Επικαιροτητα

Μπουκέτα δίνω και με λένε Ζαννίνο!

Όμως μόνο στο σινεμά, γιατί, στην αληθινή ζωή, ο Γιάννης ήταν ψυχούλα...

Στέφανος Τσιτσόπουλος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Γιαννάκης ο Παπαδόπουλος: προσφυγάκι, γεννημένο στον Γαλατά, φτάνει Ελλάδα με τον Μεγάλο Ξεριζωμό. Πειραιάς, Δραπετσώνα, ταλεντάκι λένε, κι ευτυχώς πιάνουν οι προβλέψεις. Άμα το 'χεις!  Ο Γιάννης σπουδάζει χορό στη σχολή του Άγγελου Γριμάνη, αρχές της δεκαετίας του '40, τουράρει με τα μπαλέτα στα καφέ σαντάν της εποχής. Είναι νέος, ωραίος, ευλύγιστος. Λίγο πριν βγει στην περίφημη «Μάντρα» του Αττίκ, ο Αττίκ τον ρωτά πώς τον  λένε, απαντά «Γιάννης», όμως η διευθύντρια του μπαλέτου λέει στον Αττίκ πως χαϊδευτικά τον αποκαλούν όλοι Νίνο. Ο Αττίκ τρώει φλασιά: Γιάννης θα πει Ζαν στα γαλλικά, άρα Ζαν και Νίνο, παρακαλώ, «ας τον βαφτίσουμε Ζαννίνο»! Τα υπόλοιπα είναι Ιστορία. 

Είναι κατοχή, πείνα, απελευθέρωση και μια Ελλάδα που φτιάχνεται από την αρχή. Είναι η φιλία με τον Βέγγο αλλά και εκείνη η μυθική ατάκα, όταν ο Θου Βου ρωτά τον εκπαιδευτή Ζαννίνο προς τι το Κολλητήρι πετάγεται από τον στόχο, για να πάρει την απάντηση: «Αφού βαράς στον γάμο του Καραγκιόζη». Είναι οι δυο τους πάλι μαζί, όταν ο Θανάσης του «Τύφλα να 'χει ο Μάρλον Μπράντο» πλανεύει τη γυναίκα του Ζαννίνο, που είναι επιρρεπής στην ποίηση, πέφτει κυνηγητό κι εκείνη η περίφημη σκηνή στο ντουζ. 

Πάντα βαρύς, ασήκωτος, έτοιμος να τα κάνει λίμπα, ο Ζαννίνο σκοράρει ένα παλμαρέ κωμικών ρόλων που τον κλισεδάρουν σε εμφανίσεις τύπου γίγαντα Γκρισίνο. Όμως δεν ήταν μόνο αυτό. Από τις «Γυμνές Αφροδίτες» του Κούνδουρου έως το «Εξπρές του Μεσονυχτίου» του Άλαν Πάρκερ, τούτος ο ηθοποιός, προικισμένος με βαρύ δραματικό τάλαντο, «γράφει» κι άλλες στιγμές, ασχέτως αν λόγω φιζίκ τυποποιείται μόνο στον Ζαννίνο-εξολοθρευτή στη λαϊκή συνείδηση. Συγκλονιστικός, αν και Β’ ο ρόλος του, στον «Δράκο» με τον Ηλιόπουλο, τώρα που χωρίς να τσεκάρω τη Wiki, μόνο από τον νου μου προσπαθώ να να τον «θυμηθώ» στα ωραία του. 

Τον αγαπώ και καμιά φορά σκέφτομαι πως, αν ήταν στην Ιτάλια, ας πούμε, με τέτοια φάτσα, σίγουρα ο Φελίνι θα τον καπάρωνε, δίπλα στον Μαρτσέλο. Κι αν τη δεκαετία του '70 ή του ’80, που εδώ αναπόφευκτα αναλωνόταν σε βιντεοταινίες, περνούσε από οντισιόν μαζί με τον Μπαντ Σπένσερ για τα Τρινιτά, εύκολα θα τον είχε αυτός τον ρόλο κι όχι ο Μπαντ. Γιατί ο Ζανινάκος με ειδίκευση σε ρόλο «κακού» μπορούσε εύκολα να γίνει γλυκός και μελένιος, ευκολόπιστος και καλοκάγαθος, κερατάς σύζυγος αλλά και «Εντιμότατος Φίλος»: έγινε ευτυχώς με τον Βέγγο, που όσο κυνηγητό ή δαρμό κι αν του έριχνε στις ταινίες, στην αληθινή ζωή ήταν δεμένοι και αγαπημένοι σαν δίδυμα. Στέριωσαν γιατί είχαν φτωχά παιδικά χρόνια, ξεκίνησαν κι οι δυο από το μηδέν, ήταν οι πιο γλυκείς, δοτικοί, ευγενικοί και καλόκαρδοι άνθρωποι της πιάτσας, όπως διατείνονταν οι συνάδελφοι. Ζαννινάρα! (έφυγε στις 27 Μαΐου του 1995)