Κοσμος

Ποιος είναι ο Τζο Μπάιντεν και πώς θα νικήσει τον Τραμπ;

Το προφίλ και η δυναμική του επίσημου, πλέον, υποψηφίου των Δημοκρατικών στις Προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου

Άγης Παπαγεωργίου
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Τζο Μπάιντεν εξασφάλισε τον απαιτούμενο αριθμό αντιπροσώπων του Δημοκρατικού Κόμματος και θα αντιμετωπίσει τον Τραμπ στις Προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.

Οι τελευταίες εβδομάδες απέδειξαν με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο την ανεπάρκεια του Ντόναλντ Τραμπ να ανταποκριθεί στο κύρος και τις ευθύνες του αξιώματος του. Όμως, καθώς ο ίδιος διατηρεί σημαντικές πιθανότητες να επανεκλεγεί, οι ελπίδες όσων τον αποστρέφονται εντός και εκτός Αμερικής συγκεντρώνονται στον αντίπαλο του, Τζο Μπάιντεν.

Έχοντας εξασφαλίσει τον απαιτούμενο αριθμό αντιπροσώπων για το χρίσμα των Δημοκρατικών, αλλά και τη στήριξη προβεβλημένων Ρεπουμπλικάνων όπως ο Στρατηγός και πρώην υπουργός εξωτερικών επί Τζορτζ Μπους, Κόλιν Πάουελ, ας δούμε ποιος πιθανώς να είναι—αλλά και πώς θα μπορέσει να γίνει—ο τεσσαρακοστός έκτος Πρόεδρος των ΗΠΑ.  

Ένα φαινόμενο από το Ντέλαγουερ

Ο Τζο Μπάιντεν γεννήθηκε στην Πενσυλβάνια αλλά έχτισε την πολιτική του καριέρα στο μικρό Ντέλαγουερ, όπου πέρασε τα παιδικά και φοιτητικά του χρόνια. Έπειτα από ένα μικρό πέρασμα στη δικηγορία, εκλέχθηκε πρώτη φορά Γερουσιαστής το 1972, ενώ παραιτήθηκε το 2008, μόλις λίγες μέρες προτού αναλάβει την Αντιπροεδρία δίπλα στον Πρόεδρο Ομπάμα. Πριν από το 2020, ο Μπάιντεν είχε διεκδικήσει άλλες δύο φορές το χρίσμα του κόμματος του, το 1988 και το 2008 αντίστοιχα. Την πρώτη φορά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την κούρσα καθώς κατηγορήθηκε—δικαίως—για λογοκλοπή ενώ τη δεύτερη έμεινε γρήγορα πολύ πίσω από τον Ομπάμα και τη Χίλαρι Κλίντον. 

Παρότι ξεκίνησαν ως εσωκομματικοί αντίπαλοι, ο Ομπάμα αναγνώρισε στον Μπάιντεν ακεραιότητα, εμπειρία, καθώς και την αποδοχή του στην Αμερικάνικη μεσαία τάξη. Μάλιστα, ο Ομπάμα του έδωσε περισσότερα καθήκοντα απ’ όσα προβλέπει τυπικά το Σύνταγμα, επιλέγοντας πάντα να ακούσει τη συμβουλή του Αντιπροέδρου του τελευταία πριν από κάθε μεγάλη απόφαση. 

Ο Μπάιντεν έπαιξε λίγο με την ιδέα να διεκδικήσει την Προεδρία το 2016, όμως ο θάνατος του γιού του, Μπο, από καρκίνο, ανέβαλε την υποψηφιότητα του.

Ο εκλεκτός ενός διχασμένου κόμματος

Με τη Χίλαρι Κλίντον να γνωρίζει το 2016 μία από τις πιο απροσδόκητες ήττες της Αμερικανικής εκλογικής ιστορίας, οι Δημοκρατικοί έπρεπε να βρουν κάποιον ικανό να κερδίσει τον Τραμπ. Ο μετριοπαθής Μπάιντεν ξεκίνησε νωχελικά την εσωκομματική κούρσα καθώς περιορίστηκε σε πέμπτο-έκτες θέσεις, πραγματοποιώντας όμως στη συνέχεια μια ιστορική ανατροπή.

