COVID 19

«Εγώ δεν κάνω άλλο εμβόλιο κόβιντ». Γιατί είναι λάθος;

Ρωτήσαμε τον Γιάννη Πρασσά και τον Γιώργο Παππά γιατί παίρνουμε ρίσκο όταν δεν κάνουμε το επικαιροποιημένο εμβόλιο

Δήμητρα Γκρους
ΤΕΥΧΟΣ 900
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Covid 19 - Επικαιροποιημένο εμβόλιο: Ο Γιάννης Πρασσάς και ο Γιώργος Παππάς εξηγούν γιατί οι περισσότεροι δεν κάνουν το τελευταίο εμβόλιο για τον κορωνοϊό

Kάθε φορά που ρωτάω φίλους και συγγενείς όλο αυτό τον καιρό «έκανες το εμβόλιο για τον κορωνοϊό;» η απάντηση είναι: «Δεν κάνω άλλο εμβόλιο!». Για κάποιο λόγο έχουμε συνδέσει το εμβόλιο με τα λοκντάουνς και τις προηγούμενες φάσεις της πανδημίας και θεωρούμε ότι έχουμε κάνει πολλά. Οι ειδήσεις με τις νοσηλείες και τους θανάτους, που έχουν αυξηθεί λόγω του ότι είμαστε σε επιδημιολογική έξαρση η οποία εντάθηκε στις Γιορτές καθώς συναναστραφήκαμε πολύ κόσμο –χωρίς προφυλάξεις–, και οι οδηγίες του ΕΟΔΥ και του Υπουργείου Υγείας περνάνε στα ψιλά. Κανείς δεν ακούει, λίγοι ενδιαφέρονται και όλοι γύρω μας είναι άρρωστοι. Προσωπικά, έχοντας κάνει τα εμβόλια της γρίπης και του κορωνοϊού δύο εβδομάδες πριν από τα Χριστούγεννα, αισθάνομαι ήσυχη ότι είμαι προστατευμένη εάν και όταν συναντήσω τον ιό. Αν και καλύτερα να μην τον συναντήσω.

Από την άλλη –σκέφτηκα– ίσως κι εγώ να μην ήμουν τόσο σίγουρη για το τι πρέπει να κάνω, αν δεν διάβαζα τις αναρτήσεις των φεϊσμπουκικών μου φίλων, ανθρώπων πολύ επιδραστικών που μας πληροφορούν από την αρχή της πανδημίας με θαυμαστή συνέπεια και επιστημονική τεκμηρίωση, βοηθώντας μας να καταλάβουμε πώς να προφυλαχθούμε. Επικοινώνησα με τον Γιάννη Πρασσά, Μοριακό Βιολόγο, μόνιμο ερευνητή στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο, που με την ομάδα του ασχολείται με τη μελέτη των ανοσολογικών μηχανισμών σε παθήσεις όπως ο καρκίνος, οι νευροεκφυλιστικές ασθένειες και οι λοιμώξεις, και με τον Γιώργο Παππά, Παθολόγο, μέλος της Εθνικής Επιτροπής Εκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας, που ζει στα Ιωάννινα και ακόμα αναρτά στον τοίχο του τα δημοφιλή Ημερολογια Κορωνοϊού, και τους ρώτησα τι μπορούμε να πούμε στους συμπολίτες μας που δεν θέλουν ή αμελούν να εμβολιαστούν, είτε επειδή φοβούνται είτε επειδή θεωρούν ότι έχουν πλέον ανοσία.

