Κοσμος

Κορoναϊός: Πλησιάζουν τους 1.700 οι νεκροί

Απολυμαίνουν μέχρι και τα χαρτονομίσματα στην Κίνα

Newsroom
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο αριθμός των θανάτων που έχει προκαλέσει στην ηπειρωτική Κίνα ο νέος κοροναϊός πλησίασε το Σάββατο τους 1.700

Η εξέλιξη αυτή σημειώνεται μία ημέρα μετά την ανακοίνωση της υπουργού Υγείας της Γαλλίας ότι καταγράφηκε ο πρώτος νεκρός εξαιτίας του COVID-19 εκτός Ασίας.

Σύμφωνα με νεότερο απολογισμό που δημοσιοποίησαν σήμερα οι κινεζικές αρχές, η επιδημία πνευμονίας που προκαλεί ο κορoνaϊός έχει στοιχίσει τη ζωή σε 1.665 ανθρώπους στην ηπειρωτική Κίνα -πλην Χονγκ Κονγκ και Μακάο- η πλειονότητα των οποίων ζούσαν στην επαρχία Χουμπέι, εστία της μόλυνσης από τον Δεκέμβριο.

Ο COVID-19 εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην πρωτεύουσα αυτής της επαρχίας, την Ουχάν.

Μόνο τέσσερις θάνατοι έχουν καταγραφεί εκτός Κίνας σε διεθνές επίπεδο: ένας στην ημιαυτόνομη περιοχή του Χονγκ Κονγκ και από ένας σε Ιαπωνία, Φιλιππίνες και Γαλλία.

Η Γαλλίδα υπουργός Υγείας Ανιές Μπουζίν ανακοίνωσε χθες Σάββατο τον θάνατο Κινέζου τουρίστα 80 ετών το βράδυ της Παρασκευής. Νοσηλευόταν στη Γαλλία από τα τέλη Ιανουαρίου. Ο θάνατος είναι «ο πρώτος εκτός της Ασίας, ο πρώτος στην Ευρώπη», διευκρίνισε η υπουργός.

Εξάλλου οι αρχές της Κίνας κατέγραψαν 2.009 νέα κρούσματα της επιδημίας χθες Σάββατο, τα 1.843 στη Χουμπέι, κάτι που σημαίνει ότι το σύνολο των ανθρώπων που έχουν μολυνθεί φθάνει τους 68.500.

Ωστόσο ο αριθμός των κρουσμάτων μειώθηκε για τρίτη συναπτή ημέρα.

Ενώ η Χουμπέι παραμένει αποκομμένη από τον υπόλοιπο κόσμο επί τρεις εβδομάδες και πολλές πόλεις της ανατολικής Κίνας επιβάλλουν δραστικά μέτρα περιορισμού, το Πεκίνο με τη σειρά του ανακοίνωσε προχθές Παρασκευή πως ενισχύει τα μέτρα περιορισμού για να ανακοπεί η εξάπλωση του ιού.

Η κινεζική πρωτεύουσα πλέον υποχρεώνει όλους όσοι φθάνουν σε αυτήν να επιβάλλουν στον εαυτό τους καραντίνα 14 ημερών, στο σπίτι τους ή στο ξενοδοχείο τους, επί ποινή κυρώσεων εάν δεν συμμορφώνονται, ανέφερε η Ημερησία του Πεκίνου, επίσημη εφημερίδα. Η δραστηριότητα στην πόλη συνεχίζει να έχει παραλύσει και πολλές εταιρείες επιβάλλουν στους εργαζομένους τους να δουλεύουν εξ αποστάσεως, με τη χρήση υπολογιστών.

Τα μέτρα επιβλήθηκαν αφού, κατά τις παραταθείσες διακοπές για το κινεζικό σεληνιακό νέο έτος, εκατομμύρια Κινέζοι ταξίδεψαν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους πριν επιστρέψουν στα σπίτια τους.

Έγιναν περίπου 283 εκατομμύρια μετακινήσεις μεταξύ της 25ης Ιανουαρίου και της 14ης Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τον υφυπουργό Μεταφορών Λίου Σιαομίνγκ.

Χαρτονομίσματα σε καραντίνα

Η επιδημία που προκαλεί ο COVID-19 κρατά τον κόσμο όλο σε συναγερμό, καθώς σχεδόν 600 κρούσματα μόλυνσης έχουν καταγραφεί σε περίπου τριάντα χώρες.

