- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ρωσική μαφία: Η ιστορία, η δράση, οι συμμορίες και οι διαφορές με την ιταλο-αμερικανική μαφία.
Γνωστή και ως Μπρατβά (αδελφότητα), η ρωσική μαφία είναι μια συλλογή από οργανώσεις και συμμορίες που προέρχονται από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Το οργανωμένο έγκλημα δεν είναι προϊόν της δεκαετίας του 1980 όπως πιστεύεται γενικά, ούτε απορρέει από την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος. Η Σοβιετική Ένωση δημιούργησε συμμορίτες μέσω του δικτύου των στρατοπέδων καταναγκαστικής εργασίας -οι διαχειριστές και οι φύλακες απέκτησαν κώδικα τιμής και επιδόθηκαν σε παράνομες δραστηριότητες- καθώς και μέσω της μαύρης αγοράς που άνθισε μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Η μαφία κινούνταν στην παραοικονομία για πάρα πολλά χρόνια σε ποικίλους τομείς, από την προώθηση προϊόντων πολυτελείας μέχρι την πορνεία. Μετά την αλλαγή των καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά και πριν από αυτή, ένα μέρος των επιχειρηματιών στην παραοικονομία βρήκαν τον τρόπο να μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ: στις παλιές γειτονιές των Ρώσων και των Ρωσοεβραίων που είχαν προκύψει από τη λεγόμενη «λευκή» εμιγκράτσια του 1917-1922, εγκαταστάθηκαν μαφιόζοι σε τέτοιους αριθμούς ώστε ο Louis Freeh, πρώην διευθυντής του FBI, είπε ότι στα μέσα της δεκαετίας του 1990 η ρωσική μαφία αποτελούσε τη μεγαλύτερη απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Ήδη, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέτρεψαν σε πολλούς Σοβιετικούς να εγκατασταθούν στην Ανατολική Ακτή: η περιοχή του νότιου Μπρούκλιν, γνωστή ως Μπράιτον Μπιτς, ονομάστηκε «Μικρή Οδησσός» και έγινε το επίκεντρο του ρωσικού οργανωμένου εγκλήματος. Δεν έλειψαν οι δολοφονίες ανάμεσα σε αντίπαλες συμμορίες και οι συνεργασίες με μικρότερες εγκληματικές ομάδες Πολωνών γύρω από το εμπόριο της ηρωίνης και τις απάτες με πιστωτικές κάρτες.
Τόσο η κυβέρνηση Τζορτζ Μπους όσο και η κυβέρνηση Μπιλ Κλίντον διευκόλυναν τη ρωσική μετανάστευση, πολλά μέλη της οποίας συνδέθηκαν με την τοπική μαφία και τα κολομβιανά καρτέλ ναρκωτικών. Έτσι, η ρωσική μαφία επεκτάθηκε στο Μαϊάμι, στο Λος Άντζελες και στη Βοστόνη, αναδεικνύοντας αφεντικά του εγκλήματος όπως τον Ουκρανό Semion Mogilevich που είχε συμμαχήσει με την Καμόρρα, και ιδιαίτερα με τον Salvatore DeFalco, με τον οποίον είχε συναντήσεις στην Πράγα το 1993. Η καθαρή περιουσία του 76χρονου σήμερα Semion Mogilevich, ο οποίος καταζητείται απεγνωσμένα, υπολογίζεται σε 10 δισεκατομμύρια δολάρια. Είναι σίγουρο ότι τα αφεντικά της μαφίας έχουν διασυνδέσεις στην Πράγα και στη Βουδαπέστη κι ότι στις χώρες όπου δραστηριοποιούνται χρησιμοποιούν τις συνηθισμένες επιχειρηματικές βιτρίνες: για παράδειγμα, ο επίσης Ουκρανός Leonid Fainberg, ο επιλεγόμενος «Ταρζάν», άνοιξε στο Μαϊάμι ένα στριπτιτζάδικο, το Porky's, το οποίο δεν άργησε να δημοφιλές στέκι για εγκληματίες του υποκόσμου. Ο Ταρζάν απέκτησε τη φήμη του πρεσβευτή μεταξύ των διεθνών εγκληματικών ομάδων, φέρνοντας σε επαφή τον Juan Almeida, έναν Κολομβιανό έμπορο κοκαΐνης, με τον ρωσικό στρατό, από τον οποίον ο ναρκέμπορος αγόρασε έξι ρωσικά στρατιωτικά ελικόπτερα και ένα υποβρύχιο για λαθρεμπόριο κοκαΐνης. Αν και ο Fainberg συνελήφθη τελικά στο Μαϊάμι, καταδικάστηκε σε μόνο 33 μήνες φυλάκιση επειδή έδωσε πληροφορίες στο FBI για τον Almeida.
