Η θρυλική Blondie ξεκίνησε πρόσφατα μία συνεργασία με τη μάρκα ένδυσης Wildfang, η οποία εστιάζει στη δημιουργία ενδυμάτων χωρίς φύλο και με δυναμικό, ασυμβίβαστο ύφος
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
18°
Αφιέρωμα Jimi Hendrix: 54 χρόνια χωρίς τον Ηλεκτρικό Άγγελο
54 χρόνια από τον θάνατο του Jimi Hendrix: Η εξομολόγηση του μπασίστα Billy Cox στον Χρήστο Κισατζεκιάν και η σύντομη αλλά επιδραστική ζωή του μυθικού κιθαρίστα
Jeff Beck: «Ο Jimi Hendrix υπήρξε για μένα το πρώτο σοκ. Αυτός ήταν που μας συγκλόνισε όλους για τα καλά, αφού παρότι όλοι μας είχαμε καθιερωθεί με “ασφάλεια” στο πεδίο της ηλεκτρικής κιθάρας, ήρθε από το πουθενά για να επαναπροσδιορίσει όλους τους κανόνες του παιχνιδιού, εν μια νυκτί!»
Bob Dylan (αναφερόμενος στη διασκευή του “All Along the Watchtower”): «Με συγκλόνισε μονομιάς! Τόσο, που ζήτησα τα πνευματικά δικαιώματα της δικής του εκτέλεσης ώστε να το παίζω κι εγώ έτσι ως και σήμερα. Είχε το ταλέντο να βρίσκει στοιχεία μες τα τραγούδια που κανείς άλλος δεν θα ανακάλυπτε και να τα αναπτύσσει ανεπανάληπτα».
Kirk Hammett (Metallica): «Ο Hendrix είχε έναν ολόδικό του τρόπο να πολιτικολογεί δίχως να μιλά συμβατά, δίχως να “μιλά” με άλλο τρόπο πέρα από τη μουσική του γλώσσα. Τα έλεγε όλα οπτικο-ακουστικά. Όσο για τον ήχο της κιθάρας του, υπήρξε κυριολεκτικά δική του εφεύρεση. Δεν υπήρξε κάποιος άλλος που να ακούγεται έτσι, πριν και μετά από αυτόν, έως και σήμερα. Εφηύρε την Εκκλησία του Τόνου! Ο τόνος του ήταν θηριώδης, η τεχνική του ήταν θηριώδης, τα τραγούδια του ήταν θηριώδη. Η Ψυχή του; Περίσσευε!»
Kurt Cobain (Nirvana): «Κάποιοι υποστηρίζουν πως μπάντες της grunge σαν τη δική μας έθεσαν μια για πάντα το Σιάτλ στον παγκόσμιο μουσικό χάρτη, όμως, σοβαρά τώρα, ποιο χάρτη; Είχαμε τον Jimi Hendrix. Ήμαρτον δηλαδή, τι άλλο να θέλαμε από τη ζωή μας;»
Robert Smith (The Cure): «Ο Hendrix ήταν το πρώτο άτομο που έπεσε στην αντίληψή μου και έμοιαζε απόλυτα Ελεύθερος. Όταν είσαι εννιά-δέκα χρονών, η ζωή σου κατακυριεύεται από τους ενήλικες. Έτσι μονομιάς αντιπροσώπευσε ακριβώς αυτό που ήθελα να γίνω. Ο Hendrix ήταν που με ώθησε να σκεφτώ πως ήθελα να γίνω τραγουδιστής και κιθαρίστας. Πριν από αυτόν ήθελα να γίνω ποδοσφαιριστής».
John Frusciante (Red Hot Chili Peppers): «Αν παίζω κιθάρα φταίει το “Electric Ladyland”. Η μουσική του Hendrix ανέκαθεν μου ακουγόταν τέλεια, αφού την φρόντιζε σε όλες της τις διαστάσεις. Εκεί που οι περισσότεροι σκέφτονται σε δυο διαστάσεις, αυτός σκεφτόταν σε τέσσερις. Δεν πιστεύω πως υπήρξε καλύτερος κιθαρίστας στην ιστορία. Αυτά που μας κληροδότησε δεν επιδέχονται βελτίωσης. Και όλα αυτά πηγάζουν από το βαθύτατο πνεύμα του. Ανέδειξε πτυχές του ήχου που δεν γνωρίζαμε πως υπάρχουν…»
Matt Bellamy (Muse): «Περισσότερο και από τα τραγούδια του, αυτό που καθόρισε μια για πάντα τη ζωή μου ήταν η Ελευθερία Έκφρασης που έφερε πρώτος στον χώρο του Μουσικού Θεάματος. Αυτή η ατίθαση άγνοια κινδύνου που τον χαρακτήριζε επί σκηνής. Για μένα ο Hendrix δεν ήταν απαραίτητα οι ανυπέρβλητες μελωδίες του και τα ακόρντα, ήταν η Ενέργεια με την οποία τα μπόλιαζε. Ήταν ο ψυχεδελικός, θεότρελος έως και “φτιαγμένος” από ναρκωτικά τρόπος που μάτωνε όταν τα έπαιζε. Έτσι που σε έκανε να σκέφτεσαι το Μέλλον».
