- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Ιωάννα Παππά, πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό
«Οι πρόσφατες ελληνικές ταινίες έχουν κάνει μια πολύ ελπιδοφόρα στροφή που φανερώνει ότι αλλάζει η νοοτροπία των νέων σκηνοθετών»
Η Ιωάννα Παππά μιλάει για την ταινία «Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό», το σινεμά, το θέατρο και την υποκριτική.
Παρότι έγινε γνωστή από την τηλεόραση με την αλάνθαστη συνταγή επιτυχίας του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, γρήγορα εγκατέλειψε την εύκολη οδό της ανάλαφρης ψυχαγωγίας και της ανούσιας δημοτικότητας για να στραφεί σε πιο απαιτητικά, θεατρικά κυρίως, σχέδια. Η Ιωάννα Παππά δεν έχει κάνει πολύ σινεμά αλλά φέτος τη βλέπουμε σε μία από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες της χρονιάς, το «Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό», του Γιώργου Γεωργόπουλου.
Λοιπόν, Ιωάννα, γιατί δεν σε έχουμε δει σε περισσότερες ταινίες;
Δυστυχώς επειδή είμαι πολύ ενεργή θεατρικά. Όταν βρίσκεσαι σε τρεις παραστάσεις σε μια σεζόν δεν διαθέτεις τον χρόνο για να κάνεις σινεμά. Και επειδή δεν υπάρχει σωστός προγραμματισμός στον κινηματογράφο, προτιμώ να κάνω τα σχέδιά μου στο θέατρο. Παρότι αγαπώ το σινεμά και θέλω πολύ να κάνω ταινίες, δεν μπορώ να περιμένω χωρίς να ξέρω πότε ακριβώς θα γίνει κάτι. Ευτυχώς με το «Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό» βρέθηκε το σωστό τάιμινγκ.
Πότε ακριβώς γυρίστηκε η ταινία; Ρωτάω για να σταθούμε και να επιβεβαιώσουμε φυσικά τον άκρως προφητικό χαρακτήρα του σεναρίου που θέλει μια πανδημία να προκαλεί τον θάνατο στις γυναίκες.
Ναι, ακριβώς. Τα γυρίσματα έγιναν το 2018, πολύ πριν μας επισκεφτεί ο κορωνοϊός. Και πρέπει να παραδεχτούμε ότι ο Γιώργος (σ.σ.: ο σκηνοθέτης Γιώργος Γεωργόπουλος έχει γράψει και το σενάριο) διαθέτει το χάρισμα της προφητείας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμη και στις λεπτομέρειες –με τα σελφ τεστ, τις καθημερινές ανακοινώσεις με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα, τον αριθμό των θανάτων κ.λπ.– έχει πέσει μέσα. Πώς ένιωσες όταν μετά από λίγους μήνες τα είδες όλα αυτά να συμβαίνουν μέσα από τις οθόνες μας;
Είναι φοβερό ότι τις εικόνες αυτές, που θεωρούσαμε όταν κάναμε την ταινία πως αφορούν το μακρινό μέλλον, μετά από λίγο καιρό τις είδαμε να συμβαίνουν στην πραγματικότητα. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό. Η μοναδική διαφορά στη σχέση σεναρίου-πραγματικότητας είναι ότι πρόκειται για έναν σεξουαλικά μεταδιδόμενο ιό που πλήττει κυρίως τις γυναίκες.
Ακόμη και αυτό το στοιχείο πάντως έχει έναν επίκαιρο χαρακτήρα, με βάση τα όσα ζούμε σήμερα και τις συνεχείς γυναικοκτονίες.
