Αθλητισμος

22 μαντράχαλες και μια μπάλα

Το γυναικείο μουντιάλ μέσα από το βλέμμα ενός άνδρα

Γιώργος Παναγιωτάκης
ΤΕΥΧΟΣ 707
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μουντιάλ Ποδοσφαίρου Γυναικών: Ο Γιώργος Παναγιωτάκης παρατηρεί τις σταρ, τις ομοιότητες και τις διαφορές με το μουντιάλ των ανδρών

Αυτές τις ημέρες διεξάγεται στη Γαλλία το μουντιάλ ποδοσφαίρου των γυναικών και, παρότι στην Ελλάδα ακόμα και τα αμιγώς αθλητικά σάιτ το σνομπάρουν επιδεικτικά, σε πολλά μέσα του εξωτερικού το θέμα καλύπτεται με τρόπο ανάλογο με εκείνον που καλυπτόταν πέρσι τέτοια εποχή το μουντιάλ των αντρών. Άλλωστε, οι ομοιότητες είναι προφανείς. Οι κερκίδες είναι γεμάτες, επικρατεί πάθος και ενθουσιασμός και το ποδόσφαιρο που παίζεται στο χορτάρι είναι γενικά υψηλού επιπέδου.

Υπάρχουν επίσης οι ισχυρές ομάδες (Ηνωμένες Πολιτείες, Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Καναδάς, Αυστραλία, Βραζιλία κ.ά.) οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις δέχονται τη διακριτική εύνοια της διαιτησίας. Τρανταχτό παράδειγμα η επανάληψη του –έτσι και αλλιώς ανύπαρκτου– χαμένου πέναλτι της Γαλλίας στον αγώνα με τη Νιγηρία, επειδή το VAR ανακάλυψε ότι το πόδι της τερματοφύλακα απείχε μισό εκατοστό από τη γραμμή του τέρματος. Υπάρχουν βέβαια και οι ομάδες - σάκοι του μποξ, σαν την άμοιρη την Ταϊλάνδη η οποία στον πρώτο τραυματικό αγώνα της ηττήθηκε με 0-13 από τις ΗΠΑ, για να ακολουθήσει ένα όχι και τόσο τιμητικό 1-5 από τη Σουηδία.

Θα βρούμε ακόμη τις σταρ που μεσουρανούν, όπως η Αγγλίδα Μπρονζ, η Γαλλίδα Λε Σομέρ και η Αμερικανίδα Μόργκαν, αλλά και εκείνες που βρίσκονται στη δύση της καριέρας τους, όπως η 41 ετών Βραζιλιάνα Μάρτα η οποία μετράει επτά συμμετοχές σε μουντιάλ και συνεχίζει να παίζει βασική και να σκοράρει. Μεγάλη απούσα η Νορβηγίδα Άντα Χέγκερμπεργκ της γαλλικής Λιόν, η πρώτη σκόρερ του φετινού Τσάμπιονς Λιγκ γυναικών – ναι, και τέτοιο υπάρχει. Η Χέγκερμπεργκ απέχει σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον άνισο τρόπο με το οποίο η ομοσπονδία της χώρας της αντιμετωπίζει το γυναικείο ποδόσφαιρο σε σχέση με το αντρικό. 

Γενικά –και εδώ εντοπίζεται μία από τις διαφορές σε σχέση με το αντρικό ποδόσφαιρο– η πολιτική διάσταση του συγκεκριμένου μουντιάλ είναι αρκετά έντονη. Το μισθολογικό χάσμα ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες (ένα θέμα που βρίσκεται πολύ ψηλά στις φεμινιστικές διεκδικήσεις παγκοσμίως) είναι και εδώ στο προσκήνιο, καθώς στις περισσότερες χώρες υπάρχει χαώδης διαφορά στις αμοιβές των παικτών και των παικτριών του δημοφιλέστερου αθλήματος. Ακόμα και στις ΗΠΑ, όπου η γυναικεία εθνική ομάδα είναι απείρως πιο επιτυχημένη από την αντρική, οι απολαβές της μέσης παίκτριας είναι αισθητά μικρότερες. Στις πολιτικές διαστάσεις του μουντιάλ εντάσσεται και η παρουσία της Αμερικανίδας Μέγκαν Ραπίνο η οποία αποτελεί κόκκινο πανί για τους συντηρητικούς στη χώρα της. Η Ραπίνο είναι ακτιβίστρια υπέρ των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων, αλλά και η πρώτη λευκή αθλήτρια που γονάτισε στην ανάκρουση του εθνικού ύμνου σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις ρατσιστικές θέσεις του Ντόναλντ Τραμπ.

