- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μπάρμπαρα Στέιγκερ: Δολοφονούσε τους συζύγους της για τα λεφτά
Μια κασέτα ηχογραφημένη από το θύμα ήταν ο καλύτερος μάρτυρας στη δίκη
Μπάρμπαρα Στέιγκερ: Η «Μαύρη Χήρα», οι γάμοι, οι απιστίες, οι δολοφονίες των συζύγων της και η ισόβια κάθειρξη.
Η Μπάρμπαρα Τέρι Φορντ έφτασε στο Ντάραμ της Βόρειας Καρολίνας το 1979 με τα δυο ανήλικα αγόρια της αναζητώντας μια νέα ζωή. Μόλις είχε χάσει τον άντρα της, Λάρι Φορντ, σε ένα φονικό ατύχημα με το όπλο του, είχε πουλήσει το σπίτι τους και είχε μετακομίσει στο σπίτι των γονιών της μαζί με τα παιδιά της. Έψαχνε ωστόσο ν’ αγοράσει ένα δικό της σπίτι, κι έτσι γνώρισε τον Ρας Στέιγκερ.
Ο Ρας ήταν ένα καλό κι αγαπητό παιδί στο Ντάραμ. Είχε διαπρέψει σε πολλά ομαδικά σπορ στα μαθητικά του χρόνια, αλλά ένας τραυματισμός τον οδήγησε τελικά να γίνει προπονητής στο τοπικό γυμνάσιο, όπου κέρδισε τον σεβασμό και τη φιλία των μαθητών του. Πολλοί από τους μαθητές του προέρχονταν από φτωχές οικογένειες και ο Ρας συχνά αγόραζε με δικά του χρήματα αθλητικό εξοπλισμό, τρόφιμα, και έφερνε τις στολές τους στο σπίτι για να τις πλύνει και να τις σιδερώσει ο ίδιος. Είχε υπάρξει τρία χρόνια παντρεμένος με μια ντόπια κοπέλα, τη Τζο Λιν, αλλά είχαν χωρίσει διατηρώντας πολύ καλές σχέσεις. Ο Ρας ανέλαβε να πουλήσει τη συζυγική τους κατοικία και να μοιραστούν τα έσοδα.
Η Μπάρμπαρα Τέρι Φορντ είδε το πωλητήριο στην αυλή και πέρασε για να δει το σπίτι. Τελικά διάλεξε το απέναντι σπίτι, αλλά φάνηκε να συμπαθεί αμέσως τον Ρας. Μόλις είχε αρχίσει να συνέρχεται από τον θάνατο του Λάρι και ήθελε να ξαναπαντρευτεί, αλλά έπρεπε να βρει κάποιον που ήθελε το ίδιο και ήταν διατεθειμένος να δεχτεί και τα δυο αγόρια της. Ο Ρας, που είχε αποφασίσει να κρατήσει τελικά το σπίτι και να συμβιβαστεί με την Τζο Λιν, ήθελε να ξαναπαντρευτεί και να κάνει οικογένεια. Δεν άργησε να κάνει σχέση με τη Μπάρμπαρα και μέσα σε ένα μήνα είχαν παντρευτεί - πέντε μέρες πριν από την πρώτη επέτειο του θανάτου του Λάρι Φορντ. Ο Ρας ήταν ενθουσιασμένος με τη νέα του σύζυγο και τα δύο αγόρια, που τα υιοθέτησε και τους έδωσε το επώνυμό του. Ανυπομονούσε να προσθέσει περισσότερα παιδιά στην οικογένεια, αγνοώντας ότι η Μπάρμπαρα είχε υποβληθεί σε απολίνωση των σαλπίγγων μετά τη γέννηση του δεύτερου παιδιού της. Τα επόμενα εννέα σχεδόν χρόνια η Μπάρμπαρα και ο Ρας φαίνονταν να είναι ευτυχισμένοι και να έχουν την τέλεια οικογένεια. Όλα άλλαξαν λίγο μετά τις έξι το πρωί της 1ης Φεβρουαρίου 1988.