Αυτό κι αν είναι τρομακτικό. Το σενάριο θέλει τους άντρες να είναι μόνο φορείς του ιού και τις γυναίκες να θανατώνονται εξαιτίας του. Είναι δηλαδή ένα είδος τιμωρίας για εκείνες. Είναι μια ξεκάθαρη αλληγορία που έχει να κάνει με τον κεντρικό ήρωα, την ψυχοσύνθεσή του, τον τρόπο ζωής του και φυσικά τη βαθύτερη σχέση του που έχει με το γυναικείο φύλο. Θεωρώ λοιπόν ότι ο Γιώργος, που για μένα είναι πολύ σημαντικός καλλιτέχνης, μπορεί και κάνει θαύματα με πολύ λίγα μέσα (με εξέπληξε η ικανότητά του να δημιουργεί υπέροχα πράγματα από το πουθενά), κάτι που είχα διαπιστώσει και στην πρώτη του ταινία, το «Tungsten». Εκείνο το φιλμ το είχα ζήσει από μέσα, αλλά εδώ έχει πραγματικά μεγαλουργήσει.
Τι εννοείς λέγοντας ότι το «Tungsten» το είχες ζήσει από μέσα;
Μπορεί να μην είχα πάρει μέρος στο φιλμ, αλλά πρωταγωνιστούσαν σε αυτό οι φίλοι μου, ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος και ο Όμηρος Πουλάκης, με τους οποίους κάναμε μια παράσταση εκείνη την εποχή και μάθαινα διαρκώς για τα γυρίσματα, τη διαδικασία και όλα όσα συνέβαιναν.
Όταν είδες το «Tungsten» ολοκληρωμένο –φαντάζομαι το είδες– τι σκέφτηκες;
Ναι, φυσικά. Και έμεινα άφωνη. Η πρώτη μου σκέψη όταν τέλειωσε η προβολή της ταινίας ήταν πως, αν αυτός ο ταλαντούχος και πανέξυπνος άνθρωπος κάνει αυτά τα πράγματα σε μια no budget ταινία, με φοβερά υψηλή αισθητική και απίστευτο χιούμορ, τι μπορεί να κάνει αν έχει τα κατάλληλα μέσα; Μάλιστα, όταν τον γνώρισα, του είπα ότι πρέπει να κάνει πιο συχνά ταινίες. Ξέρω βέβαια πόσο δύσκολο είναι να συμβεί αυτό στη χώρα μας. Όταν είχα συνεργαστεί με τον Νίκο Νικολαΐδη στο «Ο χαμένος τα παίρνει όλα», μου είχε εκφράσει αυτό ακριβώς το παράπονο.
Τι θυμάσαι από την εμπειρία που είχες με τον Νικολαΐδη στο φιλμ εκείνο;
Θυμάμαι ότι το πρώτο cut είχε διάρκεια 6 ωρών και ο ίδιος ήταν τόσο στενοχωρημένος, που είχε αναγκαστεί να κόψει ολόκληρες ιστορίες για να ολοκληρωθεί το φιλμ. Ήταν σημαντικό μάθημα για μένα εκείνη η συνεργασία. Μου είχε πει μάλιστα, για να επιστρέψω σε αυτό που έλεγα για τον Γιώργο, ότι στην Ελλάδα οι σκηνοθέτες κινηματογράφου είναι αναγκασμένοι να γυρίζουν κάθε 10 χρόνια μία ταινία και λίγοι είναι οι τυχεροί που καταφέρνουν να φτιάχνουν νωρίτερα φιλμ. Είναι θλιβερό αυτό γιατί είναι κάπως σαν να χάνουν την επαφή τους με το σινεμά, δεν υπάρχει η εξάσκηση μέσα στα χρόνια. Και επίσης δεν ξέρουν τι θα τους προκύψει στο επόμενο σχέδιό τους, τι νέες προκλήσεις θα αντιμετωπίσουν. Νομίζω ότι αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στο σινεμά στην Ελλάδα, κάτι που δεν έχουμε στο θέατρο που ανεβαίνουν συνεχώς πολλά έργα.
Έχουμε καταλάβει τι συμβαίνει στη διεθνή σκηνή και τρέχουμε να τους προλάβουμε για να βγούμε επιτέλους από το καβούκι μας και να μην είμαστε πλέον οι φτωχοί συγγενείς. Τα βραβεία στα διεθνή φεστιβάλ αποδεικνύουν ότι οι νέοι Έλληνες σκηνοθέτες βαδίζουν σωστά.
