Κοσμος

PLANET VOICE: Τα κόκκινα φώτα του Άμστερνταμ

Ο Μίμης Χρυσομάλλης στους δρόμους της όμορφης πόλης

Μίμης Χρυσομάλλης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Καταρχάς, μια διευκρίνηση: Ως γνωστόν οι λέξεις κόκκινο και φως αποκτούν μια ιδιαίτερη χρειά όταν χρησιμοποιούνται σε αναφορά με την ολλανδική πρωτεύουσα. Αν λοιπόν περιμένατε να διαβάσετε κάτι σχετικά με την διαβόητη Red Light District του Άμστερνταμ, μπορείτε να σταματήσετε την ανάγνωση εδώ. Όσα ακολουθούν σχετίζονται με αυτό ακριβώς που αναφέρεται στον τίτλο του κειμένου: Τα κόκκινα φώτα στους δρόμους του Άμστερνταμ.

Είναι ίσως από τις πιο αμελητέες, αδιάφορες πτυχές της καθημερινής ζωής στην πόλη: ποδηλατάδα νωρίς το πρωί στο δρόμο για το γραφείο, τον σταθμό του τρένου ή για κάποια συνάντηση. Ο άνεμος, πιστός στο καθημερινό ραντεβού του, σου ξυρίζει το κατα τ’άλλα αξύριστο πρόσωπο, διατρέχει την κόμη σου και σου υπενθυμίζει να νοσταλγήσεις έστω και φευγαλέα τα θερμότερα κλίματα του Νότου. Κάνεις πετάλι για κανα-δυο τετράγωνα, μετά το παίρνεις παράλληλα με το κανάλι. Θέλεις να σταματήσεις για να θαυμάσεις λιγάκι το θέαμα των πρώτων ηλιαχτίδων που παιχνιδίζουν λαμπυρίζοντας στο νερό. Δεν κάνεις όμως φρένο γιατί έχεις ήδη αργήσει (πάλι), ίσως μια άλλη φορά σκέφτεσαι, όταν θα έχεις περισσότερο χρόνο. Συνεχίζεις και στα δεξιά σου παρατηρείς το επιβλητικό και παράξενα γοητευτικό εκείνο κτίριο του 17ου αιώνα με τα κλειστά παράθυρα που προσπερνάς κάθε πρωί. Για μια ακόμη φορά κάνεις σενάρια με το μυαλό σου: Άραγε κατοικείται ακόμη; Και αν ναι, ποιος να είναι ο μυστηριώδης ένοικος; Πώς να ήταν 400 χρόνια πριν, όταν κάποιος πλούσιος Ολλανδός έμπορος αποφασισε να εγκατασταθεί εκεί για πρώτη φορά; Πόσα και πόσα θα έχουν δει οι φαγωμένοι τοίχοι και θα έχουν ακούσει οι γεμάτες ρωγμές ξύλινες σκάλες του...

Και ενώ τέτοιες περίεργες σκέψεις απασχολούν το ακόμη αγουροξυπνημένο μυαλό σου, ξεχνάς να στρίψεις στο κλασσικό στενοσόκακο και βγαίνεις στην κεντρική λεωφόρο. Εκεί θα λάβει χώρα το μοιραίο συμβάν: Κόκκινο φανάρι. Μοιραίο σίγουρα, με όλη την σημασία της λέξεως, καθώς ο φωτεινός σηματοδότης, προγραμματισμένος να αλλάζει σε τέλεια καθορισμένα χρονικά διαστήματα, ελάχιστα περιθώρια αφήνει στην Τύχη για παρεκτροπές από την μονότονη, σίγουρη, σταθερή λειτουργία του.

