Κοσμος

O «Αντεροβγάλτης» του Γιόρκσαϊρ που πέθανε από κορωνοϊό

Δεν έπασχε από παρανοϊκή σχιζοφρένεια. Οι δολοφονίες 13 γυναικών είχαν σεξουαλικά κίνητρα.

Μιμή Φιλιππίδη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Υπόθεση Πίτερ Σάτκλιφ: Ποιος ήταν ο «Αντεροβγάλτης» του Γιόρκσαϊρ που δολοφόνησε 13 γυναίκες και πέθανε έχοντας προσβληθεί από κορωνοϊό

Την Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020 πέθανε ο Πίτερ Σάτκλιφ, ένας από τους πιο διαβόητους δολοφόνους στα χρονικά της Βρετανίας. Οι εφημερίδες τον είχαν αποκαλέσει «Ο Αντεροβγάλτης του Γιόρκσαϊρ», κατά το «Τζακ ο Αντεροβγάλτης», και αυτό κάνει αντιληπτό τον τρόμο που είχε σπείρει στη χώρα τα χρόνια που δρούσε ελεύθερος. Επί πέντε χρόνια σκότωνε γυναίκες και διέφευγε τη σύλληψη, ώσπου τελικά στις 2 Ιανουαρίου 1981 έπεσε στα χέρια της αστυνομίας. Ήταν τότε 34 ετών κι είχε δολοφονήσει 13 γυναίκες, ενώ είχε επιτεθεί σε τουλάχιστον 7 στη βόρεια Αγγλία, στην κομητεία του Γιόρκσαϊρ.

Το 1975 στο Λιντς βρέθηκε το πτώμα της 28χρονης Βίλμα ΜακΚάν, σε έναν αγρό εκατό μέτρα από το σπίτι της. Είχαν βρεθεί τέσσερις δολοφονημένες πόρνες εκείνη τη χρονιά, αλλά ο ιατροδικαστής διαπίστωσε κάτι διαφορετικό στα τραύματά της. Έφερε ένα-δυο χτυπήματα στο πίσω μέρος του κεφαλιού, που την είχαν αφήσει αναίσθητη, και πολλά τραύματα στην κοιλιά, από μαχαίρι ή κατσαβίδι. Το παράξενο και πρωτοφανές κατά τον ιατροδικαστή ήταν ότι το όργανο τραυματισμού φαινόταν ότι είχε ξαναμπεί στο τραύμα και δεύτερη φορά. Η αστυνομία θορυβήθηκε από την αγριότητα του εγκλήματος, αλλά παρά τις έρευνες ο δολοφόνος ήταν άφαντος.

Μετά από τρεις βδομάδες βρέθηκε το πτώμα μιας 42χρονης πόρνης με τα ίδια τραύματα στο κεφάλι και στην κοιλιά. Ο ιατροδικαστής, κρίνοντας από το επάγγελμα των θυμάτων και τον κοινό τύπο των θανατηφόρων τραυμάτων, έκανε λόγο για συγκεκριμένο μοτίβο των δολοφονιών, πράγμα που παρέπεμπε σε κατά συρροή δολοφόνο, σε σίριαλ κίλερ. Το κατέγραψαν και οι δημοσιογράφοι, συγκρίνοντας τις δυο δολοφονίες. Αποτύπωμα γαλότσας νούμερο 40 βρέθηκε πάνω στον μηρό του θύματος, καθώς και στη λάσπη γύρω από αυτό. Η αστυνομία έκρινε ότι ο δολοφόνος ήταν χειρωνακτικά εργαζόμενος.

Πορτρέτο του δολοφόνου Πίτερ Σάτκλιφ την ημέρα του γάμου του, 10 Αυγούστου 1974 © Express Newspapers/Ideal Image

