Κοσμος

Πόλεμος Τραμπ - FBI με φόντο τη ρωσική ανάμειξη στις εκλογές

Αμφισβητεί την ακεραιότητα ανώτατων στελεχών

Newsroom
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αμφισβήτησε την ακεραιότητα ανώτατων στελεχών του υπουργείου Δικαιοσύνης και του FBI προκαλώντας τα πυρά των Δημοκρατικών, οι οποίοι προειδοποιούν για το ενδεχόμενο συνταγματικής κρίσης.

Αψηφώντας την αντιπολίτευση, τον διευθυντή του FBI και πολλούς γερουσιαστές του κόμματός του ο Τραμπ ενέκρινε τον αποχαρακτηρισμό ενός αμφιλεγόμενου απόρρητου υπομνήματος, το οποίο συνέταξε ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων Ντέβιν Νούνες.

Το τετρασέλιδο αυτό υπόμνημα αφορά τις μεθόδους που χρησιμοποίησε το FBI και αναφέρει ότι ο «φάκελος» που συνέταξε ο πρώην πράκτορας της ΜΙ6 Κρίστοφερ Στιλ για τις επαφές του Ντόναλντ Τραμπ με τη Ρωσία αποτελούσε το «κύριο μέρος» της αίτησης που υπέβαλε η ομοσπονδιακή αστυνομία προκειμένου να λάβει άδεια για να παρακολουθήσει έναν σύμβουλο του Ρεπουμπλικανού προέδρου, τον Κάρτερ Πέιτζ.

«Είναι ντροπή αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος από το Οβάλ Γραφείο λίγο πριν τη δημοσιοποίηση του υπομνήματος.

«Οι πλέον ανώτεροι αξιωματούχοι και ερευνητές του FBI και του υπουργείου Δικαιοσύνης πολιτικοποίησαν την ιερή διαδικασία της έρευνας υπέρ των Δημοκρατικών και κατά των Ρεπουμπλικάνων», έγραψε στο Twitter.

Μια πρωτοφανή κατηγορία από έναν Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος παραδοσιακά φροντίζει να διαφυλάσσει τον διαχωρισμό μεταξύ της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας.

Όμως ο Τραμπ φαίνεται αποφασισμένος να αποδείξει ότι κάποιοι από τη δικαστική εξουσία θέλουν να υπονομεύσουν την προεδρία του μέσω της έρευνας για την ενδεχόμενη ανάμειξη της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016 και την πιθανή σύμπραξη του προεκλογική επιτελείου του Τραμπ με τη Μόσχα, η οποία αρχικά διεξαγόταν από το FBI και αργότερα αναλήφθηκε από τον ειδικό εισαγγελέα Ρόμπερτ Μάλερ.

Το υπόμνημα τού προσφέρει ένα πάτημα αν και σε αυτό δεν αναφέρεται παρά ένα πρόσωπο που εμπλέκεται στην υπόθεση, ο Κάρτερ Πέιτζ, πρώην σύμβουλος της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, και δεν αναφέρεται στον Μάλερ ή στις έρευνές του. Εξάλλου οι Δημοκρατικοί καταγγέλλουν ότι το υπόμνημα παραλείπει πολλά γεγονότα.

Η αντιπολίτευση προειδοποίησε μάλιστα τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρος να μην πυροδοτήσει συνταγματική κρίση απολύοντας τον υφυπουργό Δικαιοσύνης Ροντ Ρόζενσταϊν ή να χρησιμοποιήσει το υπόμνημα ως αφορμή για να αποπέμψει τον Μάλερ.

«Θα θεωρούσαμε μια τέτοια ενέργεια απόπειρα παρακώλυσης της δικαιοσύνης στην έρευνα για τη Ρωσία», ανέφεραν σε επιστολή τους υψηλόβαθμα στελέχη των Δημοκρατικών στη Γερουσία και τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η αποπομπή των δύο αυτών ανδρών «θα μπορούσε να προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου συνταγματική κρίση μετά τη Σφαγή το Σαββατόβραδο», τόνισαν.

