Αθλητισμος

Γιατί η Εθνική στο Eurobasket δεν έκανε το «τέλειο τουρνουά»

Τι έφταιξε για την ήττα από τη Γερμανία - Η επόμενη μέρα

Γιώργος Ψύχας
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Η Εθνική για ακόμα ένα Ευρωμπάσκετ μένει μακριά από τα μετάλλια μετά την ήττα από τους Γερμανούς.

Η Εθνική Ελλάδος δεν τα κατάφερε και φεύγει από ακόμα ένα Ευρωμπάσκετ με σκυμμένο το κεφάλι. Αποχωρεί έχοντας υποστεί ακόμα έναν αποκλεισμό στα προημιτελικά. Μία ακόμα διοργάνωση χωρίς να καταφέρουμε να φτάσουμε στη ζώνη των μεταλλίων.

Τι μπορεί να φταίει όμως για τον αποκλεισμό της Εθνικής μας από τους «8» του Ευρωμπάσκετ; Ήταν πράγματι η φοβερή ευστοχία των Γερμανών πίσω από τα 6.75μ.;

Σαφώς έπαιξε και αυτός ο παράγοντας μείζονος σημασίας ρόλο. Όταν βγαίνεις σε ένα παιχνίδι προημιτελικών στο παρκέ και από τα πρώτα δευτερόλεπτα ο αντίπαλος σου δείχνει πως είναι απόλυτα αποφασισμένος και τυχερός (γιατί αν μη τι άλλο το θέμα των τριπόντων είναι και ζήτημα τύχης) σε «μουδιάζει» όπως λένε στη μπασκετική αργκό. Οι Γερμανοί ήταν απόλυτα εύστοχοι, έβαζαν κάθε σουτ, με κάθε παίκτη, με κάθε δυνατό τρόπο. Και η Εθνική από τα πρώτα λεπτά του αγώνα κυνηγούσε το σκορ.

Ωστόσο, όπως μας απέδειξε η συνέχεια του αγώνα, όσο μεγάλη κι αν ήταν η ευστοχία των Γερμανών, η Εθνική μπόρεσε και μπορούσε να αντιδράσει και να επανέλθει στο παιχνίδι. Το κατάφερε με συνέπεια τόσο στην επίθεση όσο και στην άμυνα στο δεύτερο δεκάλεπτο. Πήρε το μομέντουμ του αγώνα και με αποκορύφωμα το φοβερό buzzer beater του Κώστα Σλούκα βρέθηκε μπροστά στο σκορ. Το γεγονός ότι δεν κατόρθωσε να το κάνει και δεύτερη φορά στο δεύτερο μέρος, χάνοντας ριμπάουντ (επιθετικά και αμυντικά), αδυνατόντας να ακολουθήσει τη ροή της μπάλας όταν η Γερμανία είχε κατοχή και να κυριαρχήσει σε περιφέρεια και ρακέτα, δεν σημαίνει κάτι. Μπορούσε να το κάνει, το έκανε μία φορά αλλά μέχρι εκεί. Συνεπώς, ούτε μόνο ζήτημα άμυνας ήταν το χθεσινό αποτέλεσμα.

Τι φταίει όμως τελικά και ήρθε αυτός ο αποκλεισμός; Ενδεχομένως οι τόσο υψηλές προσδοκίες που είχαν κυκλώσει για ακόμα μία φορά την Εθνική Ελλάδος. Ήταν η Εθνική Ελλάδος μία από τις καλύτερες ομάδες της διοργάνωσης -αν όχι η καλύτερη-; Ναι, σαφώς ήταν. Είχε το «υπερόπλο» που λέγεται Γιάννης Αντετοκούνμπο και μερικούς από τους κορυφαίους παίκτες στο ευρωπαϊκό μπάσκετ; Φυσικά.

Σε τέτοιες διοργανώσεις, όμως, και κυρίως στις νοκ-άουτ φάσεις τους, δεν παίζει μπάσκετ ούτε το όνομα, ούτε η «φανέλα», ούτε τα στατιστικά. Μπάσκετ παίζει το μπάσκετ. Και φυσικά, όταν έχουν χτιστεί για ακόμα μία φορά προσδοκίες για την κατάκτηση του τροπαίου, το βάρος της ευθύνης έρχεται υπερδιπλάσιο στους ώμους και τα πόδια των διεθνών.

