Κοσμος

Η έρευνα του Ευρωβαρόμετρου για μέσα, υπερπληροφόρηση και fake news

Πόσο εμπιστευόμαστα τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης

Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ευρωβαρόμετρο: Η εμπιστοσύνη στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης - Οι συνήθειες - Και η έκθεση σε παραπληροφόρηση.

Τα ΜΜΕ παίζουν σημαντικό ρόλο στην ενημέρωση των Ευρωπαίων πολιτών σχετικά με τις δραστηριότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των θεσμικών της οργάνων. Ειδική έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που δημοσιεύτηκε σήμερα εξετάζει σε βάθος τις συνήθειες των πολιτών όσον αφορά τα μέσα ενημέρωσης, την εμπιστοσύνη τους σε διάφορες πηγές ενημέρωσης και τη στάση τους απέναντι στην απειλή της παραπληροφόρησης.

Βαθμός ενημέρωσης και συγκράτησης πληροφοριών

Τα ζητήματα που βρίσκονται στην εθνική πολιτική ατζέντα των κρατών μελών τραβούν περισσότερο το ενδιαφέρον των πολιτών (50%), σύμφωνα με τις απαντήσεις των ερωτηθέντων. Ακολουθούν σε μικρή απόσταση τα ευρωπαϊκά και διεθνή θέματα υποθέσεις (46%), περίπου στον ίδιο βαθμό με τις τοπικές ειδήσεις (47%).

Το 72% των ερωτηθέντων θυμάται να έχει πρόσφατα διαβάσει, δει ή ακούσει κάτι σχετικά την Ευρωπαϊκή Ένωση, στον Τύπο, το διαδίκτυο, την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο. Το 57% έχει πρόσφατα διαβάσει, δει ή ακούσει κάτι σχετικά με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Το ποσοστό των ερωτηθέντων που θυμούνται κάποια είδηση σχετικά με την ΕΕ κυμαίνεται από 57% στη Γαλλία μέχρι 90% στη Ρουμανία. Το αντίστοιχο ποσοστό για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κυμαίνεται από 39% στη Γαλλία μέχρι 85% στη Μάλτα.

Συνήθειες όσον αφορά τα ΜΜΕ

Η τηλεόραση κυριαρχεί ως πρωταρχική πηγή ειδήσεων, ιδιαίτερα για πολίτες ηλικίας άνω των 55 ετών, συγκεντρώνοντας το 75% των προτιμήσεων συνολικά.

Ακολουθούν σε αρκετή απόσταση οι διαδικτυακές πλατφόρμες ενημέρωσης (43%), το ραδιόφωνο (39%) και οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και τα ιστολόγια/blogs (26%).

Τα έντυπα μέσα βρίσκονται στην πέμπτη θέση, καθώς ένας στους πέντε ερωτηθέντες (21%) αναφέρει τις εφημερίδες και τα περιοδικά ως κύρια πηγή ειδήσεων.

Από την άλλη πλευρά, οι νεότεροι ερωτηθέντες είναι πολύ πιθανότερο να χρησιμοποιούν πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ιστολόγια για την ενημέρωσή τους (46% των ατόμων ηλικίας 15-24 ετών, έναντι 15% των ατόμων ηλικίας 55 ετών και άνω).

Αν και οι παραδοσιακές πηγές ειδήσεων (ιδίως η τηλεόραση) διατηρούν τη σημασία τους, το 88% όσων συμμετείχαν στην έρευνα χρησιμοποιούν έστω και εν μέρει το διαδίκτυο για την ενημέρωσή τους, μέσω τηλεφώνου ή υπολογιστή.

Το 43% χρησιμοποιεί τον ιστότοπο κάποιας παραδοσιακής πηγής ειδήσεων (π.χ. την ιστοσελίδα μιας εφημερίδας) για να βρει ειδήσεις στο διαδίκτυο, ενώ το 31% διαβάζει άρθρα ή αναρτήσεις που εμφανίζονται στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Οι νέες και οι νέοι χρησιμοποιούν σε ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης για να βρίσκουν αναρτήσεις ειδήσεων: 43% των ατόμων ηλικίας 15-24 ετών έναντι 24% των ατόμων ηλικίας 55 ετών και άνω.

Το να πληρώνει κανείς για ειδησεογραφικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο εξακολουθεί να αποτελεί εξαίρεση. Το 70% των ατόμων που χρησιμοποιεί το διαδίκτυο για ενημέρωση καταφεύγει αποκλειστικά σε δωρεάν ειδησεογραφικό περιεχόμενο και υπηρεσίες.