Pete Townshend (The Who): «Αυτό που έπαιζε ήταν… απίστευτα Λυρικό και συνάμα Έμπειρο. Κατάφερε να χτίσει τη γέφυρα μεταξύ της αυθεντικής blues κιθάρας και του μοντέρνου ήχου, παντρεύοντάς τα μοναδικά!»
Όταν τιτάνιοι ήρωες του χθες και του σήμερα σαν και τους παραπάνω έχουν τιμήσει τοιουτοτρόπως με δηλώσεις τους τον επιδραστικότερο κιθαρίστα της ηλεκτροδοτούμενης μουσικής του 20ού αιώνα, αυτό που απομένει για κάθε έναν που καλείται να καταγράψει έναν φόρο τιμής μοιάζει… λιλιπούτειο. Πόσο μάλλον όταν ο τελευταίος από τους πιο πάνω πρωταγωνιστές «κέρδισε στα χαρτιά, μα έχασε στην αγάπη»! Οι γνώστες γνωρίζουν την ιστορία. Όμως για τις πιο πρόσφατες τέσσερις γενεές, οφείλω να την παραθέσω.
Το Monterey Pop έλαμψε το Καλοκαίρι της Αγάπης στα 1967 αφού υπήρξε η απαρχή των πάντων όσον αφορά στην θεμελίωση των διεθνών rock festivals, δυο χρόνια πριν το μνημειώδες τετραήμερο Woodstock, συγκεντρώνοντας πρώτο τα καταξιωμένα μα και ανερχόμενα ονόματα της Rock’n’Roll εποποιίας. Έλα όμως που οι ήδη καταξιωμένοι Βρετανοί The Who συνέπεσαν το ίδιο βράδυ με τον τότε ιλιγγιωδώς ανερχόμενο Αφροαμερικάνο Hendrix. Γεγονός που τους ήθελε να διεκδικήσουν την πρωτοκαθεδρία βγαίνοντας τελευταίοι. Η ιστορία όπως την έχει διηγηθεί κάποτε ο ιπτάμενος Pete έχει ως εξής…
Κατ’ αρχάς το όλο πράγμα ξεκίνησε ως μια συναγωνιστική κόντρα στα παρασκήνια μεταξύ των δύο κιθαριστών, όπου ο Jimi άρχισε να παίζει μπρος στον Townsend καθήμενος σε μια καρέκλα του στιλ «μη με προκαλείς, μαλ@#&ένο, σε έχω» όπως δήλωσε ο Pete. Εν τέλει όπως άλλωστε έχει ιστορικά καταγραφεί, το όλο θέμα λύθηκε «παραδοσιακά»: έστριψαν το νόμισμα κορόνα-γράμματα, και κέρδισαν οι Who έτσι που, στο αποχαιρετιστήριο “My Generation”, να τα σπάσουν όλα. Κυριολεκτικά! Κι όμως. Οι περισσότεροι σήμερα στέφουν τον Jimi ως νικητή στα σημεία, αφού η υπέρτατη θυσία της Stratocaster του που έγινε επί σκηνής παρανάλωμα του πυρός στον βωμό του θεάματος, κι ας προηγήθηκε, τον ήθελε μια για πάντα Βασιλέα!
Ας είναι λοιπόν. Οπλισμένος καίρια με τη μαραθώνια τηλεφωνική συνέντευξη που είχα την τιμή να κάνω με τον αξιαγάπητο Billy Cox που πέρα από κολλητός του φίλος υπήρξε ο πρώτος και τελευταίος μπασίστας της καριέρας του, θα δοκιμάσω επιστρατεύοντας όσο θάρρος (ή θράσος) μπορώ να εκμαιεύσω...
Μετά τη σταχυολόγηση διάσημων δηλώσεων των διάσημων συναδέλφων του, θεωρώ εξίσου απαραίτητο να συμπεριληφθούν εδώ και κάποιες από τις δηλώσεις του αείμνηστου Jimi από την προσωπική μου βιβλιοθήκη (βιβλία και περιοδικά, ξένα και ελληνικά), αφού πέρα από όλα τα άλλα, αποδεικνύουν περίτρανα την αυθεντικά ταπεινή, Γήινη, έως και οριακά εύθραυστη προσωπικότητα του αγαθού Γίγα της εξάχορδης Θεάς. Δεν ήταν πολλές οι συνεντεύξεις άλλωστε που έδωσε στα λιγοστά χρόνια της βασιλείας του.
