Αθλητισμος

Η Εθνική επιστρέφει σε Ολυμπιακούς Αγώνες για να πάρει αυτά που αξίζει

16 χρόνια μετά το Πεκίνο, η «επίσημη αγαπημένη» αποζητά το κάτι παραπάνω

Γιώργος Ψύχας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Εθνική επιστρέφει σε Ολυμπιακούς Αγώνες για να πάρει αυτά που αξίζει - 16 χρόνια μετά το Πεκίνο, η «επίσημη αγαπημένη» αποζητά το κάτι παραπάνω

Ήταν 2008 στο Πεκίνο η τελευταία παρουσία της Εθνικής Ελλάδας σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Μία Εθνική που άξιζε να βρίσκεται στο Παρίσι και να διεκδικήσει ένα μετάλλιο που τόσο της αξίζει.

Ήταν καλοκαίρι του 2008 όταν η Εθνική Ελλάδας βρέθηκε σε Ολυμπιακούς Αγώνες για τελευταία φορά. Έκτοτε πέρασαν 16 ολόκληρα χρόνια για να επιστρέψει εκεί όπου ανήκει. Στις κορυφαίες ομάδες δηλαδή, διεκδικώντας ένα μετάλλιο.

Ήταν 16 χρόνια που δεν πέρασαν εύκολα. Η «γαλανόλευκη» είχε σχεδόν πάντα αξιόλογες ομάδες. Κάτι όμως συνέβαινε στα Προολυμπιακά τουρνουά και δεν τα κατάφερνε. Τη μία δεν μπορούσε, την άλλη την αδικούσαν. Διαφορετικοί λόγοι, το αποτέλεσμα όμως κοινό... εκτός. Τώρα όμως τα κατάφερε. Τα κατάφερε επειδή είχε κάτι το διαφορετικό. Μοιάζει πιο σίγουρη από ποτέ. Πιο έτοιμη. Έτσι θα βρεθεί στο Παρίσι για να κυνηγήσει ένα μετάλλιο. Εκεί που έφτασε δεν έχει να χάσει κάτι και θα παλέψει για το καλύτερο. Η επίσημη αγαπημένη επέστρεψε και θέλει να το επιβεβαιώσει στα παρκέ.

Η προσθήκη του Σπανούλη και η αλλαγή νοοτροπίας στην Εθνική Ελλάδας

Μετά τις αποτυχίες κόντρα σε Νιγηρία (2012), Κροατία (2016) και Τσεχία (2021), η Ελλάδα έψαχνε κάτι παραπάνω. Ήθελε μια αλλαγή για να καταφέρει να προκριθεί ξανά σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Η πρώτη κίνηση ήταν να προσληφθεί ο Βασίλης Σπανούλης που είχε δείξει πολύ καλά δείγματα στο Περιστέρι. Και η δεύτερη να φέρει το Προολυμπιακό τουρνουά στη χώρα μας. Δύο κινήσεις που αποδείχθηκαν κομβικές. Το μεν ΣΕΦ γέμισε και ο κόσμος έσπρωξε την Ελλάδα. Η δε αγωνιστική εικόνα είχε αλλάξει άρδην. Η επίσημη αγαπημένη έμοιαζε σαν να έχει αλλάξει νοοτροπία, σαν να έπαιζε χωρίς έξτρα άγχος – αν και οι παίκτες έλεγαν πως είχαν, βρήκαν τρόπο να το αντιμετωπίσουν και να το αφήσουν στην άκρη.

Με ή χωρίς τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, η «γαλανόλευκη» είχε αγωνιστική ταυτότητα. Δεν περίμενε τα πάντα από τον «Greek Freak», που στο κάτω κάτω είχε να παίξει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αντ’ αυτού παρουσίασε ένα πιο σύγχρονο μπάσκετ. Δεν φοβήθηκε να σουτάρει, ακόμα κι αν οι παίκτες της δεν είναι οι καλύτεροι. Έτρεξε όταν αυτό ήταν αναγκαίο και έβαλε σιγά σιγά τον Γιάννη στο κλίμα. Πάνω απ’ όλα έπαιζε με αυτοπεποίθηση.

Το άσχημο... παρελθόν και αυτά που περιμένουμε στο Παρίσι

Αν δούμε πώς η Εθνική μας αποκλείστηκε από τις τρεις προηγούμενες Ολυμπιάδες, καταλαβαίνουμε εύκολα πως υπάρχει μια μεγάλη ευκαιρία. Το 2008 ένα φάουλ που δεν δόθηκε σε σουτ του Σπανούλη, κόντρα στη Νιγηρία, μας απέκλεισε από τα προημιτελικά του Προολυμπιακού. Το 2016 η Κροατία κατάφερε να μας νικήσει στα ημιτελικά. Το 2021 η Ελλάδα πέρασε στον τελικό, αλλά η Τσεχία απλά τη διέλυσε. Τώρα όμως η ιστορία είναι αλλιώς.

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες η Ελλάδα δεν έχει εύκολο όμιλο. Το αντίθετο. Ισπανία, Καναδάς και Αυστραλία είναι στον δρόμο της. Τρεις εξαιρετικές ομάδες. Όμως θα τις κοιτάξει όλες στα μάτια. Ειδικά αν θέλει να προχωρήσει. Για αρχή, θετικό είναι πως περνούν και οι δύο καλύτερες τρίτες. Από εκεί και πέρα είναι λεπτές οι ισορροπίες και μια νίκη σε φέρνει στα μετάλλια.

Για να γίνει αυτό, η Εθνική μας θα χρειαστεί τα «βαριά» χαρτιά της. Πρώτα απ’ όλα τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Στη συνέχεια κομβικό ρόλο θα έχουν οι Καλάθης και Γουόκαπ, με τον πρώτο να είναι σε τρομερή κατάσταση. Παπανικολάου και Μήτογλου πρέπει να δώσουν λύσεις επιθετικά, όπως και ο Τολιόπουλος. «Κλειδί» φυσικά ο Παπαγιάννης. Ο Έλληνας σέντερ «βροντοφώναξε» πως μπορεί να τραβήξει κουπί επιθετικά, και ειδικά το μακρινό του σουτ μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμο.

Όπως και να έχει, η Ελλάδα μας επιστρέφει στην κορυφαία διοργάνωση του πλανήτη και θα μπορέσουμε να τη θαυμάσουμε ξανά απέναντι στους καλύτερους. Και γιατί όχι να ελπίζουμε σε ένα μετάλλιο.