Ακολούθησε ένας χρόνος χωρίς να εμφανιστούν πτώματα και οι υποψίες περί σίριαλ κίλερ ξεθύμαναν. Αλλά τον Φεβρουάριο του 1977 σε ένα πάρκο του Λιντς βρέθηκε το πτώμα μιας τρίτης γυναίκας. Τα τραύματα ήταν όμοια με εκείνα των δυο προηγούμενων δολοφονημένων γυναικών και η θεωρία περί ύπαρξης ενός σίριαλ κίλερ επιβεβαιώθηκε. Εξάλλου, ο δράστης, όπως πολλοί σίριαλ κίλερ, είχε σκηνοθετήσει τη θέση που βρέθηκε το πτώμα (με τα πόδια ανοιχτά, ώστε να προκαλέσει μεγαλύτερο σοκ) και δίπλα είχε βάλει στη μια μεριά την τσάντα και στην άλλη προσεκτικά τα αντικείμενα που περιείχε. Από τα ίχνη ελαστικών αυτοκινήτου που υπήρχαν τριγύρω, η αστυνομία σχημάτισε λίστα με εκατό μάρκες αυτοκινήτων που τα χρησιμοποιούσαν. Στη συνέχεια εξέτασε σχεδόν τριάντα χιλιάδες ιδιοκτήτες αυτοκινήτων, αλλά η έρευνα δεν απέδωσε κανένα νέο στοιχείο.

Το 1975 ο ίδιος δράστης, πριν εξαφανιστεί τρομαγμένος από τα φώτα διερχόμενου αυτοκινήτου, είχε επιτεθεί σε μια 14χρονη κοπέλα. Η κοπέλα πρόλαβε να τον δει και να δώσει την περιγραφή του στην αστυνομία. Ωστόσο, το σκίτσο του δεν είχε βοηθήσει την έρευνα.

Την άνοιξη του 1977 ανακαλύφθηκε το πτώμα του τέταρτου θύματος. Αυτή τη φορά σε εσωτερικό χώρο, μέσα στο διαμέρισμα του θύματος. Τα χτυπήματα στο κεφάλι ήταν πολύ πιο σοβαρά, φανερώνοντας μια κλιμάκωση του φονικού ξεσπάσματος του δράστη. Πάνω στα σεντόνια βρέθηκε πάλι αποτύπωμα γαλότσας, όμοιο με εκείνο από τη σκηνή του δεύτερου εγκλήματος.

Μέσα σε 18 μήνες είχαν δολοφονηθεί τέσσερις γυναίκες, αλλά η εξέταση χιλιάδων ατόμων και η συλλογή χιλιάδων πληροφοριών από την αστυνομία δεν είχαν αποδώσει καρπούς. Δυο μήνες μετά βρέθηκε δολοφονημένη η 16χρονη Τζέιν Μακντόναλντ, μια ξέγνοιαστη έφηβη που δεν είχε καμιά σχέση με πορνεία και τότε ο τρόμος απλώθηκε σε όλη την κοινωνία.

Με εντολή του επικεφαλής της αστυνομίας του Γιόρκσαϊρ, οι αστυνομικοί κατέγραφαν λεπτομερώς κάθε στοιχείο σχετικό με τους φόνους και τελικά συγκεντρώθηκε ένας τεράστιος όγκος από κάρτες με πληροφορίες. Δυστυχώς δεν υπήρχε τρόπος τα αμέτρητα καταγεγραμμένα στοιχεία να διασταυρωθούν αποτελεσματικά.

Το έκτο θύμα, η 20χρονη Τζιν Τζόρνταν, βρέθηκε κοντά σε νεκροταφείο στο Μάντσεστερ. Σε αυτή την περίπτωση χρήσιμες πληροφορίες παρείχαν οι δικαστικοί εντομολόγοι που εξέτασαν τα αβγά μυγών πάνω στο πτώμα. Προέρχονταν από μύγες που ζουν και αφήνουν τα αβγά τους στο σκοτάδι, πράγμα που σήμαινε ότι το πτώμα είχε κρατηθεί δυο τρεις μέρες στη σκιά και μετά τραβήχτηκε στο φως. Η αστυνομία συμπέρανε ότι ίσως ο δολοφόνος είχε επιστρέψει να πάρει κάτι που ξέχασε και μετακίνησε το πτώμα. Σχολαστική έρευνα αποκάλυψε μια γυναικεία τσάντα σε γειτονικό κήπο. Μέσα στην τσάντα, σε προφυλαγμένο τσεπάκι, υπήρχε ένα ολοκαίνουργιο χαρτονόμισμα 5 λιρών. Ίσως με αυτό είχε πληρώσει ο δολοφόνος το θύμα. Από την τράπεζα είχαν δοθεί καινούργια χαρτονομίσματα σε τριάντα περίπου επιχειρήσεις του Γιόρκσαϊρ για καταβολή μισθών των υπαλλήλων τους, ανάμεσά τους και εκείνη όπου εργαζόταν ως οδηγός φορτηγού ο Πίτερ Σάτκλιφ. Αστυνομικοί επισκέφθηκαν τον Σάτκλιφ στο σπίτι, όπου έμενε με τη σύζυγό του Σόνια. Το βράδυ που δολοφονήθηκε η Τζίν Τζόρνταν είχαν κόσμο στο σπίτι και στο τέλος ο Σάτκλιφ πήγε μερικούς φίλους στο σπίτι τους. Οι αστυνομικοί, κουρασμένοι μετά από εξέταση εκατοντάδων ατόμων μέσα σε ένα διήμερο, πείσθηκαν. Δυστυχώς εκείνη η πρώτη επαφή του Σάτκλιφ με την αστυνομία δεν κατέληξε πουθενά.

