Τα περίπτερα της Αθήνας και η ιστορία τους
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Όλγα Στεφάτου: Η δύναμη της Γυναίκας
Μια δουλειά στο Μουσείο του Κατάρ από αυτές που θα ζήλευαν πολλοί. Μια σειρά από επιτυχημένα projects που κάθε φωτογράφος θα ήθελε να έχει στο ενεργητικό του. Η Όλγα Στεφάτου νοσταλγεί τη Ντόχα, ετοιμάζει βαλίτσες για ένα σύντομο ταξίδι –και πάλι- στη Μιανμάρ, λοξοκοιτάει προς την Κεφαλονιά μα επιστρέφει στην Αθήνα, ξέροντας ότι αυτός είναι ο τόπος για το επόμενο βήμα της.
Το «Chrysalis» με ταρακούνησε. Γυναίκες που έρχονται από τις πιο δύσκολες χώρες του κόσμου, με τους πιο δύσκολους πατεράδες και τους πιο δύσκολους συζύγους του κόσμου, στέκονται μπροστά στον φωτογραφικό φακό φορώντας -ή και μη φορώντας- μια διαφοροποιημένη κουβέρτα επιβίωσης, λίγο καιρό αφ’ ότου ήταν αναγκασμένες να τη φορέσουν για πρακτικούς λόγους. Πρέπει να έχεις χάρισμα για να μπορέσεις να τις πείσεις. Από το παράθυρο του σπιτιού της Όλγας, μπορώ να δω πέρα μακριά τη θάλασσα. Η σκυλίτσα που έχει κοντά της επέζησε παρά τρίχα από την πρόσφατη θεομηνία στην Κεφαλονιά. Το σπίτι έχει τη μυρωδιά του καφέ που μόλις ετοίμασε και του ξύλου των επίπλων που έχουν πρόσφατα αγοραστεί.
Δεν είναι πολύς καιρός από τότε που γύρισες από το Κατάρ. Πόσο καιρό έμεινες; Πόσο μεγάλη διαφορά είδες ανάμεσα στην Αθήνα που άφησες και την Αθήνα που βρήκες;
Έμεινα ακριβώς δύο χρόνια στο Κατάρ, από τον Μάρτιο του 2018 μέχρι τον Μάρτιο του 2020 και δυσκολεύτηκα να επιστρέψω γιατί πλέον ένιωθα σπίτι μου τη Ντόχα και επιπλέον είχα μεγάλη οικονομική ασφάλεια εκεί. Κάπου όμως στο δεύτερο καλοκαίρι, κατάλαβα ότι η εμπειρία μου είχε ολοκληρωθεί με έναν τρόπο, και άρχισα να προετοιμάζω την επιστροφή μου. Μετακόμισα πίσω στην Αθήνα μία βδομάδα πριν την πρώτη καραντίνα, οπότε δεν είδα την Αθήνα που λαχταρούσα. Σήμερα βλέπω περισσότερο θυμό, νεύρα και αγωνία στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Η πόλη δεν έχει αλλάξει πολύ, η δική μου ματιά όμως προς αυτή νιώθω να έχει διαφοροποιηθεί αρκετά. Κάθε φορά που επισκεπτόμουν την Αθήνα, μου ήταν δύσκολο να μην κάνω συγκρίσεις με τη Ντόχα. Η Αθήνα έχει τα ζητήματά της, σε σχέση με την Ντόχα ας πούμε, θα δεις περισσότερη φτώχεια, λιγότερη καθαριότητα και αρκετές χαοτικές πλευρές. Από την άλλη, εκτιμώ όλο και περισσότερο την ειλικρίνεια της Αθήνας, μια πόλη που δεν κρύβει τις αλήθειες της ακόμη κι αν είναι δυσάρεστες. Εκτιμώ επίσης την ανθρωπιά της, που είναι εμφανής στα κτίρια, στους δρόμους, στις αγκαλιές, στις συναναστροφές. Και όσο κι αν όλα συμπιέζονται στις μέρες μας, η Ελλάδα διατηρεί ακόμη μία αίσθηση ελευθερίας, σπάνιας στον κόσμο μας πλέον.
