- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Ρόμπερτ Μιούλερ, ο ειδικός ανακριτής του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης, έστειλε χθες ένα ισχυρό μήνυμα στον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, σχολιάζει το CNN. Ο Μιούλερ έδειξε ότι μπορεί να κινηθεί μυστικά και να πολλαπλασιάσει την επιρροή των ενεργειών του, που δημοσιοποιούνται.
Με τις πρώτες απαγγελίες κατηγοριών, ο ειδικός ανακριτής με εισαγγελικά καθήκοντα, γνωστοποίησε το εύρος της έρευνας που διεξάγει σχετικά με την εμπλοκή της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016. Παράλληλα, δημοσιοποίησε το είδος των στοιχείων που αξιοποιεί μετά τον εντοπισμό τους, αλλά και την ικανότητά του να πείσει έναν από τους κατηγορούμενους να συνεργαστεί.
Έτσι, η απαγγελία κατηγοριών κατά του πρώην προέδρου της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, Πολ Μάναφορτ, του συνεργάτη του Ρικ Γκέιτς, αλλά και η αποδοχή ενοχής από τον Τζορτ Παπαδόπουλο, κυριαρχούν στην πολιτική επικαιρότητα της αμερικανικής πρωτεύουσας κατά το τελευταίο 24ωρο. “Υπάρχει μία έρευνα μεγάλης κλίμακας που βρίσκεται σε εξέλιξη, ενώ η υπόθεση αυτή, αποτελεί ένα μικρό τμήμα της,” είχε δηλώσει χαρακτηριστικά στις αρχές του μήνας, ο Ααρόν Ζελίνσκι που είναι στέλεχος του γραφείου του Μιούλερ, σύμφωνα με μία αναφορά η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες.
Παράλληλα, η ομάδα έρευνας που έχει συγκροτήσει ο Μιούλερ φαίνεται ότι δίνει έμφαση και στην κατεύθυνση της δημοσιοποίησης στοιχείων, ώστε να ενημερωθεί σχετικά η αμερικανική κοινή γνώμη. Στα έγγραφα που δημοσιοποιούνται διαφαίνεται ότι η προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ ήταν ενήμερη στις αρχές του 2016 για την “διαθεσιμότητα προσφοράς” χιλιάδων ηλεκτρονικών μηνυμάτων που επιβλαβή περιεχόμενο για την προεδρική υποψήφια των Δημοκρατικών, Χίλαρι Κλίντον.
Από τα στοιχεία που δημοσιοποιούνται διαφαίνεται επίσης, ότι είναι ενδεχόμενο να απαγγελθούν κατηγορίες και κατά άλλων προσώπων που προσπάθησαν ν’ αποκρύψουν στοιχεία. Η δήλωση του Παπαδόπουλου άρχισε με την παρατήρηση ότι “δεν περιλαμβάνει όλα τα γεγονότα που έχουν γνωστοποιηθεί,” ενώ αμέσως μετά αναφέρθηκε στις συζητήσεις που είχε με πολλούς υψηλόβαθμους αξιωματούχους της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ. Τα ονόματα αυτών των αξιωματούχων δεν έχουν -μέχρι σήμερα- δημοσιοποιηθεί.
Το χρονικό των τελευταίων εξελίξεων φαίνεται ότι προκάλεσε αιφνιδιασμό στον Λευκό Οίκο, ενώ οι πληροφορίες από την Ουάσινγκτον κατά τα 24ωρα που προηγήθηκαν των τελευταίων εξελίξεων ανέφεραν κλίμα αγωνίας. Οι φωτογραφίες που δημοσιοποιήθηκαν έδειχναν τον Μάναφορτ να οδηγείται στα γραφεία του FBI, όπου και του απαγγέλθηκαν οι κατηγορίες. Την ίδια διαδρομή ακολούθησε και ο Γκέιτς.
Από την άλλη μεριά, το σχετικό νομικό έγγραφο αποδοχής της ενοχής που υπέγραψε ο Παπαδόπουλος περιέχει λεπτομέρειες για το πως ο 30χρονος πρώην σύμβουλος για θέματα εξωτερικής πολιτικής της προεκλογικής εκστρατείας, είπε ψέματα στις ομοσπονδιακές αρχές ερευνών, σχετικά με τις επικοινωνίες που έχει με ξένους αξιωματούχους που βρίσκονται κοντά στην ρωσική κυβέρνηση. Ειδικότερα, ο Παπαδόπουλος προσπάθησε να παραπλανήσει τις αρχές, σχετικά με τις επικοινωνίες του με μία επαφή από το εξωτερικό σχετικά με πιθανές “επιβλαβείς” πληροφορίες για την Χίλαρι Κλίντον.