Ο Γιάννης Πρασσάς και ο Γιώργος Παππάς μιλούν για το επικαιροποιημένο εμβόλιο για τον Covid-19

Γιάννης Πρασσάς

Εδώ και κάποιον καιρό, στην Ελλάδα, οι μισοί από όσους ξέρουμε είναι άρρωστοι. Ήταν κάτι αναμενόμενο αυτό;

Ναι. Εντελώς αναμενόμενο. Και το λέγαμε και μαζί από τις πρώτες μας συζητήσεις πριν από 3 χρόνια. «Η νέα μετα-SARS COV2 πραγματικότητα δεν θα είναι επιδημιολογικά όπως ήταν πριν. Θα έχει πλέον προστεθεί ένας νέος ιός στο σακούλι με τους άλλους ενδημικούς ιούς που θα ανεβάσει σημαντικά το συνολικό κόστος που πληρώνουμε ως κοινότητες στο όνομα της ανεξέλεγκτης συμβίωσής μας με τους ιούς». Ε, εκεί ακριβώς είμαστε τώρα. Oι αναπνευστικοί ιοί (SARS-COV2 και άλλοι κορωνοϊοί, ιοί της γρίπης, συγκιτιακός ιός, αδενοϊοί κ.λπ.) εκμεταλλευόμενοι την πλήρη αδράνειά μας σαρώνουν ανενόχλητοι τις κοινότητες μας. Αποτέλεσμα; Ταλαιπωρία για πολλούς, χαμένη ποιότητα ζωής, μεγάλο οικονομικό κόστος, σταθερά δεκάδες πρόωροι θάνατοι κάθε εβδομάδα και για κάποιους πυροδότηση μακροχρόνιων παθολογιών. Όπως έχουμε ξαναπεί, σε αυτή την τυφλή ρουλέτα απωλειών συμμετέχουμε σε κάποιο βαθμό όλοι, μικροί και μεγάλοι, φαινομενικά υγιείς και (ακόμη περισσότερο) οι ευάλωτοι. Άμεσα ή έμμεσα, το συνολικό τίμημα (το οποίο πλέον έχει αυξηθεί πολύ με την έλευση του SARS-2) το πληρώνουμε όλοι μαζί.

Και υπάρχει και κάτι ακόμη που απασχολεί την επιστημονική κοινότητα. Ο ερχομός του νέου ιού δεν άλλαξε μόνο ποσοτικά τη συμβίωσή μας με τους ενδημικούς ιούς, αλλά υπάρχουν φόβοι ότι μπορεί να την άλλαξε και ποιοτικά. Υπάρχουν αρκετά δεδομένα (κυρίως από τη μελέτη ασθενών με long COVID) που δείχνουν ότι μόλυνση με SARS-COV2 μπορεί ενίοτε να προκαλέσει κάποιου είδους προσωρινής ανοσοδιαταραχής (π.χ. για κάποιους μήνες) κάτι που σε αυτές τις περιπτώσεις θα μπορούσε να κάνει συγκεκριμένους ασθενείς ακόμη πιο ευάλωτους σε επακόλουθες μολύνσεις από άλλους ιούςΟι σχετικές μελέτες τρέχουν και θα έχουμε καλύτερη εικόνα καθώς περνάει ο χρόνος. Δεδομένης της μεγάλης συχνότητας και έντασης των κυμάτων που δίνει ο SARS-COV2 (βλέπουμε ένα επιδημιολογικό κύμα περίπου κάθε 6-9 μήνες), αυτό θα μπορούσε να έχει συνεργιστικό αντίκτυπο στο συνολικό τίμημα που πληρώνουμε συνολικά ως κοινότητες από τους ιούς.