Εργάστηκες στο Μουσείο του Κατάρ. Τι ακριβώς έκανες εκεί; Ποια είναι η εμπειρία σου;
Ο λόγος που μετακόμισα στη Ντόχα ήταν η συγκεκριμένη θέση στα Qatar Museums, όπου εργάστηκα ως Senior Photography Specialist της φωτογραφικής συλλογής. Ήθελα καιρό να κάνω μία επαγγελματική στροφή στον χώρο της τέχνης και πέταξα από τη χαρά μου όταν έμαθα ότι πέρασα τις συνεντεύξεις και ετοιμάζεται το συμβόλαιο. Ήμουν υπεύθυνη της συλλογής και όλα όσα την αφορούσαν. Έκανα έρευνα, εκτίμηση, αρχειοθέτηση, ταξινόμηση, επιμέλεια και προετοιμασία των έργων για τις εκθέσεις. Η εμπειρία που απέκτησα στα Qatar Museums είναι ανεκτίμητης αξίας, διότι είχα την ευκαιρία να μελετήσω και να αγγίξω εκατοντάδες σημαντικές φωτογραφίες που δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα τις έβλεπα από κοντά – είναι μία από τις σημαντικότερες συλλογές της παγκόσμιας φωτογραφίας στον κόσμο, που ελάχιστοι είχαν μέχρι στιγμής την ευκαιρία να δουν. Αυτά τα δύο χρόνια πέρασε όλη η ιστορία της φωτογραφίας μέσα από τα χέρια μου, μπροστά από τα μάτια μου και ομολογώ ότι μου λείπει πολύ.
Τι διαφορές έχει η ζωή στη Ντόχα από τη ζωή στην Αθήνα;
Η Ντόχα είναι ένα εντελώς ιδιαίτερο μοντέλο πόλης, που συναντάς μόνο στις χώρες του Κόλπου. Είναι αντιδιαμετρικά αντίθετο από το μοντέλο της Αθήνας. Η πιο μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο πόλεων είναι η έλλειψη αυθορμητισμού και έκφρασης στους δημόσιους χώρους της Ντόχα, σε αντίθεση με την Αθήνα και γενικότερα με την Ευρώπη που η έκφραση είναι σαφώς πιο ελεύθερη. Και όπως ανέφερα και πριν, η Αθήνα δείχνει το αληθινό της πρόσωπο, πράγμα που εκτιμώ πολύ. Στη Ντόχα ξεκουράστηκα, ομολογώ, γιατί προσφέρει ησυχία σε αντίθεση με τους ξέφρενους ρυθμούς της Αθήνας. Προσφέρει επίσης ασφάλεια που μετά από 15 χρόνια δουλειάς ως freelancer, πραγματικά την είχα ανάγκη. Από την άλλη, η Αθήνα είναι εξωστρεφής με ρυθμό ζωής γεμάτο καμπύλες, ενώ η Ντόχα είναι μία εσωστρεφής πόλη, flat θα μπορούσα να πω. Έξι μήνες τον χρόνο έχει απάνθρωπη, ανυπόφορη ζέστη με αποτέλεσμα η ζωή να κινείται με ελάχιστο οξυγόνο, αποκλειστικά σε εσωτερικούς χώρους με air condition. Υποθέτω ότι κάπως έτσι φαντάζονται όλοι τις χώρες του Κόλπου και έτσι είναι. Η Αθήνα είναι μια πόλη με ψυχή, και η ψυχή σε μεγάλο βαθμό λείπει από την Ντόχα.
Υπάρχουν διαφυγές; Και τι είδους;
Στην Αθήνα σχεδόν ποτέ δεν θα μου περάσει από το μυαλό να πάω σε κάποιο πεντάστερο ξενοδοχείο για βόλτα, στη Ντόχα είναι τα μοναδικά στέκια που θα βρεις αλκοόλ. Έκανα το μέγιστο που θα μπορούσα σε αυτά τα δύο χρόνια και δημιούργησα μία ευχάριστη καθημερινότητα. Είμαι χαρακτήρας που δεν μπορώ να επαναπαυτώ, θέλω την επαφή, να μυρίζομαι το ανθρώπινο, γι’ αυτό έκανα βόλτες σε όλες τις γειτονιές της πόλης και γνώρισα ανθρώπους από διαφορετικές χώρες και τάξεις – διότι οι τάξεις στη Ντόχα είναι πολύ έντονα διακριτές. Είχα ένα κύκλο καλών φίλων που γνώρισα εκεί και είμαι ευγνώμων γι’ αυτό, αλλά η ζωή μου είχε και πολλή μοναξιά, ένα είδος μοναξιάς που δεν θα το συναντήσεις στην Αθήνα. Στη Ντόχα δοκιμάζεται η σχέση με τον εαυτό σου, αλλά εντάξει, πέρασα το τεστ. Έφυγα χωρίς καμία απολύτως άσχημη αίσθηση από αυτή την εμπειρία.
