- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τζάστιν Μπάρμπερ: Δολοφόνησε τη γυναίκα του για δύο εκατομμύρια
Το αγαπημένο τραγούδι του δολοφόνου έμοιαζε σαν ομολογία: «την αγαπούσα παλιά, αλλά έπρεπε να τη σκοτώσω»
Τζάστιν Μπάρμπερ: Παρίστανε τον ήρωα που προσπάθησε να σώσει τη γυναίκα του, Έιπριλ, σκηνοθετήσε τη δολοφονία της για να εισπράξει την ασφάλεια ζωής της
Ένα ζευγάρι γιόρταζε την τρίτη επέτειο του γάμου του με δείπνο σε παραλιακό εστιατόριο στο Τζάκσονβιλ της Φλόριντα και ποτά στο διπλανό μπαράκι. Ήταν η 27χρονη Έιπριλ και ο 30χρονος Τζάστιν Μπάρμπερ. Στη συνέχεια πήγαν για μια βόλτα στην ακροθαλασσιά. Η είσοδος μετά το ηλιοβασίλεμα επίσημα απαγορεύεται, αλλά πολλά ζευγάρια παρκάρουν στην άκρη του δρόμου και ακολουθούν ξύλινους διαδρόμους ως τους αμμόλοφους. Γύρω στις 10.30 μμ και ενώ περπατούσαν δίπλα στο κύμα, τους πλησίασε ένας σωματώδης οπλοφόρος που φώναζε κάτι για λεφτά και κλειδιά του αυτοκινήτου. Ο Τζάστιν μπήκε μπροστά στην Έιπριλ, που προσπαθούσε να αποσπάσει την προσοχή του άγνωστου άντρα, εκείνος πυροβόλησε και ο Τζάστιν λιποθύμησε. Όταν συνήλθε, διαπίστωσε ότι είχε πυροβοληθεί. Ο άγνωστος του είχε ρίξει τέσσερις σφαίρες και είχε εξαφανιστεί. Η Έιπριλ είχε δεχθεί μια σφαίρα στο αριστερό μάγουλο και βρισκόταν πεσμένη στο νερό.
Την έσυρε πάνω στην άμμο ως την ξύλινη προβλήτα, ώσπου κατάλαβε ότι οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν και αναγκαστικά έπρεπε να την αφήσει εκεί και να βγει μόνος του στον δρόμο για να καλέσει βοήθεια. Όταν δεν σταμάτησε κανένα από τα διερχόμενα αυτοκίνητα, μπήκε στο αμάξι του και οδήγησε σχεδόν δέκα μίλια, ώσπου ένας οδηγός προσφέρθηκε να καλέσει την Άμεση Δράση. Ενώ ο Τζάστιν μεταφερόταν στο νοσοκομείο, η αστυνομία και οι διασώστες έψαχναν στην παραλία για την Έιπριλ. Τη βρήκαν ξαπλωμένη με το κεφάλι στραμμένο στη θάλασσα και χωρίς σφυγμό.
Η Έιπριλ, γεννημένη στην Οκλαχόμα, ήταν μια πολύ όμορφη κοπέλα με λαμπερό χαμόγελο, αλλά και πολύ όμορφος άνθρωπος. Η μητέρα της είχε πεθάνει από καρκίνο αφήνοντας τρία μικρά παιδιά που ο πατέρας ήταν ανίκανος να φροντίσει. Τη φροντίδα τους ανέλαβαν οι συγγενείς, αλλά ουσιαστικά η Έιπριλ, που ήταν τότε μαθήτρια Λυκείου, έγινε μητέρα για την 9χρονη αδερφή της και τον δυο ετών αδερφό της. Θέλοντας να βοηθήσει τους καρκινοπαθείς, όταν αποφοίτησε, σπούδασε Βιολογία στο πανεπιστήμιο της Οκλαχόμα και στη συνέχεια εργαζόταν στον κλάδο της Ακτινοθεραπείας.