Εν προκειμένω, στον αγώνα με τη Γερμανία κατέστη εξαιρετικά σαφές πως οι διεθνείς δεν στάθηκαν ποτέ στο ύψος των περιστάσεων. Έπεσαν οι ίδιοι στην παγίδα των «προσδοκιών». Γνώριζαν πως είναι το θεωρητικό φαβορί, είδαν ότι τίποτα δεν ήταν με το μέρος τους στο παρκέ - εν αντιθέσει με τους Γερμανούς - και έμοιαζαν... χαμένοι στη μετάφραση μη μπορώντας να αντιδράσουν επιθετικά στο κρεσέντο τριπόντων των αντιπάλων τους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί το τέλος του πρώτου ημιχρόνου με την αρχή του τρίτου δεκαλέπτου.

Η Εθνική έχει καταφέρει να αντιστρέψει την εις βάρος της κατάσταση, να «παγώσει» τους Γερμανούς και αντί να επιστρέψει στο παρκέ για να... τελειώσει τη δουλειά, δέχεται ένα επιμέρους 20-1 και χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της. Δεν πίστεψε ούτε η ίδια πως μπορεί να βρεθεί σε τόσο καλή ημέρα ο αντίπαλός της (και εκείνη φυσικά σε τόσο κακή). Αλλά στα νοκ-άουτ του Ευρωμπάσκετ, το πρώτο πράγμα που περιμένεις από τον αντίπαλό σου είναι πως θα βρεθεί στην τέλεια ημέρα, θα κάνει το τέλειο παιχνίδι και θα σε δυσκολέψει όσο το δυνατόν περισσότερο.

Γιάννης και Γιαννούλης οι διασωθέντες της παραφωνίας

Στο παρκέ, οι Γερμανοί κατάφεραν να «κλειδώσουν» την ελληνική άμυνα αλλά και επιθετικά η Εθνική μας ομάδα δεν κατάφερε να βρει λύσεις παρά μόνο από δύο παίκτες. Τον Γιάννη Αντετοκούνμπο των 31 πόντων (7 ριμπ./8 ασ.) και τον Γιαννούλη Λαρεντζάκη των 18 πόντων (4 ριμπ./1 ασ.). Οι υπόλοιποι διεθνείς, δυστυχώς, αποτέλεσαν μία συνολική παραφωνία, αδυνατόντας να ενισχύσουν την ομάδα επιθετικά με αποκορύφωμα τους τρεις βασικούς περιφερειακούς.

Ντόρσεϊ (13π.), Σλούκας (8π.) και Καλάθης (2π.) δεν μπήκαν ποτέ στο παιχνίδι και παρά τα 24 λεπτά που έπαιξε ο καθένας, δεν κατάφεραν να βρουν λύσεις επιθετικά και να προσφέρουν πόντους στην εθνική σε κομβικά σημεία του παιχνιδιού.

Παπανικολάου (7π.), Παπαγιάννης (6π.) και Παπαπέτρου (0π.) δεν κατόρθωσαν εξίσου να μπουν ποτέ στην εξίσωση του σκοραρίσματος μένοντας όλοι εξαιρετικά χαμηλά, πράγμα πρωτόγνωρο ειδικά για τον δεύτερο, που συνηθίζει να κυριαρχεί αμυντικά και επιθετικά στις ρακέτες.

Και τώρα τι;

Τώρα για την «πληγωμένη» Εθνική Ελλάδος ακολουθεί το Παγκόσμιο Κύπελλο αλλά και -θεωρητικά- αργότερα οι Ολυμπιακοί Αγώνες, που ενδεχομένως αποτελέσουν τις τελευταίες διοργανώσεις που η συγκεκριμένη γενιά παικτών θα αγωνιστούν μαζί.

Και φυσικά, οι τελευταίες ευκαιρίες να διεκδικήσει αυτή η εξαιρετικά ταλαντούχα γενιά παικτών ένα μετάλλιο. Στις μεγάλες διοργανώσεις, ωστόσο, δεν αρκεί να έχεις εξαιρετική ομάδα. Ούτε τους αμέτρητους σταρ. Η Εθνική το ξέρει πολύ καλά αυτό και το έχει νιώσει στο πετσί της. Στις μεγάλες διοργανώσεις καμία ομάδα δεν πηγαίνει για να χάσει. Κανένας παίκτης για να «ταπεινωθεί» από κάποιον αστέρα του ΝΒΑ ή της Ευρωλίγκα. Όλοι πηγαίνουν για να κερδίσουν.

Και ειδικά στα νοκ-άουτ των διοργανώσεων, δεν επιτρέπονται λάθη. Δεν επιτρέπονται κακές ημέρες. Χρειάζεται το τέλειο παιχνίδι, την απόλυτη συγκέντρωση μέχρι τον τελικό. Και η Εθνική μας, καλώς ή κακώς, δεν έχει καταφέρει να διανύσει όλο το δρόμο κάνοντας το «τέλειο τουρνουά».