Το να δουλεύεις στη Ντόχα και να δουλεύεις στην Αθήνα; Τι διαφορά υπάρχει σ’ αυτό;
Η μεγάλη διαφορά είναι ότι η Ντόχα έχει αρκετά χρήματα, κι ενώ η χρυσή εποχή τελείωσε και εκεί, συνεχίζει να πληρώνει καλούς μισθούς και να προσφέρει αρκετές παροχές στους ξένους, και δεν εννοώ τους εργάτες ξένους. Μιλάω δηλαδή από μία προνομιούχα θέση εργασίας στο Κατάρ και πράγματι είναι φανταστικό συναίσθημα να πληρώνεσαι καλά για αυτό που προσφέρεις. Η δουλειά μου είχε συγκεκριμένο ωράριο και γραφείο, κατάσταση πρωτόγνωρη για μένα, γιατί όλα τα προηγούμενα χρόνια εργαζόμουν ως freelancer. Η ρουτίνα αυτή με έμαθε πολλά, και κυρίως την αξιοποίηση του χρόνου μου. Είχα όμως και την ευκαιρία να συνεργαστώ με πολλές γυναίκες για πρώτη φορά, γιατί ο φωτογραφικός χώρος είναι ως επί τον πλείστον ανδροκρατούμενος. Στον συγκεκριμένο οργανισμό μουσείων το μεγαλύτερο ποσοστό εργαζομένων είναι γυναίκες και μάλιστα σε υψηλές θέσεις – πράγμα παράξενο για μία κοινωνία με κέντρο τον άνδρα.
«ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΝΑ ΔΟΥΝ ΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΤΟΥΣ ΔΥΝΑΜΗ, ΚΑΙ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΥΤΟ ΕΧΕΙ ΩΣ ΠΡΟΘΕΣΗ».
Έχεις ταξιδέψει φωτογραφίζοντας το Solar Ιmpulse. Θα ήθελες να μοιραστείς την εμπειρία σου από αυτό το ταξίδι;
Το Solar Impulse φαντάζει σαν να έρχεται από μία άλλη ζωή, κατά κάποιον τρόπο. Είναι από αυτές τις εξωπραγματικές εμπειρίες που προκύπτουν σαν θαύμα και κατέχουν μοναδική θέση στην καρδιά για πάντα. Ήταν μία σύγχρονη επιστημονική περιπέτεια – η πρώτη φορά στην ιστορία της αεροπλοΐας που αεροπλάνο ηλιακής ενέργειας έκανε τον γύρο του κόσμου. Μπορώ να μιλάω μέρες για το Solar Impulse – έμαθα απίθανα πράγματα, ένιωσα συναισθήματα θείας έμπνευσης, αναμετρήθηκα με τα σωματικά όρια μου. Για πολλούς μήνες η ζωή μου ήταν αποκλειστικά αφοσιωμένη στην αποστολή - είχε πολλές δυσκολίες, αϋπνία, κούραση αλλά όλα έμπαιναν σε δεύτερη μοίρα καθώς αυτά που έπαιρνες πίσω ήταν πολλαπλάσια. Επιπλέον, είναι καταπληκτικό συναίσθημα να δημιουργείς φωτογραφίες με ιστορική αξία. Το Solar Impulse μετέφερε δύο υπέροχα μηνύματα για την ανθρωπότητα και είμαι ευγνώμων που είχα αυτή τη μεγάλη ευκαιρία να είμαι μέρος τους: ο άνθρωπος μπορεί να ονειρεύεται τρελές ιδέες και στη συνέχεια να τις πραγματοποιεί – υπάρχουν λύσεις διαφορετικών πηγών ενέργειας για ένα υγιή πλανήτη.
