Κοσμος

Οδοιπορικό στα συντρίμμια της Τουρκίας με την κάμερα του Άγγελου Μπαράι

Ο βραβευμένος φωτορεπόρτερ αφηγείται ιστορίες πίσω από κάθε συνταρακτικό κλικ, ανάμεσα στους γερανούς και τα βουνά από τσιμέντο σε Άδανα και Αντιόχεια.
Κατερίνα Καμπόσου
ΤΕΥΧΟΣ 859
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σεισμός στην Τουρκία: Φωτορεπορτάζ του Άγγελου Μπαράι

«Δουλειά μας είναι να δείχνουμε αυτά που συμβαίνουν και να λέμε την ιστορία όσο καλύτερα μπορούμε. Εγώ πάντα προσπαθώ σαν φωτογράφος να βρίσκω την ελπίδα μέσα στο χάος αλλά σε αυτήν την περίπτωση δεν μπορούσα να βρω κάτι θετικό, ήταν μια κόλαση.

Στις 12 το μεσημέρι της Τρίτης, μια μέρα δηλαδή μετά τον σεισμό, με παίρνει τηλέφωνο ένας δημοσιογράφος του εξωτερικού, συγκεκριμένα από ένα αλβανικό κανάλι και μου λέει ‘φεύγουμε;’ Το σκέφτηκα στην αρχή αλλά ήταν τόσο μεγάλο το συμβάν, με είχε συγκλονίσει από την πρώτη που έμαθα γι’ αυτό και του απάντησα ‘ναι, πάμε’. Ξεκίνησα από Αθήνα για Κωνσταντινούπολη το πρωί της Τετάρτης, με κακοκαιρίαχιόνιζε στο Ελ. Βενιζέλοςκαι όταν φτάσαμε Τουρκία για να πάρουμε πτήση προς Άδανα όλα τα αεροπλάνα ήταν γεμάτα από εθελοντές και διασώστες. Πήραμε μαζί μας τρόφιμα και εξοπλισμό, προετοιμασμένοι για να διανυκτερεύουμε στο αμάξι. Πήγαμε Άγκυρα οδηγώντας περίπου 700 χιλιόμετρα με μεγάλη ταλαιπωρία καθώς τα πρατήρια δεν είχαν καύσιμα, με ουρές αυτοκινήτων σταματημένα μπροστά τους που περίμεναν να γεμίσουν τα ντεπόζιτα, όσο πλησιάζαμε στα Μαλάτια.

Μπαίνοντας στον κεντρικό δρόμο στα Μαλάτια το πρώτο που αντικρίσαμε ήταν ένα κτίριο επτά ορόφων που είχαν πέσει οι κολώνες του. Είχε καταρρεύσει ολόκληρο και πάνω του διασώστες είχαν ανάψει φωτιές για να ζεσταθούνοι βαθμοί έξω ήταν στους -10 με -12. Κάποιοι επιχειρούσαννα ανασύρουν μια ηλικιωμένη που φαινόταν ζωντανή μέσα στα συντρίμμια. Ανέβηκα στην ταράτσα του κτιρίου και όταν πλησίασα την τρύπα είδα ότι οι διασώστες είχαν σκάψει τρεις ορόφους για να φτάσουν κοντά στη γυναίκα προκειμένου να την ανασύρουν. Η διάσωση είχε ξεκινήσει από τις 6 το πρωί ενώ όλο το βράδυ πάλευαν να ανοίξουν την τρύπα για να την πλησιάσουν. Όταν την έβγαλαν με τη βοήθεια του στρατού, την πήρε ασθενοφόρο. Αργότερα γινόταν μια μεγαλύτερη επιχείρηση σε έναν ξενώνα εξίσου πολλών ορόφων,που είχε καταρρεύσει από το προηγούμενο βράδυ και μας είπαν ότι είχε πλακώσει πάνω από 25 άτομα, κυρίως παιδιά. Η επιχείρηση γινόταν από διάφορα σημεία προσπαθώντας να ανοίξουν πολλές τρύπες για να τους βρουνκαι δίπλα ακριβώς οι συγγενείς τους που έκλαιγαν και πενθούσαν καθώς γνώριζαν ότι τα παιδιά τους θα βγουν νεκρά, αλλά παρόλα αυτά περίμεναν για να πάρουν τα σώματά τους.