Διαβάζω σε ένα από τα τελευταία σου post στο Facebook να λες: «Είναι θλιβερό, μετά τα όσα περάσαμε τα προηγούμενα 2-3 χρόνια, ότι η πλειοψηφία των ενηλίκων έχει επιλέξει να μην επικαιροποιήσει τις ανοσιακές της γραμμές με το νέο εμβόλιο έναντι του SARS-COV2». Θέλω να μείνουμε λίγο σε αυτό, γιατί ακούω κι εγώ φίλους και γνωστούς, τους περισσότερους δηλαδή, που λένε «εγώ δεν κάνω άλλο εμβόλιο κόβιντ, αρκετά έχω κάνει, φτάνουν». Και μιλάω για ανθρώπους που έχουν κάνει τα προηγούμενα εμβόλια, δεν είναι αρνητές της επιστήμης. Ποια είναι η καλύτερη απάντηση σε αυτό;
Ναι, το ακούω και εγώ αυτό. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους έκαναν χωρίς μεγάλη σκέψη τις πρώτες δόσεις του εμβολίου πιστεύοντας στο όφελος του εμβολιασμού, αλλά κάπου στην πορεία μάλλον ένιωσαν –λανθασμένα– ότι δεν κινδυνεύουν πλέον από τον ιό. Αυτή είναι λάθος εκτίμηση και το βλέπουμε στην πράξη. Ο SARS-COV2 είναι εδώ, μεταλλάσσεται γρήγορα και κάθε φορά που θα σαρώνει τις κοινότητές μας θα συνεχίζει να προκαλεί πολλούς θανάτους και μακροχρόνιες παθήσεις. Από τον Σεπτέμβριο μέχρι σήμερα έχουν πεθάνει πάνω από 1.000 συμπολίτες μας από COVID. Ενδεικτικά, την τελευταία εβδομάδα μόνο είχαμε πάνω από 100 (!) θανάτους στην Ελλάδα και πολλές περισσότερες νοσηλείες και εισαγωγές σε ΜΕΘ.

Το μήνυμα που πρέπει να γίνει ξεκάθαρο είναι «οι επιμολύνσεις με SARS-COV2 δεν είναι άνευ ρίσκου». Το ότι το πέρασε κάποιος ήπια την τελευταία φορά δεν σημαίνει απαραίτητα ότι από εδώ και πέρα θα είναι παιχνιδάκι για αυτόν ο ιός. Όλοι μας εξακολουθούμε να παίρνουμε ένα πακετάκι ρίσκου που μας αναλογεί μετά από κάθε πιθανή επιμόλυνση. Και είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι όσο περισσότερο ενισχυμένες είναι οι στοχευμένες αντί-SARS-COV2 αμυντικές μας γραμμές όταν μας ξανασυναντήσει ο ιός, τόσο μικρότερο το πακετάκι αυτό.

Δεν έχει νόημα δηλαδή να μετράει κανείς πόσα εμβόλια έχει κάνει συνολικά.

Κανένα νόημα! Δεδομένου ότι μεγάλο μέρος της επαγώμενης ανοσιακής τόνωσης πέφτει με τον χρόνο, το σημαντικό είναι να έχουμε προλάβει να κάνουμε ενισχυτικό εμβολιασμό πριν μας προλάβει ο ιός. Όπως κάναμε άλλωστε με όλα τα χρόνια με το εμβόλιο της γρίπης. Δεν θυμάμαι κανείς να μετράει πόσα αντιγριπικά εμβόλια έχει κάνει στη ζωή του. Και αυτό αφορά όλες τις ηλικίες (για τις οποίες υπάρχει επίσημη σύσταση για τακτικό εμβολιασμό) αλλά ιδίως για τους μεγαλύτερους σε ηλικία συμπολίτες (π.χ. άνω των 60 ετών). Τα δεδομένα δείχνουν μείωση των νοσηλειών άνω του 60-70% αν έχει προλάβει κανείς να ενισχύσει μέσω εμβολιασμού την άμυνά του. Αυτοί ειδικά έπρεπε όλοι να έχουν λάβει μαζικά τα μέτρα τους. Τα εμβόλια είναι πολύ ασφαλή, δωρεάν και εύκολα διαθέσιμα. Είναι πραγματικά κρίμα να παίρνουν αχρείαστα μεγαλύτερο ρίσκο.

Βέβαια, όπως έχεις ξαναπεί, τα εμβόλια είναι κάπως σαν τον αερόσακο! Δηλαδή...