Οι πιο αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης

Οι πολίτες εμπιστεύονται περισσότερο τα παραδοσιακά ραδιοτηλεοπτικά και έντυπα μέσα, καθώς και τους ιστοτόπους τους, σε σχέση με τις διαδικτυακές πλατφόρμες ειδήσεων και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Το 49% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι οι ειδήσεις που μεταδίδονται από δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς αντιπροσωπεύουν την αλήθεια, είτε πρόκειται για τον παραδοσιακό τρόπο μετάδοσης, είτε για τους ιστοτόπους των σταθμών στο διαδίκτυο.

Ο Τύπος και οι ιστότοποι που τον αντιπροσωπεύουν ακολουθεί με 39%.

Από την άλλη πλευρά, οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί θεωρούνται αξιόπιστη πηγή ενημέρωσης από το 27% των ερωτηθέντων.

Η Πολωνία αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση, καθώς είναι η μοναδική χώρα όπου οι ιδιωτικοί ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί θεωρούνται η πλέον αξιόπιστη πηγή ειδήσεων.

Στην Ουγγαρία, η απομάκρυνση γενικότερα από τις παραδοσιακές πηγές ειδήσεων είναι ακόμη πιο ριζική. Οι ερωτηθέντες εκεί θεωρούν πιο αξιόπιστη πηγή ειδήσεων τα άτομα, τις ομάδες και τους φίλους που ακολουθούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Η σημασία της εμπιστοσύνης παίζει επίσης ρόλο στο κατά πόσον οι ερωτηθέντες θα άνοιγαν για να διαβάσουν ένα ειδησεογραφικό άρθρο στο διαδίκτυο.

Το 54% δηλώνει ότι θα άνοιγε ένα άρθρο αν ο τίτλος σχετιζόταν με τα ενδιαφέροντά του, ενώ για το 37% προϋπόθεση αποτελεί να εμπιστεύεται το ειδησεογραφικό μέσο που δημοσίευσε το άρθρο.

Έκθεση σε παραπληροφόρηση και ψευδείς ειδήσεις

Πάνω από το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων (28%) πιστεύουν ότι τις τελευταίες επτά ημέρες έχουν εκτεθεί πολύ συχνά ή συχνά σε παραπληροφόρηση και ψευδείς ειδήσεις.

Την απάντηση αυτή είναι γενικά πιο πιθανό να δώσουν οι ερωτηθέντες στη Βουλγαρία, οι οποίοι εκτιμούν σε ποσοστό 55% ότι εκτίθενται «πολύ συχνά» ή «συχνά» σε παραπληροφόρηση.

Το χαμηλότερο ποσοστό συναντάται στην Ολλανδία (3% «πολύ συχνή» έκθεση και 9% «συχνή» έκθεση).

Η πλειονότητα των ερωτηθέντων αισθάνονται σίγουροι ότι μπορούν να αναγνωρίσουν την παραπληροφόρηση και τις ψευδείς ειδήσεις: το 12% αισθάνεται «πολύ σίγουρο» και το 52% «σχετικά σίγουρο». Το επίπεδο βεβαιότητας όσον αφορά την ικανότητα διάκρισης μεταξύ πραγματικών και ψευδών ειδήσεων μειώνεται με την ηλικία και αυξάνεται με το επίπεδο εκπαίδευσης.

Οι αντιλήψεις των πολιτών για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επηρεάζονται από το τι βλέπουν, ακούν και διαβάζουν σε διάφορα μέσα ενημέρωσης. Το παρόν έκτακτο Ευρωβαρόμετρο εξετάζει σε βάθος τις συνήθειες των πολιτών όσον αφορά τα μέσα ενημέρωσης και τη χρήση τους, εξετάζοντας τόσο τα παραδοσιακά μέσα όσο και τα διαδικτυακά. Η Ipsos European Public Affairs έθεσε ερωτήματα σε αντιπροσωπευτικό δείγμα πολιτών της ΕΕ, ηλικίας 15 ετών και άνω, στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ξεχωριστά. Από τις 26 Απριλίου έως τις 11 Μαΐου 2022 ερωτήθηκαν 52.347 άτομα μέσω διαδικτυακών συνεντεύξεων με τη βοήθεια υπολογιστή. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν οι διαδικτυακές ομάδες δημοσκοπήσεων της Ipsos και του δικτύου εταίρων της.

Τα «ποσοστά σε επίπεδο ΕΕ» που αναφέρονται έχουν σταθμιστεί με βάση τον πληθυσμό κάθε χώρας.