Θα ξεκινήσω αναφέροντας αρχικά τη λατρεμένη του αντίδραση-απάντηση στο τότε φημισμένο Dick Cavett Show to 1969. Υπάρχει άλλωστε το αντίστοιχο οπτικο-ακουστικό χωρίο στο YouTube. «Λένε πως είσαι ένας από τους καλύτερους κιθαρίστες στον κόσμο» του λέει ο διάσημος παρουσιαστής και κείνος χαμηλώνει το βλέμμα στο πάτωμα και σχεδόν κόκκινος από ντροπή απαντά «τι θα έλεγες να πούμε πως είμαι ο καλύτερος που κάθεται σε αυτή την καρέκλα;»
«Η απρόσμενα γρήγορη επιτυχία μου ήταν ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά ήταν μόνο ένα βήμα αυτό…» είχε αναφέρει σε άλλο συνάδελφο. «Τώρα σκοπεύω να ασχοληθώ με πολλά άλλα πράγματα. Θα ήθελα να κάνω ένα διάλειμμα έξι μηνών και να πάω σε μια σχολή μουσικής. Θέλω να μάθω να διαβάζω μουσική, να είμαι πολλά υποσχόμενος μαθητής και να μελετώ, να σκέφτομαι σωστά. Έχω κουραστεί να προσπαθώ να γράψω ιδέες μου (σε παρτιτούρες) και να ανακαλύπτω ότι δεν μπορώ. Θέλω μια μεγάλη μπάντα. Δεν εννοώ τρεις άρπες και δεκατέσσερα βιολιά μόνο, εννοώ μια κυριολεκτικά μεγάλη μπάντα που θα αποτελείται από ικανούς μουσικούς για τους οποίους θα μπορώ να γράφω, μα και να τους διευθύνω. Το όνειρό μου είναι να συμμετάσχω σε μια νέα, μεγάλη μουσική επέκταση. Γι’ αυτό πρέπει να βρω μια νέα διέξοδο για τη μουσική μου. Θα σταματήσω για λίγο όσα κάνω ώστε να συλλέξω ό, τι έχω μάθει μουσικά τα τελευταία τριάντα χρόνια και να συνδυάσω όλες τις γόνιμες ιδέες σε μια νέα μορφή-πρόταση κλασικής μουσικής. Πιστεύω πως κάτι τέτοιο θα ανοίξει μια νέα αίσθηση στο μυαλό των ανθρώπων».
«Την έχω ψάξει ήδη με τον Strauss και τον Wagner, ήταν κι δυο τους γάτες πεταλωμένες, τόσο, που θα διαμορφώσουν το υπόβαθρο της δικής μου μουσικής από εδώ και στο εξής» δήλωνε αργότερα, λίγο πριν τον αιφνίδιο θάνατό του. «Μα αιωρούμενα πάνω από όλα αυτά φυσικά θα παραμένουν τα Blues. Έχω μέσα μου πολύ από αυτά… Και έτσι θα γεννηθεί μια επουράνια μουσική της Δύσης που θα εμπεριέχει μια δόση από τη μουσική που γεννά το όπιο - όμως θυμήσου να φέρεις το δικό σου! Και αυτές οι δυο θα γίνουν ένα. Και με αυτή τη νέα μουσική θα ζωγραφίσουμε εικόνες της Γης και του Διαστήματος, έτσι ώστε ο ακροατής να μπορεί να μεταφερθεί κάπου αλλού. Πρέπει να δώσω στους ανθρώπους κάτι να ονειρεύονται».
Ο Johnny Allen Hendrix γεννήθηκε στις 10:15 το πρωί στις 27 Νοεμβρίου του 1942 στο King County Hospital του Σιάτλ για να μετονομαστεί σύντομα από τον πατέρα του σε James Marshall. Από μικρός λάτρεψε τη μουσική ακούγοντας ολημερίς στο ραδιόφωνο καταξιωμένους συμπατριώτες του όπως οι Muddy Waters, B.B. King, Howlin’ Wolf, Buddy Holly και Robert Johnson. Όμως δεν στάθηκε εκεί. Σύντομα κοίταξε προς Δυσμάς απορροφώντας βουλιμικά τα όσα η απαστράπτουσα βρετανική σκηνή της Blues είχε γεννήσει ως καίρια μετεξέλιξη της Rhythm ‘n’ Blues made in U.S.A.: Jeff Beck, Eric Clapton, Peter Green, Mick Taylor… Όντας αυτοδίδακτος, η ανικανότητά του να διαβάζει παρτιτούρες τον ήθελε ακόμη πιο πεισματικά προκομμένο και δουλευταρά. Τόσο που όπως ανακάλυψε ο πατήρ του σύντομα, αφού σκούπιζε το σπίτι κατ’ εντολή του, έπιανε τη σκούπα οριζόντια και την έκανε φύλλο και φτερό προσποιούμενος τους ήρωές του!
