- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κόκκινο και μπλε: τα χρώματα της Νορβηγίας ταιριάζουν γάντι στο Όσλο. Μπλε για τη δυτική πλευρά, την πλούσια, με τις βίλες, τα μνημεία και τους εύπορους αστούς που βγάζουν ανέμελα βόλτα τα σκυλάκια τους. Κόκκινο για το ανατολικό τμήμα, των εργατών, των μεταναστών και, προσφάτως, των πιο ψαγμένων και ανήσυχων νέων. Μια πόλη, στα δύο. Κοινό χαρακτηριστικό τα πάρκα και τα δάση, που κάνουν το Όσλο την πιο πράσινη πρωτεύουσα της Ευρώπης κι εσένα να ξεχνάς για λίγο πως είναι και η πιο ακριβή.
Το αεροπλάνο έχει ξεκινήσει την κάθοδο, όμως το Όσλο πουθενά! Μόνο φιόρδ, καταπράσινα δάση και στο βάθος πάγος. Πού είναι, λοιπόν, η πρωτεύουσα των Νόμπελ Ειρήνης και του σκι; «Πενήντα χιλιόμετρα πιο νότια», μας λέει η αεροσυνοδός. Για να μην ενοχλεί ο θόρυβος τους κατοίκους του Όσλο.
Με το καλημέρα στο αεροδρόμιο, ακόμα μία έκπληξη. Το ξύλο κυριαρχεί στο κτίριο και δένει αρμονικά με το μέταλλο και το μπετόν. Ακόμα και τα καθίσματα είναι από ξύλο (και δέρμα!). Το τρένο για την πόλη είναι υπερσύγχρονο. Εξ ου και η τιμή: 20 λεπτά ταξίδι, 20 ευρώ στο κεφάλι.
Στην πόλη, οι εκπλήξεις συνεχίζονται. Οι γιοι και οι κόρες των Βίκινγκς είναι όλοι έξω στο δρόμο, στα παραθαλάσσια μπαρ, τα δάση και τα πάρκα. Στο Όσλο παίζει και βουνό και θάλασσα, όρεξη να έχεις. Οι ρυθμοί μοιάζουν χαλαροί, και όλα είναι κοντά με τα πόδια. Αν πάλι βαριέσαι, διάλεξε μέσο: λεωφορείο, τραμ, μετρό, καραβάκι. Το ταξί είναι απαγορευτικό· καλύτερα αγόρασέ το.
Πρώτος σταθμός το μουσείο Έντβαρτ Μουνχ. Τα μέτρα ασφαλείας θυμίζουν αεροδρόμιο. Μόνο διαβατήριο δεν ζητούν. Οι κάμερες μπορεί να είναι και περισσότερες από τους πίνακες του άξιου τέκνου της Νορβηγίας που έβαλε τη χώρα στον παγκόσμιο εικαστικό χάρτη με τα πολύ ιδιαίτερα έργα του. «Προσοχή, προφέρεται Μουνχ!» μου λέει η Νορβηγίδα από δίπλα, «Τώρα τελευταία αυτοί από το δυτικό Όσλο τον λένε Μινχ για να του προσδώσουν μια πιο εκλεπτυσμένη χροιά, λες και τη χρειάζεται».
Σιωπηλή και τρομακτική, η «Κραυγή», το πιο γνωστό από τα έργα του, έχει κλαπεί (και ξαναβρεθεί) δύο φορές. Από τα συνολικά 5.000 έργα και σκίτσα του νορβηγού μποέμ, η «Κραυγή» και η «Μαντόνα» είναι τα αγαπημένα των επισκεπτών, όπως φαίνεται από τα σουβενίρ που πουλάει το μαγαζάκι του μουσείου. Εγώ πάλι κολλάω σε μια αυτοπροσωπογραφία του. Ή ο ήλιος βαράει πολύ εδώ στο βορρά ή ο καλλιτέχνης είναι φτυστός ο Γιώργος Παπανδρέου.
Ξεπετάω στα γρήγορα τις αίθουσες και φεύγω για το λιμάνι. Χτισμένο πάνω στα ερείπια των κόκκινων φαναριών και των κακόφημων μπαρ, το δημαρχείο είναι ο «βασιλιάς» της περιοχής. Στη μεγάλη αίθουσα του ισογείου, τη διακοσμημένη με σοβιετικού τύπου τοιχογραφίες καλλιτεχνών της Νορβηγίας, απονέμεται κάθε χρόνο το Νόμπελ Ειρήνης. Από έξω σκούρο κόκκινο τούβλο, αυστηρές γωνίες και δύο επιβλητικοί πύργοι. Την είσοδο πλαισιώνουν δεκάδες ξυλόγλυπτα. Το καθένα ζυγίζει έναν τόνο και είναι όλα εμπνευσμένα από τη μυθολογία της Νορβηγίας. Ο Θορ, ο Οντίν και η άγρια τρελοπαρέα τους, είναι όλοι εκεί.
