Κοσμος

«Μαύρη Κυριακή»: Πώς το ξενοφοβικό κόμμα «χαστούκισε» τη Μέρκελ στις τοπικές εκλογές

Η «επόμενη μέρα» στα γερμανικά κρατίδια όπου καταποντίστηκαν οι Χριστιανοδημοκράτες

Newsroom
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η καγκελάριος πιέζεται να εγκαταλείψει τη μετριοπαθή πολιτική της στο ζήτημα των προσφύγων μετά τις χθεσινές εκλογικές επιτυχίες του ξενοφοβικού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD).

Σύμφωνα με την ανάλυση της ελληνικής έκδοσης της Deutsche Welle, αλλαγή πορείας ζήτησε το πρωί της Δευτέρας το κόμμα των βαυαρών χριστιανοκοινωνιστών (CSU), παραδοσιακός κυβερνητικός εταίρος των χριστιανοδημοκρατών (CDU) της Άνγκελα Μέρκελ.

Ο επικεφαλής του κόμματος Χορστ Ζέεχοφερ αιτιολογεί ως εξής τα αποτελέσματα της Κυριακής: «Ο κύριος λόγος είναι η πολιτική για τους πρόσφυγες, δεν έχει νόημα να το κρύβουμε. Υπήρξαν τεκτονικές κινήσεις στο πολιτικό σκηνικό».

Στο ίδιο μήκος κύματος ο βαυαρός υπουργός Οικονομικών Μάρκους Ζέντερ υποστηρίζει ότι το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν «καταστροφικό» για το κόμμα της Μέρκελ. Αλλά και ο χριστιανοδημοκράτης Ράινερ Χάσελχοφ, πρωθυπουργός του κρατιδίου Σαξονία-Άνχαλτ, στο οποίο η AfD αναδείχθηκε αξιωματική αντιπολίτευση με 24% των ψήφων. «Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι, όταν υπάρχει δίπλα μας μία νέα, ισχυρή πολιτική δύναμη» προειδοποιεί ο Χάσελχοφ.

Και η εφημερίδα Die Welt του Βερολίνου, κορυφαία έκφραση του συντηρητικού χώρου, υποστηρίζει σε σχόλιό της ότι «το χριστιανοδημοκρατικό κόμμα πληρώνει το τίμημα για την πολιτική Μέρκελ στο προσφυγικό».

Διαφορετική άποψη εκφράζει ωστόσο, σε τηλεοπτική συνέντευξή του, ο γραμματέας των κυβερνώντων χριστιανοδημοκρατών Πέτερ Τάουμπερ. «Βλέποντας τα όσα έχουμε επιτύχει μέχρι σήμερα, θα συμβούλευα να συνεχίσουμε στον ίδιο δρόμο» δήλωσε ο στενός συνεργάτης της Άνγκελα Μέρκελ.

«Το αποτέλεσμα της AfD θα μας απασχολεί για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά όλα τα υπόλοιπα κόμματα έχουν δηλώσει ότι χρειαζόμαστε ευρωπαϊκή λύση (στο προσφυγικό) και αυτό εξακολουθεί να ισχύει» πρόσθεσε ο Τάουμπερ, ενώ δεν παρέλειψε να προειδοποιήσει και τους διαφωνούντες: «Όλοι μαζί κερδίζουμε και όλοι μαζί χάνουμε» ανέφερε χαρακτηριστικά. Τη στήριξή του στη γραμμή Μέρκελ εκφράζει και ο γερμανός επίτροπος Γκύντερ Έτινγκερ.

«Μόνο αντιπολίτευση» από την AfD

Το κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ έχει ξεκαθαρίσει ότι, όσο δύσκολος και αν είναι ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης στη Σαξονία-Άνχαλτ ή στα άλλα κρατίδια, στα οποία έγιναν χθες τοπικές εκλογές, δεν πρόκειται να συμμαχήσει με το ξενοφοβικό κόμμα AfD.

Αλλά ούτε και η ίδια η AfD φαίνεται να επιθυμεί τη συμμετοχή της σε οποιαδήποτε κυβέρνηση. «Είναι ακόμη πολύ νωρίς για να αναλάβουμε κυβερνητικές ευθύνες» δηλώνει η πρόεδρος του κόμματος Φράουκε Πέτρι στη γερμανική ραδιοφωνία. Σε πιο υψηλούς τόνους, ο αντιπρόεδρος του κόμματος Αλεξάντερ Γκάουλαντ υποστηρίζει ότι «όσο μας απομονώνουν, τόσο περισσότερο θα μας στηρίζει ο κόσμος. Τότε είναι που θα μας ψηφίζουν». Αντιθέτως, ο εκπρόσωπος του κόμματος Γιεργκ Μόιτεν δηλώνει στην εφημερίδα Tagesspiegel του Βερολίνου ότι «μεσοπρόθεσμα» η AfD θα επιδιώξει να συμμαχήσει με άλλα κόμματα στα πλαίσια ενός κυβερνητικού συνασπισμού.

Η «επόμενη μέρα»

Για την «επόμενη μέρα» πάντως, το ζητούμενο είναι ο σχηματισμός σταθερής κυβέρνησης μετά τις τοπικές εκλογές στα κρατίδια της Βάδης-Βυρτεμβέργης, της Ρηνανίας-Παλατινάτου και της Σαξονίας-Άνχαλτ. Αυτό δεν θα είναι εύκολο, λόγω του κατακερματισμένου πολιτικού τοπίου.

Στη Βάδη-Βυρτεμβέργη οι χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι έχασαν την πρωτιά για πρώτη φορά από το 1953, δηλώνουν πρόθυμοι να συνομιλήσουν με όλους, πλην της AfD. Καθώς το κόμμα των Πρασίνων αναδείχθηκε πρώτο με 30,3% δεν αποκλείεται ακόμη και μία μετεκλογική συνεργασία του με το κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ. Στη Ρηνανία-Παλατινάτο πιθανό σενάριο είναι ένας συνασπισμός χριστιανοδημοκρατών, σοσιαλδημοκρατών και φιλελευθέρων, καθώς το φιλελεύθερο κόμμα (FDP) επιστρέφει στη Βουλή, φιλοδοξώντας μάλιστα να αναδειχθεί σε ρυθμιστή. Ιδιαίτερα περίπλοκη είναι η κατάσταση στη Σαξονία-Άνχαλτ, καθώς οι χριστιανοδημοκράτες υφίστανται μεγάλες απώλειες και δεν ξεπερνούν το 30%, ενώ οι σοσιαλδημοκράτες καταποντίζονται, καταγράφοντας ποσοστό μόλις 10,6%.

Πηγή: Deutsche Welle