- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το Σουδάν, το Νότιο Σουδάν και οι άλλοι
Γιατί οι Σουδανοί δεν μπορούν να επιτύχουν ειρήνη και συμφιλίωση ώστε να προσπαθήσουν να λύσουν τα μεγάλα προβλήματα της επιβίωσής τους;
Σουδάν και Νότιο Σουδάν: Ανάλυση της κατάστασης στο Σουδάν, ιστορική αναδρομή και μια ανάμνηση από το Χαρτούμ
Η καινούργια ανάφλεξη στο Σουδάν οφείλεται σε παλιές αιτίες και σε καινούργιες ξένες επεμβάσεις: από την Αφρική έχουν αποσυρθεί πλέον όλες οι δυτικές πολιτικές δυνάμεις (προς το παρόν, παραμένουν οι επιχειρήσεις) και το κενό έχουν καλύψει Ρώσοι μισθοφόροι και έμποροι όπλων. Παρόμοια εικόνα δίνει η γειτονική Λιβύη, όπου η Ρωσία στηρίζει τις δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, στέλνοντας οπλισμό από τη στρατιωτική βάση της Λαττάκειας, στη Συρία. Να πάνω κάτω πώς έχει η κατάσταση.
Μετά την απόσχιση του Νότιου Σουδάν το 2011 από την υπόλοιπη χώρα, οι Σουδανέζοι ήλπιζαν ότι τα βάσανά τους θα έπαιρναν τέλος. Ποια ήταν αυτά τα βάσανα; Εκτός από τη φτώχεια κι από τις ακραίες κλιματικές συνθήκες που επιδεινώνουν τη φτώχεια, το Σουδάν ταλαιπωρείται, όπως πολλές αφρικανικές χώρες, εξαιτίας της πολυμορφίας του, εξαιτίας του καθεστώτος των φυλών και του θρησκευτικού και οικονομικού ανταγωνισμού μεταξύ τους. Είναι μια χώρα με αυθαίρετα σύνορα τα οποία περικλείουν ασυμφιλίωτες κοινότητες με διαφορετικά ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, λίγο πριν από την απο-αποικιοποίηση, ξέσπασαν βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των ανταρτών Anyanya, οι οποίοι ζητούσαν αυτονομία του νότιου τμήματος της χώρας όπου η (σχετική) πλειοψηφία των κατοίκων είναι χριστιανοί. Αυτός ο πρώτος εμφύλιος πόλεμος, που είχε στοιχίσει τη ζωή 500.000 ανθρώπων, έληξε τον Μάρτιο του 1972, με την Ειρηνευτική Συμφωνία της Αντίς Αμπέμπα. Το 1983 ξέσπασε ο δεύτερος εμφύλιος πόλεμος, ενώ, την ίδια εποχή, δημιουργήθηκε ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός του Σουδάν (Sudan People's Liberation Army-SPLA και το πολιτικό του τμήμα Λαϊκό Απελευθερωτικό Κίνημα του Σουδάν, Sudan People's Liberation Movement-SPLM) που πολεμούσε, με διαλείμματα, τον υποτιθέμενο «επίσημο» σουδανικό στρατό, μέχρις ότου, το 2005, οι δυο πλευρές υπέγραψαν στην Κένυα τη Συνολική Ειρηνευτική Συμφωνία (Comprehensive Peace Agreement-CPA, γνωστή και ως Συμφωνία της Ναϊβάσα). Τα θύματα της δεύτερης φάσης του εμφυλίου πολέμου υπολογίζονται γύρω στα 2 εκατομμύρια, ενώ περίπου 4 εκατομμύρια άμαχοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Στο μεταξύ, συνεχίστηκαν οι συγκρούσεις ανάμεσα σε αντίπαλες φυλές, καθώς και οι επιχειρήσεις των ανταρτών της γειτονικής Ουγκάντας «Στρατός Αντίστασης του Κυρίου» (LRA), ο οποίος απαιτούσε τη δημιουργία χριστιανικής θεοκρατίας βασισμένης στις Δέκα Εντολές.
