Κοσμος

Ελληνοτουρκικές σχέσεις: Ο 3ος γύρος θα είναι και ο χειρότερος

Η Αθήνα θα πρέπει να προετοιμαστεί για τα δύσκολα που θα έρθουν και τα δυσκολότερα που ενδεχομένως θα ακολουθήσουν

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 874
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η νίκη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις τουρκικές εκλογές, η 3η θητεία του και οι σχέσεις με την Ελλάδα

Δεν νοείται νέα φάση στα ελληνοτουρκικά μετά την ολοκλήρωση του εκλογικού κύκλου, αν δεν αντιληφθεί η ελληνική πλευρά πως η Άγκυρα θα θέσει ζήτημα συνολικής διευθέτησης των εκκρεμοτήτων και με τη σφραγίδα της Χάγης.

Όλα δείχνουν πως με την προβλεπόμενη ποιοτική αναβάθμιση του τουρκικού ΥΠΕΞ και την τοποθέτηση είτε του άμεσου προεδρικού συνεργάτη Ιμπραχίμ Καλίν είτε του αρχηγού των μυστικών υπηρεσιών Χακάν Φιντάν, η γραμμή θα είναι διαφοροποιημένη από εκείνη που επικράτησε το προηγούμενο διάστημα. Η Τουρκία θα «δείχνει» πως επιδιώκει τον διάλογο, θέτοντας μία ατζέντα την οποία πολύ δύσκολα θα καταφέρει να διαχειριστεί η Αθήνα. Στόχος της διπλωματικής αυτής άσκησης της Τουρκίας θα είναι ο εγκλωβισμός της ελληνικής διπλωματίας σε μία διαδικασία όπου δεν θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Η ελληνική κοινωνία δεν έχει «εκπαιδευτεί» σε μία προοπτική συζήτησης επί θεμάτων που ανατρέπουν όσα πιστεύει η συλλογική θεώρηση επί των ελληνοτουρκικών ζητημάτων. Πέραν τούτου, η ελληνική κοινή γνώμη, την οποία καλόμαθε η πολιτική εξουσία επιβάλλοντας μία στιβαρή ακινησία με την έννοια των παγιωμένων εθνικών δικαίων, δεν είναι σε θέση να ορθολογικοποιήσει μία σειρά από εξελίξεις που θέτουν αμείλικτα ερωτήματα.

Πώς θα επιλυθεί, επί παραδείγματι, μία μείζονος σημασίας ανακολουθία, όπως της διαφοράς μεταξύ θαλάσσιων εθνικών συνόρων και εθνικού εναέριου χώρου που ισχύει στο Αιγαίο; Πρόκειται για μοναδική περίπτωση στον πλανήτη. Τα περίφημα 6 και 10 μίλια, δηλαδή, απομεινάρι άλλων εποχών και κυρίως άλλων αμυντικών τεχνολογιών. Ή, ακόμη πιο δύσκολο, πώς θα υπάρξει συνεννόηση επί του μείζονος ζητήματος του εξοπλισμού των νησιών, όταν οι εκατέρωθεν κοινωνίες έχουν πεισθεί από τις εθνικές ερμηνείες των Συνθηκών και όχι από τις διπλωματικές και πολιτικές ερμηνείες που έχουν επιβληθεί από την πραγματικότητα; Τι σχέση άραγε έχει το καθεστώς της Ίμβρου ή της Τενέδου με τα σημερινά δεδομένα σε αυτά τα δύο νησιά, ως προς τα προβλεπόμενα από τη Συνθήκη της Λωζάννης; Καμία. Όπως καμία σχέση δεν έχει το καθεστώς των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου με όσα προβλέπονται από την ίδια Συνθήκη, αφού εντωμεταξύ η απειλή για την ασφάλεια των εδαφών αυτών βαίνει ενισχυόμενη και μάλιστα με γοργούς ρυθμούς. Είναι προφανές πως ζητήματα αυτού του βεληνεκούς δεν συζητιούνται εν είδει συμπαγούς ατζέντας και μάλιστα με τη λογική του όλα ή τίποτε. Οι εκκρεμότητες είναι θεσμικού, αμυντικού, οικονομικού, πολιτικού, πολιτισμικού χαρακτήρα. Επί της ουσίας, σχεδόν ολόκληρα κεφάλαια αποζητούν την εξ αρχής εκτενή διμερή συζήτηση, προκειμένου να βρεθεί κοινός τόπος ως προς τη μέθοδο που θα ακολουθηθεί για την επίτευξη συνεννόησης. Προσοχή, μιλάμε ακόμη για… μέθοδο.