Η Αίγυπτος ανακοίνωσε προχθές Παρασκευή το πρώτο κρούσμα στην αφρικανική ήπειρο.

Πάντως η βασική εστία μόλυνσης εκτός Κίνας συνεχίζει να είναι το κρουαζιερόπλοιο Diamond Princess, σε καραντίνα στη Γιοκοχάμα της Ιαπωνίας: έχουν επιβεβαιωθεί 355 κρούσματα, ανάμεσά τους 70 που ανακοινώθηκαν σήμερα.

Συνολικά 3.711 άνθρωποι, επιβάτες και πλήρωμα, βρίσκονταν πάνω στο πλοίο που έκανε κρουαζιέρα όταν ένας επιβάτης που αποβιβάστηκε στο Χονγκ Κονγκ πριν από εβδομάδες αποκαλύφθηκε πως είχε μολυνθεί από τον κοροναϊό που εμφανίστηκε στην πόλη Ουχάν, στην κεντρική επαρχία Χουμπέι της Κίνας.

Αυτό το κρούσμα ώθησε τις ιαπωνικές αρχές να θέσουν το πλοίο σε καραντίνα στη Γιοκοχάμα. Έκτοτε, ο αριθμός των κρουσμάτων πάνω σε αυτό δεν σταματά να αυξάνεται. Οι άνθρωποι που εξακριβώνεται πως έχουν μολυνθεί αποβιβάζονται και διακομίζονται σε ειδικά εξοπλισμένα νοσοκομεία.

Εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε ότι πολίτες των ΗΠΑ που βρίσκονται πάνω στο κρουαζιερόπλοιο θα επαναπατριστούν με ειδικές πτήσεις και θα τεθούν σε καραντίνα για δύο εβδομάδες σε στρατιωτικές βάσεις μετά την επιστροφή τους στο αμερικανικό έδαφος.

Η κυβέρνηση του Χονγκ Κονγκ ανακοίνωσε επίσης χθες ότι θα επαναπατρίσει 330 πολίτες της αυτόνομης περιοχής της Κίνας που βρίσκονται πάνω στο πλοίο, με ειδικές πτήσεις τουλάχιστον ενός μισθωμένου αεροσκάφους.

Στην ίδια την Κίνα ο αγώνας εναντίον του κοροναϊού αποτελεί «μεγάλη δοκιμασία για το σύστημα και τις δυνατότητες αλλά και την κυβέρνηση της χώρας», αναγνώρισε την Παρασκευή ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ.

Η κυβέρνηση χρειάζεται εξάλλου να ενισχύσει τον «έλεγχο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και ενημέρωσης» στο Διαδίκτυο, σημείωσε ο Σι σε ομιλία του, εκτενή αποσπάσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν χθες στον κινεζικό κρατικό Τύπο. Χρήστες του Διαδικτύου έχουν επικρίνει τις αρχές για τον τρόπο που αντιμετωπίζουν και διαχειρίζονται την κρίση.

Ένδειξη του πόσο δρακόντεια είναι τα μέτρα που λαμβάνονται στην Κίνα ήταν η ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας χθες Σάββατο ότι τα κυκλοφορούντα χαρτονομίσματα θα απολυμαίνονται και θα τίθενται σε καραντίνα για έως και 14 ημέρες πριν επανακυκλοφορήσουν.

Αφού αρχικά εξήρε το Πεκίνο για το «πολύ επαγγελματικό έργο» των κινεζικών υγειονομικών αρχών, η Ουάσιγκτον είδε την Πέμπτη «έλλειψη διαφάνειας από πλευράς των Κινέζων».

Οι υγειονομικές αρχές της Χουμπέι ανακοίνωσαν εκείνη την ημέρα, προς γενική έκπληξη, τη διεύρυνση του ορισμού των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων του COVID-19, ανακοινώνοντας ότι θα αρκεί πλέον μια μαγνητική τομογραφία ή ακτινογραφία θώρακα για να γίνεται διάγνωση και δεν θα απαιτείται εξέταση νουκλεϊνικού οξέος.

Ο νέος ορισμός αυτόματα αύξησε θεαματικά τον αριθμό των ανθρώπων που έχουν κηρυχθεί επισήμως μολυσμένοι -ο απολογισμός των νέων κρουσμάτων απογειώθηκε την Πέμπτη, όταν ανακοινώθηκαν 15.000, πριν αρχίσει να μειώνεται.

