μελόνι που ανέλαβε τον ρόλο, ενδεικτικό σημάδι ενός ευρωπαϊκού τοπίου που κινείται προς τα δεξιά.

Παρά το γεγονός ότι μοιράζονται ιδεολογικά κοινό έδαφος -η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Ιταλία είναι όλες μέρος ενός ενισχυόμενου δεξιού μπλοκ στην ευρωπαϊκή πολιτική, και η Βαρσοβία και η Ρώμη είναι και οι δύο μέλη μιας δεξιάς έως ακροδεξιάς πολιτικής ομάδας- η Μελόνι δεν μπόρεσε να πείσει τους ομολόγους της.

«Για το μεταναστευτικό, προσπάθησα να μεσολαβήσω μέχρι τέλους με την Πολωνία και την Ουγγαρία. Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε πάντως με τις δύο αυτές χώρες. Η θέση τους, βέβαια, δεν αφορά την εξωτερική διάσταση η οποία αποτελεί προτεραιότητα για την Ιταλία και είναι ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστεί το μεταναστευτικό, με την συναίνεση όλων» δήλωσε η Μελόνι. Για τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής. Ανακοίνωσε επίσης ότι την ερχόμενη Τετάρτη, 5 Ιουλίου, πρόκειται να μεταβεί για επίσκεψη στην Βαρσοβία.

Σύμφωνα με την Ιταλίδα πρωθυπουργό, πάντως, «το θέμα που θέτουν οι Ούγγροι και οι Πολωνοί δεν στερείται βάσης» διότι «είναι πιθανόν οι δύο χώρες που βοηθούν περισσότερο τους Ουκρανούς πρόσφυγες και η οικονομική στήριξη από μέρους της ΕΕ είναι ανεπαρκής».

Με αναφορά στη συνεργασία με την αφρικανική ήπειρο, η Μελόνι δήλωσε ότι «αν η ΕΕ προσφέρει μια δυνατότητα επιλογής στους ανθρώπους που εγκαταλείπουν την Αφρική, η όλη προσέγγιση θα αλλάξει" και ότι «η Αφρική δεν είναι φτωχή αλλά, αντιθέτως, πρόκειται για έναν μεγάλο παραγωγό ενέργειας και ιδίως καθαρής ενέργειας».

Η Τζόρτζια Μελόνι, τέλος, τόνισε ότι «στο πεδίο της οικονομίας, συζητήθηκε το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί το θέμα της ανταγωνιστικότητας, ζητώντας ίσους όρους για τις χώρες με μικρότερο δημοσιονομικό περιθώριο, κάτι που σημαίνει ευελιξία στη χρήση των διαθέσιμων πόρων».