Η εκτενής εκλογική νίκη του Ερντογάν του προσφέρει άπλετο χώρο ελιγμών ως προς τη διαχείριση των δικών του εκκρεμοτήτων με την Ελλάδα, την Κύπρο, το ΝΑΤΟ, τη Συρία, την Αίγυπτο και τους Άραβες γενικότερα. Διαθέτει χρόνο, κοινωνική ανοχή, στρατηγική προοπτική, καθώς και τη συνολική αποδοχή της Δύσης και των ΗΠΑ, πως η Τουρκία είναι απαραίτητο κομμάτι του συλλογικού αμυντικού παζλ έναντι της Κίνας και της Ρωσίας. Δεν έχει σημασία τι συμβαίνει στην πραγματικότητα και το πόσο ο Ταγίπ Ερντογάν παίζει με τη σταθερότητα στην Εγγύς και Μέση Ανατολή προκειμένου να διαπραγματευθεί τον «Αιώνα της Τουρκίας». Δηλαδή, το εύρος της κυριαρχίας της. Στην Ουάσινγκτον και την έδρα του ΝΑΤΟ δεν συζητούν για τις μύχιες προθέσεις του «αήττητου» ηγέτη της Τουρκίας. Συζητούν μόνον για τα αυτονόητα και τα απολύτως επίκαιρα ζητήματα, που έχουν να κάνουν με την καθημερινή διαχείριση μιας πολύπλοκης σκακιέρας. Ο πόλεμος στην Ευρώπη, ο πόλεμος ισχύος στη θάλασσα της Κίνας, ο οικονομικός πόλεμος για τον παγκόσμιο έλεγχο των εμπορικών και ενεργειακών οδών. Αυτά είναι κολοσσιαία μεγέθη. Η Τουρκία, με πάνω από 800 δισ. δολάρια ακαθάριστου εθνικού προϊόντος και μέλος της G20, είναι υπολογίσιμη δύναμη στην περιοχή. Το Ισραήλ, λόγω ιδιότυπου γεωστρατηγικού ρόλου, και η Αίγυπτος, λόγω μεγέθους και ειδικού status στο Ισλάμ, είναι επίσης πολύ σημαντικά κομμάτια του παζλ. Η Ελλάδα όμως;

Αρκεί να «βήξουν» τα Δυτικά Βαλκάνια, όπως αυτή την περίοδο με τον αναβρασμό στο Κόσσοβο, και η έδρα του ΝΑΤΟ παρουσιάζει συμπτώματα σοβαρότατης πολιτικής πνευμονίας. Σε αυτές τις πολύπλοκες και πολυεπίπεδες σχέσεις η Αθήνα είναι από απούσα έως «πάγιος παρατηρητής». Αυτή είναι η χλωμή αλήθεια ιστορικά, δηλαδή από τη Μικρασιατική Καταστροφή και μετά, για να είμεθα ειλικρινείς.

Επανερχόμενοι στο μείζον, μόνο ανησυχία θα έπρεπε να αισθάνεται κανείς όταν αντιλαμβάνεται πως η 3η θητεία Ερντογάν ισοδυναμεί με το εγχείρημα επιβολής της «άφθαρτης σφραγίδας» του στη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας.