Η «Σφαγή το Σαββατόβραδο» είναι το όνομα που δόθηκε στην απόφαση του προέδρου Ρίτσαρντ Νίξον να αποπέμψει το 1973 τον ειδικό εισαγγελέα Άρτσιμπαλντ Κοξ που ερευνούσε το σκάνδαλο Watergate, γεγονός που ώθησε τον υπουργό και τον υφυπουργό Δικαιοσύνης να παραιτηθούν.

Σύμφωνα με το τετρασέλιδο υπόμνημα, ο μέχρι πρότινος αναπληρωτής διευθυντής του FBI Άντριου Μακέιμπ κατέθεσε στην Επιτροπή Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων ότι δεν θα είχε επιδιωχθεί να εκδοθεί εντολή παρακολούθησης για τον σύμβουλο του Τραμπ χωρίς τις πληροφορίες που περιέχονταν στον φάκελο του Στιλ.

Ο πρώην Βρετανός πράκτορας είχε προσληφθεί από ένα αμερικανικό λόμπι το οποίο λάμβανε χρήματα από την προεκλογική εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον και το Δημοκρατικό Κόμμα. Οι Ρεπουμπλικάνοι συντάκτες του υπομνήματος κατηγορούν το FBI όταν δεν αποκάλυψε στον δικαστή που εξέδωσε το ένταλμα για την παρακολούθηση του Κάρτερ ότι η προεκλογική εκστρατεία της υποψήφιας των Δημοκρατικών συγχρηματοδότησε τη σύνταξη του φακέλου που του παρουσιάστηκε.

Ο Μακέιμπ παραιτήθηκε στις αρχές της εβδομάδας αφού κατηγορήθηκε από τον πρόεδρο Τραμπ για μεροληψία σε βάρος του.

Ο Στιλ έπαψε να είναι πηγή του FBI επειδή αποκάλυψε στα μέσα ενημέρωσης, το 2016, τους δεσμούς του με την ομοσπονδιακή αστυνομία. Τον Σεπτέμβριο του 2016 εξέφρασε σε έναν υψηλόβαθμο αξιωματούχο του υπουργείου Δικαιοσύνης την «αγωνία» του να μην εκλεγεί ο Τραμπ στην προεδρία.

Το υπόμνημα «καίει» επίσης το πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Δικαιοσύνης Μπρους Ορ και αναφέρεται στον Μακέιμπ και τον Ρόζενσταϊν, ο οποίος ανανέωσε το αίτημα για την παρακολούθηση του Κάρτερ.

Όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο αν ο αποχαρακτηρισμός του υπομνήματος και η δημοσιοποίηση του καθιστά πιο πιθανή την απόλυση του Ροζενστάιν, ο Τραμπ απάντησε διφορούμενα: «Βρείτε το μόνοι σας».

Πάντως οι Δημοκρατικοί της Επιτροπής Πληροφοριών επανέλαβαν χθες ότι η έρευνα του Μάλερ βασίζεται σε πολλά στοιχεία και όχι μόνο «στον φάκελο Στιλ». «Μόνος στόχος του Ρεπουμπλικανικού υπομνήματος είναι να προστατευθεί ο Λευκός Οίκος και ο πρόεδρος», τόνισαν.

«Αυτό είναι όλο;», ανήρτησε στον λογαριασμό του στο Twitter ο πρώην επικεφαλής του FBI Τζέιμς Κόμεϊ, επισημαίνοντας την απουσία σοβαρών αποδείξεων.

Και ο αντικαταστάτης του Κρίστοφερ Ρέι στέλνοντας εσωτερικό μήνυμα στους 30.000 εργαζόμενους στο FBI όχι μόνο διέψευσε ότι σκοπεύει να παραιτηθεί, αλλά τόνισε ότι «παραμένω δεσμευμένος στην αποστολή μου».

Όμως και υψηλόβαθμα στελέχη των Ρεπουμπλικάνων εξέφρασαν την ανησυχία τους για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει το υπόμνημα στην αμερικανική πολιτική ζωή.

«Οι πρόσφατες επιθέσεις εναντίον του FBI και του υπουργείου Δικαιοσύνης δεν εξυπηρετούν κανένα αμερικανικό συμφέρον, ούτε του κόμματος ούτε του προέδρου. Μόνο το συμφέρον του Πούτιν», κατήγγειλε ο Τζον Μακέιν.