Δοκιμάζεται η κινεζική οικονομία

Στο μεταξύ η αγωνία του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ για τις επιπτώσεις που έχουν τα μέτρα για τον κορωνοϊό στην οικονομία αποτυπώνονται στα λόγια που είπε σε ανώτερους αξιωματούχους νωρίτερα αυτόν τον μήνα.

Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters ο Σι Τζινπίνγκ είπε ότι η Κίνα θα πρέπει να καταβάλει κάθε προσπάθεια για να διατηρήσει τον οικονομικό και κοινωνικό έλεγχο και να αποφύγει να προκληθεί πανικός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε δευτερεύουσες «καταστροφές».

Μάλιστα ο Κινέζος πρόεδρος φέρεται να είχε προειδοποιήσει στις 3 Φεβρουαρίου αξιωματούχους ότι οι προσπάθειες για τον περιορισμό των επιπτώσεων του νέου κοροναϊού είχαν ξεπεράσει το όριο με αποτέλεσμα να απειλείται η οικονομία.

Είπε επίσης ότι η επιδημία που έχει σκοτώσει περισσότερους από 1.500 ανθρώπους και έχει μολύνει τουλάχιστον 66.000 επιβαρύνει την οικονομία και ειδικά τον τομέα των υπηρεσιών.

«Απαιτούνται δράσεις για να διατηρηθεί η βιομηχανική αλυσίδα της Κίνας και να ενθαρρυνθούν οι επιχειρήσεις να ξαναρχίσουν την παραγωγή», τόνισε ο Σι Τζινπίνγκ.

Εγινε μάλιστα και πιο συγκεκριμένος επισημαίνοντας ότι απαιτείται δουλειά με στόχο την ευρύτερη υιοθέτηση της τεχνολογίας 5G, και την ενίσχυση της αγοράς αυτοκινήτων και προϊόντων που σχετίζονται με τον υγιεινό τρόπο ζωής.

Παραδέχτηκε επίσης ότι η επιδημία αποκάλυψε ελλείψεις στην εθνική διακυβέρνηση καθώς η βιομηχανία των άγριων ζώων παρέμενε τεράστια παρά τους κινδύνους για τους πολίτες, τη στιγμή που τα αποθέματα σε προϊόντα υγείας και σε υλικά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την καταπολέμηση του κορωνοϊού εμφάνιζαν έλλειψη.

Τέλος, ανέκυψαν όπως είπε και προβλήματα γραφειοκρατίας που δημιουργούσαν εμπόδια στην καταπολέμηση της επιδημίας και προειδοποίησε ότι θα λογοδοτήσουν και θα απομακρυνθούν από τις θέσεις τους όσοι φέρουν ευθύνη. 

Ανάγκη αποφυγής της «υστερίας»

Ο Τζονγκ Νανσάν, Κινέζος επιδημιολόγος, βετεράνος του αγώνα εναντίον του κοροναϊού που προκάλεσε την επιδημία του Σοβαρού Οξέος Αναπνευστικού Συνδρόμου (ΣΟΑΣ) το 2002 και το 2003, προέβλεψε ότι η κορύφωση της επιδημίας θα καταγραφεί περί «τα μέσα ή τα τέλη του Φεβρουαρίου».

Πολύ πιο επιφυλακτικός, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) υπογράμμισε πως είναι ακόμα «πάρα πολύ νωρίς» για να γίνουν τέτοιες προβλέψεις.

Εντός του Σαββατοκύριακου αναμενόταν στο Πεκίνο διεθνής ομάδα ειδικών του ΠΟΥ για μια κοινή αποστολή με κινέζους γιατρούς.

Θα γίνουν επιθεωρήσεις στο πεδίο, θα αξιολογηθούν τα μέτρα πρόληψης, θα γίνουν επισκέψεις σε κέντρα έρευνας και θα συνταχθούν συστάσεις για τον περιορισμό της επιδημίας, εξήγησε ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Υγείας Μι Φενγκ.

«Η Κίνα κέρδισε χρόνο για τον υπόλοιπο κόσμο», αλλά «δεν ξέρουμε πόσο χρόνο», τόνισε από την πλευρά του ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεέσους σε ομιλία του χθες στο Μόναχο, από το βήμα της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια.

«Ζητάμε από όλες τις κυβερνήσεις, όλες τις εταιρείες και όλα τα μέσα ενημέρωσης να συνεργαστούν μαζί μας για να διατηρήσουμε το απαιτούμενο επίπεδο συναγερμού χωρίς να ενισχύουμε τις φλόγες της υστερίας», πρόσθεσε.