Έχεις κάνει περισσότερα από ένα ταξίδια στη Μιανμάρ κι έχεις πολλές φωτογραφίες από ‘κει. Γιατί διάλεξες τη Μιανμάρ;
Τρέφω μεγάλη αγάπη γι’ αυτή τη χώρα. Το πρώτο μου ταξίδι ήταν το 2006, το τελευταίο το 2019 και πρέπει να έχω πάει 12 φορές συνολικά, με ένα μήνα ταξίδι κάθε φορά. Όταν ξεκίνησα να πηγαίνω στη Μιανμάρ είχα σύστημα να ταξιδεύω για τρεις μήνες συνεχόμενους, να γυρνάω στην Ελλάδα για τρεις μήνες και πάμε πάλι. Το μπάτζετ μου ήταν 10 δολάρια την ημέρα και συμπεριλάμβανε διαμονή, φαγητό και μεταφορικά. Αν έπρεπε να χαλάσω περισσότερα χρήματα στα μεταφορικά, δεν θα έτρωγα εκείνη τη μέρα. Τώρα πια δεν έχω αντοχές για τόση λιτότητα και ευτυχώς δεν χρειάζεται. Το πάθος μου για αυτή τη χώρα δεν έχει μειωθεί ούτε στο ελάχιστο τόσα χρόνια, και για αυτό δεν υπήρχε περίπτωση να μην βρίσκω τρόπο να υποστηρίζω τα ταξίδια μου εκεί. Στην αρχή διάλεξα τη Μιανμάρ από ένστικτο, και όταν έμαθα για την σκληρή δικτατορία και για την Aung San Suu Kyi (τη γυναίκα σύμβολο ειρήνης για πολλά χρόνια), έκλεισα το εισιτήριό μου. Ένιωθα μία έλξη στις ιστορίες καταπίεσης αλλά και την ειρηνική θηλυκή δύναμη. Αυτή η δεκαπενταετής περιπέτεια στη Μιανμάρ ήταν ένα ταξίδι γνώσης της ελευθερίας. Πώς είναι, δηλαδή, να βρίσκεσαι σε ένα ακραία καταπιεστικό και βίαιο πολιτικό σύστημα και να μην χάνεις τον εαυτό σου, την ατομική ανεξαρτησία σου, τα όνειρά σου.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του υλικού που έχεις μαζέψει;
Οι φωτογραφίες μου δεν προσπαθούν να εξηγήσουν ή να απαθανατίσουν αυτά τα 15 ιστορικά χρόνια για τη χώρα, αλλά είναι η ματιά μιας γυναίκας από την Ελλάδα που νιώθει σπίτι της για κάποιο παράξενο και ανεξήγητο λόγο αυτόν τον τόπο στην Νοτιοανατολική Ασία, και την αφορά προσωπικά να θέσει ερωτήματα και να βρει απαντήσεις για τη ζωή. Όταν ξεκίνησα αυτή τη δουλειά, η Ελλάδα δεν ήταν ακόμη σε οικονομική κρίση, ο πλανήτης είχε περισσότερες ελευθερίες και δεν φανταζόμουν ότι τα ερωτήματα που έθετα στον εαυτό μου με αυτή τη δουλειά θα ήταν τόσο επίκαιρα τώρα. Ενώ η Μιανμάρ έχει μεγάλους περιορισμούς ελευθερίας κινήσεων, θέλησα το ταξίδι μου να είναι απολύτως ελεύθερο, με την έννοια ότι δεν συνεργάστηκα ποτέ με τοπικό δημοσιογράφο για να βρω τα θέματα που θα φωτογράφιζα. Περπατούσα ατελείωτες ώρες, εξερευνούσα και έβρισκα μόνη μου τις ιστορίες, τους χαρακτήρες και τις στιγμές που θα με οδηγούσαν εκεί που ήθελα ή σε κάτι πέρα από αυτό.
Στο «Parched Homes» τι ακριβώς μπορούμε να δούμε;
Είναι μία μελέτη πάνω στην ενδοοικογενειακή βία στις γυναίκες της Κίνας με τη χρήση πολυμέσων και κυρίως βίντεο. Είναι μία δημοσιογραφική έρευνα που έκανα στο μεταπτυχιακό μου στο Πεκίνο και που προσαρμόστηκε αισθητικά στις απαιτήσεις του project. Δεκαπέντε γυναίκες και ένας άντρας μοιράζονται τις ιστορίες τους ή τις γνώσεις τους πάνω στο θέμα σε περίπου 5 λεπτά βίντεο ο καθένας. Ο γκρι τοίχος με το χαρακτηριστικό Κινέζικο τούβλο συνδέει οπτικά όλα τα πορτραίτα και συμβολίζει το σπίτι αλλά και τη σκοτεινή για μένα πλευρά της παραδοσιακής Κίνας, δηλαδή την πατριαρχική νοοτροπία και το σύνδρομο της υποταγής. Μέσα από το project αυτό, κατανοούμε το παγκόσμιο πρόβλημα της ενδοοικογενειακής βίας που ναι μεν παρουσιάζει νομικές ή πολιτιστικές διαφορές ανά χώρα αλλά στον πυρήνα του είναι το ίδιο παντού.