Η κλήση στην Άμεση Δράση έγινε στις 6.08’ π.μ. από τον 13χρονο γιο της Μπάρμπαρα που ζητούσε να σταλεί ασθενοφόρο γιατί ο πατέρας του είχε πυροβοληθεί. Αιμορραγούσε από το στόμα και τη μύτη, τα μάτια του ήταν διεσταλμένα, αλλά το δέρμα του ήταν ακόμα ζεστό. Η πληγή στο κεφάλι του αιμορραγούσε εσωτερικά, γέμιζε το κρανίο με αίμα και ασκούσε πίεση στον εγκέφαλο. Θα πέθαινε, αν η αιμορραγία δεν σταματούσε σύντομα.
Η Μπάρμπαρα είπε ότι ο Ρας άκουγε θορύβους έξω από το σπίτι τη νύχτα και ανησυχώντας για διαρρήκτες είχε βάλει το όπλο κάτω από το μαξιλάρι του το προηγούμενο βράδυ. Ακούγοντας τον ένα γιο της να σηκώνεται εκείνο το πρωί και να πηγαίνει στην τουαλέτα, ανησυχούσε μήπως ο Ρας ξυπνήσει και νομίσει ότι μπήκε διαρρήκτης, οπότε κινήθηκε για να πάρει το όπλο. Το όπλο που εκπυρσοκρότησε και τραυμάτισε τον Ρας βρισκόταν ανάμεσα στα δύο μαξιλάρια στο κρεβάτι, με την κάννη στραμμένη προς το κεφάλι του Ρας. Το ασθενοφόρο μετέφερε τον Ρας στο νοσοκομείο, αλλά σε έξι ώρες είχε πεθάνει.
Ενώ συγγενείς, φίλοι και γνωστοί θρηνούσαν την απώλεια ενός τόσο αγαπητού ανθρώπου, η αστυνομία του Ντάραμ ερευνούσε την υπόθεση. Η Μπάρμπαρα, που δε φαινόταν υπερβολικά στενοχωρημένη από τον ξαφνικό και βίαιο θάνατο του συζύγου της, συμφώνησε να γίνει αναπαράσταση του συμβάντος. Έδειξε το κρεβάτι όπου κοιμόντουσαν και όσα έλεγε ακούγονταν λογικά, αλλά παρότι ο θάνατος είχε αποδοθεί σε ατύχημα, κάτι δεν έπειθε τον επικεφαλής ντετέκτιβ που είχε λάβει μια επιστολή από την πρώτη γυναίκα του Ρας, την Τζο Λιν.
Η Τζο Λιν μόλις έμαθε για τον θάνατο του Ρας επέμεινε να δει τον ντετέκτιβ που έκανε την έρευνα. Του είπε ότι ο Ρας δεν κοιμόταν ποτέ με όπλο κάτω από το μαξιλάρι του. Ανέφερε επίσης όσα μοιράζονταν με τον Ρας, αφότου είχε ξαναπαντρευτεί. Η Μπάρμπαρα τον είχε φέρει σε οικονομικό αδιέξοδο, του έκρυβε τους λογαριασμούς, είχε πει ψέματα ότι είχε συμβόλαιο για την έκδοση ενός βιβλίου (για τον πρώτο της σύζυγο), και την είχε πιάσει να τον απατά. Το πιο συγκλονιστικό ήταν ότι επανειλημμένα είχε σκεφτεί να φύγει από το σπίτι, αλλά η αγάπη του για τα αγόρια της τον έκανε να αλλάξει γνώμη. Λίγους μήνες πριν σκοτωθεί ο Ρας, είχε βάλει τη Τζο Λιν να υποσχεθεί ότι αν του συνέβαινε κάτι, θα το ερευνούσε. Της είχε πει ότι ο πρώτος σύζυγος της Μπάρμπαρα είχε πεθάνει ενώ ήταν μαζί της στο σπίτι και αναρωτιόταν αν θα συνέβαινε το ίδιο και σε εκείνον. Ο ντετέκτιβ δεν ήξερε ότι και ο πρώτος σύζυγος της Μπάρμπαρα είχε πεθάνει από ατύχημα με όπλο, ενώ ήταν στο σπίτι μαζί της. Κανόνισε να γίνει νεκροψία στη σορό του Ρας και τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η τροχιά της σφαίρας ήταν από πάνω προς τα κάτω, ότι είχε πυροβοληθεί από κάποιον που στεκόταν όρθιος, κάτι που δεν ταίριαζε με τα λεγόμενα της Μπάρμπαρα. Ζήτησε επίσης του φακέλους από την υπόθεση θανάτου του πρώτου της συζύγου.