Στην ανατολική πλευρά του λιμανιού, σε στρατηγική θέση, δεσπόζουν ο πύργος και το οχυρό Άκερχους. Το οχυρό υπέφερε από πολιορκίες, πυρκαγιές και πολέμους. Αυτά πέρασαν. Σήμερα είναι πάρκο, χώρος συναυλιών και θεατρικών παραστάσεων. Στο Όσλο δεν υπάρχει «Μην πατάτε το πράσινο». Όλοι κάνουν πικνίκ και ηλιοθεραπεία στο πάρκο ή απολαμβάνουν την μπίρα χύμα στην προκυμαία.
Στη δυτική όμως πλευρά, στο πρώην ναυπηγείο του Άκερ Μπρίγκε, το σκηνικό αλλάζει. Στα μπαρ της προκυμαίας, δίπλα στη μαρίνα του Όσλο, το ποτηράκι κρασί σαμπλί γίνεται δικό σου μόλις με 12 ευρώ και η μπίρα με 9. Οι καλοβαλμένες κυρίες δείχνουν σαφή προτίμηση στις σαμπάνιες. Πανάκριβα μπουκάλια βουτηγμένα στον πάγο κοσμούν το ένα στα τρία τραπέζια.
Στην κόγχη της προκυμαίας βρίσκεται ο πιο χρήσιμος σταθμός για τα καραβάκια-λεωφορεία που διασχίζουν το φιόρδ του Όσλο. Αναχωρούν κάθε 40 λεπτά για το Μπιγκντόι, μια καταπράσινη χερσόνησο με δύο παραλίες, γκαζόν και topless Nordic queens. Εκεί και το μουσείο μαζί με τα καράβια των μεγάλων νορβηγών θαλασσοπόρων Ρόαλντ Αμούνδσεν και Θορ Χάγερνταλ, καθώς επίσης και το μουσείο των Βίκινγκς.
«Σε αυτή τη χώρα δεν παίζουμε με τους Βίκινγκς και το σκι», λέει η Λίνε λίγη ώρα αργότερα, ενώ πίνουμε καφέ στην περιοχή του Χόλμενκολεν κάτω από τη μεγαλύτερη στον κόσμο ολυμπιακή πίστα για άλματα σκι. Παίρνεις φόρα, είσαι στον αέρα για καμιά 100ρια μέτρα κι από κάτω χαζεύεις ολόκληρο το Όσλο και τα φιόρδ.
Στην άλλη άκρη της πόλης, κυριολεκτικά πάνω στο κύμα, το Μέγαρο της Όπερας, το καμάρι των Νορβηγών. Από μάρμαρο και γρανίτη, μοιάζει με πλαγιά χιονισμένη, η οποία βυθίζεται στη θάλασσα. Ένας ακόμα δημόσιος χώρος τελείως ανοιχτός για τον πολίτη. Ο καθένας μπορεί να σκαρφαλώσει στα διάφορα επίπεδα (μα ούτε ένα δεν είναι ίσιο!), να ανέβει στην οροφή του κτιρίου και να απολαύσει τη θέα στην πόλη αλλά και τα κοντέινερ του εμπορικού λιμανιού που βρίσκεται ακριβώς δίπλα. «Θα αλλάξουν όλα αυτά σύντομα», απολογείται χωρίς να τον ρωτήσω ο νεαρός που φωτογραφίζει δίπλα μου, «εκεί που βλέπεις τώρα τα κοντέινερ, θα χτιστούν σύγχρονες κατοικίες και οι δρόμοι ταχείας κυκλοφορίας θα γίνουν υποθαλάσσιοι».
Την καλύτερη θέα στην Όπερα τη βρίσκω ακριβώς απέναντι. Το πλοίο Ίνβικ, μονίμως αραγμένο στο λιμάνι, λειτουργεί εδώ και καιρό ως μπαρ, χώρος συναυλιών και πανσιόν. Παράλληλα, είναι και έδρα του Μαύρου Θεάτρου του Όσλο. Στο μέσα μπαρ, ένα τοπικό γκρουπάκι έχει πάρτι καθώς παρουσιάζει το πρώτο του CD.