Μετά από όλα τούτα, τον Δεκέμβριο του 2009 το κοινοβούλιο του Σουδάν προκήρυξε δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία του νότιου τμήματος της χώρας, το οποίο διεξήχθη τελικά στις 9-15 Ιανουαρίου του 2011. Ήταν τόσο προφανής η επιθυμία για απόσχιση που ο τότε πρόεδρος Ομάρ αλ-Μπασίρ —η τριακονταετής προεδρία του οποίου είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της πολιτικής ιστορίας του Σουδάν— δήλωσε έτοιμος να αποδεχθεί την ανεξαρτησία του Νότου. Πράγματι, παρά τις βίαιες συγκρούσεις στα σύνορα Βόρειου-Νότιου Σουδάν εκείνες τις ημέρες, μόνο το 1,17% των ψηφοφόρων τάχθηκαν υπέρ της διατήρησης της ενότητας με τον βορρά. Έτσι, στις 9 Ιουλίου 2011 το Νότιο Σουδάν έγινε ανεξάρτητο κράτος και αναγνωρίστηκε διεθνώς. Όμως, το 2013 μια μερίδα του στρατού του Νότιου Σουδάν στασίασε: ο Σάλβα Κιίρ Μαγιαρντίτ, ο πρώτος πρόεδρος της ανεξάρτητης Δημοκρατίας του Νότιου Σουδάν, ανακοίνωσε ότι κατεστάλη η απόπειρα πραξικοπήματος, αλλά οι συγκρούσεις επαναλήφθηκαν και επεκτάθηκαν πέρα από την πρωτεύουσα, την Τζούμπα. Διαρκής ειρήνη δεν επετεύχθη: οι διαφορετικές φυλές του Νότιου Σουδάν συνέχισαν τις εχθροπραξίες στις οποίες προσετέθη λιμός· τον Ιούλιο του 2014 η ανθρωπιστική κρίση χαρακτηρίστηκε από τo Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών ως «η χειρότερη στον κόσμο». Η κατάσταση παρέμεινε ασταθής όλα αυτά τα χρόνια.
Ποιο είναι το πρόβλημα; Γιατί οι Σουδανοί δεν μπορούν να επιτύχουν ειρήνη και συμφιλίωση ώστε να προσπαθήσουν να λύσουν τα μεγάλα προβλήματα της επιβίωσής τους; Κατ’ αρχάς, ας μην ξεχνάμε ότι το Σουδάν είναι σήμερα δύο χώρες με κοινό παρελθόν, κι ότι το Νταρφούρ στο δυτικό μέρος της επικράτειας, που επί αιώνες ήταν ανεξάρτητο σουλτανάτο, αποτελεί ξεχωριστή οντότητα. Από το 2003, στο Νταρφούρ μαίνεται διαμάχη μεταξύ του μη-αραβικού ιθαγενούς πληθυσμού και των Αράβων νομάδων που μετακινήθηκαν στο Νταρφούρ από βορειότερες περιοχές και που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση του Σουδάν.
Η αιγυπτιακή κατοχή και η βρετανική αποικιοκρατία είναι δύο σημαντικά στάδια στην ιστορία του Σουδάν: στην πραγματικότητα, έτσι διαμορφώθηκε ο ισλαμικός βορράς και ο ανιμιστικός και χριστιανικός νότος (το 60% είναι χριστιανοί) όπου το Ισλάμ προσπάθησε να κυριαρχήσει όχι μόνο από θρησκευτική αλλά και από πολιτική και διοικητική άποψη. Στη δεκαετία του 1960 έγιναν κάποιες προσπάθειες εκδημοκρατισμού: από τη μία πλευρά ήταν η σκοταδιστική Μουσουλμανική Αδελφότητα και τα υπερσυντηρητικά κόμματα, ενώ από την άλλη ήταν οι κομμουνιστές και οι φιλονασερικοί. Όλες οι δημοκρατικές διαδικασίες υπήρξαν επεισοδιακές εξαιτίας της δράσης της αυτονομιστικής οργάνωσης Anyanya στον Νότο και, όπως είπα, από τις εμφύλιες συγκρούσεις, τους λιμούς και τις επιδημίες. Επαναλαμβάνω εδώ ότι εκείνη την εποχή το «αριστερό» πρόγραμμα ταίριαζε στις χώρες της Αφρικής κι ότι οι ΗΠΑ συνεργάστηκαν με το Ισλάμ για να το ματαιώσουν: το Σουδάν έχασε μια ευκαιρία προόδου· είναι χαρακτηριστική η πορεία 20.000 ισλαμιστών στο Χαρτούμ με το σύνθημα «Ο κομμουνισμός είναι ο μοναδικός εχθρός του Ισλάμ», ύστερα από έκκληση του ιμάμη Αλ Μόχντι «να προασπίσουν τα κεκτημένα της επανάστασης της 21ης Οκτωβρίου του 1964». Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην Αίγυπτο: η Δύση εξουδετέρωσε τον Νάσερ με τη βοήθεια των ισλαμιστών — και ιδού τα αποτελέσματα.