Τον Δεκέμβριο του 2009, ο Timur Lakhonin, επικεφαλής του Ρωσικού Γραφείου της Ιντερπόλ , δήλωνε «Σίγουρα, υπάρχει εγκληματικότητα πρώην συμπατριωτών μας στο εξωτερικό, αλλά δεν διαθέτουμε στοιχεία που να υποδηλώνουν ότι υπάρχει οργανωμένη δομή Ρώσων εγκληματιών»· αντιθέτως, ο Γάλλος εγκληματολόγος Alain Bauer ισχυρίστηκε ότι «η ρωσική μαφία είναι μια από τις καλύτερα δομημένες εγκληματικές οργανώσεις στην Ευρώπη· μια σχεδόν στρατιωτική επιχείρηση». Όσο για το FBI την έχει χαρακτηρίσει «εγκληματική υπερδύναμη».
Η ρωσική μαφία μοιάζει με την ιταλική μαφία σε οργάνωση, ιεραρχικό μοντέλο και χαρτοφυλάκιο εγκληματικής δραστηριότητας. Αλλά, το επίπεδο της πολιτικής διαφθοράς και των πωλήσεων όπλων στη μετασοβιετική Ρωσία επέτρεψε τη μαζική επέκταση και την ενσωμάτωση πολύ περισσότερων κυβερνητικών αξιωματούχων στα εγκληματικά συνδικάτα τα οποία φέρονται να ασχολούνται ακόμα και με το εμπόριο ουρανίου· χώρια την εμπορία ανθρώπων.
Όταν κατέρρευσε η ΕΣΣΔ και ξεκίνησε η οικονομία της ελεύθερης αγοράς, διάφορες οργανωμένες εγκληματικές ομάδες άρχισαν να καταλαμβάνουν την εθνική οικονομία, με πολλούς πρώην πράκτορες της KGB και βετεράνους του πολέμου στο Αφγανιστάν να προσφέρουν τις δεξιότητές τους στα αφεντικά του εγκλήματος. Στη δεκαετία του 1990 σε όλες τις μετασοβιετικές χώρες, ιδιωτικοποιήθηκαν οι φυσικοί πόροι και οι κρατικές επιχειρήσεις με αποτέλεσμα πρώην Σοβιετικοί γραφειοκράτες, διευθυντές εργοστασίων, επιθετικοί επιχειρηματίες και εγκληματικές οργανώσεις να συνάψουν εμπιστευτικές συμφωνίες, με δωροδοκίες και βία για να αρπάξουν προσοδοφόρα περιουσιακά στοιχεία. Οι επιχειρήσεις άρχισαν να χτίζουν τους δικούς τους ιδιωτικούς στρατούς από πράκτορες ασφαλείας, σωματοφύλακες και εμπορικούς-βιομηχανικούς κατασκόπους. Συχνά απλώς αγόραζαν τους ανθρώπους και τα όπλα του πρώην σοβιετικού κράτους, δαπανώντας εκατομμύρια δολάρια για προστασία, αγοράζοντας θωρακισμένα αυτοκίνητα, αισθητήρες βομβών, κρυφές κάμερες, αλεξίσφαιρα γιλέκα, εξοπλισμό κατά της υποκλοπής, όπλα, και στρατολογώντας