Πρόκειται για την ολοκλήρωση ενός συνδρόμου. Λαζός στην καταγωγή με καυκάσιες προδιαγραφές, ιδιοτελής, ξεκίνησε από χαμηλά για να φθάσει στα ύψιστα δώματα της εξουσίας της χώρας του. Διαχειρίστηκε με μαεστρία τον εαυτό του και κατάφερε να καμουφλάρει με επιτυχία τις προφανείς αδυναμίες του. Τύπος λαϊκός μέχρις κορεσμού, με τον ασιατικού τύπου λαϊκισμό να είναι βασικό στοιχείο της κουλτούρας του, κλασικό προϊόν της υπερβολής του Ισλάμ και της δυνατότητάς του να μιλά τη γλώσσα του τελευταίου χαμάλη στην αγορά του Ικονίου. Με έναν τέτοιο άνθρωπό συνήθως δεν συνεννοείσαι. Απλά κάνεις ότι καταλαβαίνεις, διότι είναι αδύνατο να κατανοήσεις την πραγματική απέχθεια που οι ισλαμιστές αυτής της κατηγορίας αισθάνονται για κάθε τι δυτικό. Απέχθεια για τις γλώσσες, τη γνώση, τα αισθητικά μοντέλα, τις δομές, τον τρόπο σκέψης, τον τρόπο συμπεριφοράς. Από εκεί πηγάζει αυτή απέχθεια για τη δημοκρατία. Η άρνηση της ισότητας, όπως την κατανοούμε στη Δύση.

Πρόκειται για έναν πόλεμο εφ’ όλης της ύλης που αρχίζει και τελειώνει με τον τρόπο που όλοι παρακολουθήσαμε. Με τις ιαχές οθωμανικής λατρείας σε έναν χώρο «εχθρικής» κουλτούρας, αυτόν της Αγίας Σοφίας. Διότι δεν τον αντιλαμβάνονται ως ιερό χώρο της Ορθοδοξίας, μιας άλλης κουλτούρας δηλαδή, αλλά ως λάφυρο. Αυτό είναι η Αγία Σοφία, λάφυρο πολέμου. Μια σχέση βαθιά ριζωμένη στην ψυχή του νομάδα πολεμιστή, που τελικά εξισλαμίστηκε για να καταφέρει με το Ισλάμ ως όχημα να διαφεντέψει μία γιγαντιαία αυτοκρατορία.

Αυτά τα ανακλαστικά αναπαράγει με το δικό του παράδειγμα ο Ταγίπ Ερντογάν. Το «Bye Bye Kemal» δεν απευθύνεται στον αντίπαλό του, τον Κιλιτσντάρογλου, που η ιστορία πολύ σύντομα θα τον ξεχάσει. Απευθύνεται στον άλλο Κεμάλ, τον μεγάλο αντίπαλο, τον άνθρωπο που πίστεψε στα δυτικά πρότυπα και έσφαξε τους Ιμάμηδες και τους Χοτζάδες στην Ανατολία. Ο Ερντογάν σε αυτή την 3η θητεία του προετοιμάζει τη συνολική εκδίκησή του. Από τότε που πούλαγε σιμίτια με ένα νταβά περασμένο με λουρί από το κεφάλι και τους ώμους του, στις κερκίδες της Φενέρ Μπαξέ, και ανακάλυπτε τον κόσμο. Μία εκδίκηση που εκκολάπτεται με αργούς έως και βασανιστικούς ρυθμούς από το 1919, όταν ο άλλος Κεμάλ ξεκίναγε από τη Σεβάστεια τη δική του πορεία.

Η Αθήνα θα πρέπει να προετοιμαστεί για τα δύσκολα που θα έρθουν και τα δυσκολότερα που ενδεχομένως θα ακολουθήσουν. Η συνεννόηση με τον πολιτικό Ισλάμ θέλει και τέχνη, θέλει και φαντασία. Διότι τίποτε δεν είναι αυτονόητο ως προς τη συμπεριφορά εκείνων που το εκφράζουν. Θυμάστε τον Ερντογάν με τον τότε πρόεδρο Προκόπη Παυλόπουλο και τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα. Ήρθε στην Αθήνα για να τους προσβάλει. Αυτός ήταν ο στόχος του ταξιδιού, όταν δεν πήρε αυτό που ήθελε. Τους τούρκους αξιωματικούς που είχαν αυτομολήσει μετά το πραξικόπημα. Είπαμε, την ατζέντα θα επιχειρήσει να την επιβάλει η Άγκυρα με το έτσι θέλω. Χωρίς περιστροφές.