Επιστρέφω στο Σουδάν. Οι αντιζηλίες μεταξύ φυλών είναι βεβαίως αρχαίες αλλά επιδεινώνονται από την ξηρασία —η οποία έχει μειώσει τα εδάφη των βοσκοτόπων στις βόρειες περιοχές— και από τη μετακίνηση κτηνοτρόφων προς το Νταρφούρ, οι οποίοι εκτόπισαν βιαίως τους ντόπιους. Η αντίδραση των κατοίκων του Νταρφούρ κλιμακώθηκε με τη δημιουργία ένοπλων αντάρτικων ομάδων που αντιμάχονται τη σουδανική κυβέρνηση και πιθανώς συνεργάζονταν επί χρόνια με την κυβέρνηση του Τσαντ.
Πήγα στο Χαρτούμ το 2005. Ήταν τέτοια η άγνοια των Ευρωπαίων για το Σουδάν ώστε ένας Γάλλος φίλος μου μού είχε παραγγείλει «CD σουδανικής μουσικής»: ο Φρανκ ίσως φανταζόταν ότι θα έμπαινα σε ένα κατάστημα σαν τη Fnac και θα διάλεγα σουδανικές μελωδίες. Μόλις προσγειώθηκα στο Χαρτούμ με μια πτήση από το Κάιρο, ήμουν πια σίγουρη ότι ο Φρανκ, αν και πολυταξιδεμένος, δεν καταλάβαινε τίποτα από την Αφρική. Εν πάση περιπτώσει, στο Χαρτούμ του 2005 δεν υπήρχε δημόσιος χώρος: σε μια μικρή υπαίθρια αγορά πουλιούνταν ζωντανά πρόβατα και στους δρόμους υπήρχαν μπλόκα με ενστόλους που έκαναν έλεγχο ταυτοτήτων — ένας θεός ξέρει γιατί. Η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη· κι όταν ένας από τους στρατιώτες με στολή παραλλαγής με ρώτησε βλοσυρά αν μου αρέσει το Σουδάν, έκανα λάθος κι αντί να πω «βεβαίως, είναι τέλειο!» είπα «Δεν έχω δει τίποτα ακόμα, δεν ξέρω!» με αποτέλεσμα να θυμώσει και να μουρμουρίσει κάτι που δεν κατάλαβα. Όμως, οι μη ένστολοι κάτοικοι ήταν πολύ συμπαθητικοί και φιλόξενοι· κάπου κάπου παιδιά έπαιζαν μπάλα στον χωματόδρομο και νέοι έπαιζαν χαρτιά πάνω σε βαρέλια. Κυκλοφορούσα φορώντας μαντίλα· για να πιάσει σήμα το κινητό τηλέφωνο έπρεπε να ανεβαίνω ψηλά στα δέντρα.
