Αθλητισμος

Όταν ο Σάντος δικαίωσε τον Καραμανλή...

Η Ελλάδα ήταν η μοναδική εξαίρεση, όταν όλος ο πλανήτης έριχνε τα φώτα του στον Ρονάλντο

Νίκος Ασημακόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τις μέρες που πέρασαν ολόκληρος ο πλανήτης έριξε τα φώτα του πάνω στον Κριστιάνο Ρονάλντο. Η Ελλάδα ήταν η μοναδική εξαίρεση. Εδώ κυριάρχησε η Σάντος-μανία. Κεντρικό πρόσωπο του θριάμβου της Πορτογαλίας στο Euro δεν έγινε ο σταρ που κατάφερε να κλέψει την παράσταση ακόμη και την ώρα που δεν έπαιζε, αλλά ο προπονητής. Μόνο και μόνο επειδή τον είχαμε μερικά χρόνια πριν κοντά μας. Δεν είναι λίγο, αλλά δεν είναι το παν. Κυρίως δεν δικαιολογεί να τον χειροκροτούμε πιο πολύ από τους συμπατριώτες του και να τον θεωρούμε περισσότερο «δικό μας».

Δείχνει όμως και τη νοοτροπία μας... Ειδικότερα από τότε που εμφανίστηκε το f/b, οι Έλληνες φίλαθλοι συνηθίζουν να πέφτουν με λατρεία ή με μίσος πάνω σ’ ένα πρόσωπο της επικαιρότητας και να το αποθεώνουν ή να το ξεσκίζουν για μερικές μέρες ανάλογα με τα γούστα τους. Από την Κυριακή μέχρι την Τρίτη ήταν ο Σάντος. Μετά ήρθε η σειρά του Μπουρούση, μόλις πήρε μεταγραφή στον Παναθηναϊκό. Αύριο μεθαύριο θα ακολουθήσει κάποιος άλλος. Ετσι λειτουργούμε.

Οι Πορτογάλοι αντίθετα, που τους έζησα ένα μήνα το 2004 (τι απίθανοι φίλαθλοι!), τα βλέπουν πιο ποδοσφαιρικά τα πράγματα. Τον προπονητή της Εθνικής τους τον στόλιζαν με το χειρότερο είδος κριτικής ενώ τον έβλεπαν να φτάνει στον τελικό! Είναι επειδή έχουν μάθει αλλιώς. Δεν τους ενδιαφέρει μια νίκη με... 0-0, όπως εμάς. Ξέρουν πως η καλή ομάδα συνήθως παίρνει το αποτέλεσμα, ενώ η κακή χρειάζεται πολλές συμπτώσεις μαζεμένες για να τα καταφέρει – αν τα καταφέρει... Σου λένε ότι δεν μπορείς να έχεις τον Κριστιάνο Ρονάλντο ή τον Ζοάο Μάριο και να καταστρώνεις σχέδια σα να παίζεις με Γκέκα και Καραγκούνη.

Μια λεπτομέρεια που πέρασε απαρατήρητη από τους περισσότερους τις μέρες του Euro: τον Ρενάτο Σάντσες, ο οποίος ανακηρύχθηκε mvp του τουρνουά, ο κόουτς τον θυμήθηκε και τον έβαλε βασικό από το τέταρτο ματς και μετά. Ως τότε τον είχε στον πάγκο, ή τον έκανε αλλαγή στα τελευταία λεπτά, ή δεν τον χρησιμοποιούσε καθόλου.

Όμως, αυτός είναι ο Σάντος και γι’ αυτό έκανε τη μεγάλη του καριέρα στην Ελλάδα και όχι στην πατρίδα του, πριν τον καλέσουν πίσω για να τον αξιοποιήσουν.

Από την άλλη, βέβαια, ολόκληρο το Euro κύλησε πάνω σε λογικές Σάντος. Οι ομάδες, λίγο ως πολύ, έπαιξαν το ίδιο πράγμα, είτε από αδυναμία, είτε από κούραση, είτε από ένστικτο αυτοσυντήρησης. Στην πραγματικότητα δικαιώθηκε ο... Κώστας Καραμανλής! Μπορεί ο «Βούδας» της πολιτικής μας να μην αισθάνεται την ανάγκη να μιλήσει για κανέναν και τίποτα από τότε που έχασε τις εκλογές, αλλά έσπασε τη σιωπή του και τοποθετήθηκε απέναντι στο κακό θέαμα που βλέπαμε στα γαλλικά γήπεδα. Έστω με ξύλινη γλώσσα, από την οποία προφανέστατα δεν μπορεί να ξεφύγει, επεσήμανε ότι το θέαμα είναι «κατώτερο των προσδοκιών», αλλά «ευελπιστεί στο μέλλον για κάτι καλύτερο», το οποίο τελικά δεν ήρθε!

Έτσι είναι... Όταν βλέπεις στην τελική φάση Ισλανδίες, Ιρλανδίες, Ουαλίες, Ουγγαρίες και Αυστρίες μαζεμένες μόνο και μόνο επειδή ο Πλατινί αύξησε τις ομάδες για να κερδίσει ψήφους από τις μικρές χώρες και να γίνει πρόεδρος της UEFA, τότε λογικό να μην έχεις απαιτήσεις για κάτι περισσότερο από τις τυποποιημένες καταστάσεις που είδαμε... Κάθεσαι μπροστά στην τηλεόραση και για να μη χασμουριέσαι με το θέαμα, αρχίζουν να σου αρέσουν τα παραμύθια με ποδοσφαιρικές σταχτοπούτες «σαν την Ελλάδα του 2004», που την έφερναν κάθε λίγο και λιγάκι στο μυαλό τους όσοι καταλάβαιναν ότι θα μπορούσαν να προχωρήσουν λίγο παραπάνω. Μόνο που τότε η Εθνική μας νίκησε τη Γαλλία και την τεράστια Τσεχία, έφερε 1-1 με την Ισπανία και πήρε δύο φορές εκτός την Πορτογαλία. Δεν είναι το ίδιο...

Πάντως, κι εδώ, το νόμισμα έχει δύο όψεις. Από τη μία υπάρχουν εκείνοι που λένε ότι στα μεγάλα τουρνουά πρέπει να παίζουν οι μεγάλες δυνάμεις. Από την άλλη όσοι φτιάχνονται με τις εκπλήξεις βλέποντας διάφορους «ανύπαρκτους» να έρχονται «από το πουθενά» και να κάνουν ζημιές. Η κάθε περίπτωση έχει την γοητεία της... Και ειδικά στη Γαλλία το αλατοπίπερο το έβαλαν οι μικροί, όχι τόσο με την απόδοσή τους, όσο με τα σκηνικά που έστησαν μέσα κι έξω από τα γήπεδα.

Μόνο που το μεγάλο ζητούμενο είναι πλέον να βλέπεις μπάλα. Να φεύγεις στο τέλος και να λες... «χαλάλι το εισιτήριο που πλήρωσα». Να δίνεις ελάχιστη σημασία στις τακτικές που καταστρέφουν το θέαμα και να μη σ’ ενδιαφέρουν οι ομάδες που προσπαθούν να ακυρώσουν η μία την άλλη. Έτσι!