Το πρώτο πρώτο όργανο που έπιασε στα χέρια το 1957 ήταν ένα γιουκαλίλι στον σκουπιδοτενεκέ της οικίας μιας ηλικιωμένης κυρίας όπου βοηθούσε τον πατέρα του στο κουβάλημα. Είχε μονάχα μία χορδή. Κι όμως. Πάνω σε αυτό έμαθε να παίζει υποτυπωδώς τραγούδια του Elvis. Το επόμενο καλοκαίρι αγόρασε δεύτερο χέρι την πρώτη του ακουστική κιθάρα κερδίζοντας έτσι μια θέση στο πρώτο του συγκρότημα, του Velvetones. Τρεις μήνες μετά πεπεισμένος πλέον πως ο γιος του δεν πρόκειται να αφήσει τη μουσική, ο Al του αγοράζει μια πάμφθηνη ηλεκτρική, μια Supro Ozark 1560S, με την οποία ο Jimi ξεκινά να παίζει με τους Rocking Kings.
Ήταν το 1961 όταν θέλησε να ανοίξει μια για πάντα τα φτερά του αποχωρώντας από το πατρικό του σπίτι για να καταταχθεί στον Αμερικάνικο Στρατό όπου υπηρέτησε ως αλεξιπτωτιστής. Και ήταν εκεί που γνώρισε τον παντοτινό του φίλο Billy Cox, με τον οποίο σχημάτισε τους King Casuals το 1962. Η πληθωρική τηλεφωνική μου συνέντευξη με τον αξιολάτρευτο μπασίστα τον Σεπτέμβριο του 2011 υπήρξε έως και αποκαλυπτική! Ιδού λοιπόν τι μου ανέφερε από πρώτο χέρι για τη γνωριμία τους:
«Θυμάμαι ακόμη και τις λεπτομέρειες. Μετά από μια ώρα αναψυχής όπου ο λόχος μου παρακολούθησε προβολή ταινίας, στην έξοδο μας έπιασε βροχή και καθένας μας έβρισκε κάπου να προφυλαχθεί. Βρέθηκα λοιπόν στη σκεπαστή είσοδο νούμερο ένα του Service Club από όπου άκουσα από το ανοιχτό παράθυρο αυτόν τον πιτσιρικά να παίζει ηλεκτρική κιθάρα. Βλέπεις, υπήρχε δυνατότητα εκεί να επιλέξεις ένα όργανο και να παίξεις όσο θες με την επίδειξη της στρατιωτικής σου ταυτότητας. Από τις πρώτες κιόλας νότες καταλάβαινες πως πρόκειται ναι μεν για έναν αρχάριο, με αρκετά λάθη, που όμως είχε αυτό το “κάτι τις” που σε κάνει ξεχωριστό! Εγώ ήδη έπαιζα μπάσο αξιοπρεπώς, απλά εκείνη την περίοδο υπηρετούσα την πατρίδα μου ως επαναστατημένο νιάτο που είχε φύγει από το πατρικό του. Όπως και αυτός άλλωστε όπως έμαθα αργότερα. Λέω στον διπλανό μου λοιπόν “ρε συ, αυτός ο τύπος μετράει”. Όμως εκείνος άκουγε με τα ανθρώπινα αυτιά του” και δεν συμφώνησε, εστιάζοντας στα λάθη. Εγώ άκουγα με τα αυτιά της ψυχής μου όμως και κατάλαβα…
Έτσι πλησίασα τον Jimi, συστήθηκα, του είπα πως παίζω λίγο μπάσο και έτσι βρεθήκαμε να τζαμάρουμε για ώρα. Το ένα φέρνει το άλλο, και έτσι σύντομα φτιάξαμε σχήμα διασκευών για το στρατόπεδο, τους King Casuals. Απλά τα Σαββατοκύριακα παίζαμε και στα clubs του Κλάρκσβιλ για χαρτζιλίκι. Ανά μία σειρά όπως αντιλαμβάνεσαι, αλλάζαμε μέλη αφού με το που απολύονταν οι προηγούμενοι, επιλέγαμε από τους νέους στρατιώτες. Μάλιστα μας θυμάμαι να κερδίζουμε το δεύτερο βραβείο σε τοπικό διαγωνισμό, και τούτο γιατί πρώτοι βγήκαν οι δικοί τους, οι ντόπιοι! Βλέπεις αυτούς τους ψήφισαν και τα κορίτσια τους, οι φίλοι τους. Άλλωστε στο τέλος της βραδιάς και οι ίδιοι παραδέχθηκαν πως τους τσακίσαμε, πράγμα που τους τιμά. Και επειδή κανείς δεν χάνεται άμα το αξίζει, παρότι αρχικά είχαμε προβλήματα με τσιγκούνηδες ιδιοκτήτες μαγαζιών, μέσα σε δυο μόλις εβδομάδες αποκτήσαμε φήμη που προσέλκυσε μαγαζάτορες από το Νάσβιλ οι οποίοι μας προσέφεραν μεροκάματο καλό!».