Δηλαδή δεν αποτρέπουν το τρακάρισμα, απλά μειώνουν σημαντικά το ρίσκο τραυματισμού αν τρακάρει κανείς. Το καλύτερο είναι προφανώς να μην τρακάρουμε (δηλαδή να κολλήσει κανείς όσο λιγότερες φόρες γίνεται τον ιό). Και γι’ αυτό, ειδικά σε φάσεις επιδημιολογικού ξεσπάσματος, η μόνιμη χρήση κατάλληλης μάσκας (τύπου ΚΝ95, όχι απλής χειρουργικής) σε εσωτερικούς χώρους και οι συχνοί αερισμοί του χώρου θα έπρεπε να είναι αυτόματες επιλογές. Είναι θλιβερό ότι ακόμη και σήμερα, με νωπές τις μνήμες του ξεσπάσματος της πανδημίας, σχολεία, νοσοκομεία και κέντρα φροντίδας εξακολουθούν να λειτουργούν χωρίς σοβαρά συστήματα καθαρισμού αέρα. Πάθαμε, αλλά δεν φαίνεται ότι μάθαμε.

Το ότι το πέρασε κάποιος ήπια την τελευταία φορά δεν σημαίνει απαραίτητα ότι από εδώ και πέρα θα είναι παιχνιδάκι για αυτόν ο ιός

Γιώργος Παππάς

Όταν διαβάζω τις αναρτήσεις με τα Ημερολόγια Κορωνοϊού δεν έχω καμία αμφιβολία για το τι πρέπει να κάνω. Γιατί έπεσε η επιθυμία μας για να κάνουμε το εμβόλιο; Γιατί δεν είμαστε σίγουροι;

Ο σημαντικότερος λόγος είναι η απουσία επαρκούς επιστημονικής πληροφόρησης του ευρύτερου κοινού. Έχει εκλείψει αυτή μετά την πρώτη φάση της πανδημίας, ή γίνεται από καλοπροαίρετους αλλά ημιμαθείς επιστήμονες ή από ανθρώπους που επιδιώκουν την προσωπική δημοσιότητα. Και αναμενόμενα κάποιοι παραπληροφορητές παραμόνευαν για να καλύψουν αυτό τον κενό ζωτικό χώρο.

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι πολλοί θεσμικοί επιστήμονες αλλά και πολιτειακοί παράγοντες λειτούργησαν παρηγορητικά και όχι με ειλικρίνεια για την πανδημία. Έχουν σφυρίξει τη λήξη της πανδημίας πολλές φορές, για να γίνουν αρεστοί ή νομίζοντας καλοπροαίρετα πως δίνουν κουράγιο/προοπτική στον κόσμο. Όταν εργαλειοποιεί κάποιος και τον εμβολιασμό σε αυτή τη θεώρηση της κατάστασης, τότε ουσιαστικά απαξιώνει και το εμβόλιο, είτε χαρακτηρίζοντάς το «περιττό» για τους πολλούς ή, στο άλλο άκρο, θεωρώντας πως μόνο με τον εμβολιασμό μπορεί να λήξει η πανδημία.

Ο τρίτος λόγος είναι η ανεπαρκής παιδεία σε θέματα υγείας και επιστήμης του γενικού πληθυσμού – πολλοί θεωρούν ότι ο εμβολιασμός είναι μια πρακτική της παιδικής ηλικίας, αγνοώντας και τις, εκτός πανδημίας, εμβολιαστικές ανάγκες των ενηλίκων (από την επικαιροποίηση του αντιτετανικού μέχρι την ηπατίτιδα, τον πνευμονιόκοκκο και τη γρίπη). Ελάχιστοι επίσης κατανοούν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η επιστήμη, τη σημασία του να λες «δεν γνωρίζω», τον τρόπο με τον οποίο τελικά «γνωρίζεις». Εδώ απαιτείται πλέον παρέμβαση σε σχολικό επίπεδο, καθώς ο 21ος αιώνας δεν θα στερείται εκτάκτων υγειονομικών καταστάσεων γενικώς.

Το ότι πολλοί επιλέγουν να μην εμβολιάζονται οφείλεται και στο ότι πολλές φορές οι ίδιοι οι γιατροί τους λένε «μη κάνεις άλλο εμβόλιο, δεν το χρειάζεσαι».

