- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
ΗΠΑ, 11 μέρες πριν την κάλπη: Ο συσχετισμός των δυνάμεων, τώρα
Κάθε εβδομάδα μέχρι τις 3 Νοεμβρίου παρουσιάζουμε το στίγμα του προεκλογικού αγώνα. Τι συνέβη, τι να περιμένουμε, οι αναλύσεις, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις
Αμερικανικές προεδρικές εκλογές. Τραμπ και Μπάιντεν στην τελική ευθεία.Ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ; Debate, δημοσκοπήσεις, αναλύσεις, εκτιμήσεις.
Μόνο έντεκα μέρες απομένουν μέχρι τις 3/11 και η κούρσα για τον Λευκό Οίκο είναι πλέον στην τελική ευθεία. Με περισσότερους από 25 εκατομμύρια πολίτες να έχουν ήδη ψηφίσει, και τις διαφορές στις περισσότερες swing states να είναι στα όρια του στατιστικού λάθους, τόσο ο Ντόναλντ Τραμπ όσο και ο Τζο Μπάιντεν έχουν επικεντρώσει το χρόνο και τους πόρους τους εκεί όπου έχει σημασία.
Όπως κάθε εβδομάδα, συνεχίζουμε να καλύπτουμε τις τελευταίες δημοσκοπικές εξελίξεις και να δίνουμε τη συνολική εικόνα της κούρσας – αλλά και τις ανανεωμένες προβλέψεις για το αποτέλεσμα. Με το τελευταίο ντιμπέιτ να ολοκληρώνεται σήμερα Παρασκευή 23/11 τα ξημερώματα, ας δούμε που ακριβώς βρίσκονται οι διεκδικητές της Προεδρίας.
Το τελευταίο ντιμπέητ της κούρσας
Η εβδομάδα κορυφώθηκε με το δεύτερο και τελευταίο ντιμπέητ της φετινής κούρσας που ολοκληρώθηκε τα ξημερώματα της Παρασκευής. Η αναμέτρηση ήταν πολύ πιο πολιτισμένη από την προηγούμενη, με τον Τραμπ να ακολουθεί τις συμβουλές του επιτελείου του και να μη διακόπτει τον αντίπαλό του, χωρίς όμως να καταφέρνει να τον στριμώξει ιδιαίτερα. Παρότι έχτιζε το αφήγημα του «κοιμισμένου Τζο» για σχεδόν ένα χρόνο, ο Δημοκρατικός υποψήφιος ήταν ακόμα καλύτερος από το προηγούμενο ντιμπέιτ, διαλύοντας το αφήγημα του Τραμπ πως δεν έχει την πνευματική ικανότητα και την οξυδέρκεια να τον αντιμετωπίσει. Στα αξιοσημείωτα, ο Τραμπ προσπάθησε να στοχοποιήσει τόσο τον Μπάιντεν όσο και τον γιο του, Χάντερ, για ζητήματα διαπλοκής και παράνομης χρηματοδότησης από τη Ρωσία και την Ουκρανία –με ανυπόστατες όμως κατηγορίες–, ενώ δήλωσε πως ένας λόγος που κατέβηκε για Πρόεδρος ήταν να αποκαθηλώσει την πολιτική κληρονομιά της εποχής Ομπάμα-Μπάιντεν. Από την άλλη, ο Μπάιντεν εστίασε ξανά στη διαφορά του χαρακτήρα του απέναντι στον Τραμπ, ενώ του επιτέθηκε πολύ έντονα στα ζητήματα της πανδημίας, του ρατσισμού, της κοινωνικής ασφάλισης αλλά και της μετανάστευσης – όπου ο Πρόεδρος έδειξε εντυπωσιακή έλλειψη εμπάθειας για τα παιδιά που έχουν χωριστεί από τους γονείς τους στα σύνορα από τις αρχές.