Όμως η Τύχη είχε άλλα, μεγαλόπνοα σχέδια για τον ανικανοποίητο Hendrix. Έτσι λοιπόν σε ένα από τα άλματα του από μεταγωγικό σκάφος τραυματίστηκε σε βαθμό που κρίθηκε ανίκανος να συνεχίσει τη στρατιωτική του καριέρα. Γεγονός που όπως έχει καταγράψει η Ιστορία, του έδωσε φτερά άλλα!
«Κατ’ αρχάς να πούμε ότι θα μπορούσε να είχε πεθάνει κείνη τη μέρα!...» δήλωσε ο Cox. «Ήμουν εκεί, δίπλα του και ξέρω τι λέω! Όμως γλυτώνοντας με έναν σοβαρό τραυματισμό, πράγματι αναγκάστηκε να παρατήσει το σώμα των Αλεξιπτωτιστών ως σταδιοδρομία και να αφοσιωθεί στη Μουσική, άρα ναι, ήταν τουλάχιστον συνυπεύθυνο κι αυτό το γεγονός για την παγκόσμια καταξίωση που ακολούθησε. Απολύθηκε ένα μόλις μήνα πριν από μένα ευτυχώς, οπότε αυτό δεν μας στοίχησε κάτι, αφού συνεχίσαμε να κάνουμε κοινά σχέδια, να προβάρουμε, να παίζουμε σε μπάντες και σε clubs στο Κλάρκσσβιλ του Τένεσι, στην Ιντιανάπολις, στην Ιντιάνα, πίσω στο Κλάρκσβιλ και αργότερα στο Νάσβιλ όπου και αποφάσισα να ζήσω την υπόλοιπη ζωή μου αποκτώντας σιγά-σιγά περιουσία…»
Ο Jimi άρχισε μονομιάς να εργάζεται ως session κιθαρίστας σε μικρά και μεγάλα ονόματα της εποχής κερδίζοντας το ψωμί του με το ψευδώνυμο Jimmy James. Ως το τέλος του 1965 τον βρίσκουμε δίπλα στους Ike and Tina Turner, Sam Cooke, Isley Brothers έως και στον θρυλικό Little Richard, τον οποίο μάλιστα εγκατέλειψε για να ακολουθήσει τις μεγάλες του προσδοκίες. Κι όμως, ως τον Ιούλιο της επόμενης χρονιάς αναγκάστηκε να παίζει και σε μικρά, άσημα μαγαζιά. Ήταν εκεί όμως που τον ανακάλυψε ο Chas Chandler, μπασίστας των καταξιωμένων Animals, μετά από σύσταση του Keith Richards των Rolling Stones. Μετονομάζοντάς τον σε Jimi από Jimmy, τον πήρε μαζί του στο τότε αναβράζων, πολλά υποσχόμενο Λονδίνο. Και όπως αποδείχθηκε περίτρανα το φθινόπωρο, δεν υπήρχε καλύτερη επιλογή! Ξάφνου όλοι μιλούσαν για το φαινόμενο Hendrix, τον άνθρωπο που παίζει δαιμονισμένα κιθάρα με τα δόντια του.
Η εμπειρία που προσέφερε από σκηνής δίπλα στους νέους του συνεργάτες, τον πρωτοπόρο Mitch Mitchell στα τύμπανα και τον θεμελιώδη Noel Redding στο μπάσο, ήθελαν τους Jimi Hendrix Experience να συναγωνίζονται σε δημοτικότητα τους αξεπέραστους Beatles. To “Are You Experience?” κυκλοφόρησε στις 12 Μαΐου του 1967 για να αλλάξει μια για πάντα τον ρου της αποκαλούμενης «σκληρής μουσικής»!