Γνωρίζω βέβαια πως το φανάρι βρίσκεται εκεί για κάποιο λόγο. Καταλαβαίνω πως η λειτουργία του είναι σημαντική για την ομαλή διεξαγωγή και διευκόλυνση της κυκλοφορίας. Όμως, καθώς τα δευτερόλεπτα κυλούν, αρχίζω να αμφισβητώ την όλη αποτελεσματικότητα της διαδικασίας. Από κλάσματα, τα δευτερόλεπτα έχουν γίνει κάτι περισσότερο από λεπτό, και εγώ παραμένω στο ίδιο σημείο, ακινητοποιημένος πάνω στην ελαφρά ξεβίδωτη σέλα του ποδηλάτου μου να κοιτάω μπροστά μου τον άδειο δρόμο. Τίποτα δεν φαίνειται να κινείται, απόλυτη απραξία από όλες τις πλευρές της διαστάυρωσης. Αναρωτιέμαι μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος, αν κάτι δεν πάει καλά. Κοιτάζω τους ποδηλάτες που περιμένουν σταματημένοι δίπλα μου, τίποτα. Γυρίζω να δω και πίσω, τα πάντα φαίνονται φυσιολογικά. Όλοι δείχνουν να είναι πλήρως συμβιβασμένοι με την παράδοξη αυτή κυκλοφοριακή τελετουργία. Η στωικότητα και η καρτερία βασιλεύουν.

Ύστερα από δύο περίπου λεπτά μια κάποια κινητικότητα αρχίζει να διαφαίνεται - από την άλλη όμως πλευρά του δρόμου. Όλη αυτή η αναμονή λοιπόν μόνο και μόνο για να ανάψει πράσινο στους απέναντι! Τελικά, και ύστερα από επιπλέον «παράταση» αξιοσημείωτης διάρκειας, το φωτεινό ποδηλατάκι του σηματοδότη γίνεται επιτέλους και για μας πράσινο. Αντί για φρένο, το πόδι μου αφήνει ελαφρά τον φρεσκοβαμμένο ποδηλατόδρομο που είχε ως στήριγμα, και την θέση του τιμονιού παίρνουν πλέον τα πλαστικά χερούλια. Ούτε κουδουνίσματα, ούτε φωνές. Μόνο το βουητό από το πρωινό αεράκι, που συνεχίζει να μου σιγοψιθυρίζει στο δρόμο για το γραφείο.

Συνεχίζω να σκέφτομαι πως η όλη διαδικασία που προηγήθηκε εμπεριείχε σίγουρα κάποιο είδους παραλογισμού, (αντιστρόφως) ανάλογου κατά κάποιον τρόπο με αυτόν της πεζοδιάβασης «για σπρίντερ» μεταξύ Πλατείας Συντάγματος και Ερμού. Την επόμενη μέρα ακολουθώ την ίδια διαδρομή, χάριν επαλήθευσης. Αν και χωρίς χρονόμετρο, υπολογίζω πως ο χρόνος αναμονής είναι πάνω-κάτω ο ίδιος. Δίπλα στο φανάρι όμως βρίσκεται αυτή την φορά ένας πάγκος με δύο κοπέλες που προσφέρουν στους σταθευμένους ποδηλάτες δωρεάν ζεστό καπουτσίνο, διαφημίζοντας έτσι μια κοντινή καφετέρια. Ώστε λοιπόν είχαν προσέξει και άλλοι την χαρακτηριστική αυτήν ανωμαλία του συστήματος. Μόνο που εκείνοι φρόντισαν να την εκμεταλλευτούν κατάλληλα προς ώφελος όλων, αντί να την αφήσουν απλά να λειτουργεί ως πηγή εκνευρισμού και αγανάκτησης.

Ποιός ξέρει, ενδέχεται στο εξής να παίρνω τον καφέ μου στο ποδήλατο μαζί -γιατί όχι;- και με την πρωινή εφημερίδα. Το πράσινο φωτεινό ποδηλατάκι του σηματοδότη μπορεί λοιπόν να περιμένει. Τα κόκκινα φώτα του Άμστερνταμ έχουν τελικά όντως κάτι το ιδιαίτερο.