Τον Οκτώβριο του 1998 μια φίλη της Έπριλ της σύστησε έναν συμφοιτητή της από τα Οικονομικά, έναν όμορφο ξανθό, τον Τζάστιν Μπάρμπερ. Η έλξη ανάμεσα στην Έιπριλ και τον Τζάστιν ήταν ακαριαία. Ο Τζάστιν, όπως και η Έιπριλ, είχε μεγαλώσει σε μια μικρή πόλη, είχε υπάρξει μοναχικός ως αγόρι, λαμπρός αθλητής και αριστούχος στο Λύκειο. Είχε παντρευτεί όταν σπούδαζε, αλλά ήταν πρόσφατα χωρισμένος όταν γνώρισε την Έιπριλ. Σχεδόν αμέσως αρραβωνιάστηκαν και στις 4 Αυγούστου 1999 παντρεύτηκαν σε μια μικρή τελετή στις Μπαχάμες.
Στη συνέχεια μετακόμισαν για τη νέα δουλειά του Τζάστιν στη Τζόρτζια και η Έιπριλ βρήκε δουλειά εκεί σε νοσοκομείο. Ένα μήνα αργότερα, τα αδέλφια της ήρθαν να μείνουν με το ζευγάρι και άρχισαν τα προβλήματα. Η μικρή αδερφή ήταν τότε 15 ετών και η επαναστατική της συμπεριφορά εξόργιζε τον Τζάστιν, πυροδοτώντας καβγάδες με την Έιπριλ. Μέσα σε ένα χρόνο τα αδέρφια της Έιπριλ επέστρεψαν στην Οκλαχόμα. Μερικές αγαπημένες φίλες της Έπριλ, αλλά όχι η ίδια, είχαν αρχίσει να ενοχλούνται από τον τρόπο που της φερόταν ο Τζάστιν. Κορόιδευε μπροστά σε ξένους την τραγουδιστή φωνή της, τα ρούχα, την εμφάνισή της. Την αποθάρρυνε από το να επικοινωνεί μαζί του στη δουλειά και δεν την άφηνε να παρευρεθεί στα Χριστουγεννιάτικα πάρτι της εταιρείας. Ωστόσο, η Έιπριλ φαινόταν να ανέχεται τη συμπεριφορά του. Τον Ιανουάριο του 2001, όμως, όταν ο Τζάστιν μετατέθηκε στο Τζάκσονβιλ, η Έιπριλ αποφάσισε να μην τον ακολουθήσει. Όπως εξομολογήθηκε σε φίλες της «αν ζούσαν μαζί κάθε μέρα, θα σκότωνε ο ένας τον άλλον». Ο Τζάστιν αγόρασε ένα διαμέρισμα σε μια πολυτελή περιοχή του Τζάκσονβιλ και οι δυο τους βλέπονταν τα Σαββατοκύριακα που η Έιπριλ έκανε την τρίωρη οδήγηση ως εκεί, όπως το Σαββατοκύριακο της τρίτης επετείου του γάμου τους.