Σε λιγότερο από έξι μήνες υπήρξαν άλλα δυο θύματα και σύντομα το ένατο θύμα. Τότε οι δημοσιογράφοι αποκάλεσαν τον δολοφόνο «Ο Αντεροβγάλτης του Γιόρκσαϊρ».

Η αστυνομία εξαπόλυσε ανθρωποκυνηγητό αναζητώντας τον δολοφόνο στις περιοχές του Γιόρκσαϊρ, όπου σύχναζαν πόρνες. Το όνομα του Σάτκλιφ είχε καταγραφεί πολλές φορές στο Λιντς, στο Μάντσεστερ, στο Μπράντφορντ. Οι εξηγήσεις που έδωσε για τον λόγο που οδηγούσε στις περιοχές αυτές δεν ικανοποίησαν την αστυνομία που σκόπευε να ανακρίνει εκ νέου τον Σάτκλιφ, αλλά προέκυψε μια νέα δολοφονία και ταυτόχρονα κάτι που άλλαξε τελείως τον δρόμο των ερευνών.

Ο επικεφαλής ντετέκτιβ έλαβε επιστολές και κασέτες από κάποιον που δήλωνε ότι τάχα σκότωνε γυναίκες τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Η προφορά του πρόδιδε άτομο από τη ΒΑ Αγγλία, από το Γουέαρσαϊντ, κι έτσι ο Τύπος τον αποκάλεσε «Ο Τζακ από το Γουέαρσαϊντ».

Μέσα σε λιγότερο από τέσσερα χρόνια «Ο Αντεροβγάλτης» είχε δολοφονήσει 10 γυναίκες. Έως τον Νοέμβριο του 1980 ο αριθμός των θυμάτων ήταν 13. Στο μεταξύ, η έρευνα για τον «Τζακ από το Γουέαρσαϊντ» δεν είχε οδηγήσει πουθενά (πολύ αργότερα, το 2006 με εξέταση DNA αποκαλύφθηκε ότι ήταν φάρσα ενός αλκοολικού), ο επικεφαλής ντετέκτιβ απομακρύνθηκε και η ομάδα κρούσης διαλύθηκε. Μια νέα εξαμελής «Σουπερ Ομάδα Κρούσης» ανέλαβε. Διασταυρώνοντας τοποθεσίες των εγκλημάτων και ημερομηνίες, συμπέραναν ότι ο δολοφόνος πρέπει να ήταν κάτοικος Μπρέντφορντ – περιοχή όπου κατοικούσε ο Σάτκλιφ.