ως σωματοφύλακες βετεράνους του πολέμου στο Αφγανιστάν και στην Τσετσενία. Ωστόσο, σχεδόν κάθε επιχείρηση στη Ρωσία, από πλανόδιους πωλητές μέχρι τεράστιες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου, πραγματοποιούσε πληρωμές στο οργανωμένο έγκλημα για προστασία («krysha»). Οι επιχειρηματίες έλεγαν ότι χρειάζονταν το «krysha» επειδή οι νόμοι και το δικαστικό σύστημα δεν λειτουργούσαν σωστά στη Ρωσία: ο μόνος τρόπος για να επιβάλουν ένα συμβόλαιο, για να εκφοβίσουν τους ανταγωνιστές, να επιβάλουν συμβάσεις, να εισπράξουν χρέη ή να κατακτήσουν νέες αγορές, ήταν να στραφούν σε εγκληματία που πρόσφερε προστασία με το αζημίωτο. Οι δολοφονίες μέσω εκτελεστή έγιναν τόσο συχνές ώστε στη δεκαετία του 2000 δεν έκαναν εντύπωση σε κανέναν.
Ρώσοι μαφιόζοι δραστηριοποιούνται πλέον σε περισσότερες από 50 χώρες: τριάντα ρωσικά εγκληματικά συνδικάτα λειτουργούν σε τουλάχιστον 17 πόλεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Προπύργιο της ρωσικής μαφίας έχει γίνει και η Ατλάντα όπου τα μέλη διακρίνονται για τα τατουάζ τους. Μετά τη δολοφονία των παλιών αρχιμαφιόζων, όπως εκείνη του Γεωργιανού Aslan Usoyan, ξεπήδησαν νέα φιντάνια, ενώ στο μεταξύ όσοι είχαν φυλακιστεί αφέθηκαν ελεύθεροι. Τα ονόματα Vyacheslav Ivankov, Monya Elson ή Leonid Roytman δεν είναι γνωστά σε όποιον δεν ασχολείται με αυτά τα ζητήματα, πρόκειται ωστόσο για εγκληματίες που έχουν προκαλέσει τον θάνατο πολλών ανθρώπων. Συνελήφθησαν τον Μάρτιο του 2006 για μια ανεπιτυχή συνωμοσία δολοφονίας εναντίον δύο επιχειρηματιών με έδρα το Κίεβο. Άλλο; Περιβόητος είναι ο Konstantin «Gizya» Ginzburg, ο οποίος ήταν αφεντικό του ρωσικού οργανωμένου εγκλήματος στην Αμερική πριν από την δολοφονία του το 2009. Το 2012, υπήρχαν έως και 6.000 εγκληματικές ομάδες: περίπου 200 από αυτές έχουν παγκόσμια εμβέλεια. Οι εγκληματίες είναι είτε πρώην εργαζόμενοι στις φυλακές, διεφθαρμένοι αξιωματούχοι και επικεφαλής επιχειρήσεων, άτομα με εθνικούς δεσμούς ή άτομα από την ίδια περιοχή με κοινές εγκληματικές εμπειρίες και αρχηγούς.
