Αθλητισμος

Το ποδόσφαιρο στους ποδοσφαιριστές: O Μάης του γαλλικού ποδοσφαίρου

Από τις 22 έως τις 27 Μαΐου 1968, η έδρα της Γαλλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου τελούσε υπό κατάληψη από μία ομάδα διαμαρτυρόμενων παικτών

Μυρσίνη Λιοναράκη
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το κύμα της επανάστασης που κατέκλυσε το Παρίσι την άνοιξη του ’68 δεν άφησε ούτε το ποδόσφαιρο ανέπαφο. Στις 22 Μαΐου, ένα μήνα ακριβώς μετά το ξέσπασμα του φοιτητικού κινήματος, μία μικρή ομάδα ποδοσφαιριστών επιχείρησε να φέρει την άνοιξη και στον δικό της χώρο. Αυτή τη φορά δεν ήταν στο κέντρο του Cartier Latin αλλά πέντε χιλιόμετρα μακριά, στο κυριλέ 16ο διαμέρισμα της γαλλικής πρωτεύουσας. Το βράδυ λοιπόν της ημέρας αυτής, γύρω στις οκτώ, μία χούφτα παίκτες έφτασαν στον αριθμό 60 της λεωφόρου της Ιενά αποφασισμένοι να καταλάβουν την έδρα της Γαλλικής Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου. Λέμε χούφτα γιατί οι αριθμοί ποικίλουν και άκρη δεν βγαίνει. Το πρακτορείο ειδήσεων AFP μιλούσε για μία εκατοστή, η ίδια η Ομοσπονδία έκανε λόγο για καμιά σαρανταριά ενώ κάποιες εφημερίδες έγραφαν για καμιά δεκαριά και άλλες για 200 άτομα.

Κάποιοι μένουν έξω από το κτήριο και μοιράζουν φυλλάδια στους περαστικούς. Μέσα, όλοι οι περίπου 30 υπάλληλοι που εργάζονταν ακόμα εκείνη την ώρα συγκεντρώνονται σε μία αίθουσα ενώ ο Γενικός Γραμματέας της Ομοσπονδίας Pierre Delaunay απομονώνεται στο γραφείο του. Οι ποδοσφαιριστές οχυρώνουν την είσοδο και γρήγορα σηκώνουν μία κόκκινη σημαία με δύο συνθήματα γραμμένα: Το ποδόσφαιρο στους ποδοσφαιριστές και Η Ομοσπονδία ανήκει στους 600.000 ποδοσφαιριστές. Τόσοι ακριβώς ήταν εκείνη την εποχή οι καταγεγραμμένοι επαγγελματίες παίκτες.

Σε λίγες ώρες απελευθερώνουν το προσωπικό και την διοίκηση που εγκαταλείπει το κτήριο, οι ίδιοι όμως οι παίκτες – καταληψίες μένουν εκεί για ημέρες. Σύμφωνα με τους ιστορικούς του ποδοσφαίρου που έχουν ασχοληθεί με το γεγονός, η πλειοψηφία των καταληψιών ήταν ερασιτέχνες και προέρχονταν από ομάδες του Παρισιού. Υπάρχουν όμως και δύο επαγγελματίες και μάλιστα γνωστοί ο André Mérelle και ο Michel Oriot που παίζουν στην θρυλική ομάδα του Saint-Ouen, Red Star.

Η ιδέα της κινητοποίησης άνηκε βασικά στους αθλητικούς συντάκτες του μηνιαίου εντύπου «le Miroir du football» (= ο Καθρέφτης του Ποδοσφαίρου). Μιλάμε για ένα αριστερό περιοδικό που μάχονταν για το «καλό παιχνίδι», το «δημιουργικό παιχνίδι» και ασκούσε έντονη κριτική στην κοινωνία. Μόνιμος στόχος των άρθρων του ήταν ο πατερναλισμός και ο αυταρχισμός  των καπετάνιων του γαλλικού ποδοσφαίρου, των πολιτικών, των τεχνοκρατών και των επιχειρηματιών που θεωρούσαν ότι εκμεταλλεύονται τους αθλητές. Έτσι κάπως, ζύμωση στη ζύμωση, προέκυψε η ιδέα του ποδοσφαιρικού Μάη λοιπόν.