Στις 2 Ιανουαρίου του 1981 η αστυνομία, σε έναν έλεγχο ρουτίνας σε περιοχή του Γιόρκσαϊρ που συχνάζουν πόρνες, συνέλαβε τον Πίτερ Σάτκλιφ επειδή είχε πλαστές πινακίδες στο αμάξι του. Στην ανάκρισή του από την ομάδα των αστυνομικών ντετέκτιβ, υπεύθυνων για την έρευνα του Αντεροβγάλτη, ο Σάτκλιφ παρουσιάστηκε ψύχραιμος. Ήταν η 9η φορά που ανακρινόταν αυτά τα χρόνια δράσης του δολοφόνου και αν δε βρισκόταν κάποιο ακλόνητο στοιχείο, θα έπρεπε να αφεθεί πάλι ελεύθερος. Αυτό το στοιχείο το παρείχε ο αστυνομικός που έκανε τη σύλληψη. Θυμήθηκε ότι ο Σάτκλιφ χάθηκε προς στιγμή πίσω από το αμάξι του, λέγοντας ότι θέλει να ουρήσει. Ο αστυνομικός επέστρεψε στο σημείο και εκεί βρήκε ένα σφυρί, ένα μαχαίρι και ένα σκοινί. Μετά από εντατική ανάκριση ο Σάτκλιφ ομολόγησε: Ήταν «Ο Αντεροβγάλτης του Γιόρκσαϊρ». Στη συνέχεια περιέγραψε ήρεμα όλες τις επιθέσεις του. Ομολόγησε 13 ανθρωποκτονίες και 7 απόπειρες ανθρωποκτονίας. Ισχυρίστηκε ότι εκτελούσε εντολές του Θεού, ο οποίος του είχε αναθέσει να απαλλάξει τον κόσμο από τις πόρνες. Όπως διαπίστωσαν οι γιατροί που τον εξέτασαν δεν άκουγε φωνές, δεν έπασχε από παρανοϊκή σχιζοφρένεια, όπως ισχυριζόταν. Τα εγκλήματά του είχαν σεξουαλικά κίνητρα.

Όταν έκαναν σωματικό έλεγχο στον Σάτκιφ και του ζήτησαν να γδυθεί, οι αστυνομικοί αντίκρισαν ένα αλλόκοτο θέαμα. Αντί για εσώρουχο φορούσε ένα αυτοσχέδιο κολάν, φτιαγμένο από ένα ανεστραμμένο πουλόβερ με γιακά V. Τα μανίκια προστάτευαν τα γόνατά του, ενώ το κόψιμο του γιακά σε σχήμα V άφηνε ακάλυπτα τα γεννητικά όργανα. Όπως είχε ήδη διαπιστωθεί από τους τόπους των εγκλημάτων, γονάτιζε πάνω από τα θύματά του και αυνανιζόταν.

Εξάλλου, σύμφωνα με τους ψυχιάτρους, η δολοφονία με μαχαίρι φανερώνει την επιθυμία να έρθει σε πολύ κοντά ο δράστης στο θύμα, το μαχαίρι γίνεται υποκατάστατο της διείσδυσης, όπως διεστραμμένα την έχει στο μυαλό του ο δολοφόνος που δε μπορεί να λειτουργήσει φυσιολογικά. Σχετικά με το πότε διαπράττει κάποιος ένα έγκλημα, το κυρίαρχο συναίσθημα που πυροδοτεί την ορμή του είναι η προσβολή, η ταπείνωση – όχι ο θυμός, ούτε η αγανάκτηση. Και στις περιπτώσεις των σίριαλ κίλερ αυτή η ταπείνωση δε σβήνει με το πρώτο έγκλημα και έχουν την ανάγκη να σκοτώσουν ξανά και ξανά. Στην περίπτωση του Σάτκλιφ λέγεται ότι τον είχε προσβάλλει μια πόρνη, που δε μπόρεσε να λειτουργήσει μαζί της σεξουαλικά και αργότερα, όταν τον είδε σε μια παμπ, είχε βάλει τα γέλια. Οι σίριαλ κίλερ λειτουργούν με παρόρμηση και επανάληψη, αλλά δεν είναι ψυχωτικοί – απλώς επικαλούνται σχιζοφρένεια ή άλλες ψυχωτικές διαταραχές όταν πια συλλαμβάνονται και πρέπει να λογοδοτήσουν για τα εγκλήματά τους.

Η δική του άρχισε στις 5 Μαϊου 1981 και κράτησε δυο βδομάδες. Ο Πίτερ Σάτκλιφ καταδικάστηκε σε 20 φορές ισόβια. Πέθανε στις 13 Νοεμβρίου 2020 στο νοσοκομείο των φυλακών, όπου είχε μεταφερθεί όταν προσβλήθηκε από κορωνοϊό.