Πόσο εύκολο είναι να κάνεις έρευνα σε βάθος σε μια χώρα όπως η Κίνα;
Το «Parched Homes» αποδείχθηκε πολύ δύσκολη έρευνα πάνω σ’ ένα πολύ ευαίσθητο θέμα αλλά με αφορμή αυτό το project γνώρισα πτυχές της χώρας σε βαθύτερο επίπεδο και πιστεύω ότι αυτό μεταφέρεται και σε όσους βλέπουν αυτή τη δουλειά. Το 2011-2012 που εργάστηκα πάνω στο θέμα ήταν μία ιστορική χρονιά για την Κίνα σχετικά με τους νόμους αλλά κυρίως ήταν μία κραυγή προς τα έξω από τις γυναίκες - πράγμα δύσκολο στην περιοχή λόγω στενής παρακολούθησης από την κυβέρνηση. Δυστυχώς από τότε η κατάσταση έχει μείνει στάσιμη, και το project συνεχίζει να είναι επίκαιρο κι ας έχουν περάσει 8 χρόνια. Θέλω να ελπίζω όμως ότι γυναίκες και άντρες συνεχίζουν τον αγώνα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων τους με τον δικό τους τρόπο, γιατί στην Κίνα σίγουρα πρέπει να βρεις έναν σιωπηλό και αποδοτικό τρόπο διεκδίκησης της προσωπικής ελευθερίας.
Το «Chrysalis» είναι ένα εντυπωσιακό project. Ποια είναι η κύρια ιδέα πίσω από αυτό;
Βασίζεται στη δημιουργία μίας θετικής εμπειρίας για γυναίκες πρόσφυγες που ζουν στην Αθήνα με σκοπό την ενδυνάμωσή τους σε ψυχολογικό επίπεδο μέσω της φωτογραφίας. Παράλληλα, είναι και ένας διαφορετικός τρόπος αφήγησης της προσφυγικής κρίσης των τελευταίων έξι ετών με στόχο την αποδοχή της διαφορετικότητας και τη διεκδίκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για μένα είναι σημαντικό οι γυναίκες να δουν την εσωτερική τους δύναμη, και η φωτογραφία αυτό έχει ως πρόθεση. Τα κείμενα είναι συνοδευτικά και μεταφέρουν την πραγματικότητα τους όπως την βιώνουν οι ίδιες. Χρησιμοποίησα τη γλώσσα της μόδας, μια πηγή έμπνευσης ανεξαρτήτως κουλτούρας και οικονομικής κατάστασης, χωρίς όμως να κάνω πορτραίτα μόδας. Θα θεωρούσα το «Chrysalis» δηλαδή, μία documentary δουλειά. Πήρα την κουβέρτα επιβίωσης που έχει συνδεθεί πρακτικά αλλά και συμβολικά με το γεμάτο κινδύνους πέρασμα του Αιγαίου και δημιούργησα κοστούμια για τις γυναίκες σε συνεργασία με τον Γεωργιανό καλλιτέχνη Guram Chachanidze, χωρίς τον οποίο αυτή η δουλειά δεν θα είχε πραγματοποιηθεί. Οι φωτογραφίσεις φιλοξενούνται από την ομάδα Communitism σε ένα νεοκλασικό κτίριο στον Κεραμεικό.