Στα δυτικά προάστια, το πιο διάσημο αξιοθέατο της περιοχής Φόργκεν είναι το πάρκο με τα 192 ογκώδη, γυμνά, ορισμένα μάλιστα εντελώς ερωτικά γλυπτά του Γκούσταβ Βίγκελαντ. Ο Βίγκελαντ κληροδότησε στην πόλη το έργο του υπό τον όρο να επιτρέπεται στον κόσμο να αγκαλιάζει και να σκαρφαλώνει στα γλυπτά. Σώματα από γρανίτη και σίδερο δεν σε αφήνουν να πάρεις ανάσα με το που μπαίνεις στο τεράστιο πάρκο. Σφιχταγκαλιασμένοι εραστές με πολλά υπονοούμενα και ένας «φαλλικός» μονόλιθος που αναπαριστά μια μάζα από 121 γυμνές μορφές, γυναικείες, ανδρικές και παιδικές. Το πιο γνωστό έργο και σύμβολο της πόλης, ο «Μικρός Θερμοκέφαλος», ένα σκυθρωπό γεμάτο οργή μωρό. «Συνήθως, δεν είμαστε έτσι εξωστρεφείς. Ακόμα κι εγώ βλέπω τον κόσμο κι αναρωτιέμαι πού ήταν κρυμμένοι όλοι αυτοί», λέει η Μαρλέν, και κατεβάζει ακόμα μια μπίρα Aals (προφέρεται Ολς) μαζί με το συνοδευτικό σφηνάκι ουίσκι. Κάτοικος του ανατολικού Όσλο, δεν θέλει να έχει καμία σχέση με αυτούς της δυτικής πλευράς. Μιλάει με πάθος για την πόλη και το εσωτερικό σύνορο, το ποτάμι, που χωρίζει την πρωτεύουσα της Νορβηγίας σε δύο κόσμους: την καθωσπρέπει αστική δύση και τη λαϊκή πολύχρωμη και κοσμοπολίτικη ανατολή.
Άλλοτε συνοικίες της εργατικής τάξης, όπως το Γκρόνλαντ και το Γκρουνελόκε, φιλοξενούσαν τους περισσότερους μετανάστες (κυρίως Πακιστανούς και Σομαλούς). Τελευταία φιλοξενούν και τρέντι μπαρ, γκαλερί και ανήσυχους νέους - κάτι σαν το Πρεντσλάουερ Μπεργκ του ανατολικού Βερολίνου. Τα μπαρ έχουν βγάλει τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο ή σε αυλές. Αυστηρά μέχρι τα μεσάνυχτα. Μετά, το ποτό μέσα, το τσιγάρο έξω.
Η Μαρλέν ενοχλείται που το Όσλο είναι τόσο ακριβό. «Έρχονται πλούσιοι Ιάπωνες, μόνο και μόνο για να λένε μετά ότι πέρασαν μερικές ημέρες στην πιο ακριβή πρωτεύουσα». Το αλκοόλ ρέει άφθονο και από νωρίς. Ιδίως για κάτι πιτσιρικάδες, οι οποίοι κυκλοφορούν με πολύχρωμες εργατικές φόρμες, γεμάτες συνθήματα και ζωγραφιές. Είναι οι «Ρους», οι τελειόφοιτοι των γενικών (κόκκινες φόρμες), των οικονομικών (μπλε) και των τεχνικών λυκείων (μαύρες), οι οποίοι γιορτάζουν την ενηλικίωσή τους με ένα πάρτι που κρατάει έναν ολόκληρο μήνα. Πεζοί ή σε οχήματα, παίζουν μουσική και πίνουν μέχρι να σωριαστούν. Ο υπάλληλος στη ρεσεψιόν στραβώνει: «Έχει χαθεί ο αυθορμητισμός. Παλιά παίρναμε φορτηγάκια από μάντρες, τα βάφαμε και γυρίζαμε στους δρόμους της πόλης. Σήμερα είναι μια επικερδής επιχείρηση. Οι Ρους ξοδεύουν υπέρογκα ποσά για να νοικιάσουν ολοκαίνουργια πούλμαν με φοβερά ηχητικά συγκροτήματα για τα πάρτι τους».
Ξαφνικά, σε έναν πεζόδρομο, ακούω ελληνικά, βλέπω έναν χάρτινο γάιδαρο και η ταμπέλα γράφει «JAMAS». Τι είναι αυτό; Χαμάς, Τζαμάς, κάτι άλλο; Ο μελαχρινός τυπάκος, που τρέχει προς το μέρος μας, λύνει κάθε απορία. «Γεια μας!» φωνάζει χαρωπά και συστήνεται ως «Βασίλης ο Αθηναίος». Περνά κατευθείαν στο ψητό: «Είστε μεγάλο γκρουπ; Έχουμε κάτι παιδιά από Θεσσαλονίκη που παίζουν μπουζουκάκι το βράδυ». Έπαιξε και έχασε.