«Δεν τον αναγνώρισα στο εξώφυλλο» μου δήλωσε ο Billy, «…τι διάολο, αυτός εδώ είναι πετσί και κόκαλο και τα μαλλιά του τεράστια αφάνα. Έως και το όνομά του είχε αλλάξει! Όμως με το που έβαλα στο πικ-απ το δίσκο, αναγνώρισα τον φιλαράκο μου και κατάλαβα πως είχε καταφέρει να αλλάξει το χάρτη της μουσικής όπως την ξέραμε ως τότε…».
«O JIMI HENDRIX ΧΑΡΑΞΕ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΟΣΟΥΣ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ»
Τραγούδια όπως τα “Hey Joe”, “Purple Haze”, “The Wind Cries Mary”, “Foxey Lady”, “Fire” μα και το ομώνυμο κατακυρίευσαν τα ερτζιανά της υφηλίου. Αυτό ήταν. Τον Ιούλιο το power trio πυρπόλησε το Monterey Pop. Να αναφέρω ένα μαράζι μου εδώ; Θα πούλαγα την ψυχή μου στο διάολο ώστε να είμαι στη θέση του δεκαεπτάχρονου Ed Caraeff. Είχε μια τελευταία πόζα στο φιλμάκι του, αν έχεις τον θεό σου, μα αυτή η πόζα παραμένει νυν και αεί μνημειώδης, περιγράφοντας αναίσχυντα την πεμπτουσία του Rock’n’Roll! O Jimi στα γόνατα, η Fender παραδομένη στις φλόγες.
1η Δεκεμβρίου κυκλοφορεί το “Axis: Bold As Love” όπου είναι φανερό πως ο Hendrix διψά για πειραματισμούς, γκρεμίζοντας όρια και φραγμούς με εργαλεία που του προσφέρει η πρωτοφανής εξέλιξη στον χώρο της τεχνολογίας του ήχου. Σε αυτό το πλαίσια ολοκληρώνει και τον δικό του χώρο ηχογραφήσεων, τα ιστορικά Electric Lady Studios στη Νέα Υόρκη, όπου και ολοκληρώνει το ανυπέρβλητο “Electric Ladyland” που κυκλοφορεί σε διπλό βινύλιο τον Οκτώβριο του 1968 για να θέσει τον πήχη της δημιουργικότητας σε δυσθεώρητα ύψη.
Κι όμως. Ως είθισται στη μουσική βιομηχανία, οι πιέσεις που προκαλεί η καταιγιστική θεοποίηση του υπερευαίσθητου καλλιτέχνη, τον θέλει να υποκύπτει (και τούτος) στους δαίμονες της show-business: ναρκωτικά και αλκοόλ. Γεγονός που συμβάλει στη διάλυση των Experience, λίγο πριν την κομβική συμμετοχή του αχαλίνωτου κιθαρίστα στο Φεστιβάλ Woodstock Music & Art Fairin τον Αύγουστο του 1969 όπου εμφανίζεται με τους αποκαλούμενους Gypsy Sun & Rainbows που απαρτίζουν οι Mitch Mitchell, Billy Cox, Juma Sultan και Jerry Velez. Ο Jimi πιάνει στα τεράστια χέρια του τον Εθνικό Ύμνο της Αμερικής και μεταμορφώνεται ξανά σε ανήμερο θεριό…
«Αυτή ήταν σίγουρα η μια του πλευρά» ομολογεί ο Cox. «Ουσιαστικά όμως εγώ θα τον αποκαλούσα transformer! Στην καθημερινότητά του ήταν ένας απαλός, ευγενέστατος, τίμιος και χαμηλών τόνων άνθρωπος, όμως μόλις πατούσε το πόδι του επί σκηνής, μεταμορφωνόταν σε ένα “κτήνος” της ηλεκτρικής κιθάρας μεγαλύτερου κι από τη Ζωή την ίδια, που γεννούσε πρωτάκουστους ήχους για την εποχή! Με το που κατέβαινε από τη σκηνή, απίστευτο, ήταν και πάλι ο ευαίσθητος Jimi… Λοιπόν, μου θυμίζει τον Κλαρκ Κεντ που μεταμορφωνόταν σε Superman! Μα τι λέμε τώρα; Ανέβασε την κιθάρα σε δυσθεώρητα ύψη, άρα κατ’ επέκταση και τη rock μουσική εν γένει. Ξερίζωσε την πόρτα και την εκπαραθύρωσε! Και αυτό τον θέλει τον μεγαλύτερο όλων. Γκρέμισε στεγανά και όρια. Έως και σήμερα, δωδεκάχρονα ξεκινούν την κιθάρα εξαιτίας του, αν είναι δυνατόν!».