Η έρευνα είχε δείξει ότι ο Λάρι Φορντ χωρίς να συνειδητοποιήσει ότι υπήρχε σφαίρα στη θαλάμη, είχε τραβήξει τη σκανδάλη και αυτοπυροβολήθηκε κατά λάθος. Οι αρχές έκριναν ότι ο πυροβολισμός ήταν ατύχημα. Δεν έγινε νεκροψία και ο Λάρι θάφτηκε λίγες μέρες μετά το θάνατό του. Ωστόσο, τα χέρια του εξετάστηκαν για υπολείμματα πυρίτιδας. Κατά τον Ιατροδικαστή, δεν είχε πυροβολήσει ο Λάρι με το όπλο που τον σκότωσε. Τον επόμενο μήνα, ένας δικαστής έδωσε εντολή για εκταφή και νεκροψία της σορού. Ο επικεφαλής ιατροδικαστής βρήκε τη σφαίρα σφηνωμένη στη σπονδυλική στήλη του. Είχε τρυπήσει τον δεξιό πνεύμονα και τη δεξιά πνευμονική αρτηρία, προκαλώντας μαζική εσωτερική αιμορραγία και πιθανότατα είχε οδηγήσει στον θάνατο μέσα σε λίγα λεπτά. Το τραύμα έδειχνε ότι ο Λάρι πυροβολήθηκε από κοντινή απόσταση, ίσως ακόμη και με το όπλο να ακουμπά στο στήθος του, αλλά δυστυχώς η σορός του είχε καθαριστεί και ταριχευθεί πριν εξεταστεί. Αν και η υπόθεση επαναχαρακτηρίστηκε ως ανθρωποκτονία, σύντομα η έρευνα σταμάτησε γιατί έγιναν αλλαγές στην αστυνομία που οδήγησαν σε πολιτικές διαμάχες. Αν και η υπόθεση παρέμενε ανοιχτή, πέρασε στο αρχείο.
Ο ντετέκτιβ επίσης άρχισε να ερευνά και το παρελθόν της Μπάρμπαρα. Η Μπάρμπαρα Τέρι, ήταν το πρώτο από τα τρία παιδιά και η μοναχοκόρη εργατικών και θρησκευόμενων γονέων. Η μητέρα της ήταν πιο φιλόδοξη από τον πατέρα της και περίμενε ότι η Μπάρμπαρα θα γινόταν η τέλεια μικρή κυρία. Ήταν άριστη μαθήτρια, ήσυχη και φιλομαθής, με εξαιρετικά καλή διαγωγή και τρόπους. Αλλά και συναισθηματικά ανώριμη. Στην έγγαμη ζωή της, η Μπάρμπαρα όχι μόνο είχε απατήσει πολλές φορές τον Ρας, αλλά είχε κάνει το ίδιο και με τον Λάρι Φορντ. Επίσης είχε πλαστογραφήσει το όνομά του Ρας σε διάφορες αιτήσεις δανείου, για τις οποίες ο ίδιος δεν γνώριζε τίποτα, και είχε γράψει πολλές επιταγές στην τράπεζά της για να καλύψει αυτά τα χρέη. Τη Δευτέρα 18 Απριλίου 1988 ασκήθηκε δίωξη στη Μπάρμπαρα για την προμελετημένη δολοφονία του Ρας Στέιγκερ. Συνελήφθη την ίδια μέρα.