Πώς είναι να δουλεύεις με γυναίκες μετανάστες;
Πολλά συναισθήματα, έντονα όλα. Θέλεις να τις βοηθήσεις, θέλεις να τις ενδυναμώσεις, θέλεις να τις κατανοήσεις και εν τέλει σου δίνουν εκείνες τόση δύναμη, τόσο πάθος για ζωή, τόση τρυφερότητα. Δεν είναι μία εύκολη επαφή, καθόλου εύκολη. Οι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν τρομερές δυσκολίες και κουβαλάνε πολλά τραύματα, με αποτέλεσμα να έχουν πολλές ψυχολογικές μεταπτώσεις. Οι γυναίκες είναι ευάλωτες μέσα στη δύναμη τους, χρειάζονται φροντίδα και πολλές φορές μεγάλη προσπάθεια για να τις εμψυχώσεις. Εκ των προτέρων σέβομαι τις επιλογές τους, αν δηλαδή μία γυναίκα σκεφτεί να σταματήσει τη φωτογράφιση γιατί την αγχώνει πολύ ο άντρας της θα το σεβαστώ - έχει συμβεί κάτι τέτοιο, γι’ αυτό και το αναφέρω. Τελικά η συγκεκριμένη γυναίκα αποφάσισε να ολοκληρώσει τη διαδικασία. Είναι σημαντικό να βοηθήσω με τον δικό μου τρόπο και μέσω της φωτογραφίας, και έτσι αναπτύσσεται μία δημιουργική συνεργασία αλλά και σχέση που με γεμίζει χαρά και αγάπη.
«ΟΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΜΟΥ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ ΕΝΤΟΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΔΥΝΑΜΩΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ».
Είναι εμφανές στο «Relative Dating» ότι αγαπάς ιδιαίτερα την Κεφαλονιά. Τι φέρνει μαζί του αυτό το Project;
Η Κεφαλονιά παραμένει ο αγαπημένος μου τόπος παρ’ όλο που δεν γεννήθηκα, ούτε μεγάλωσα εκεί – είναι η καταγωγή της μητέρας μου και πήγαινα τα καλοκαίρια από μικρή. Είμαι ερωτευμένη με το νησί και ευθυγραμμίζομαι με ένα κομμάτι του εαυτού μου, οπότε ήταν αδύνατον να μην φωτογραφίζω εκεί. Το «Relative Dating» είναι μία αυτοβιογραφική σειρά στο χωριό Παλιά Βλαχάτα Σάμης, το οποίο εγκαταλείφθηκε από τους σεισμούς τους 1953 και εκεί μεγάλωσαν οι πρόγονοί μου. Τα ερείπια αυτά μέσα στο δάσος με έχουν εμπνεύσει και μ’ έχουν βοηθήσει πολύ στη διαμόρφωσή μου. Ξεκίνησα να φωτογραφίζω το 2006 και κάποια χρόνια αργότερα ασχολήθηκα με το Saristra Festival, που πραγματοποιείται στο ίδιο χωριό. Το «Relative Dating» είναι μία συνάντηση με τον εαυτό μου και τους προγόνους μου, που καθορίζουν αρκετά στην προσωπικότητα και τις επιλογές μας. Γνωρίζω κάθε πέτρα του συγκεκριμένου χωριού, ίσως όσο κανένας άλλος. Είναι η προσωπική μου αλάνα για να παίξω˙ να θυμηθώ τα παιδικά μου χρόνια, να ξορκίσω τους «πατριάρχες» της οικογένειάς μου, να απαλύνω πληγές του παρελθόντος, να απολαύσω τη φύση, να αντικρίσω τον αληθινό μου εαυτό. Είναι ένα παράλληλο ταξίδι με αυτό της Μιανμάρ, μιας και ξεκίνησα και τις δύο δουλειές την ίδια χρονιά, το 2006, χωρίς προορισμό αλλά με μία μεγάλη ανάγκη να διεκδικήσω την ελευθερία μου.