Για μένα ήταν δύσκολο να βλέπω αυτήν την εικόνα γιατί ενώ πάντα υπάρχει ελπίδα,ένιωθα ότι εκείνη την ώρα είχε εγκαταλείψει τους ανθρώπους αυτούς.Τότε, μύρισα για πρώτη φορά αίμα ή σάρκα από τις τρύπες που είχαν ανοίξει οι διασώστες στα χαλάσματα. Όσο μέναμε στα Μαλάτια περάσαμε πολλές ώρες σε αυτό το κτίριο προσπαθώντας να δούμε αν θα υπάρχουν επιζώντες αλλά όσο περνούσαν οι ώρες καταλαβαίναμε ότι αυτό θα ήταν πολύ  δύσκολο γιατί το κτίριο ήταν πολύ μεγάλο και δεν μπορούσαν να εντοπιστούν τα σημεία στα οποία βρίσκονταν όλοι οι άνθρωποι. Ήταν επικίνδυνο και για μας γιατί δεν ξέραμε πού πατάμε και πολλές φορές που βρισκόμασταν κάτω από κτίρια, είχα πάντα τον νου μου να μην κινδυνεύσει και ηδική μας σωματική ακεραιότητα.

Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε προς τοΚαχραμανμάρας, με πολύ κίνηση στον δρόμοόχι μόνο εξαιτίας αυτών που πήγαιναν για βοήθεια, ανάμεσά τους μεταφορικά με τρόφιμα, είδη υγιεινής, εξοπλισμό στρατού, αλλά και από αυτούς που έφευγαν για να μετακινηθούν σε πόλεις που δεν είχαν πληγεί από τους σεισμούς.

Φτάνοντας, ήρθαμε μπροστά σε πολύ δύσκολες εικόνες. Ήταν η πρώτη φορά που είδα ένα ολόκληρο τετράγωνο ή και δύο, να έχουν καταρρεύσει. Πραγματικά δεν ήξερες που να κοιτάξεις. Όση εμπειρία και αν έχεις ή όσο εκπαιδευμένος κι αν είσαι για τέτοιες καταστάσεις, όταν φτάνεις εκεί δεν ξέρεις πώς και πού να συγκεντρωθείς. Ένα χάος,με ασθενοφόρα να ακούγονται, πολλά μηχανήματα να σκάβουν ενώτην πρώτη στιγμή που βγήκαμε από το αμάξι και πλησιάσαμε ένα κτίριο που είχε καταρρεύσει, έσκασε μπροστά μας ένα αυτοκίνητο που πέταξαν τρία πτώματα πάνω του. Κατευθείαν ένιωσα ότι σε εκείνη την περιοχή θα υπήρχαν πάρα πολλοί νεκροί. Όσο μπαίναμε, βρίσκαμε όλο και περισσότερους, τους έπαιρναν οι οικογένειές τους με τα αυτοκίνητά τους και έφευγαν, πράγμα σοκαριστικό. Σημασία είχε γι’αυτούς να πάρουν απλά το κορμί των ανθρώπων τους.

Μέσα σε αυτό το χάος είδαμε και δύο ανθρώπους που σώθηκαν από Τούρκους διασώστες, πατέρας και γιος στο ίδιο σημείο. Οι διασώστες ήταν πολύ χαρούμενοι όταν έβρισκαν ζωντανό έναν άνθρωπο, χειροκροτούσαν, φώναζαν:«Ο θεός είναι μεγάλος». Θεωρούσαν ότι ήταν θαύμα το ότι σώθηκαν μέσα από τα ερείπια απίστευτο το συναίσθημα των ανθρώπων. Εκεί έμαθα πώς ξεκινά η επιχείρηση διάσωσης. Κάποιος λέει:«Κάντε όλοι ησυχία», κλείνουν τα φώτα και τα μηχανήματα και κάποιος φωνάζει: «Με ακούς, είμαι εδώ, είσαι ζωντανός;»Kαι την ώρα που ακούγονταν κάτι, ήταν απίστευτο το πόση ησυχία έκαναν όλοι.

Την επόμενη κατευθυνθήκαμε προς Αντιόχεια, στα σύνορα με τη Συρία όπου και έγινε η μεγαλύτερη ζημιά από τον σεισμό. Η κούρασήμας δεν ήταν μόνο σωματική, τα συναισθήματα, οι αισθήσεις, το ένστικτοδούλευαν όλα σε μεγάλη ένταση. Μέσα σε λίγες μέρες οι νεκροί αυξάνονταν σε χιλιάδες εξωπραγματικοί αριθμοί. Δεν μπορείς να έχεις θετική σκέψη.Κυριαρχεί μόνο κατανόηση και λύπη. Μου ήταν δύσκολο να βγάζω φωτογραφίες γιατί πάντα η προσέγγισή μου έχει να κάνει με το κομμάτι της ελπίδας. Όσομετακινούμασταν από μέρος σε μέρος αυτό που με ηρεμούσε ήταν τα τοπία που μπορούσε το μάτι μου να χαθεί για λίγο, γιατί μετά βρισκόμασταν πάλι στα χαλάσματα. Σταματούσαμε σε διάφορες περιοχές, αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν ότι υπήρχαν κτίρια που δεν είχαν καταρρεύσει, αλλά φαίνονταν ότι θα έπεφταν από ώρα σε ώρα και κτίρια που έγερναν και τα κρατούσαν μπουλντόζες για να μην πέσουνστους δρόμους και τους κλείσουν.