Η αλήθεια είναι πως η αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών δεν είναι ενθουσιασμένη με την υποψηφιότητα του, καθώς ονειρευόταν στο πρόσωπο του Μπέρνι Σάντερς τη ρεβάνς για την προηγούμενη κούρσα. Ενδεικτικά, σύμφωνα με μια πρόσφατη δημοσκόπηση, το 25% των Δημοκρατικών θα άλλαζαν τον Μπάιντεν με άλλο υποψήφιο, αν μπορούσαν. Όμως, σε αντίθεση με το 2016, όταν η Κλίντον λίγο-πολύ μετέδιδε τον αέρα της προαποφασισμένης υποψηφιότητας, ο Μπάιντεν κέρδισε το χρίσμα καθαρά, απέναντι σε πάνω από δέκα αντιπάλους και από διαφορετικές φράξιες του κόμματος. Αναπόφευκτα, το πρώτο μεγάλο στοίχημα για τον ίδιο θα είναι να συσπειρώσει τους Δημοκρατικούς πίσω από την υποψηφιότητα του καθώς, σε αντίθεση με τους Ρεπουμπλικάνους, στους οποίους ο Τραμπ φτάνει στο 95% αποδοχής, οι Δημοκρατικοί παραμένουν ένα βαθιά διχασμένο κόμμα σε μια ατέρμονη αναζήτηση ξεκάθαρης ιδεολογικής ταυτότητας.

Πάντως, ο Μπάιντεν έχει αντιμετωπίσει ξανά την ιδεολογική τερατογένεση του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που πρεσβεύει ο Τραμπ, στο πρόσωπο της Σάρα Πέιλιν, την οποία είχε—απροσδόκητα—επιλέξει ο Τζον Μακέιν ως δικιά του υποψήφια Αντιπρόεδρο. Σε αντίθεση όμως με τότε, ο ιδεολογικός εκφυλισμός των Ρεπουμπλικάνων τώρα κυβερνάει, και η ευθύνη του Μπάιντεν να τον διώξει από την Ουάσιγκτον είναι πολύ μεγαλύτερη.

Τι λένε οι αριθμοί

Οι δύο υποψήφιοι δύσκολα θα μπορούσαν να διαφέρουν περισσότερο. Ο Μπάιντεν είναι ένας έμπειρος—και για το μεγαλύτερο διάστημα της καριέρας του φτωχός—μετριοπαθής πολιτικός με μια παρορμητική αλλά ευγενική προσωπικότητα, ενώ ο δεύτερος είναι ένας αδαής εκατομμυριούχος κληρονόμος και επιχειρηματίας, του οποίου οι μόνες αποφάσεις που έκαναν θόρυβο μέχρι να γίνει Πρόεδρος ήταν οι γάμοι του, τα καζίνο του και οι «απολύσεις» που μοίραζε στο τηλεπαιχνίδι του “The Apprentice”. Και όμως, μέχρι και την έξαρση του ιού, ο Μπάιντεν προηγούταν του Τραμπ στα όρια του στατιστικού λάθους—αποπνέοντας όμως ελάχιστη αυτοπεποίθηση.