Είσαι στην ομάδα που επιμελείται το Saristra Festival στην Κεφαλονιά. Ποιες είναι οι βασικές αρχές του Φεστιβάλ και ποιοι είναι οι στόχοι σου ως επιμελήτρια της art πλευράς του;
Είμαι πολύ περήφανη για το Saristra Festival, γιατί έχει καταφέρει τα ακατόρθωτα: Ξεκίνησε μέσα στην κρίση, το 2012, με μηδενικό μπάτζετ και συνεχίζει να ανθίζει -δεν έχει είσοδο για πολύ συγκεκριμένους ιδεολογικούς λόγους- προσελκύει κυριολεκτικά όλες τις ηλικίες από νεογέννητα μέχρι αιωνόβιους, εμπλουτίζει την πολιτιστική ζωή της Κεφαλονιάς, ζωντανεύει το χωριό μία φορά το χρόνο και παραμένει αυθεντικό στηρίζοντας την ελληνική μουσική και τέχνη. Μέσα στα χρόνια, όλοι στην ομάδα γίναμε επαγγελματίες στη διοργάνωση εκδηλώσεων, χωρίς να προσπαθήσουμε να είμαστε σοβαροί στις επιλογές μας αλλά ποιοτικοί. Εγώ επιμελούμαι τις τέχνες και τις δράσεις στο χωριό, στα Παλιά Βλαχάτα˙ προσκαλώ καταξιωμένους καλλιτέχνες αλλά και νέους στην αρχή της πορείας τους, δίνω σημασία στη δύναμη του έργου αλλά μερικές φορές με ενδιαφέρει περισσότερο ο ίδιος ο δημιουργός ως πηγή έμπνευσης. Δίνω ευκαιρίες σε ανθρώπους δημιουργικούς χωρίς να έχουν την ταμπέλα του καλλιτέχνη αναγκαστικά, επιδιώκω να συνδέεται ο τοπικός εικαστικός πληθυσμός με τον εκτός του νησιού. Πιστεύω στην κοινωνική ανάπτυξη μέσω των τεχνών και στη διεύρυνση της δημιουργικότητας. Το Saristra γίνεται στο… «χωριό-φάντασμα», τις νύχτες χορεύουμε όλοι μαζί, η ατμόσφαιρα είναι μαγική, και το φεστιβάλ μεταμορφώνεται σε ένα αρχέγονο κάλεσμα. Είναι απίστευτη η πρώτη νύχτα που βλέπω το όραμα μηνών να παίρνει σάρκα και οστά, που βλέπω τον κόσμο χαρούμενο να διασκεδάζει, να εμπνέεται, να ερωτεύεται – αυτή είναι και η μεγαλύτερη επιβράβευση.
Πότε είναι για σένα επιτυχημένο ένα project;
Ένα έργο που ταξιδεύει στον κόσμο είναι για μένα επιτυχία. Ένιωσα περήφανη όταν έμαθα ότι το «Chrysalis» θα εκτεθεί δίπλα σε έργο της Mona Hatoum στο μουσείο Aga Khan στο Τορόντο. Ο σύγχρονος κόσμος κινείται και καθορίζεται μέσα από τις έννοιες της επιτυχίας και της αποτυχίας, μέσα από ταμπέλες και μόδες. Όμως αυτός είναι ένας εξωτερικός τρόπος να βλέπει κανείς την επιτυχία. Σίγουρα η αναγνώριση της δουλειάς μου με ευχαριστεί και με ενθαρρύνει πολύ, σίγουρα μου δίνει μεγάλη χαρά το να βλέπω ανθρώπους να εμπνέονται από όσα κάνω, σίγουρα η επιτυχία μου φέρνει περισσότερες δουλειές, αλλά το κυνήγι της επιτυχίας είναι κουραστικό και σπάνια φέρνει ιδιαίτερα αποτελέσματα. Πιστεύω ότι η εξωτερική επιτυχία δεν θα μας είναι ποτέ αρκετή αν δεν προϋπάρχει το συναίσθημα της εσωτερικής ικανοποίησης. Άλλωστε οι περισσότερες προσωπικές δουλειές μου αναζητούν την ανεξαρτησία, συνεπώς θα ήταν κρίμα να εγκλωβίζονται σε μια εξωτερική επιβεβαίωση της επιτυχίας.
Υπάρχουν ευκαιρίες στην Ελλάδα για έναν καλλιτέχνη;
Η προσωπική μου εμπειρία μου λέει ότι υπάρχουν ελάχιστες˙ είχα ευκαιρίες στο δρόμο μου, που ήρθαν κυρίως από το εξωτερικό με πολύ λίγες να έρχονται από την Ελλάδα. Από τη μία δεν υπάρχουν αρκετά μεγάλα projects, και από την άλλη πρέπει να ταλαιπωρηθείς πολύ για να αποδείξεις τις ικανότητές σου, εκτός κι αν επιστρέψεις με παράσημα από το εξωτερικό. Ύστερα, οι χρηματοδοτήσεις είναι ελάχιστες σε σχέση με την υποστήριξη που έχουν καλλιτέχνες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ίσως κάτι να αλλάζει αμυδρά τα τελευταία χρόνια κυρίως από ιδιωτικούς φορείς. Μακάρι όλοι να καταλαβαίναμε πόσο σημαντικό είναι να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον και να τιμάμε το δυναμικό του τόπου μας αντί να το σαμποτάρουμε.