Συμπερασματικά, δεν προέκυψε καμία εξωφρενική δήλωση ή τεράστια γκάφα ώστε να αλλάξει κάπως τις ισορροπίες. Οι έρευνες των περισσότερων μέσων δείχνουν πως ο Τραμπ έχασε και αυτή τη φορά, όμως το ίδιο είχε συμβεί και το 2016 με το τελικό αποτέλεσμα να είναι γνωστό – και να αποδεικνύει πως τα ντιμπέιτ δύσκολα αποτελούν καθοριστικό παράγοντα σε συνθήκες ακραίας πόλωσης. Το πιο ιδιαίτερο στοιχείο της αναμέτρησης δεν ήταν κάποια απρόβλεπτη απάντηση, αλλά οι συνεχείς έμμεσες αναφορές του Αμερικάνου Προέδρου στην Πενσυλβάνια. Τόσο σε γενικές, όσο και σε πιο ειδικές ερωτήσεις, ο Τραμπ έκανε συνειδητή προσπάθεια να απευθυνθεί στους ψηφοφόρους της κρισιμότερης φετινής πολιτείας, κάτι που δείχνει πως και οι δικές του μυστικές δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν εκείνες των δημοσκοπικών εταιριών και των ΜΜΕ που καταγγέλλει συστηματικά.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις
Σε αντίθεση με την προηγούμενη, αυτή η εβδομάδα ήταν δημοσκοπικά καλύτερη για τον Τζο Μπάιντεν – τουλάχιστον στις κρισιμότερες πολιτείες. Μπορεί το προβάδισμά του σε εθνικό επίπεδο να έχει σταθεροποιηθεί κάπου ανάμεσα στο 7% και το 9%, όμως όσο περνάνε οι μέρες το συγκεκριμένο ποσοτικό στοιχείο έχει όλο και λιγότερη σημασία. Όπως έχουμε ξαναπεί, τη νίκη θα δώσουν οι πολιτείες που δεν μπορούμε να προβλέψουμε με ασφάλεια σε ποιον υποψήφιο θα δώσουν τις εκλεκτορικές τους ψήφους. Με τα δεδομένα της 23ης Οκτωβρίου, Μπάιντεν και Τραμπ εμφανίζονται ισόπαλοι στην Αϊόβα, ενώ ο Τραμπ προηγείται οριακά στο δεύτερο διαμέρισμα του Μέιν και το Οχάιο· αντίστοιχα, ο Μπάιντεν παραμένει οριακά μπροστά σε Τζώρτζια, Βόρεια Καρολίνα και Αριζόνα. Σε όλες αυτές τις πολιτείες, οι διαφορές είναι μικρότερες από το στατιστικό λάθος του 3%, όπως άλλωστε έχουν παραμείνει τις τελευταίες εβδομάδες, καθιστώντας κάθε πρόβλεψη εξαιρετικά αβέβαιη.
Όμως, οι πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως τόσο η Φλόριντα όσο –κυρίως– η Πενσυλβάνια γέρνουν πλέον περισσότερο προς τον Μπάιντεν. Συγκεκριμένα, ο Δημοκρατικός υποψήφιος προηγείται με 4.2% στη Φλόριντα –ανοίγοντας κατά 1.5% τη διαφορά– αλλά και με 7.3% στην Πενσυλβάνια – κερδίζοντας δηλαδή σχεδόν 2 ποσοστιαίες μονάδες από την προηγούμενη εβδομάδα. Με την πρώτη να δίνει 29 εκλέκτορες και τη δεύτερη 20, αν οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν τότε ο Μπάιντεν θα είναι σίγουρα ο επόμενος Πρόεδρος – εκτός και αν χάσει πολλές πολιτείες που σήμερα θεωρούνται ασφαλείς, κάτι που μοιάζει αδύνατον. Ενδιαφέρον έχει επίσης η μείωση της διαφοράς στο Τέξας, η οποία σήμερα είναι στο 2.2% υπέρ του Τραμπ· αυτή η πρωτόγνωρη εικόνα οφείλεται κυρίως στη ραγδαία ανάπτυξη των Τεξανών μητροπόλεων του Χιούστον, του Ντάλας, του Όστιν και του Σαν Αντόνιο που έχει επηρεάσει τα δημογραφικά χαρακτηριστικά της πολιτείας λόγω της εσωτερικής μετανάστευσης αρκετών millennials με πανεπιστημιακή μόρφωση. Το πιθανότερο είναι πως ο Τραμπ θα κρατήσει το Τέξας, όμως αν αυτή η τάση συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, τότε η ενδεχόμενη μετατροπή του σε swing state θα αποτελέσει μια εξωφρενική αλλαγή στον Αμερικανικό εκλογικό χάρτη – καθώς η πολιτεία δίνει 38 εκλέκτορες, λιγότερες μόνο από τις 55 της Καλιφόρνια.
