Αθλητισμος

Οι πέντε πληγές του ελληνικού μπάσκετ

Πρέπει να αλλάξουν πράγματα, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να μας απασχολεί το άθλημα

Ανδρέας Ζαμπούκας
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα μπάσκετ στην Ελλάδα και τα προβλήματα του αθλήματος που πρέπει να αντιμετωπιστούν

Είναι προφανές ότι άλλο ένα ελληνικό «project» δεν πάει καλά. Ούτε για τους συλλόγους ούτε για την Εθνική η οποία βρέθηκε στην 15η θέση στο Παγκόσμιο. Και κυρίως ούτε για το «αναπτυξιακό» πρόγραμμα που αφορά χιλιάδες παιδιά που επιμένουν ακόμα να ασχολούνται με το άθλημα.

Ποια είναι η εξήγηση; Πιθανότατα η αδυναμία μας να αντιληφθούμε την ενασχόληση με το μπάσκετ  ως εθνικό project και όχι ως αποσπασματική καταξίωση  προσώπων ή σωματείων. 

Σκέφτηκα περίπου πέντε προβλήματα για το άθλημα που μας χάρισε μεγάλες στιγμές ανάτασης και βρίσκεται ακόμα σε πολύ υψηλή θέση στα ενδιαφέροντα των Ελλήνων.

  1. Το «μεταπρατικό πνεύμα». Εισάγουμε παίκτες και δεν παράγουμε δικούς μας. Για ποιο λόγο; Για να εξυπηρετήσουμε έναν φτηνό ανταγωνισμό μεταξύ φτωχών σωματείων. Χωρίς όραμα και χωρίς διάθεση συσσώρευσης «αθλητικού κεφαλαίου»  για το μέλλον
  2. Αδιαφορία για την ποιότητα του κοινού που παρακολουθεί μπάσκετ. Είναι θλιβερό που ακόμα τα σωματεία θεωρούν ότι «ο κόσμος της ομάδας» είναι 100 ή 200 νεαροί, που υποδύονται ρόλους ζηλωτών «μισθοφόρων». Δεν διανοούνται προφανώς οι παράγοντες να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε οι κερκίδες να γεμίσουν από οικογένειες ή τουλάχιστον φυσιολογικούς ανθρώπους που θέλουν να απολαύσουν το θέαμα. Η τάση μας να ιδεολογικοποιούμε το θέαμα μας κρατάει μακριά από την απόλαυση της πραγματικότητας.
  3. Το «αναπτυξιακό» στις μικρές ηλικίες βασίζεται σε βραχυπρόθεσμες λύσεις, εξυπηρετώντας περισσότερο την πρόσκαιρη καταξίωση των προπονητών παρά την αθλητική ανάπτυξη των παιδιών. Για παράδειγμα, στην ηλικία των 15 και 17 ετών δίνεται πολύς χρόνος σε νέους χωρίς ικανοποιητικό ύψος αλλά με ευστοχία στα σουτ. Αυτοί όμως σε δύο χρόνια θα σταματήσουν το μπάσκετ ή θα παίζουν στην γειτονιά τους. Ψηλότεροι παίκτες οι οποίοι θα μπορούσαν να αναδειχθούν ως πρωταγωνιστές, όταν το σώμα τους «δέσει» μετά την εφηβεία, χρησιμοποιούνται ως συμπληρωματικοί και δεν απολαμβάνουν την απαραίτητη μέριμνα από το σωματείο.
  4. Δεν γίνεται scouting για την επιλογή παιδιών που είναι σωματικά ικανά να ασχοληθούν με το άθλημα. Τα σωματεία δεν είναι σε θέση να αναζητήσουν αυτά τα παιδιά. Οι γυμναστές στα σχολεία  θα μπορούσαν. Από την στιγμή όμως, που δεν υπάρχει σχολικός αθλητισμός κανείς δεν ενδιαφέρεται να παρακινήσει τους ψηλούς να παίξουν μπάσκετ. Η Εθνική στο Παγκόσμιο είχε μόνο τον Παπαγιάννη. Ο Παναθηναϊκός στους 16άρηδες είχε την περυσινή σεζόν μόνο δύο ψηλούς, το Περιστέρι έναν και  ο Ολυμπιακός έναν!  
  5. Λείπει το «εθνικό όραμα» από την Ομοσπονδία. Στις οκτώ καλύτερες ομάδες του κόσμου βρίσκονται χώρες με πληθυσμό μικρότερο από το μισό της Αθήνας! Το παραγωγικό σύστημα όμως είναι που φέρνει την επιτυχία και όχι η ποσοτική αποτίμηση του δυναμικού ενός συνόλου.

Δυστυχώς, με το μπάσκετ ισχύει ό,τι και με την γενικότερη κουλτούρα που διέπει την ανάπτυξη και την παραγωγικότητα σε αυτή την χώρα: Εσωστρέφεια, συμπλέγματα, κοντόφθαλμες εκτιμήσεις και τεράστιο χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξης.

Οπωσδήποτε πρέπει να αλλάξουν πράγματα, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να μας απασχολεί το άθλημα. Και να το δούμε κυρίως ως θέαμα και εξαγώγιμο προϊόν. Που θα αποφέρει κοινωνικό ενδιαφέρον, πολιτισμικό κεφάλαιο και οικονομικό κέρδος σε εθνικό και ιδιωτικό επίπεδο.