Από την άλλη, το δημοσκοπικό προβάδισμα του Μπάιντεν παραμένει σταθερό για περισσότερο από έναν χρόνο—ανοίγοντας πρόσφατα τη διαφορά στο 8%—ενώ ορισμένες δημοσκοπήσεις την υπολογίζουν μέχρι και στο 10%, με ποσοστά 53% και 43% αντίστοιχα. Αυτή τη στιγμή, είναι ο πρώτος διεκδικητής της Προεδρίας που προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις του Μαΐου από το 1976. Όμως, στις μεταβαλλόμενες πολιτείες, οι οποίες κρίνουν τη νίκη, το προβάδισμα του Μπάιντεν πέφτει περίπου στο 3%. Αυτό σημαίνει πως δυνητικά το αποτέλεσμα του 2016 μπορεί να επαναληφθεί, με τον Μπάιντεν να κερδίζει μεν τις περισσότερες ψήφους σε απόλυτο αριθμό, αλλά τον Τραμπ να παραμένει Πρόεδρος επικρατώντας σε κρίσιμες μεταβαλλόμενες πολιτείες.

Ο μόνος δρόμος προς τη νίκη για τον Μπάιντεν θα είναι να διατηρήσει το προβάδισμα του σε πολλές από τις κρίσιμες αυτές πολιτείες που κέρδισε ο Τραμπ το 2016. Από τις δεκατρείς που ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, ο Τραμπ είχε κερδίσει εννιά, όμως αυτή τη στιγμή προηγείται μόλις σε τρείς.

Επιπροσθέτως, παρότι έξι στους οκτώ Προέδρους κερδίζουν την επανεκλογή τους, ποτέ κανένας δεν το κατάφερε με το σημερινό ποσοστό αποδοχής του Τραμπ, το οποίο κυμαίνεται στο 41.1%, στα ίδια περίπου επίπεδα με εκείνο των Φορντ, Κάρτερ και του πατέρα Μπους, οι οποίοι περιορίστηκαν σε μία θητεία.

Τζο Μπάιντεν ©EPA/SAMUEL CORUM

Η δημογραφική δύναμη του Μπάιντεν

Ο Μπάιντεν δείχνει να υπερέχει εντυπωσιακά στους λευκούς άντρες με πανεπιστημιακή εκπαίδευση, στις γυναίκες καθολικά αλλά και στις φυλετικές μειονότητες, οι οποίες ψηφίζουν παραδοσιακά Δημοκρατικούς. Έτσι, οι δημογραφικές κατηγορίες που συγκεντρώνουν το περισσότερο ενδιαφέρον είναι οι γηραιότεροι και οι ανειδίκευτοι λευκοί άντρες. Ενδεικτικά, το 2016 ο Τραμπ κέρδισε άνετα την Κλίντον και στις δύο κατηγορίες.

Σε όλη του την καριέρα, ο Μπάιντεν υπήρξε πολύ δημοφιλής στους ανειδίκευτους ψηφοφόρους καθώς οι θέσεις, οι καταβολές αλλά και το παρουσιαστικό του μιλάνε στην ιδιοσυγκρασία της χαμηλής μεσαίας τάξης. Είναι αμφίβολο αν θα κερδίσει την πλειοψηφία των ανειδίκευτων λευκών, οι οποίοι ανήκουν παραδοσιακά στους Ρεπουμπλικάνους, αλλά δείχνει ικανός να στερήσει αρκετούς από τον Τραμπ ώστε να του πάρει μεταβαλλόμενες πολιτείες όπως το Οχάιο, το Γουϊσκόνσιν, τη Νεβάδα, τη Νότια Καρολίνα, τη Μινεσότα και την Πενσυλβάνια.

Επίσης, ο Μπάιντεν εμφανίζεται πολύ δυνατός στους συνταξιούχους, ειδικά σε σχέση με την Κλίντον. Κατά μία έννοια, οι “Baby Boomers” μεγάλωσαν πια και βλέπουν στο πρόσωπο του κάποιον με τον οποίον μπορούν να ταυτιστούν. Μάλιστα, η διαχείριση της επιδημίας από τον Τραμπ αναμένεται να σπρώξει ακόμα περισσότερους συνταξιούχους προς τον πρώην Αντιπρόεδρο, κάτι που μπορεί να του δώσει τη Φλόριντα—τη σημαντικότερη και πιο αμφίρροπη μεταβαλλόμενη πολιτεία—καθώς εκεί οι συνταξιούχοι εκπροσωπούνται δυσανάλογα στο εκλογικό σώμα. Σε αυτή την κατηγορία, ο Μπάιντεν δείχνει να προηγείται με 10% έναντι του Τραμπ σε εθνικό επίπεδο.