Στα τελειώματα της αξέχαστης χρονιάς, στην εκπνοή της πιο ανατρεπτικής δεκαετίας όσον αφορά τη σύγχρονη ηλεκτροδοτούμενη μουσική, ο Hendrix κρατά τον αγαπημένο του Billy και προσκαλεί τον φημισμένο Buddy Miles σχηματίζοντας τους Band Of Gypsys. Εδώ βασιλεύει πλέον το απόλυτο groove. Το ομώνυμο, ζωντανά ηχογραφημένο άλμπουμ κυκλοφορεί τον Μάρτιο του 1970 και περιέχει χωρία από τις δυο βραδιές του εορτασμού της αλλαγής του χρόνου στο εμβληματικό Fillmore East. Στιγμές όπως το ανατριχιαστικό "Machine Gun” έβαλαν πολλούς επώνυμους κιθαρίστες στο τριπάκι της μουσικής. Ρωτήστε τον Slash.
«Το είχε υποσχεθεί. Με πήρε τηλέφωνο μετά από άλλα δυόμιση χρόνια και με αναζήτησε ώστε να παίξουμε ξανά μαζί! Τέτοιος ήταν ο Jimi, ο λόγος του ήταν συμβόλαιο!» θυμάται ο Cox με φανερή συγκίνηση. «Ήμουν δίπλα του την κατάλληλη στιγμή ώστε να τον υποστηρίξω σε αυτή του την μετάβαση. Όσο για τον Buddy, όλα ξεκίνησαν από το θαυμασμό που έτρεφε για τον Jimi. Μέχρι που κατάφερε να τον συναντήσει για πρώτη φορά και να συστηθεί. Το ένα φέρνει το άλλο, βρέθηκαν να συνεργάζονται σε ένα-δυο sessions, σε μερικές συναυλίες και Φεστιβάλ, οπότε η τελική πρόταση συνεργασίας ήταν πλέον θέμα χρόνου. Πάντως βοήθησε και το ότι ήμασταν όλοι μας συνομήλικοι, με κοινά ακούσματα και επιρροές και βγήκαμε στο κουρμπέτι ακριβώς την ίδια εποχή. Ο Jimi αποζητούσε πλέον λιγότερα ρυθμικά σκέρτσα από ότι με τους Experience. Όταν πρωταρχίσαμε να παίζουμε σε αυτό το στιλ, υπήρξαν στιγμές που ο Jimi γύριζε και μας έλεγε “αν ξέρανε όλοι αυτοί εκεί έξω τι τους ετοιμάζουμε και τι τους περιμένει, θα μας μπαγλάρωναν στη στενή για να μας αποτρέψουν” και γελούσε δυνατά. Όμως τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους. Στα χρόνια που ακολούθησαν της επανάστασης που επιφέραμε στη μουσική με τους Band Of Gypsys, είναι πάμπολλες οι φορές που με έχουν πλησιάσει ακροατές- πολλοί από αυτούς μουσικοί – και μου έχουν πει “η μουσική σας μου άλλαξε τη ζωή!”… Οι Band Of Gypsys έγραψαν τη δική τους ιστορία στο χάρτη του rock, τελεία και παύλα».
Όμως αυτή η «μεταστροφή» του τιμώμενου μουσικοσυνθέτη δεν διήρκησε ούτε ένα χρόνο… Η αποχώρηση του Miles τον ώθησε να ζητήσει στον Mitchell να επιστρέψει συγκρατώντας λιγάκι τα jazz-rock σκιρτήματα του, αναζωπυρώνοντας τους Experience για να ηχογραφήσει το υλικό για ένα διπλό δίσκο που αισίως θα κυκλοφορούσε υπό τον τίτλο “First Rays Of The New Rising Sun”.
«Όπως λέω και στο τραγούδι “The Last Gypsy Standing” στο ομώνυμο cd μου όπου εξιστορώ τη δική μου οπτική για τη γέννηση, την ωρίμανση και τη μετάλλαξη των Band Of Gypsys, η μπάντα χτίστηκε πάνω στις ανάγκες του Jimi πρώτον, να προχωρήσει μπροστά μουσικά και δεύτερον, να ξεπεράσει την απίστευτα άδικη οικονομική του κατάσταση που του προξένησε το ύπουλο συμβόλαιό του με τη δισκογραφική που κατείχε τους Experience» μου αποκάλυψε ο Cox από τηλεφώνου.
