Κοσμος

Brexit: Σεναριολογία χαρακτηρίζει η Ντάουνινγκ Στριτ τα δημοσιεύματα περί «backstop»

Τα «σκληρά» σύνορα με την Ιρλανδία το «αγκάθι» της διαπραγμάτευσης

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ένα δημοσίευμα κατά το οποίο η νομικά δεσμευτική συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα προβλέπει πως η χώρα θα παραμείνει στην τελωνειακή ένωση, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να ισχύσουν διαφορετικές διατάξεις για τη Βόρεια Ιρλανδία, αποτελεί «σεναριολογία» και μόνο, τόνισε η Ντάουνινγκ Στριτ.

Η εφημερίδα The Sunday Times γράφει στο φύλλο της ότι η πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι θέλει το Ηνωμένο Βασίλειο να παραμείνει «προσωρινά» στην τελωνειακή ένωση, ώστε να μην τύχει διακριτικής μεταχείρισης η Βόρεια Ιρλανδία προκειμένου να μην υπάρξουν «σκληρά» σύνορα. Το ζήτημα έχει μετατραπεί σε ένα από τα κυριότερα εμπόδια για την επίτευξη συμφωνίας όσον αφορά το Brexit, το οποίο πρόκειται να γίνει τον Μάρτιο του 2019.

Το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς μετέδωσε την Παρασκευή ότι η ΕΕ πρότεινε ως εναλλακτικό μηχανισμό ασφαλείας (backstop, κατά την ορολογία που χρησιμοποιείται στις Βρυξέλλες) να παραμείνει όλο το Ηνωμένο Βασίλειο στην τελωνειακή ένωση μετά το Μπρέξιτ. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα στο Λονδίνο να ορίζει ένα μέρος των κανόνων για το εμπόριο, ενώ ταυτόχρονα θα απαλείψει την ανάγκη να ισχύσουν διαφορετικοί κανόνες για τη Βόρεια Ιρλανδία από ό,τι για τις άλλες βρετανικές επαρχίες.

Η κυβέρνηση της Μέι αναμένεται να συνεδριάσει την Τρίτη για να συζητήσει εκ νέου τα σχέδιά της. Η ίδια η Μέι ελπίζει ότι θα επιτευχθεί επαρκής πρόοδος μέχρι την Παρασκευή ώστε η ΕΕ να συγκαλέσει εντός του μήνα έκτακτη Σύνοδο Κορυφής για την οριστική έγκριση της συμφωνίας, κατά το ρεπορτάζ της κυριακάτικης έκδοσης των Τάιμς.

Οι προετοιμασίες για τη συμφωνία είναι «πολύ πιο προχωρημένες από ό,τι είχε αποκαλυφθεί μέχρι τώρα», υποστηρίζει η εφημερίδα, επικαλούμενη πηγές στο Λονδίνο και στις Βρυξέλλες, ενώ προσθέτει πως το κείμενο της συμφωνίας θα εκτείνεται σε 50 σελίδες.

Ερωτηθείς σχετικά με το δημοσίευμα, εκπρόσωπος του βρετανικού πρωθυπουργικού γραφείου απάντησε ότι πρόκειται για «σεναριολογία και μόνο», πρόσθεσε πάντως ότι «η πρωθυπουργός έχει καταστήσει σαφές πως σημειώνουμε καλή πρόοδο ως προς τη συμφωνία για τη μελλοντική σχέση, το 95% της συμφωνίας για την αποχώρηση έχει οριστικοποιηθεί και οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται».

Μολονότι ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ ανήγγειλε τον Σεπτέμβριο ότι ενδέχεται να συγκαλέσει έκτακτη Σύνοδος Κορυφής το διήμερο της 17ης και της 18ης Νοεμβρίου για να εγκριθεί επίσημα και οριστικά η συμφωνία, αυτή τη στιγμή δεν προγραμματίζεται κάτι τέτοιο.

Στο μεταξύ πάνω από 70 γνωστοί βρετανοί επιχειρηματίες απηύθυναν έκκληση να οργανωθεί δημοψήφισμα για τους όρους του Brexit, προειδοποιώντας εναντίον του κινδύνου η χώρα να κινηθεί προς την έξοδο από την ΕΕ «με τα μάτια σφαλισμένα» ή χειρότερα, αντιμέτωπη με ένα «σκληρό Brexit».

Την ίδια ώρα, ο Ντόμινικ Ράαμπ, ο υπουργός της βρετανικής κυβέρνησης που είναι αρμόδιος για το Brexit, απαίτησε κατά τη διάρκεια μιας κατ' ιδίαν συνάντησης να δοθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο το δικαίωμα να αποσυρθεί από τη συμφωνία για τον εναλλακτικό μηχανισμό ασφαλείας (backstop, κατά την ορολογία που χρησιμοποιείται στις Βρυξέλλες) όσον αφορά στα σύνορα με την Ιρλανδία μέσα σε τρεις μήνες, έγραψε η βρετανική συντηρητική εφημερίδα The Telegraph την Κυριακή.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας, ο Ράαμπ πρόβαλε αυτή την αξίωση στον υπουργό Εξωτερικών της Ιρλανδίας Σάιμον Κόβενι σε κατ’ ιδίαν συνάντησή τους στο Λονδίνο την περασμένη Τρίτη, αφήνοντάς τον «άναυδο».

Ωστόσο την αξίωση αυτή φέρεται να απέσυρε ο Ντέιβιντ Λίντινγκτον, υπουργός προεδρίας της βρετανικής κυβέρνησης, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Δουβλίνο τρεις ημέρες αργότερα.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ιρλανδία απαιτούν να υπάρξει μια διευθέτηση που θα εγγυάται ότι δεν θα δημιουργηθούν «σκληρά» σύνορα ανάμεσα στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και τη βρετανική επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας αφού η Βρετανία αποχωρήσει από την ΕΕ τον Μάρτιο του 2019, σε περίπτωση που το ζήτημα δεν επιλυθεί μέσω των διαπραγματεύσεων.

Το υπουργείο του Ράαμπ, όταν ερωτήθηκε σχετικά, περιορίστηκε να αναφέρει ότι δεν σχολιάζει όσα συζητούνται σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις.