- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η «δύναμη» του κουτσομπολιού και τα social media: Πόσο καταστροφικό μπορεί να είναι στην πολιτική, στους τόπους δουλειάς ή στο σχολείο.
Τα social media αναβάθμισαν σε «δημοκρατικό διάλογο» το κουτσομπολιό, τη φημολογία και τη συκοφαντία. Στις ΗΠΑ, η προεδρία Τραμπ βασίστηκε στα fake news και στην καταγγελία των fake news, σε ένα φαύλο κύκλο συνωμοσιολογίας, ψεμάτων και αλληλοκατηγοριών. Παπαράτσι, photoshop, μοντάζ φωτογραφιών — όλα αυτά είναι παλιά. Παλιά είναι και η στρέβλωση του τι είναι είδηση και τι στοιχείο της προσωπικής ζωής. Δεν υπάρχουν ειδήσεις που να μην μπορούν να μετατραπούν σε ζουμερά κουτσομπολιά. Απλώς το πράγμα έχει παραγίνει και κανείς πλέον, σχεδόν κανείς, δεν απευθύνεται στους νόμους για να γλιτώσει από τη γλωσσοφαγιά.
Aν και σύμφωνα με τα στερεότυπα οι γυναίκες είναι πιο «κουτσομπόλες» από τους άνδρες, πρόκειται για κάτι που δεν έχει αποδειχθεί. Το αγγλικό περιοδικό «Tatler» (Κουτσομπόλης) που πρωτοεκδόθηκε το 1709 διαβαζόταν περισσότερο από άνδρες και οι κουτσομπόλες του Χόλιγουντ όπως η Hedda Hopper είχαν «πηγές» άνδρες-insiders στη βιομηχανία του θεάματος. Το σίγουρο είναι ότι στις περισσότερες εφημερίδες και στους ιστοτόπους, σε ολόκληρο τον κόσμο, σε όλες τις γλώσσες, οι στήλες του κουτσομπολιού έχουν μεγάλη αναγνωσιμότητα: οι συντάκτες δεν είναι ιδιαιτέρως σεβαστοί και όλοι συμφωνούν ότι τα κουτσομπολίστικα περιοδικά είναι χαμηλού επιπέδου —παρ’ όλ’ αυτά, λίγοι αντιστέκονται στον πειρασμό να τα ξεφυλλίσουν. Ακόμα πιο ελκυστικά γίνονται όταν εκθέτουν ισχυρά πρόσωπα: τον Πάπα, τον πρόεδρο των ΗΠΑ ή κάποιον άλλο ηγέτη· τον Χάρβεϊ Γουάινστιν ή κάποιον μεγιστάνα— όταν, με λίγα λόγια, σημαίνουν το τέλος μιας σταδιοδρομίας ενός πολιτικού ή ενός καλλιτέχνη.
Στη Βρετανία, το κουτσομπολιό γύρω από τη βασιλική οικογένεια στηρίζει κολοσσούς του Τύπου, και βεβαίως, παρεμπιπτόντως, στηρίζει με τον τρόπο του και την ίδια τη μοναρχία. Παλιότερα ήταν είδηση μια εξωσυζυγική σχέση· στη συνέχεια, έγινε είδηση μια ομοφυλοφιλική σχέση· έπειτα είδηση ήταν μια εξωσυζυγική που είναι και ομοφυλοφιλική. Μισοξεχάστηκε κι αυτό. Στην Ευρώπη αναζητούμε πιο περίπλοκα κουτσομπολιά και δεν μας σοκάρει τίποτα. Στις ΗΠΑ είχαν μείνει πίσω, ακόμα και μια χαζή υπόθεση μοιχείας παρ’ ολίγο να γκρεμίσει τον Μπιλ Κλίντον— ήρθε όμως ο Ντόναλντ Τραμπ με καταπληκτικές αποσκευές κουτσομπολιού, μέχρι και «χρυσά ντους» με κολ γκερλς σε πολυτελές ξενοδοχείο της Μόσχας, και δεν κουνήθηκε φύλλο. Το κοινό καταναλώνει τα ξόμπλια γύρω από τον Τραμπ, ο οποίος τώρα κατηγορείται επιπλέον και για βιασμό, αλλά ο θεσμός παραμένει ακλόνητος. Περίπου όπως η βρετανική μοναρχία.