«Για να μείνει το ποδόσφαιρο δική σας ιδιοκτησία, σας καλούμε να έρθετε αμέσως στην έδρα της Ομοσπονδίας. Να ξαναγίνει το σπίτι σας. Όλοι ενωμένοι θα ξανακάνουμε το ποδόσφαιρο αυτό που δεν έπρεπε ποτέ να πάψει να είναι: το άθλημα της χαράς, το άθλημα του κόσμου του αύριο που όλοι οι εμπλεκόμενοι έχουν ξεκινήσει να χτίζουν», γράφει το έντυπο που μοιράστηκε στους περαστικούς και στα μέσα. Στο ίδιο κείμενο Γενικός Γραμματέας της Ομοσπονδίας Pierre Delaunay αναφέρεται σαν «χυδαίος Λουδοβίκος 16ος» αφού κληρονόμησε την θέση αυτή από τον πατέρα του. «Ποδοσφαιριστές που ανήκουμε σε διάφορες ομάδες του Παρισιού αποφασίσαμε να καταλάβουμε την έδρα της Ομοσπονδίας, όπως οι εργάτες καταλαμβάνουν τα εργοστάσιά τους, όπως οι φοιτητές καταλαμβάνουν τις σχολές τους. Γιατί; Για να δώσουμε στους 600.000 γάλλους ποδοσφαιριστές και τα εκατομμύρια φίλους τους αυτό που τους ανήκει: το ποδόσφαιρο που οι ποντίφικες της Ομοσπονδίας τους έχουν στερήσει για να υπηρετήσουν τα δικά τους εγωιστικά συμφέροντα με στόχο πάντα το κέρδος», συνέχιζε το μανιφέστο τους.

Βασική διεκδίκηση του κινήματος των ποδοσφαιριστών είναι η κατάργηση των ισοβίων συμβολαίων που εκείνη την εποχή συνέδεε όλους τους επαγγελματίες παίκτες με τις ομάδες τους και το οποίο χαρακτήριζαν μία μορφή σκλαβιάς. Ζητούν επίσης την κατάργηση «του αυθαίρετου περιορισμού της ποδοσφαιρικής περιόδου» ενώ αναφέρονται και στην ανάγκη να απελευθερωθεί το ποδόσφαιρο από «την κηδεμονία των χρημάτων των ανίκανων ψευδο-μαικήνων που βρίσκονται στην πηγή της αλλοίωσης του αθλήματος».

Τις έξι αυτές ημέρες που κράτησε η κατάληψη, η ατμόσφαιρα θύμιζε πάρτυ στο επιβλητικό κτήριο της λεωφόρου Ιενά. Ο δημοσιογράφος Mickaël Correia, στο βιβλίο του «Μία λαϊκή ιστορία του ποδοσφαίρου» περιγράφει ότι παντού είχαν στηθεί στρώματα στο πάτωμα και ο χώρος έμοιαζε με κατασκήνωση, η μουσική δεν σταματούσε ποτέ αλλά ούτε και η επιφυλακή στις σοφίτες όπου πάντα υπήρχαν ομάδες να ελέγχουν για «ύποπτες κινήσεις». Στο μεταξύ το Παρίσι φλέγεται, τα οδοφράγματα έχουν στηθεί στο Cartier Latin, το κτήριο του Χρηματιστηρίου έχει – κυριολεκτικά – τυλιχτεί στις φλόγες και οι μάχες με την αστυνομία στέλνουν κάθε νύχτα τραυματίες στα νοσοκομεία της πόλης. Ο συγγραφέας διηγείται ότι σε αυτόν τον παροξυσμό το κτήριο της Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου χορεύει στον ταραχώδη ρυθμό του κινήματος και γρήγορα μετατρέπεται σε μία αρχαία δημοκρατική αγορά». Ενώ μέσα στο κτήριο προβάλλονται ταινίες και αποσπάσματα από μεγάλους διεθνείς αγώνες και οργανώνονται συζητήσεις, έξω στον δρόμο στήνονται αυτοσχέδια ματσάκια ανάμεσα στους παίκτες.