Στη δίκη ο εισαγγελέας παρουσίασε αποδεικτικά στοιχεία ότι η Μπάρμπαρα είχε δολοφονήσει εν ψυχρώ τον Ρας. Προβλήθηκε μια βιντεοσκοπημένη αναπαράσταση που είχε κάνει η Μπάρμπαρα για τους ντετέκτιβ, η οποία έδειχνε τη Μπάρμπαρα να αλλάζει στάση μέχρι να πάρει τη σωστή, ενώ χαμογελούσε και σχεδόν γελούσε. Το όπλο του φόνου επιδείχθηκε στους ενόρκους και τονίστηκε το γεγονός ότι ήταν πολύ δύσκολο να πυροδοτηθεί κατά λάθος. Ο θάνατος του Λάρι Φορντ μια δεκαετία νωρίτερα και η είσπραξη της ασφάλειας ζωής του από τη Μπάρμπαρα ήταν στοιχεία που ο δικαστής επέτρεψε να παρουσιαστούν, όπως και στοιχεία της συμπεριφοράς της: Στις 2 Φεβρουαρίου 1988, λιγότερο από 24 ώρες μετά τον θάνατο του Ρας, είχε γράψει δύο επιταγές προς την ίδια πλαστογραφώντας την υπογραφή του Ρας.
Η μεγαλύτερη έκπληξη στη διάρκεια της δίκης, όμως, καθώς και ο καλύτερος μάρτυρας κατηγορίας, ήταν ο ίδιος ο Ρας Στέιγκερ. Στα αποδυτήρια του Γυμνασίου είχε βρεθεί μια κασέτα που είχε ηχογραφήσει ο Ρας. Οι ένορκοι άκουσαν να αφηγείται ο ίδιος τις τελευταίες μέρες της ζωής του. Θυμόταν ότι το βράδυ της 27ης Ιανουαρίου 1988 η Μπάρμπαρα του είχε δώσει χάπια που υποτίθεται ότι ήταν για τα ιγμόρειά του και είχε ξυπνήσει το επόμενο πρωί νιώθοντας τρομερό πόνο γύρω από τα μάτια. Το βράδυ της 28ης Ιανουαρίου τον είχε ξυπνήσει για να του δώσει τάχα ασπιρίνη, αλλά δεν την είχε πάρει. Στις 29 Ιανουαρίου 1988 ο Ρας πήγε τα χάπια σε ένα τοπικό φαρμακείο, όπου έμαθε ότι ήταν υπνωτικά. Ανέφερε επίσης απόκρυψη λογαριασμών από τη Μπάρμπαρα καθώς και απιστίες της.
Οι ένορκοι έκριναν τη Μπάρμπαρα Στέιγκερένοχη για ανθρωποκτονία από πρόθεση. Στο άκουσμα της ετυμηγορίας η Μπάρμπαρα ξέσπασε σε κλάματα. Στη φάση της επιβολής ποινής ο δικαστής την καταδίκασε σε θάνατο, ορίζοντας την εκτέλεσή της για τις 28 Ιουλίου 1989.
Για τη δολοφονία του Λάρι Φορντ δεν έγινε δίκη, αφού είχε ήδη καταδικαστεί σε θάνατο. Αργότερα η ποινή μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη. Η Μπάρμπαρα Στέιγκερ, 73 ετών σήμερα, παραμένει έγκλειστη στις φυλακές γυναικών της Βόρειας Καρολίνας.
Η ιστορία της Μπάρμπαρα Στέιγκερ υπήρξε υλικό πολλών τηλεοπτικών εκπομπών αληθινού εγκλήματος («Investigation Discovery: American Justice», «Fatal Wows», «City Confidential», «Deadly Women») και της τηλεταινίας «Before He Wakes» με την Τζάκλιν Σμιθ».