Οι πρόσφατες ελληνικές ταινίες πώς σου φαίνονται;
Έχουν κάνει μια πολύ ελπιδοφόρα στροφή που φανερώνει ότι αλλάζει η νοοτροπία των νέων σκηνοθετών. Χρειάζεται καιρός για να συμβεί αυτό φυσικά, αλλά θεωρώ καλό σημάδι ότι όλο και περισσότεροι σκηνοθέτες απομακρύνονται από ξεπερασμένες ιδέες ή ζητήματα που μας απασχολούσαν στο πρόσφατο παρελθόν. Η αισθητική επίσης έχει αλλάξει, οι πειραματισμοί είναι πιο έντονοι, ενώ γράφονται σενάρια που μπορούν να σταθούν και στο εξωτερικό, προκαλώντας το ενδιαφέρον ενός ευρύτερου κοινού αφού δεν αφορούν μόνο τα στενά και πεπερασμένα ελληνικά σύνορα. Αυτή η προσπάθεια γίνεται και στην τηλεόραση, αν και πιο δειλά φυσικά, αφού εκεί οι συνθήκες είναι ακόμη δυσκολότερες, καθώς το καθεστώς στα κανάλια είναι περισσότερο συντηρητικό. Το σημαντικό πάντως είναι αυτό: έχουμε καταλάβει τι συμβαίνει στη διεθνή σκηνή και τρέχουμε να τους προλάβουμε για να βγούμε επιτέλους από το καβούκι μας και να μην είμαστε πλέον οι φτωχοί συγγενείς. Τα βραβεία στα διεθνή φεστιβάλ αποδεικνύουν ότι οι νέοι Έλληνες σκηνοθέτες βαδίζουν σωστά.
Ας επιστρέψουμε στο φιλμ. Ο κεντρικός χαρακτήρας του «Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό» είναι ένας δυσλειτουργικός άντρας. Οι γυναίκες της ταινίας πoιες είναι;
Επειδή έχουν υποστεί μια σημαντική ματαίωση στη ζωή τους, αναγκαστικά τις κρίνουμε μέσα από αυτό το φίλτρο. Είναι λοιπόν χαρακτήρες που σχετίζονται άμεσα με έναν άντρα που τους έχει καταστρέψει σε απόλυτο βαθμό τη ζωή. Άρα είναι γυναίκες οι οποίες έχουν πάθει κάτι που τους έχει προκαλέσει ένα τραύμα βαθιά εσωτερικό και υπαρξιακό.
Ο δικός σου χαρακτήρας είναι μια γυναίκα που μοιάζει να έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση. Είναι όντως έτσι και ποια ήταν τα εργαλεία σου για να την προσεγγίσεις;
Καθώς οι γυναίκες στο φιλμ, επειδή είναι πολλές, δεν έχουν μεγάλη έκταση και επομένως δεν προλαβαίνουν να αναπτυχθούν, έπρεπε να δουλέψουμε αρκετά μεθοδικά. Δίνονται κάποια κοινωνικά στοιχεία πάνω στα οποία πατάμε για να φτιάξουμε το ψυχολογικό προφίλ. Ο δικός μου χαρακτήρας έχει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά που ορίζεται κυρίως από το πετυχημένο επάγγελμά της. Η Ευγενία είναι μια διευθύντρια εταιρείας καλλυντικών κι είναι παράλληλα κριτής σε αγώνες bodybuilding. Η ζωή της δηλαδή έχει να κάνει αρκετά με την εικόνα, έχει οικονομική άνεση και συνειδητοποιούμε ότι της έχει κοστίσει ο χωρισμός, καθώς αναπολεί τις στιγμές τους. Είναι μια βαθιά πληγωμένη γυναίκα που όμως δείχνει δυναμική, ειδικά στο τέλος, και προσωπικά δεν έχω καταλήξει αν είναι δειλή ή θαρραλέα.