Συμπερασματικά, κάτι ήξερε ο νυν Πρόεδρος όταν τουίταρε υπέρ του Μπέρνι Σάντερς, όσο ο τελευταίος είχε ελπίδες. Όμως, δεν του βγήκε—όπως και οι έωλες κατηγορίες εναντίον του Μπάιντεν και του γιου του, Χάντερ, για παράνομη επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ουκρανία—και όσο και αν τον αποκαλεί “Sleepy Joe” μάλλον τρέμει μπροστά στα παραπάνω στοιχεία κάθε φορά που του τα παρουσιάζουν στο Οβάλ γραφείο.

Η ηλικία και η Αντιπρόεδρος

Παρά την ποιοτική του ανωτερότητα ως υποψήφιος, η αλήθεια είναι πως ο Μπάιντεν δεν εμπνέει ιδιαίτερα, με απόδειξη το μάλλον αποθαρρυντικό 46% ποσοστό αποδοχής του και το 43% αναγνώρισης του ως ηγέτη. Επίσης, η ηλικία του αποτελεί σημαντικό πρόβλημα καθώς ποτέ κανείς δεν ορκίστηκε Πρόεδρος στα εβδομήντα οκτώ—έχοντας μάλιστα περάσει δύο εγχειρήσεις για ανεύρυσμα. Ο ίδιος αναγνώρισε το πρόβλημα νωρίς, δίνοντας μεγάλη έμφαση στην επιλογή της Αντιπροέδρου του, καθώς όπως είπε «πρέπει να είναι έτοιμη να κυβερνήσει.»

Έχοντας δεσμευτεί να επιλέξει γυναίκα Αντιπρόεδρο, οι επιλογές περιορίζονται. Αυτή τη στιγμή, η κεντροαριστερή Ελίζαμπεθ Γουόρεν μοιάζει ιδανική καθώς μπορεί να συσπειρώσει τους προοδευτικούς και νεότερους σε ηλικία Δημοκρατικούς, όπου ο Μπάιντεν προηγείται μεν του Τραμπ σε ποσοστό 66% εναντίον 33%, με την προσέλευση τους όμως να θεωρείται ακόμα αμφίβολη—παραμένοντας όμως κομβική για τη νίκη.

Σήμερα, θα επικρατούσε ο Μπάιντεν

Ο Τραμπ σίγουρα φανταζόταν πως το 2020 θα κέρδιζε άλλη μια θητεία στον Λευκό Οίκο με όπλο την οικονομία. Όμως, ο ιός εξαϋλώνει αυτό το αφήγημα, με την ανεργία να ανεβαίνει ραγδαία στο 14.7% για τον Απρίλιο και στο 13.3% για τον Μάιο, ενώ το 70% των ανεξάρτητων ψηφοφόρων θεωρούν πως η οικονομία κινείται σε αρνητική κατεύθυνση.

Παράλληλα, μένει να φανεί αν όσα ακολούθησαν τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ θα στρέψουν και άλλους αναποφάσιστους εναντίον του Τραμπ—ειδικά όταν ο Μπάιντεν διαχώρισε με επιτυχία την άμυαλη βία από τη δικαιολογημένη ειρηνική αντίδραση. Όσο και αν ο Τραμπ συσπειρώσει τους δικούς του πατώντας στη ρητορική του νόμου και της τάξης, οι εκλογές—οι οποίες απέχουν ακόμα πέντε μήνες—κρίνονται από τους παραδοσιακά αναποφάσιστους ψηφοφόρους στις μεταβαλλόμενες πολιτείες και ο Μπάιντεν, τουλάχιστον σήμερα, μοιάζει να βρίσκεται πιο κοντά τους από ποτέ.