Στο Χατάι, έξω από την Αντιόχεια, είδαμε ένα νεκρό σώμα τυλιγμένο με κουβέρτες στο πεζοδρόμιο και φαντάρους που έκαναναπεγκλωβισμούς από το πρωί,να τρώνε δίπλα στον νεκρό. Μας έκανε τρομερή εντύπωση. Σκεφτόμασταν πόσοσυνηθισμένο έγινε γι’αυτούς τις τελευταίες μέρες που δεν νιώθουν κάτι γι’αυτό που βλέπουν ο θάνατος είχε γίνει συνήθεια και αυτό μας τρόμαζε.Εκεί, μείναμε σε μια επιχείρηση για να βγάλουν το σώμα μιας νεκρής γυναίκας. Η κολώνα της πολυκατοικίας είχε πέσει ακριβώς πάνω της καθώς βρισκόταν στο κρεβάτι. Την ώρα του σεισμού πολλοίκοιμούνταν και πέθαναν στακρεβάτια τους,όσοι σώθηκαν ήταν αυτοί που βρίσκονταν κοντά σε εξόδους. Δεν μπορούσα να σηκώσω την κάμερα. Ηεικόνα σε συγκλονίζει και βάζεις και τον εαυτό σου σε όλο αυτό, σε φαντάζεσαι να κοιμάσαι και να πέφτει πάνω σου ένα ολόκληρο ταβάνι. Όσο περπατούσαμε στα ερείπια ο δημοσιογράφος, σοκαρισμένος, ξεστόμισεμια ικεσία που μου έκανε μεγάλη εντύπωση:«Τι σου έκαναν αυτοί, Θεέ μου»είπε κοιτάζοντας προς τον ουρανό.

Φτάσαμε στην Αντιόχεια τη στιγμή που βρέθηκαν νεκροί ένα ανδρόγυνο ελληνικής καταγωγής και ο γαμπρός τους.Εκεί είδαμε εικόνες ολικής καταστροφής, τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, εκεί που οι άνθρωποι είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη. 

Πολλοί λένε ότι δεν θα ξανακατοικηθεί, θα είναι μια νεκρή πόλη καθώς η καταστροφή είναι τόσο μεγάλη που δεν μπορούν να ξαναζήσουν εκεί άνθρωποι. Στα camps της Αντιόχειας είδαμε τον κόσμο να μένει σε σκηνές, τους εθελοντές να μοιράζουν φαγητό, φάρμακα και ρούχα, οργανωμένοι βοηθούσαν ουσιαστικά, και αυτό ήταν συγκινητικό. Κάποια στιγμή που περιπλανούμασταν, μας φώναξε μια γυναίκα στα τουρκικά: «Τραβήξτε εδώ!» Ήταν με έναν άντρα και μια γυναίκα, συγγενείς της μάλλον, και άρχιζε να φωνάζει κρατώντας τις φωτογραφίες των 4 παιδιών της και του άντρα της που βρίσκονταν μέσα σε ένα κατεστραμμένο κτίριο, εξηγώντας ότι δεν έχει γίνει ακόμα επιχείρηση γι’ αυτούς και την είχαν αφήσει μόνη της. Ήταν συγκλονιστικό να βλέπεις την ένταση, τη λύπη και το πένθος στο πρόσωπό της. Σε πολλά από τα κτίρια ακόμα δεν έχουν προλάβει να ψάξουν οι διασώστες. Κάθε μέρα όμως υπάρχει και μεγαλύτερη βοήθεια στην περιοχή από όλο τον κόσμο».

Άγγελος Μπαράι - Βιογραφικό

Ο Άγγελος Μπαράι γεννήθηκε στο Φιέρι της Αλβανίας το 1994 και μετανάστευσε με την οικογένειά του στην Ελλάδα το 1998. Σπούδασε φωτογραφία και Iστορία Tέχνης στην Αθήνα. Το ενδιαφέρον του επικεντρώνεται κυρίως σε κοινωνικά ζητήματα, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και η μετανάστευση στα Βαλκάνια. Η δουλειά του έχει βραβευτεί σε Ελλάδα και εξωτερικό, μεταξύ άλλων από την ARTWORKS του προγράμματος υποστήριξης καλλιτεχνών Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, από το Μορφωτικό Ίδρυμα της Ένωσης Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων Μακεδονίας-Θράκης και από τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ). Είναι μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου Ελλάδας και πρέσβης της Fuji Film στην Ελλάδα. Aπό το 2012 ασκεί ελεύθερα το επάγγελμα τού φωτογράφου, συνεργαζόμενος με μη κυβερνητικές οργανώσεις καθώς και με διάφορα έντυπα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.