Οι πιθανότητες της ανατροπής και το πρόβλημα του Τραμπ
Το μεγάλο ερώτημα που αναπόφευκτα κυριαρχεί στις τελευταίες αναλύσεις είναι αν ο Τραμπ θα καταφέρει να το γυρίσει την τελευταία στιγμή, όπως το 2016. Σήμερα, οι πιθανότητες επανεκλογής του παραμένουν ίδιες με την προηγούμενη εβδομάδα· ενδεικτικά, τόσο ο Economist όσο και το Five Thirty Eight του δίνουν ακριβώς τα ίδια ποσοστά, με 8% και 12% αντίστοιχα. Όμως, όπως έδειξε η πρόσφατη έρευνα του Gallup, οι Αμερικάνοι πιστεύουν σε ποσοστό 56% πως ζούνε καλύτερα σε σχέση με τέσσερα χρόνια πριν. Ακόμα καλύτερα για τους Ρεπουμπλικάνους, ενώ 5% περισσότεροι ψηφοφόροι θεωρούν πως ο Τραμπ υστερεί σε «Προεδρικές ικανότητες» σε σχέση με τον Μπάιντεν, 3% περισσότεροι συμφωνούν μαζί του στα ζητήματα της πολιτικής. Σαφώς, το νούμερο είναι μικρό – όμως είναι ενδεικτικό ενός ισομερούς διχασμού της Αμερικανικής κοινωνίας, αλλά και μιας υπεροχής αρκετών Ρεπουμπλικανικών θέσεων, που δεν αποτυπώνουν οι περισσότερες προεκλογικές δημοσκοπήσεις.
Αν αυτά τα στοιχεία αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα, τότε πως εξηγείται η δημοσκοπική εικόνα του Τραμπ; Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε είναι πως οι πολιτικές των Ρεπουμπλικάνων έχουν μεγαλύτερη αποδοχή στην Αμερικανική κοινωνία από τον ίδιο τον Ρεπουμπλικάνο Πρόεδρο. Η ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του Τραμπ, σε συνδυασμό με την καταστροφική διαχείριση της πανδημίας – την οποία αποδοκιμάζει το 57.5% των πολιτών – δείχνουν να είναι οι παράγοντες που του στερούν τις πιθανότητες επανεκλογής, ενώ η συγκρουσιακή του προσέγγιση σχεδόν σε κάθε ζήτημα έχει αυξήσει τη συσπείρωση του αντίπαλου του· η απόδειξη είναι πως οι ψηφοφόροι των Δημοκρατικών δηλώνουν σε ποσοστό 63% πως θα ψηφίσουν στοχευμένα εναντίον του Τραμπ – και όχι απαραίτητα υπέρ του Μπάιντεν. Ο Τραμπ έχει επιλέξει ξανά μια καταγγελτική προσέγγιση παρόμοια με το 2016, η οποία μπορεί μεν να συσπειρώνει τη βάση του, δε δείχνει όμως ικανή να του φέρει έναν κρίσιμο αριθμό αναποφάσιστων. Αντίθετα, δείχνει να αποξενώνει αρκετούς μετριοπαθείς Ρεπουμπλικάνους, όπως τον πρώην υποψήφιο Πρόεδρο και νυν Γερουσιαστή από τη Γιούτα, Μιτ Ρόμνεϊ, ο όποιος δήλωσε πως δεν ψήφισε Τραμπ, ή την πρώην Ρεπουμπλικανή Κυβερνήτη του Νιου Τζέρσι, Κριστίν Τοντ Γουίτμαν, η οποία καλεί σε μαζική συμμετοχή υπέρ του Μπάιντεν ώστε να κερδίσει καθαρά, στερώντας από τον Τραμπ τη δυνατότητα να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα, και αναγκάζοντας τους Ρεπουμπλικάνους να τον εγκαταλείψουν και να αλλάξουν σελίδα.