Αναμφίβολα, μέσα σ’ αυτά τα δεκαοκτώ χρόνια πολλά έχουν αλλάξει στο Χαρτούμ: σε φωτογραφίες στο Google βλέπω ότι η πόλη έχει αποκτήσει καινούργια κτίρια, ξενοδοχεία και εστιατόρια· εξάλλου, η ψηφιακή τεχνολογία έχει τροποποιήσει τη φυσιογνωμία και τη λειτουργία της. Το Χαρτούμ έχει σχεδόν ενωθεί με το Ομπντουρμάν στην απέναντι όχθη του Νείλου· σήμερα δεν θα συνέβαινε αυτό που συνέβη το 2005, όταν ένας ντόπιος φίλος μού είπε «Θα περάσω να σε πάρω να πάμε στο Ομπντουρμάν» κι εγώ περίμενα ότι θα έρθει με αυτοκίνητο, πλην όμως το κόψαμε με τα πόδια: είκοσι τέσσερα χιλιόμετρα. Εκείνη την εποχή άκουγα φήμες ότι οι συμμορίτες της ένοπλης ομάδας Janjaweed εισέβαλλαν σε χωριά αφρικανικών φυλών, σκότωναν τους άνδρες και βίαζαν τις γυναίκες με το σύνθημα: «Να γιορτάσεις, σκλάβε. Θα γεννήσεις έναν Άραβα». Διοικητής της συμμορίας ήταν ένας πολύ νέος Άραβας, ονόματι Χεμέντι, ο οποίος αποδείχτηκε στη συνέχεια ο μεγαλύτερος ανακατώστρας στην ιστορία του Σουδάν.
Πέρα από τις αλλαγές που βλέπω στις φωτογραφίες του Google, από το 2005 επικρατεί η ίδια κατάσταση, με φάσεις εμφυλίου πολέμου όπως αυτή σήμερα. Οι συγκρούσεις που ξέσπασαν πριν από δύο εβδομάδες ξεκίνησαν από την παραστρατιωτική ομάδα «Δυνάμεις Ταχείας Υποστήριξης» (RSF) επικεφαλής της οποίας είναι ο στρατηγός Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκάλο, ο προαναφερθείς Χεμέντι. Από το πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 2021, το Σουδάν διοικείται από συμβούλιο στρατηγών: δύο από αυτούς, ο Αμπντέλ Φατάχ αλ-Μπουρχάν, επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων, και ο Χεμέντι φαγώνονται για το αν οι 70.000 άνδρες των RSF θα ενταχθούν στον στρατό και βεβαίως για το ποιος θα ηγηθεί στη συνέχεια της νέας στρατιωτικής δύναμης. Η ομάδα RSF δημιουργήθηκε το 2013 με άνδρες από την περιβόητη πολιτοφυλακή Janjaweed που έχει διαπράξει φρικαλεότητες στο Νταρφούρ, στην Υεμένη —όπου παρενέβη στο πλευρό της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων, εναντίον των ανταρτών Χούθι— και στη Λιβύη. Ο ίδιος ο Χεμέντι ελέγχει ορυχεία χρυσού στο Νταρφούρ και έχει κατηγορηθεί για φρικαλεότητες: μεταξύ αυτών για τη σφαγή 120 διαδηλωτών τον Ιούνιο του 2019. Μετά την ανατροπή του Μπασίρ το 2019, η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα έστειλαν 3 δισεκατομμύρια δολάρια υπέρ μιας προοπτικής χούντας των RSF. Αυτή η συμμαχία επεκτάθηκε στη Λιβύη, όπου το 2019, εστάλησαν 1.000 στρατιώτες των RSF για να ενισχύσουν τις συμμαχικές δυνάμεις των Εμιράτων και του Χαλίφα Χάφταρ στην επίθεσή του στην Τρίπολη. Αναμφίβολα, ολόκληρο το σύστημα γύρω από το Σουδάν είναι ασταθίες —Λιβύη, Αίγυπτος, Αιθιοπία, Ερυθραία, Τσαντ —κι ότι σημερινή φάση του εμφυλίου είναι το πιο πρόσφατο επεισόδιο της έντασης που κορυφώθηκε μετά την ανατροπή του προέδρου Ομάρ αλ-Μπασίρ το 2019: από τότε έγιναν μαζικές διαδηλώσεις και ένα στρατιωτικό πραξικόπημα ενώ η αντιπαλότητα μεταξύ του Μπουρχάν και του Νταγκάλο, που υπήρξαν κάποτε συνεργάτες, έφτασε σε παροξυστικό σημείο.