«Σε κάποια φάση κλήθηκε από την εφορία να πληρώσει δεκαπέντε εκατομμύρια δολάρια, ποσό αστρονομικό για την εποχή, το οποίο δεν είχε, αφού του τα τρώγανε διάφοροι καλοθελητές παρατρεχάμενοι... Σε αντάλλαγμα, υποσχέθηκε στη δισκογραφική ένα νέο άλμπουμ. Οπότε η μπάντα γεννήθηκε στο φτερό από εμάς που τον θεωρούσαμε καλό φίλο ώστε να τον βοηθήσουμε να ηχογραφήσει κάτι. Προσφερθήκαμε μονομιάς. “Είμαστε εδώ, για αυτό είναι οι φίλοι άλλωστε!” του είχαμε πει. Η αποχώρηση του Buddy λοιπόν είχε να κάνει καθαρά και μόνο με τις δεσμεύσεις που είχε υπογράψει στο συμβόλαιο ο Jimi… Τα ξέρεις. Πίσω από όλα αυτά βρίσκονται πάντα τα μεγάλα συμφέροντα των εταιριών. Έτσι δυστυχώς, ο Buddy ουσιαστικά αναγκάστηκε να πάρει ξανά τον δρόμο του με δική του πλέον μπάντα, ενώ εγώ και ο Jimi συνεχίσαμε το δικό μας…».
Ο δρόμος αυτός όμως έμελλε να είναι απελπιστικά σύντομος καταλήγοντας σε… τοίχο! Την Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου του 1970 το πρωί, η σύντροφος του πρωτοπόρου εξερευνητή τον βρήκε όπως ισχυρίστηκε νεκρό στο διαμέρισμά της στο ξενοδοχείο Samarkand στο Notting Hill. Η Dannemann κάλεσε το ασθενοφόρο στις 11:18 π.μ. μα ήταν ήδη αργά.. «Θυμάμαι τον tour manager με το πέρας της ευρωπαϊκής μας περιοδείας το 1970 να με βάζει στο αεροπλάνο επισημαίνοντάς μου πως την Παρασκευή είχαμε κλείσει ηχογράφηση στο στούντιο. Ήταν Δευτέρα. Μπήκα στο αεροπλάνο, έφτασα στην πατρίδα μου και τέσσερεις μέρες μετά έπεσε η βόμβα. Στεκόμουν όρθιος και με παρακάλεσαν να καθίσω για να μου το πουν. Δεν μπορούσα να το χωνέψω με τίποτα… Οι ιστορίες και οι αλλόκοτες φήμες που συνοδεύουν από τότε τα αίτια του θανάτου του είναι όσες και οι άνθρωποι που τις λένε: αμέτρητες! Τα τηλεοπτικά κανάλια κάποια στιγμή το παρακάνανε με τα σενάρια που πλασάρανε στον κόσμο για να αποκτήσουν μεγάλη τηλεθέαση. Όμως από τη στιγμή που κανείς δεν ήταν εκεί την ώρα που ξεψυχούσε, τι να λέμε τώρα, κανείς μα κανείς δεν θα μάθει όλη την αλήθεια. Το θέμα είναι ότι χάσαμε από τη μια μέρα στην άλλη έναν μοναδικό μουσικό, έναν πανέμορφο άνθρωπο. Κι εγώ έχασα έναν καλό μου φίλο που μου λείπει κάθε μέρα που περνά…» εκμυστηρεύτηκε ο Cox.
Το “First Rays…” κυκλοφόρησε το 1997 με την πολύτιμη βοήθεια του βετεράνου παραγωγού Eddie Kramer. Όμως ένα άλλο παγκόσμιο ρεκόρ που κατέχει ο αδικοχαμένος μάστορας της ηλεκτρικής, είναι οι αμέτρητες μεταθανάτιες ζωντανά ηχογραφημένες, παράνομες και μη κυκλοφορίες που έως και ξεδιάντροπα ξεφύτρωσαν δώθε-κείθε. Και γράφω ξεδιάντροπα αφού οι περισσότερες θα έκαναν τον Jimi έξαλλο, ως άκρως ακατάλληλες για δημοσιοποίηση. Οι εξαιρέσεις, μετρημένες στα δάκτυλα.
O Jimi Hendrix χάραξε τον Δρόμο για όλους όσους ακολούθησαν. Όσο για αυτά που είχε ακόμη να προσφέρει από τα 27 του χρόνια μέχρι σήμερα… δεν χωρούν σε λέξεις!
Δειτε περισσοτερα
Μιλήσαμε με τον φωτογράφο για την τέχνη της φωτογραφίας, τα ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ και τον ρόλο της τεχνολογίας
Τα κοσμήματα με τα γράμματα και την περίτεχνη τέχνη της Charlotte Chesnais
Aγόρια ντυμένα γυναίκες, με εξαιρετικό μπρίο και αριστοτεχνική θηλυκότητα, προσέφεραν ένα εκρηκτικό show
Η καθημερινότητα της πόλης αλλάζει, μαζί και η ζωή μας
Η έκθεση φιλοξενείται στο MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά, στην Αθήνα