Στις 7 Ιουνίου 2017, 33 θυγατρικές και μέλη της ρωσικής μαφίας συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για εκβιασμό, παράνομο τζόγο, αδικήματα σχετικά με όπλα, διακίνηση ναρκωτικών, απάτες πιστωτικών καρτών, κλοπή ταυτότητας, απάτες σε κουλοχέρηδες καζίνο με χρήση ηλεκτρονικών συσκευών hacking με έδρα το Ατλάντικ Σίτι και τη Φιλαδέλφεια, συνωμοσία για δολοφονία και για λαθρεμπόριο τσιγάρων. Κατηγορήθηκαν επίσης ότι λειτουργούσαν μυστικά και υπόγεια κρησφύγετα τυχερών παιχνιδιών με έδρα το Μπράιτον Μπιτς και ότι χρησιμοποίησαν βία σε όσους όφειλαν χρέη τυχερών παιχνιδιών, ότι άνοιξαν νυχτερινά κέντρα για να πουλήσουν ναρκωτικά, ότι χρησιμοποιούσαν γυναίκες συνεργάτες για να ληστεύουν ξένους άντρες αποπλανώντας και ναρκώνοντας τους με χλωροφόρμιο. Πάνω από 27 εκ των συλληφθέντων συνδέονται με τη ρωσική μαφία «Shulaya», η οποία εδρεύει στη Νέα Υόρκη, αλλά έχει επίσης επιχειρήσεις στο Νιου Τζέρσεϊ, την Πενσυλβάνια, τη Φλόριντα και τη Νεβάδα. Στις 26 Σεπτεμβρίου 2017, στο πλαίσιο μιας τετραετούς έρευνας, έγιναν επιδρομές κατά της ρωσικής μαφίας στην Ισπανία με αποτέλεσμα τη σύλληψη 11 ατόμων που κατηγορήθηκαν για ξέπλυμα άνω των 62 εκ. δολαρίων.
Σήμερα, οι αρχές ασφαλείας των ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ γνωρίζουν με ακρίβεια τη δομή των οργανώσεων και τους κανόνες στους οποίους στηρίζεται η δράση τους. Όμως η σύλληψη των εγκληματιών παραμένει δύσκολη κυρίως διότι η ρωσική μαφία είναι διεθνοποιημένη και συγχωνευμένη με το ρωσικό κράτος. Στην πόλη της Μόσχας και γύρω από αυτήν δρα μια συνιστώσα, η Solntsevskaya Bratva, με περίπου 5.000 μέλη, καθώς και η Lyuberetskaya Bratva με περίπου 3.000 μέλη και επικεφαλής τον αιμοβόρο Denis Sergin (Fraser). Η συμμορία Izmaylovskaya, μια από τις παλαιότερες σύγχρονες συμμορίες της Ρωσίας, ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1980 με αρχηγό τον Oleg Ivanov και έχει περίπου 200 - 500 μέλη μόνο στη Μόσχα. Η Izmailovskaya έχει καλές σχέσεις με τη συμμορία Podolskaya και διασυνδέσεις με Ρώσους στην Ελβετία, καθώς και με την «Ομάδα Πρακτορείων Αγίας Πετρούπολης». Η Podolskaya έχει επίσης σχέσεις με τη μαφία στις Ηνωμένες Πολιτείες και στο Βέλγιο. Ομάδες υπάρχουν επίσης σε άλλα μέρη της Ρωσίας και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης: η συμμορία Tambov της Αγίας Πετρούπολης είναι συνδεδεμένη με την ιαπωνική Yakuza από το Κόμπε. Εγκληματικές ομάδες υπάρχουν επίσης στο Ουζμπεκιστάν, στην πόλη Ριαζάν,στο Εκατερίνενμπουργκ, στην Τσετσενία, στη Γεωργία, στο Καζάν και στην Οδησσό.
Μερικοί μαφιόζοι βρίσκονται στη φυλακή -ο Boris Nayfeld ή ο Εσθονός Imre Arakas- οι περισσότεροι όμως καταζητούνται: ο Τσετσένος Khozh-Ahmed Noukhayev έχει γίνει άφαντος, ο Vladislav Leontyev χαίρει της προστασίας του ρωσικού καθεστώτος. Ο αγώνας κατά της ρωσικής μαφίας είναι αγώνας κατά ενός κράτους που δεν έχει απλώς κάποιους διαύλους επικοινωνίας με το οργανωμένο έγκλημα, αλλά που το έχει προσλάβει στην υπηρεσία του.