Ο Μιούλερ από την πλευρά του, έχει εμπειρία στον τρόπο με τον οποίο δουλεύει η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ερευνών των ΗΠΑ (FBI) καθώς έχει διατελέσει διευθυντής της. Τοποθετήθηκε στην θέση αυτή, από τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους Τζούνιορ το 2001, ενώ παράμεινε στην θέση του και υπό τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Τα ειδικά ανακριτικά καθήκοντα στην υπόθεση πιθανής εμπλοκής της Ρωσίας στις προεδρικές εκλογές του 2016, με έμφαση στο ενδεχόμενο συνωμοσίας μεταξύ των στελεχών της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ και Ρώσων επιχειρηματιών και αξιωματούχων του ανατέθηκαν στις 17 Μαΐου του 2017. Μετά από την δημοσιοποίηση πληροφοριών για προεκλογικές επικοινωνίες και συναντήσεις του με Ρώσους αξιωματούχους ο Αμερικανός υπουργός Δικαιοσύνης, Τζεφ Σέσιονς αυτοεξαιρέθηκε της έρευνας, ενώ ο διορισμός του Μιούλερ έγινε από τον υφυπουργό Δικαιοσύνης Ροντ Ροζενστάιν. Των εξελίξεων αυτών, είχε προηγηθεί η αιφνιδιαστική αποπομπή του (πρώην) διευθυντή του FBI, Τζέιμς Κόμεϊ από τον πρόεδρο Τραμπ. Αργότερα, η αυτοεξαίρεση του Σέσιονς από την έρευνα φαίνεται να προκάλεσε την οργή του Τραμπ, όπως δημοσιοποιήθηκε από σχετικές πληροφορίες.
Όπως έγινε γνωστό από δηλώσεις του Ροζενστάιν ο Μιούλερ διερευνά την ύπαρξη οποιονδήποτε δεσμών ή πιθανής συνεργασίας, μεταξύ της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ αλλά και “οποιονδήποτε ζητημάτων εντοπιστούν άμεσα” σε σχέση με το κεντρικό περιεχόμενο της έρευνας, αλλά και ενδεχόμενες προσπάθειες για παρεμπόδιση του έργου της δικαιοσύνης ή πιθανή ψευδορκία ή προσπάθειας αλλοίωσης πληροφοριών.
Η απαγγελία κατηγοριών κατά του Μάναφορτ και του Γκέιτς αποδεικνύει το χρονικό βάθος της έρευνας που διεξάγεται κι αυτό φαίνεται να ξεπερνάει την δεκαετία. Η εξέλιξη αυτή δημοσιοποιεί παράνομες πράξεις που δεν σχετίζονται χρονικά με την προεκλογική περίοδο του 2016, αλλά υπάρχει διασύνδεσή τους με την Ρωσία. Η αναφορά για την απαγγελία των κατηγοριών καλύπτει 31 σελίδες, περιγράφοντας 12 αδικήματα, ενώ διασυνδέει το συμβουλευτικό αντικείμενο των κατηγορουμένων, με αξιωματούχους που είχαν την υποστήριξη της Ρωσίας, στην Ουκρανία. Οι κατηγορίες αναφέρονται στην διενέργεια κατασκοπείας κατά των ΗΠΑ, απόκρυψης πληροφοριών που σχετίζεται με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, αλλά και απόκρυψη της εκπροσώπησης ξένου παράγοντα, μεταξύ άλλων.
Tο κατηγορητήριο στηρίζεται επίσης στην διάθεση υπέρογκων ποσών από εξωχώριους τραπεζικούς λογαριασμούς (offshore), στην πληρωμή δανείων και διδάκτρων, όπως και έξοδα διακόσμησης. Στο υλικό που αξιοποιήθηκε περιλαμβάνονται και στοιχεία από την επιδρομή που έκαναν οι αρμόδιες αρχές στην οικία του.
Τόσο ο Μάναφορτ, όσο και ο Γκέιτς δεν παραδέχτηκαν την ενοχή τους.
Ο Μιούλερ έχει μέσω των εισαγγελικών αρμοδιοτήτων του, το δικαίωμα απαγγελίας κατηγοριών υπό την προϋπόθεση διαπίστωσης της τέλεσης νομικών αδικημάτων, διευρύνοντας το περιθώριο δράσης του, σε σύγκριση με τις έρευνες που διεξάγονται για την ίδια υπόθεση από το Κογκρέσο.
Πηγή: CNN