Το Σουδάν σπαράσσεται από την ίδια του τη γεωγραφία: το μεγαλύτερο μέρος του είναι πεδινό, με βουνά στον άπω νότο και κατά μήκος των βορειοανατολικών και δυτικών περιοχών· στον βορρά εκτείνεται η έρημος και η απερήμωση προκαλεί επισιτιστική επισφάλεια. Εκτός από τις κλιματικές διαφορές που δημιουργούν διαφορετικές συνθήκες διαβίωσης —το κλίμα είναι τροπικό στον νότο και ερημικό στον βορρά— η θρησκεία έχει διαμορφώσει εχθρικές ταυτότητες και τρόπους ζωής. Για παράδειγμα, το Νταρφούρ, ισλαμικό σουλτανάτο από το 1596, δεν ενσωματώθηκε ποτέ πλήρως στο ευρύτερο Σουδάν· οι αυτόχθονες καθιστικοί αφρικανικοί λαοί του Νταρφούρ και οι νομάδες Άραβες διαφέρουν ως προς τις θρησκευτικές τελετουργίες και το φυλετικό υπόβαθρο· οι χριστιανοί παραμένουν ασυμφιλίωτοι με τους μουσουλμάνους· οι αφρικανικές φυλές υφίστανται αφόρητη πίεση από τους Άραβες: όλα αυτά επιδεινώνονται από τον ανταγωνισμό για τους πόρους, τον οποίον επιτείνει η κλιματική κατάρρευση και η ερημοποίηση. Τέλος, τις συγκρούσεις μεταξύ φυλών ευνόησαν κατά καιρούς τυχαίοι παράγοντες όπως η εισροή όπλων από τον εμφύλιο πόλεμο στο Τσαντ κατά μήκος των συνόρων του Νταρφούρ, στη δεκαετία του 1990 και του 2000.
Όσο για τον Χεμέντι είναι σκοτεινό πρόσωπο και θα μπορούσε να γίνει ο «κακός» ήρωας περιπετειώδους μυθιστορήματος. Αλλά βεβαίως δεν είναι ο μοναδικός «κακός». Οι κινητοποιήσεις εναντίον του επίσης «κακού» δικτάτορα Μπασίρ —ο οποίος έχει κατηγορηθεί για εγκλήματα πολέμου— πήραν τον δρόμο της αραβικής άνοιξης: κατέληξαν σε δήθεν διαμοιρασμό της εξουσίας μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών. Αυτή η διευθέτηση δεν εμπόδισε το πραξικόπημα του Οκτωβρίου του 2021 κατά το οποίο ο Μπουρχάν και ο Χεμέντι έριξαν στη φυλακή τον πρωθυπουργό της χώρας, Aμπντάλα Χάμντοκ, με τη στήριξη των χωρών του Κόλπου και της Αιγύπτου. Από την πλευρά τους, οι Σουδανοί φαίνεται ότι επιθυμούν πολιτική κυβέρνηση που να προκύπτει από ελεύθερες εκλογές με τη συμμετοχή όλων των κομμάτων. Προς το παρόν, τα κόμματα —καμιά εικοσαριά— δεν έχουν παρουσία στην πολιτική ζωή: εξάλλου, με τα ευρωπαϊκά κριτήρια, «δημοκρατικά» και ανεξάρτητα από ξένες δυνάμεις μπορούν να θεωρηθούν πέντε ή έξι, όχι περισσότερα.
Τέλος, αν αναρωτιόμαστε πού πάνε τα έσοδα από τα χρυσωρυχεία —σημειώνω ότι εξορύσσονται περίπου 18 τόνοι χρυσού ετησίως— η απάντηση είναι η αναμενόμενη: σχεδόν η μισή παραγωγή πωλείται λαθραία στο εξωτερικό με αντάλλαγμα όπλα που χρησιμοποιούνται για τις εμφύλιες συγκρούσεις.