Στη Γαλλία επικρατεί κάποια σοβαρότητα, ή μάλλον επικρατούσε προτού να αρχίσουν οι Γάλλοι να ανταλλάσσουν κοινωνική κριτική στα social media. Επισήμως, τo ξεκατίνιασμα επιτρέπεται και μάλιστα επιβάλλεται όταν αφορά επίδοξους ηθοποιούς, τραγουδιστές και όσους εμπλέκονται σε ριάλιτι σόου. Ωστόσο, η αμερικανική ιδέα ότι η ιδιωτική ζωή των διασήμων μάς αφορά όλους έχει εισαχθεί και στη Γαλλία. Η Μισέλ Ομπάμα εμφανίζεται συχνά σε τηλεοπτικές εκπομπές, μιλάει για τον γάμο της, δίνει συμβουλές σε γονείς και σε συζύγους: ίσως με αυτόν τον τρόπο προλαβαίνει το έξωθεν κουτσομπολιό. Μπορεί να κάνει το ίδιο η κυρία Μακρόν; Μάλλον δεν μπορεί και μάλλον δεν θέλει, αλλά η «ιδέα» του να μιλάς για την ιδιωτική σου ζωή έχει διαδοθεί.
Το κουτσομπολιό δεν είναι ποτέ αβλαβές, αλλά στους τόπους δουλειάς και στο σχολείο μπορεί να αποβεί καταστροφικό. Ίσως η ροή του στα social media να έχει απελευθερώσει ακόμα περισσότερο τους ανθρώπους: όπως γράφουν η Andrea McDonnell και Adam Silver στο βιβλίο τους που θα κυκλοφορήσει στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο με τίτλο «A Gossip Politic (Rhetoric, Politics and Society)», το κουτσομπολιό είναι μια τεράστια επιχείρηση που μεγαλώνει διαρκώς. Ήδη από τον 19ο αιώνα, το καταγράφει μάλιστα ο Τσαρλς Ντίκενς, υπήρχαν άνθρωποι που πλήρωναν τις εφημερίδες να μην τους στοχοποιήσουν· σήμερα, μερικοί τις πληρώνουν για να ασχοληθούν μαζί τους.
Στα απομνημονεύματά του, ο Piers Morgan, πρώην διευθυντής της Daily Mirror, περιέγραφε την ευχαρίστηση που ένιωθε να ξέρει τόσα μυστικά, πολιτικών, ροκ σταρ και ηθοποιών. Η γνώση των μυστικών δεν σήμαινε ότι η Mirror τα δημοσίευε πάντοτε: ο Morgan τα χρησιμοποιούσε για να εκβιάζει κόσμο. Η δημοσιογραφική ιδέα είναι πως όταν σκάβεις, πάντοτε βρίσκεις κάτι· κι όταν δεν βρίσκεις μπορείς, διαλέγοντας τις λέξεις, να αφήσεις κάτι να αιωρείται. Αυτό έκανε η Μirror.
Αλλά οι καιροί έχουν αλλάξει. Πριν από μερικές δεκαετίες ένα κουτσομπολιό μπορούσε να σε καταβαραθρώσει —αυτό δεν συμβαίνει πια εκτός από τις περιπτώσεις τύπου Κέβιν Σπέισι και Χάρβεϊ Γουάινστιν. Ο Μπερλουσκόνι παραμένει Καβαλιέρε παρότι το κουσκούς ήταν ανέκαθεν έντονο και βασιζόταν σε αληθινά γεγονότα· πολλοί Ιταλοί πολιτικοί έχουν γίνει ρόμπα με αποκαλύψεις περί υπερβολικής χλιδής και τρυφηλότητας, για παράξενες συνήθειες, για αλλόκοτες οικιακές διακοσμήσεις και συσκευές. Όλοι τους επέζησαν.
Οι συγγραφείς του βιβλίου αναρωτιούνται αν είναι τα κουτσομπολιά που έχουν εισέλθει στην πολιτική ή αν ο χώρος τους έχει γίνει τόσο ευρύς ώστε έχουν εγκολπώσει την πολιτική. Στη δεκαετία του 1980 η πολιτική έγινε πιο εύθραυστη διότι το πολιτικό προσωπικό εξετέθη θεαματικά στα ΜΜΕ. Παλιότερα, οι ηγεσίες βρίσκονταν λίγο μακρύτερα, λίγο ψηλότερα: στη δεκαετία του 1980 μεταμορφώθηκαν σε «χαρακτήρες», σε ηθοποιούς: μαζί με το Τείχος του Βερολίνου, τα όρια μεταξύ της δημόσιας και της ιδιωτικής σφαίρας κατέρρευσαν· λίγα χρόνια αργότερα, το Διαδίκτυο μπορούσε να μεταδίδει φήμες, υποθέσεις, σούξου-μούξου, με καταπληκτική ταχύτητα.