Αθλητισμος

Εδώ που τα λέμε.... πες τα μόνος σου!

Ζούμε σε ένα πρωτάθλημα στο οποίο το αντικειμενικό κριτήριο δεν έχει καμία, μα καμία θέση

Μιχάλης Λεάνης
ΤΕΥΧΟΣ 255
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Μιχάλης Λεάνης περιγράφει την κατάσταση που επικρατεί στο ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου.

Στο ελληνικό πρωτάθλημα, αυτό που στη γλώσσα μας αποκαλούμε Σούπερ Λίγκα, υπάρχουν μερικά κλισέ που επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο, θυμίζοντας ρεφρέν τραγουδιού. Ένα αφορά τις ομάδες που ακολουθούν τον πικρό δρόμο του υποβιβασμού. Μόλις τελειώσει ο αγωνιστικός μαραθώνιος μπαίνει στην πρίζα το κλισέ που θέλει να μην αξίζει αυτή την τύχη καμία από τις ομάδες που αποχαιρέτησαν τη μεγάλη κατηγορία. Ο Θρασύβουλας, γιατί ήταν μια ομάδα που αγωνίστηκε τίμια. Που από την αρχή την είχαν ξεγραμμένη. Το κλισέ αποκτά ξαφνικά μια δόση μεταφυσικής, αφού ποτέ δεν αναφέρει κανείς στον κατάλογο των επιχειρημάτων του ποιοι είναι αυτοί οι μυστήριοι τύποι που προκαθορίζουν και προγράφουν τις τύχες των ομάδων. Του Θρασύβουλα, λοιπόν, του έδωσαν να καταλάβει από νωρίς ότι δεν τον θέλουν στη μεγάλη κατηγορία. Τον τάραξαν στα φαλτσοσφυρίγματα, τον έσφαξαν από τα πρώτα ματς, του τσάκισαν την ψυχολογία. Ο Θρασύβουλας, όμως, έπαιξε καλή μπάλα γιατί στον πάγκο είχε τον Τσιώλη. Έπαιξε ανοιχτά, απέδωσε ωραίο ποδόσφαιρο, σε γενικές γραμμές καλύτερο από ομάδες που βρίσκονταν πιο ψηλά από αυτόν στη βαθμολογία, και συνεπώς η τελική κατάταξη τον αδικεί. Κρίμα και για τον ΟΦΗ. Η ομάδα από την Κρήτη έχει κόσμο, έχει έδρα, έχει ιστορία γεμάτη με διακρίσεις, έχει καλούς παίκτες, δεν είναι για τη Β΄ Εθνική. Εντάξει, ξεκίνησε άσχημα το πρωτάθλημα, αλλά την έσφαξαν στο γόνατο. Δεν πήρε ούτε ένα σφύριγμα, έτσι να ξεκολλήσει. Μετά έχει παρουσία 33 χρόνια στη μεγάλη κατηγορία, δεν είναι δηλαδή μια ομάδα που έχει αγοράσει τα ΚΤΕΛ, όπως κάποιες άλλες, για να εκτελεί το δρομολόγιο από τη Β΄ Εθνική στη Σούπερ Λίγκα κάθε χρόνο. Ούτε και ο Πανσερραϊκός άξιζε να πέσει κατηγορία. Μια χαρά μπάλα έπαιξε, κι αν ερχόταν ο Χιούγκο Μπρος πιο μπροστά σίγουρα δεν θα κινδύνευε. Εδώ έφτασε μέχρι τα ημιτελικά στο Κύπελο και δεν θα μπορούσε να κερδίσει δυο τρία ματς στην έδρα του να σωθεί; Αλλά κι αυτόν τον στήσανε, με αποτέλεσμα να βρεθεί από την αρχή στην επικίνδυνη ζώνη. Δίκιο έχει να γκρινιάζει ο Θεοδωρίδης, ο πρόεδρος, και να δηλώνει κάθε τόσο ότι κάποιοι δεν ήθελαν τον Πανσερραϊκό στα σαλόνια. Αν ακολουθήσετε λοιπόν τη λογική του κλισέ, φτάνετε άνετα  μέχρι την 6η θέση χωρίς να καταφέρετε να βρείτε μια ομάδα που θα άξιζε πραγματικά τον υποβιβασμό. Καμία δεν ήταν για να πέσει!

Ζούμε σε ένα πρωτάθλημα στο οποίο το αντικειμενικό κριτήριο δεν έχει καμία, μα καμία θέση. Αν μάλιστα εμφανιστεί, κινδυνεύει να το πλακώσουν στις μάπες. Τι θα πει αντικειμενικό; Ο πρώτος στήνει τα παιχνίδια, ο δεύτερος δολώνει για κεφαλόπουλα και βγάζει λυθρίνια, ο τρίτος είναι παράρτημα, ο τέταρτος εκμεταλλεύτηκε τις περιστάσεις και τις μαλακίες που έκαναν οι άλλοι κι ο πέμπτος είναι τζάμπα μάγκας, γιατί άλλες δύο αγωνιστικές να είχε το πρωτάθλημα θα κινδύνευε να πέσει κατηγορία. Η ιστορία θυμίζει την ωραία γκόμενα στο λύκειο. Όποιον και να ρωτούσες τι κάνει αυτή, με ποιον νταλαβερίζεται, από όλους έπαιρνες την ίδια απάντηση. «Άσε ρε, τα έχει με ένα μαλάκα». Από τη στιγμή που δεν την κολατσίζαμε εμείς, ο άλλος ήταν σίγουρα κωλόπαιδο, αχώνευτος και αντιπαθητικός. Η χειρότερη περίπτωση όλων είναι αυτή του ψευτοαντικειμενικού. Που θα ξεκινήσει τη συζήτηση με διάθεση αυτοκριτικής. Φέτος δεν έπαιξε μπάλα η ομάδα, να μην κοροϊδευόμαστε, θα σου πει. Και μόλις του πεις «ναι, ρε, ο τάδε ήταν καλύτερος», ε, τότε μπορεί να αρχίσει η κοροϊδία. Τι καλύτερος, ρε. Ας μην είχαμε εμείς αυτόν το λακαμά στον πάγκο, ας μη χάναμε το ματς στον πρώτο γύρο, ας μην τραυματιζόταν ο τάδε, ας έμπαινε εκείνο το δοκάρι, και μετά τα λέγαμε. Τόσα πολλά «ας» για να σου πει ότι αν ήμασταν μόνοι, δεν θα χάναμε με τίποτα τον τίτλο. Το πιο ωραίο μού το έχει πει ένας ακροατής, όταν έκανα εκπομπή με ανοιχτές γραμμές. Ποιος κατά τη γνώμη σου, ρε φίλε, άξιζε να πάρει το πρωτάθλημα, τον ρώτησα. Και αυτός μου απάντησε: «Αυτή είναι μια μεγάλη συζήτηση, που αν την ανοίξουμε θα μπλέξουμε»! Ποιος θέλει λοιπόν να μπλέξει; Έλα ντε;