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως ο Τραμπ δεν έχει ακόμα ελπίδες. Όπως υπενθύμισε πρόσφατα ο κορυφαίος δημοσκόπος, Nate Silver, η συμπεριφορά του «ντροπαλού ψηφοφόρου του Τραμπ» είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί – ειδικά στις δημοσκοπήσεις που διεξάγονται με ζωντανή συζήτηση και όχι μαγνητοφωνημένες ερωτήσεις – καθώς υπάρχει ακόμα ο φόβος του κοινωνικού στίγματος. Με τις διαφορές να είναι πολύ κοντά στις περισσότερες swing states, δεν είναι απίθανο ο Τραμπ να καταφέρει να τις καλύψει και να το κάνει ντέρμπι.
Το επόμενο διάστημα
Σε ό,τι αφορά τις προβλέψεις, λίγα μπορούν πλέον να αλλάξουν – θεωρητικά. Με τις 3/11 να είναι λίγο παραπάνω από μια εβδομάδα μακριά – και τη συμμετοχή να είναι σε ιστορικά επίπεδα μέσω της πρόωρης και επιστολικής ψήφου – τότε μόνο αν συμβεί κάτι εξαιρετικά απρόβλεπτο θα έχουμε μια υπολογίσιμη αλλαγή στις δημοσκοπήσεις. Τόσο η καμπάνια του Τραμπ, όσο και εκείνη του Μπάιντεν θα επενδύσουν μέχρι το τελευταίο δολάριο στις swing states ώστε να κερδίσουν όσες περισσότερες ψήφους μπορούν. Ακόμα και έτσι όμως, οι περισσότερες διαφορές είναι τόσο κοντά ώστε ακόμα και οι ίδιες οι καμπάνιες δε θα μπορούν να έχουν ασφαλή εικόνα για το που ακριβώς θα πάει το αποτέλεσμα.
Με την πανδημία να εξακολουθεί να αποτελεί τον κομβικό παράγοντα των εκλογών – και τον Μπάιντεν να προηγείται εντυπωσιακά στην εμπιστοσύνη των πολιτών για τη διαχείριση της – τα περιθώρια για τον Τραμπ στενεύουν. Σε μια δόση ειρωνείας, το μεγαλύτερο μειονέκτημα του Αμερικάνου Προέδρου λίγες μέρες πριν τις εκλογές είναι το ίδιο με εκείνο της Κλίντον το 2016· ο Τραμπ έχει πλέον κυβερνήσει και πλέον αντί να κρίνει, κρίνεται εκείνος καθημερινά, με τον Covid-19 να του στερεί τη δυνατότητα να αναδείξει τη σταθερή αναπτυξιακή πορεία της Αμερικανικής οικονομίας στην οποία υπολόγιζε, αλλά και την εκστρατεία φόβου του να μην έχει λειτουργήσει όπως περίμενε. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι ακόμα ανοιχτό, όμως όσο περνάνε οι μέρες –και όσο ο Μπάιντεν κρατάει ακόμα την Πενσυλβάνια– τόσο πιο δυσοίωνες θα παραμένουν οι προβλέψεις για τον Αμερικάνο Πρόεδρο.