Οι προβοκατόρικες κόντρες που έχουν σαν επίκεντρο –ή πρόσχημα– τον φεμινισμό είναι στις μέρες μας κάτι το πολύ συνηθισμένο. Το πεδίο του μουντιάλ των γυναικών δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση. Έπειτα, λοιπόν, από το ματς ΗΠΑ-Ταϊλάνδη 13-0 αρκετοί σχολιαστές καταλόγισαν στις Αμερικανίδες έλλειψη αθλητικού πνεύματος, αφού όχι μόνο δεν πάτησαν φρένο μετά από ένα τσουβάλι γκολ, αλλά συνέχιζαν να πανηγυρίζουν σαν τρελές κάθε φορά που η μπάλα αναπαυόταν στα δίχτυα. Όσοι από τους παραπάνω ήταν άντρες τα άκουσαν στη συνέχεια από κάποιες σχολιάστριες. Για παράδειγμα, η Arwa Mahdawi, στο άρθρο της στην «Guardian» με τίτλο «Οι γυναίκες δεν επιτρέπεται να νικήσουν, ακόμα και όταν νικούν 13-0» σημειώνει: «Υπάρχει κάτι εξοργιστικό σε ένα μάτσο άντρες σχολιαστές που λένε στην καλύτερη γυναικεία ομάδα του κόσμου: “Xαλαρώστε, κυρίες μου”. Πρόκειται για ένα χαστούκι σεξισμού». Κάποιοι βέβαια αντέτειναν ότι αυτό ακριβώς κάνουν οι σχολιαστές από κτήσεως αθλητικογραφίας: Κρίνουν –και συνήθως κατακρίνουν– ανθρώπους οι οποίοι γνωρίζουν το άθλημα καλύτερα από τους ίδιους. Ανάλογο κράξιμο, άλλωστε, είχε φάει και η ανδρική εθνική ομάδα της Γερμανίας έπειτα από το 7-1 επί της Βραζιλίας στο μουντιάλ του 2014. Στο παιχνίδι μπήκαν οι ανώνυμοι/ες μονομάχοι των σόσιαλ μίντια και η μπάλα δεν άργησε να πάει στις εξέδρες. Το θέμα άλλωστε προσφέρεται για κάτι τέτοιο. Όρεξη να υπάρχει. 

Σε καθαρά αγωνιστικό επίπεδο οι κορυφαίες τουλάχιστον ομάδες δεν υπολείπονται τεχνικά από τις αντίστοιχες αντρικές. Οι όποιες διαφορές εντοπίζονται κυρίως στο θέμα της δύναμης. Οι άμυνες είναι αρκετά πιο χαλαρές, ενώ απουσιάζουν σε μεγάλο βαθμό τα σκληρά μαρκαρίσματα και τα αντιαθλητικά φάουλ. Ένα παρατηρητικό μάτι θα διαπιστώσει ότι σπανίζουν ακόμη οι φιγουρατζίδικοι πανηγυρισμοί, οι συμπλοκές, οι επιδείξεις αχρείαστου ηρωισμού, αλλά και το «θέατρο» για να ξεγελαστεί η διαιτητής. Όλα τα τελετουργικά, δηλαδή, που οι ανθρωπολόγοι πιστεύουν ότι προέρχονται από τα βάθη των αιώνων και που μέχρι τώρα τα θεωρούσαμε συνυφασμένα με την ποδοσφαιρική κουλτούρα.

Όποιος/α πάντως νιώσει σύνδρομο στέρησης από τα παραπάνω τελετουργικά, έχει ευτυχώς τη δυνατότητα να παρακολουθήσει το ανδρικό Copa America που διεξάγεται επίσης αυτές τις μέρες στη Βραζιλία. Εκεί η ποζεριά και η κλωτσιά πάνε σύννεφο – μαζί βέβαια με πολλές ακόμη αρετές. Το μόνο βέβαιο είναι ότι και το φετινό καλοκαίρι έχει τεράστιο ποδοσφαιρικό και ανθρωπολογικό ενδιαφέρον.