Θα ξαναγύριζες στη Ντόχα για να δουλέψεις ή να μείνεις εκεί;
Να επιστρέψω για λίγους μήνες εννοείται και ναι, αλλά όχι για να μείνω μόνιμα ξανά˙ αυτό είναι που λέω αυτή τη στιγμή, τουλάχιστον. Ήταν δική μου συνειδητή επιλογή να φύγω, αισθάνομαι τη Ντόχα σπίτι μου, μου λείπουν οι εκεί φίλοι, η φωτογραφική συλλογή, οι συνήθειες μου – νιώθω όμως πως τώρα πρέπει να κάνω το επόμενο βήμα στη ζωή μου με βάση την Ελλάδα. Η αλλαγή αυτή δεν αποκλείει τις συνεργασίες μου με τα Qatar Museums ή με άλλους οργανισμούς στην Ντόχα, όπως πρόσφατα που έδωσα ένα διαδικτυακό σεμινάριο σε εφήβους στη Γάζα για τον οργανισμό Education Above All.
Ποια νιώθεις να είναι τα κεντρικά στοιχεία της φωτογραφικής σου ματιάς; Ποιο είναι το ενοποιητικό στοιχείο της φωτογραφικής σου προσωπικότητας;
Με ενδιαφέρει να υπάρχει μία ποιητική προσέγγιση στις δουλειές μου, ας είναι αρκετά διαφορετικές αισθητικά. Η οπτική είναι documentary με στοιχεία performance, άλλοτε σκηνοθετημένα άλλοτε όχι. Δεν είμαι από τους φωτογράφους που τελειοποιούν ένα πολύ συγκεκριμένο ύφος φωτογράφισης και μένουν σταθεροί σ’ αυτό. Με ενδιαφέρει η συνεχής εξέλιξη στο μέσο της φωτογραφίας, ο συνεχής πειραματισμός γι’ αυτό και κάθε φορά επιλέγω τη ματιά που θεωρώ κατάλληλη για την κάθε ιδέα. Το «Chrysalis» για παράδειγμα έχει πολύ διαφορετική αισθητική από τις φωτογραφίες μου στη Μυανμάρ. Παρ’ όλα αυτά, οι προσωπικές μου δουλειές συνδέονται έντονα με την έννοια της ατομικής ανεξαρτησίας και την ενδυνάμωση της γυναίκας.
Τι ετοιμάζεις για το επόμενο διάστημα;
Ετοιμάζω ένα βιβλίο με φωτογραφίες από τη Ντόχα και όσα ανακάλυψα ζώντας εκεί. Θα ακολουθήσει -ελπίζω- το βιβλίο με τις περιπέτειες μου στη Μιανμάρ τα τελευταία 15 χρόνια και το 2021 θα ολοκληρώσω το «Chrysalis», μιας και φέτος ήταν αδύνατον λόγω καραντίνας. Έχω προγραμματίσει μία ατομική έκθεση στη Photo Biennale Θεσσαλονίκης με τη σειρά «Chrysalis», αυτή θα είναι και η πρώτη φορά που θα δείξω τη δουλειά αυτή στην Ελλάδα.
Ακολουθείστε τον φωτογραφικό κόσμο της Όλγας Στεφάτου στο site της olgastefatou.com και στο instagram.
Δειτε περισσοτερα
Ρωτήσαμε 10 προσωπικότητες από τους χώρους των τεχνών, των βιβλίων, της πολιτικής και της ακαδημαϊκής ζωής να μας μιλήσουν για τα τρία βιβλία που διάβασαν και αγάπησαν περισσότερο μέσα στο 2024. (Έχουμε κι ένα έξτρα. Κι είναι, φυσικά, ποίηση.)
Μόλις κυκλοφόρησε το λεύκωμά της με τον τίτλο «Ατελιέ καλλιτεχνών- χάος και έμπνευση»
Ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Χρήστος Μάστορας, το χαστούκι που του έδωσε, οι ταινίες, οι μύθοι του και πόσο σοκαριστικό είναι όταν απομυθοποιούνται
40+ νέα πρόσωπα που ξεχωρίσαμε τη φετινή χρονιά και πιστεύουμε ότι θα συζητηθούν το νέο έτος
Η λειτουργία του ονείρου μέσα από μια εντυπωσιακή εγκατάσταση