Κοσμος

Σεισμός στην Αλβανία: 40 τα θύματα του Εγκέλαδου

Ανασύρθηκαν το βράδυ νεκροί από τα ερείπια ένα ζευγάρι και το παιδί τους

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σεισμός 6,4 βαθμών Ρίχτερ στην Αλβανία: 40 νεκροί, δεκάδες αγνοούμενοι και τουλάχιστον 685 τραυματίες.

Σε ομαλές συνθήκες, η Αλβανία θα γιόρταζε την 107η επέτειο της ανεξαρτησίας της χώρας, όμως θρηνεί νεκρούς από τον φονικό σεισμό 6.4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε στις 26 Νοεμβρίου με επίκεντρο την πόλη του Δυρραχίου. Οι νεκροί έχουν φτάσει μέχρι στιγμής τους 40 μεταξύ των οποίων 5 παιδιά από 3 έως 15 ετών. Είκοσι τρεις είναι οι νεκροί στην κωμόπολη της Θουμάνα, όπου θεωρείται ολοκληρωμένη η επιχείρηση απεγκλωβισμού και διάσωσης των ανθρώπων από τα ερείπια. Ο συνολικός αριθμός των τραυματιών αγγίζει τους 700 με μερικές δεκάδες να φέρουν σοβαρά τραύματα.

Οι επιχειρήσεις συνεχίζονται σε τρία ακόμα σημεία, όπου υπολογίζεται ότι βρίσκονται εγκλωβισμένοι περίπου 15 άνθρωποι για τους οποίους οι ελπίδες ζωής εξανεμίζονται κάθε στιγμή που περνάει. Πέντε εγκλωβισμένοι ανήκουν μόνο σε μια οικογένεια που μετρά ακόμα τρεις νεκρούς που αποσύρθηκαν από τα ίδια συντρίμμια.

Ο πρωθυπουργός της χώρας Έντι Ράμα σε νέα έκτακτη σύσκεψη της κυβέρνησης, μίλησε ξανά για την ανάγκη συμπαράστασης με όλα τα μέσα στους σεισμοπαθείς. Ανέφερε ότι υπάρχει σημαντική βοήθεια και συμπαράσταση προς την Αλβανία από όλο τον κόσμο και επισήμανε την ανάγκη συντονισμού, σωστής διαχείρισης και αξιοποίησης αυτής της βοήθειας

Για το μέγεθος των καταστροφών από τον σεισμό ο κ. Ράμα τόνισε ότι είναι χιλιάδες οι οικογένειες που έχασαν τα σπίτια τους και τις περιουσίες τους και ζήτησε την συμβολή ντόπιων και ξένων χορηγών, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι το έργο ανοικοδόμησης ξεπερνά κάθε δυνατότητα του αλβανικού κράτους.

Εκατοντάδες οικογένειες, κυρίως στο Θουμάνε, πέρασαν και τη χθεσινή νύχτα στην ύπαιθρο και στους καταυλισμούς του στρατού, ενώ στο Δυρράχιο δεκάδες οικογένειες μεταφέρθηκαν στα εναπομείναντα όρθια ξενοδοχεία της πόλης.

Η επιδείνωση του καιρού με πτώση της θερμοκρασίας και βροχές δυσκολεύει περισσότερο την κατάσταση των κατοίκων των πληγέντων περιοχών. Οι μετασεισμικές δονήσεις που έφτασαν τις 600 με τρεις εξ αυτών πάνω από 5 Ρίχτερ, αλλά και ο φόβος ότι θα σημειωθούν στο μέλλον και άλλες ισχυρότερες δονήσεις, οδηγεί πολλούς κατοίκους να εγκαταλείπουν τις πόλεις τους.