Τι ισχυρίζεται και τι παραλείπει το υπόμνημα που αποχαρακτήρισε ο Ντόναλντ Τραμπ

Το απόρρητο υπόμνημα των τεσσάρων σελίδων που συνέταξε ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων Ντέβιν Νούνες και αποχαρακτήρισε χθες ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ αναφέρει ότι «προκύπτουν ανησυχίες αναφορικά με τη νομιμότητα και τη νομιμοποίηση κάποιων ενεργειών» του FBI και του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Κατηγορεί τους δύο αυτούς θεσμούς ότι καταχράστηκαν την εξουσία τους προκειμένου να πάρουν άδεια από ομοσπονδιακό δικαστή για να παρακολουθήσουν τις συνομιλίες του πρώην συμβούλου της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, του Κάρτερ Πέιτζ.

Σύμφωνα με τον FISA, έναν νόμο που υιοθετήθηκε πριν 40 χρόνια, οι ερευνητές του υπουργείου Δικαιοσύνης πρέπει να υποβάλουν σε ομοσπονδιακό δικαστή πειστικά στοιχεία προκειμένου αυτός να εκδώσει ένταλμα για την παρακολούθηση των συνομιλιών κάποιου προσώπου.

Τι ισχυρίζεται το υπόμνημα

- Προκειμένου να λάβουν το ένταλμα αυτό το FBI και το υπουργείο Δικαιοσύνης βασίστηκαν στις πληροφορίες που συνέλεξε ο Κρίστοφερ Στιλ, ένας πρώην πράκτορας της MI6. Ο Στιλ ενήργησε στο πλαίσιο μιας αποστολής, η οποία χρηματοδοτήθηκε από το Δημοκρατικό Κόμμα και την προεκλογική εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον, γεγονός που καταδεικνύει μεροληψία κατά του Τραμπ.

- Το αίτημα για την έκδοση εντάλματος έφερε την υπογραφή τεσσάρων υψηλόβαθμων αξιωματούχων, οι οποίοι σκοπίμως παρέλειψαν να αναφέρουν τα πολιτικά κίνητρα του Στιλ: του τότε διευθυντή του FBI Τζέιμς Κομεϊ, του πρώην αναπληρωτή του Άντριου Μακέιμπ, της πρώην αναπληρώτριας υπουργού Δικαιοσύνης Σάλι Γέιτς και του νυν υφυπουργού Δικαιοσύνης Ροντ Ρόζενσταϊν.

- Το αίτημα για την έκδοση εντάλματος προκειμένου να παρακολουθείται ο Πέιτζ βασίστηκε κυρίως στον «φάκελο» που συνέταξε ο Στιλ.

- Ο Στιλ ήταν επίσης πηγή του FBI, όμως η αξιοπιστία του ήταν αμφισβητούμενη: είχε πει ψέματα στην ομοσπονδιακή αστυνομία για τις επαφές του και είχε κάνει δηλώσεις στον Τύπο παραβιάζοντας τους κανόνες περί εμπιστευτικότητας που διέπουν τον κόσμο των Πληροφοριών.

Τι παραλείπει το υπόμνημα

- Το FBI είχε υποψίες για τον Κάρτερ Πέιτζ από το 2013, πολύ προτού ξεκινήσει η έρευνα του Στιλ.

- Ο φάκελος Στιλ δεν ήταν η αφορμή για να ξεκινήσει η αρχικά απόρρητη έρευνα του FBI για την πιθανή σύμπραξη του προεκλογική επιτελείου του Τραμπ με τη Μόσχα. Αυτή είχε ξεκινήσει τον Ιούλιο του 2016 όταν οι αμερικανικές υπηρεσίες Πληροφοριών παρατήρησαν πολλές συνομιλίες μεταξύ Ρώσων και συνεργατών του Αμερικανού προέδρου, κυρίως με τον σύμβουλό του Τζορτζ Παπαδόπουλος.

- Η χρήση πληροφοριών που προέρχονται από μία οντότητα με προκαταλήψεις ή κρυφή ατζέντα, όπως ο Στιλ, προκειμένου να εκδοθεί ένταλμα παρακολούθησης δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Εναπόκειται στον εκάστοτε δικαστή να εκτιμήσει την αξιοπιστία και το βάρος που πρέπει να δοθεί στις πληροφορίες αυτές.