Ο Τζάστιν ανέρρωσε από τα τραύματά του και την επόμενη μέρα πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο. Η αστυνομία είχε πολλές απορίες που ο Τζάστιν κλήθηκε να λύσει. Πώς είχε ξεφύγει ζωντανός με επιπόλαια τραύματα ενώ η γυναίκα του είχε σκοτωθεί με έναν μόνο πυροβολισμό; Γιατί ισχυρίστηκε ότι η Έιπριλ είχε πιει ενώ δε βρέθηκε καθόλου αλκοόλ στο αίμα της; Γιατί, αν κίνητρο του δράστη ήταν η ληστεία, είχε αφήσει απείραχτα τα κοσμήματα της; Γιατί, αφού ο ίδιος είχε ξεχάσει το κινητό του στο σπίτι, δε χρησιμοποίησε της Έιπριλ και γιατί οδήγησε δέκα μίλια για να καλέσει βοήθεια, ενώ κατά μήκος της διαδρομής υπήρχαν ανοιχτά μαγαζιά και βενζινάδικα;
Οι απαντήσεις του Τζάστιν, ανάμεσα σε κροκοδείλια δάκρυα, ήταν ασαφείς και δεν έλυσαν τις απορίες της αστυνομίας που άρχισε να ερευνά τη ζωή του ζευγαριού. Μετά από πίεση, ο Τζάστιν παραδέχτηκε ότι δεν είχε υπάρξει πιστός σύζυγος. Στα τρία χρόνια γάμου είχε πέντε εξωσυζυγικές σχέσεις, αλλά επέμενε ότι αγαπούσε την Έιπριλ και δε θα της έκανε ποτέ κακό. Ωστόσο, είχε χάσει πολλά λεφτά στο χρηματιστήριο, χρωστούσε συνολικά γύρω στα 60.000 δολάρια και είχε αυξήσει πρόσφατα την ασφάλεια ζωής της Έιπριλ σε 2.000.000 δολάρια. Η Έιπριλ είχε κάνει αυτή την ασφάλεια ζωής για να βοηθήσει τα αδέρφια της, σε περίπτωση που κάτι πάθαινε, αλλά ο Τζάστιν την έπεισε αργότερα, όταν ήταν εκείνος δικαιούχος, να αυξήσει το ποσό σε δυο εκατομμύρια. Η αστυνομία βρήκε το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, όταν ερεύνησε το σπίτι του, πράγμα που αποτελούσε κίνητρο για φόνο. Επιπλέον, υπήρχε η μαρτυρία μιας καλής φίλης της Έιπριλ ότι εκείνο το Σαββατοκύριακο του Αυγούστου του 2002, πήγε στο Τζάκσονβιλ με σκοπό να τερματίσει τον γάμο τους, αλλά κατέληξε νεκρή στην παραλία.
Ο ιατροδικαστής βρήκε αφρό στο στόμα και τη μύτη της Έιπριλ, γεγονός που έδειχνε ότι πριν πυροβοληθεί, είχε σχεδόν πνιγεί. Ένα σημάδι στο πίσω μέρος του κρανίου έδειχνε ότι κάποιος την πίεζε εκεί (κρατώντας τη πιθανά μέσα στο νερό). Μετά τον μοιραίο πυροβολισμό, το πτώμα της δεν είχε μετακινηθεί, όπως υποστήριζε ο Τζάστιν. Δηλαδή, πυροβολήθηκε αφού μεταφέρθηκε στην άκρη της προβλήτας, γι’ αυτό και το αίμα από το τραύμα της έρεε σε μια μόνο κατεύθυνση, προς τα κάτω. Εξάλλου, αν ο Τζάστιν είχε πυροβοληθεί πριν τη μεταφέρει, το αίμα από τις πληγές του θα είχε στάξει στα ρούχα της
Η αστυνομία είχε πεισθεί ότι ο Τζάστιν ήταν ψεύτης, αλλά η σύλληψή του για τον φόνο της γυναίκας του έπρεπε να στοιχειοθετηθεί. Πράγμα που πήρε τέσσερα ακόμη χρόνια. Το όπλο του εγκλήματος δεν είχε βρεθεί και το κίνητρο παρέμενε ασαφές. Ο Τζάστιν εργαζόμενος ως οικονομικός αναλυτής σε μεγάλη εταιρεία ξυλείας είχε έσοδα πάνω από 70.000 δολάρια τον χρόνο και η γυναίκα του σχεδόν άλλα τόσα. Ζώντας χωριστά, θα μπορούσε επίσης να την απατάει χωρίς συνέπειες. Γιατί να τη σκοτώσει και να αυτοτραυματισθεί; Η έρευνα στο κομπιούτερ του Τζάστιν τα χρόνια που ακολούθησαν έδωσε περισσότερα στοιχεία.
Η τεχνολογία εξελισσόταν ραγδαία στις αρχές του 21ου αιώνα και ο ειδικός ερευνητής από τα εγκληματολογικά εργαστήρια που εξέτασε τον υπολογιστή του Τζάστιν κατάφερε να ανασύρει αρχεία που είχαν σβηστεί. Φαινόταν ότι ο Τζάστιν είχε αφιερώσει πολλούς μήνες στον σχεδιασμό της δολοφονίας της γυναίκας του. Η πρώτη αναζήτησή του στο Google αφορούσε «τραύμα από όπλο στο δεξιό στήθος». Είχε γίνει έξι μήνες προτού βρεθεί τραυματισμένος από όπλο στο δεξιό στήθος. Μια άλλη αναζήτησή του αφορούσε «διαζύγιο στη Φλόριντα». Ο Τζάστιν προφανώς είχε πληροφορηθεί ότι με ένα διαζύγιο δε θα ήταν πια δικαιούχος της ασφάλειας ζωής της Έιπριλ. Το τραγούδι των Guns’ n’ Roses «I used to love her, but I had to kill her» («Την αγαπούσα παλιά, αλλά έπρεπε να τη σκοτώσω») ο Τζάστιν το είχε ακούσει πολλές φορές. Τελευταία φορά το άκουσε λίγες ώρες πριν τη δολοφονία της Έιπριλ.
Η δίκη του Τζάστιν Μπάρμπερ για τη δολοφονία της γυναίκας του έγινε το 2006. Η θεωρία της αστυνομίας ήταν ότι ο Τζάστιν σκόπευε να πυροβολήσει την Έιπριλ, να φορτώσει το πτώμα στο αυτοκίνητό του και να αναζητήσει βοήθεια. Προφανώς η Έιπριλ κάτι αντιλήφθηκε, αντιστάθηκε, ο Τζάστον την έπιασε, τη κράτησε μέσα στο νερό πιέζοντας το κρανίο της και στη συνέχεια μισοπεθαμένη την έσυρε στην άκρη της προβλήτας και την πυροβόλησε. Μετά πυροβόλησε τον εαυτό του. Πάλι άλλαξε το αρχικό του σχέδιο γιατί ο πόνος από τα τραύματά του τον εμπόδιζε να τη μεταφέρει ως το αμάξι. Αλλά η στρατηγική του δεν άλλαξε ποτέ. Ήθελε τα δυο εκατομμύρια δολάρια, ήθελε τη συμπόνια για την απώλεια της γυναίκας του και τον τραυματισμό του, και ήθελε να παραστήσει τον ήρωα που προσπάθησε να σώσει τη γυναίκα του. Στην δίκη, ψυχολόγοι τον περιέγραψαν ως τυπικό κοινωνιοπαθή: Φορούσε πάντα μια ψεύτικη μάσκα. Ήταν ευφυής, πνευματώδης, χαρισματικός, αλλά και αφάνταστα χειριστικός.
Οι εισαγγελείς έπαιξαν μια κατάθεση του Τζάστιν σε βίντεο το 2003 σχετικά με τα ασφαλιστικά έσοδα. Εκεί, ο Τζάστιν ισχυριζόταν ότι δεν θυμόταν κάποιες βασικές λεπτομέρειες, αλλά απαντούσε με απίστευτη ηρεμία, δείχνοντας λίγη συγκίνηση. Όταν του ζητήθηκε να θυμηθεί τα σημαντικά σημεία του γάμου του, ο Τζάστιν είπε «ειλικρινά, ήμασταν ερωτευμένοι». Πιέστηκε να πει λεπτομέρειες, αλλά έλεγε συνεχώς «δεν θυμάμαι συγκεκριμένα».
Εξίσου ασυγκίνητος φάνηκε στο τέλος της δίκης, όταν οι ένορκοι μετά από 33 ώρες διαβουλεύσεων ανακοίνωσαν την ετυμηγορία τους κρίνοντάς τον ένοχο. Στη φάση για την επιβολή της ποινής οι ένορκοι διαβουλεύονταν επί 51’ και μοιράστηκαν 8 προς 4, υπέρ της θανατικής ποινής.
Τελικά το δικαστήριο επέβαλε ισόβια κάθειρξη χωρίς δυνατότητα αναστολής.