Καταυλισμός σεισμόπληκτων / © ΑΠΕ ΜΠΕ/ΝΑΝΣΥ ΜΠΟΓΔΑΝΗ

Κάτοικοι διηγούνται τον τρόμο του σεισμού, μιλούν για τις απώλειες

Ο Φέχμι Βάτα, 73 ετών, είχε πιάσει δουλειά σαν νυχτοφύλακας για να βγάλει λίγα παραπάνω χρήματα. Όταν χτύπησε ο ισχυρότερος σεισμός που έχει σημειωθεί στην Αλβανία εδώ και δεκαετίες, τα ξημερώματα της Τρίτης, δεν ήταν στο σπίτι του, στο κρεβάτι του. Γύρισε πίσω για να δει ότι η γυναίκα του, δύο εγγόνια και μια από τις νύφες του είχαν παγιδευτεί στα συντρίμμια του διαμερίσματός τους, όταν κατέρρευσε η πενταόροφη πολυκατοικία όπου διέμεναν, στη Θουμάνα.

Ο 10χρονος εγγονός του Φέχμι ανασύρθηκε ζωντανός από τα χαλάσματα, όμως η γυναίκα του δεν στάθηκε τυχερή. Σκοτώθηκε, κρατώντας στην αγκαλιά της τον άλλο εγγονό της, προσπαθώντας να τον προστατεύσει. Η νύφη του επέζησε, αλλά είναι βαριά τραυματισμένη και νοσηλεύεται σε νοσοκομείο.

«Η γυναίκα μου πάντα έλεγε ότι θα πέθαινε για τα εγγόνια της, φαίνεται ότι τελικά το έκανε», είπε ο απαρηγόρητος Βάτα, καθισμένος σε έναν τσιμεντόλιθο, μπροστά στην κόκκινη ταινία που κρατά τους κατοίκους και τα μέσα ενημέρωσης μακριά από τα συντρίμμια.

Συνεχώς αυξάνεται ο απολογισμός των θυμάτων / © EPA/MALTON DIBRA

Σε απόσταση μερικών μέτρων, Αλβανοί και Έλληνες διασώστες ψάχνουν αγωνιωδώς για επιζώντες. Ο άλλος εγγονός του Φέχμι, ηλικίας 7 ετών, παραμένει θαμμένος στα συντρίμμια – ίσως να βρίσκεται κάπου κάτω από τη σκάλα, όπου συνήθιζε να κρύβεται, σύμφωνα με τον παππού. «Στεναχωριέμαι γιατί δεν μπορώ να κάνω τίποτα για το εγγόνι μου, μόνο να προσεύχομαι», είπε, με το σώμα του να τραντάζεται από τους λυγμούς. «Γιατί δεν πήρε ο Θεός τη δική μου ψυχή;»

Ο 73χρονος είχε μιλήσει στο τηλέφωνο με τη γυναίκα του όταν σημειώθηκε ένας μικρός σεισμός νωρίς το πρωί της Τρίτης. Ακολούθησε ο σεισμός των 6,4 βαθμών και το κτίριο κατέρρευσε.

Η οικογένεια Βάτα είναι φτωχή, όπως και πολλοί άλλοι κάτοικοι στη Θουμάνα, που βγάζουν τα προς το ζειν δουλεύοντας στα χωράφια ή από τα εμβάσματα που στέλνουν οι συγγενείς τους, οικονομικοί μετανάστες σε ευρωπαϊκές χώρες.

Πριν από τον σεισμό ο γιος του Βάτα, ο πατέρας των δύο αγοριών είχε φύγει για να εργαστεί για τρεις μήνες στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τα παιδιά και τη σύζυγό του με τους παππούδες. Ο άλλος του γιος έχει νοητική υστέρηση και γλίτωσε επειδή μαζί με την αδελφή του ήταν σε άλλη πόλη που δεν χτυπήθηκε από τον σεισμό.

«Η γυναίκα μου ήταν η κολόνα του σπιτιού. Δούλευε όλη την ημέρα στα χωράφια... Μπορεί να στάθηκα τυχερός και να έζησα επειδή δούλευα νυχτοφύλακας αλλά τι μου χρειάζεται η ζωή μετά απ' όσα μου συνέβησαν;» είπε με δάκρυα στα μάτια ο παππούς.