Αν κάποιος θεωρεί ότι μπήκαμε σε φάση ενδημικής συνύπαρξης με τον ιό τότε το εμβόλιο χρειάζεται, όπως χρειάζεται και της γρίπης – δεν θεωρείται κανείς προστατευμένος για τη γρίπη επειδή έκανε εμβόλιο τον Οκτώβριο του 2022, ούτε μετράει «α, το 18ο εμβόλιο για τη γρίπη»· κάτι αντίστοιχο θα πρέπει να ισχύσει και για τον κορωνοϊό.
Ακόμη χειρότερα όμως, όπως σημειώνουν οι κορυφαίοι εξελικτικοί βιολόγοι παγκοσμίως, ο κορωνοϊός συνεχίζει να τρέχει εξελικτικά κι εμείς να ασθμαίνουμε πίσω του. Άρα, το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να επικαιροποιούμε την ανοσία μας με τον ασφαλέστερο τρόπο που υπάρχει (και να παρακολουθούμε το πώς εξελίσσεται ο ιός).

Αν κάποιος επαγγελματίας υγείας είναι εναντίον αυτής της επιστημονικής λογικής, τότε είναι ή αμαθής ή υστερόβουλος. Επαγγελματίες διακινητές παραπληροφόρησης είδαμε πολλούς τα τελευταία 4 χρόνια, να επιδιώκουν πολιτική καριέρα ή να πουλάνε μαντζούνια. Για τους αμαθείς επαγγελματίες η λύση είναι η παρέμβαση (εκπαιδευτική ή διορθωτική) των επιστημονικών συλλόγων και της ακαδημαϊκής κοινότητας και η παρότρυνση των ίδιων των πολιτών να παρουσιάζουν οι επαγγελματίες υγείας αποδείξεις, τεκμήρια για ό,τι ισχυρίζονται.

Κι αν υπάρχει μια δόση αλήθειας σε αυτό που πιστεύουν κάποιοι, ότι υπάρχουν παρενέργειες καρδιολογικής φύσης;

Γνωρίζουμε ότι μετά τη 2η δόση των mRNA εμβολίων παρατηρήθηκε, ιδιαίτερα σε άρρενες 18-39 ετών, σε ποσοστό 1 προς 10.000 μια ήπια προς μέτριας βαρύτητα μυοκαρδίτιδα (πολύ ηπιότερη της συνήθους μυοκαρδίτιδας από ιούς, και σπανιότερη και από τη μυοκαρδίτιδα που προκαλεί ο ίδιος ο κορωνοϊός). Επακόλουθες μελέτες, όμως, έδειξαν ότι και αυτή η παρενέργεια δεν παρατηρείται (παρά σε περιπτώσεις 1 στο εκατομμύριο) μετά από επαναληπτικές δόσεις του εμβολίου – υπάρχουν τα σχετικά στοιχεία από την εκτεταμένη χρήση του περσινού επικαιροποιημένου εμβολίου. ΔΕΝ υπάρχει συσχέτιση των mRNA εμβολίων που χρησιμοποιούνται με αιφνιδίους θανάτους.

Αντίθετα, υπάρχει επαρκέστατη τεκμηρίωση, δημοσιευμένη σε κορυφαία επιστημονικά έντυπα, από παρακολούθηση εκατομμυρίων ατόμων που νόσησαν από κορωνοϊό, ότι η νόσηση επιφέρει μεσομακροπρόθεσμο διπλασιασμό έως και τριπλασιασμό της πιθανότητας να εμφανίσεις τους επόμενους μήνες σοβαρά προβλήματα από το καρδιαγγειακό (εμφράγματα, εμβολές, αγγειακά εγκεφαλικά, θρομβώσεις, αρρυθμίες, παθολογίες δηλαδή που μπορούν να οδηγήσουν σε αιφνίδιο θάνατο), και αυτός ο κίνδυνος ανακυκλώνεται κάθε φορά που κάποιος θα ξανανοσήσει.

Η νόσηση επιφέρει διπλασιασμό έως και τριπλασιασμό της πιθανότητας να εμφανίσεις τους επόμενους μήνες σοβαρά προβλήματα από το καρδιαγγειακό