Το πανηγύρι τελειώνει αρκετά ήρεμα και ειρηνικά στις 27 Μαΐου. Οι ποδοσφαιριστές αποφασίζουν να εγκαταλείψουν το κτήριο μετά από ψηφοφορία σε Γενική Συνέλευση, την ώρα που συνδικάτα και φοιτητικές οργανώσεις ξεκινούν τις δικές τους διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση. Οι παίκτες εκτιμούν ότι έχουν πετύχει τον αρχικό τους στόχο που ήταν να γίνουν γνωστά τα αιτήματά τους στο ευρύ κοινό και να προβληθεί ο αγώνας τους. Η μάχη τελειώνει αλλά ο πόλεμος δεν σταματά. Η αυτοσχέδια οργάνωση «Επιτροπή Δράσης των Ποδοσφαιριστών» που στήθηκε τις μέρες αυτές μετατρέπεται σε «Γαλλική Οργάνωση Ποδοσφαιριστών» με πρόεδρο τον Just Fontaine, έναν παλιό σκόρερ της Ρέμς και της Εθνικής Ομάδας. Αυτό το όργανο είναι πλέον υπεύθυνο να μεταφέρει τις διεκδικήσεις του κινήματος στην διοίκηση και την πολιτική ηγεσία και να διαπραγματευτεί εξ ονόματός τους.

Κάποιοι μίλησαν για κίνημα, λίγοι για επανάσταση και πολλοί για φάρσα ή καρικατούρα. Είναι βέβαιο ότι στον πυρετό του Μάη των εργατών και των φοιτητών, η μικρή αυτή κατάληψη μοιάζει με μία κουκίδα στον ωκεανό. Απέχει πολύ από ένα μαζικό κίνημα, ούτε καν εθνικό αφού βασικά έμεινε περιορισμένο στο Παρίσι, για την ακρίβεια στην λεωφόρο Ιενά. Έγινε άλλη μία απόπειρα στην πόλη Saint-Brieuc τις ίδιες ημέρες όπου συγκεντρώθηκαν περίπου 200 ποδοσφαιριστές αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Για τον ιστορικό Alfred Wahl, το επεισόδιο αυτό αν και μικρό και περιορισμένο αρκούσε για να κλονίσει το κατεστημένο του γαλλικού ποδοσφαίρου. «Από άποψη πρακτικής και αιτημάτων, ο Μάης των ποδοσφαιριστών βρίσκεται στο σταυροδρόμι του κινήματος των φοιτητών και του κινήματος των συνδικάτων», σημειώνει σε άρθρο του. Από άποψη αποτελεσματικότητας πάλι, μάλλον κάτι κατάφερε το κίνημα αφού από την επόμενη κιόλας χρονιά καταργήθηκαν τα ισόβια συμβόλαια και αντικαταστάθηκαν με ορισμένου χρόνου – όπου ο ορισμένος αυτός χρόνος αποφασίζονταν από κοινού μετά από συμφωνία ομάδας και παίκτη. Όμως λίγα χρόνια αργότερα, το 1972, οι πρόεδροι των ομάδων επιχειρούν για άλλη μία φορά να επαναφέρουν τα συγκεκριμένα συμβόλαια. Οι παίκτες όμως είναι πλέον οργανωμένοι και συντονισμένοι και ξεκινούν απεργία που βάζει τέλος στα σχέδια των προέδρων.

Το κίνημα όμως αυτό, όπως εκφράστηκε μέσα από την ολιγοήμερη κατάληψη, κατάφερε να βγάλει από το παιχνίδι και τον βασικό του αντίπαλο, τον Γενικό Γραμματέα Pierre Delaunay που παραιτήθηκε μέσα σε εκείνη τον Μάη του ’68 από την ηγεσία της Ομοσπονδίας. Παρά λίγο όμως να βγουν και από το παιχνίδι για τα καλά και οι παίκτες που πρωτοστάτησαν στην κατάληψη. Ο André Mérelle, ο ένας εκ των δύο επαγγελματιών πρωταγωνιστών του κινήματος, δήλωσε αργότερα ότι μετά δυσκολεύτηκε να βρει ομάδα να παίξει γιατί τον θεωρούσαν «αριστερό». Και δεν ήταν ο μόνος που ταλαιπωρήθηκε στη συνέχεια. Η ίδια η Λίγκα του Παρισιού πάγωσε τις άδειες όσων συμμετείχαν στην κατάληψη και παρά λίγο να τους στερήσει το δικαίωμα συμμετοχής στην σεζόν ’68-’69. Ευτυχώς όμως, η τιμωρητική διάθεση δεν κράτησε πολύ και η διοίκηση δεν πήγε την υπόθεση στα άκρα. Έτσι όλοι – ερασιτέχνες και επαγγελματίες - ξαναβρέθηκαν στα γήπεδα έχοντας κάνει τη δική τους, μικρή επανάσταση.