Πιο παλιά έλεγες ότι δεν ξέρεις ανθρώπους του χώρου σου που να προχώρησαν ή να τα κατάφεραν χωρίς σκληρή δουλειά. Δεν ξέρεις κανέναν που να τα έχει καταφέρει λόγω τύχης ή κατάλληλων γνωριμιών;
Ακόμη κι έτσι να ξεκίνησαν ορισμένοι συνάδελφοί μου, είτε επειδή είχαν τύχη είτε επειδή είχαν τους δικούς τους ανθρώπους στον χώρο μας, αυτό δεν σημαίνει ότι προχώρησαν χωρίς να μοχθήσουν πραγματικά. Ειλικρινά δεν ξέρω κανέναν που να τα κατάφερε χωρίς να δουλέψει σκληρά. Κι είναι ελπιδοφόρο αυτό γιατί δεν θα μπορούσα να αντέξω μια διαφορετική πραγματικότητα.
Info
Η ταινία «Δεν θέλω να γίνω δυσάρεστος αλλά πρέπει να μιλήσουμε για κάτι πολύ σοβαρό» του Γιώργου Γεωργόπουλου κυκλοφορεί στις αίθουσες σε διανομή Weird Wave από τις 15 Ιουλίου 2021.
ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Πρώτη του σκηνοθετική δουλειά μετά το «Star Wars: The Rise of Skywalker»
Έτοιμοι για νέα συνεργασία μετά το «Queer» ο Βρετανός σταρ και ο Ιταλός σκηνοθέτης
Για την ταινία «Hurricane»
Ο Ιταλικός Κινηματογράφος στην Ταινιοθήκη και ένα ντοκιμαντέρ αφηγηματικής αρχαιολογίας στο Ελευσίς
Οι συντελεστές της φιλόδοξης παραγωγής - Πρεμιέρα τον Ιούνιο του 2025
Σε μια θυελλώδη και αποφασιστική ερμηνεία, δεν διστάζει να τσαλακωθεί ολοκληρωτικά
Το φεστιβάλ της Αθήνας, που επιμελείται εδώ και 37 χρόνια ο κριτικός κινηματογράφου Νίνος Φένεκ Μικελίδης, συνεχίζει να αποτελεί πόλο έλξης για όλους τους κινηματογραφόφιλους
Ασπρόμαυρο δράμα που εξιστορεί μια τρυφερή ερωτική ιστορία με πολιτικό στίγμα
Ύστερα από τον θρίαμβο της «Ευτυχίας», ο σκηνοθέτης επιχειρεί ένα ακόμη τολμηρό βήμα
O Τιμ Μίλαντ αναζητά (με όχημα μια σπάνια οικονομία) όλο το πλέγμα των συναισθηματικών δοκιμασιών και της υπόγειας έντασης που «πνίγει» τον ήρωα.
Όλα όσα είπαμε με την ηθοποιό για την ταινία «Ο Νόμος του Μέρφυ», την κωμωδία και τον κινηματογράφο
Ο κορυφαίος θεσμός της έβδομης τέχνης που αγαπούν μικροί και μεγάλοι
Οι πρόβες του «A spartan dream»
Από 28 Νοεμβρίου έως 1 Δεκεμβρίου 2024, με ελεύθερη είσοδο επιστρέφει το 8ο Φεστιβάλ για την Ισότητα και στον κινηματογράφο
Στην ταινία θα εμφανιστούν επίσης οι Κόλμαν Ντομίνγκο και Έμιλι Μπλαντ
Με επίκεντρο την αστυνομία του Λος Άντζελες - Οι πρώτες πληροφορίες
Η έβδομη τέχνη μπορεί να αποτυπώσει ακόμη και τα πιο σύνθετα ζητήματα
Σημαντική διάκριση για τους πρωταγωνιστές του πολυαναμενόμενου «The Brutalist»
«Είναι δύσκολο να ζεις με εμφύσημα. Δυσκολεύομαι ακόμα και να πάω από τη μία άκρη του δωματίου στην άλλη. Είναι λες και περπατάς με μια πλαστική σακούλα γύρω από το κεφάλι σου»
Παίρνει τη σκυτάλη από τη δίχρονη παρουσία του Τζίμι Κίμελ
Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.