Στο Κέντρο Τεχνών Δήμου Αθηναίων εγκαινιάζεται η έκθεση ζωγραφικής Peter Katsihtis «Ζωγραφική διαδρομή, Νέα Υόρκη-Αθήνα», από τον Δήμαρχο Αθηναίων Χάρη Δούκα.
Πρόκειται για την πρώτη ατομική του έκθεση μετά από σαράντα χρόνια επίμονης ενασχόλησης με τη ζωγραφική που αποκαλύπτει το έργο μιας μακράς καλλιτεχνικής διαδρομής. Όπως αναφέρει, η δημοσιογράφος Άννα Γριμάνη στο σύντομο βιογραφικό σημείωμα της, για τον γεννημένο στην Αναβρυτή Λακωνίας, στις Ανατολικές πλαγιές του Ταϋγέτου, Κατσίχτη, που στα νεανικά του χρόνια μετανάστευσε στην Αμερική: «Ο Παναγιώτης (Peter) Κατσίχτης, επιφανής επιχειρηματίας των ΗΠΑ, με αλυσίδα επιχειρήσεων στη Νέα Υόρκη και εμβληματική δραστηριότητα στον χώρο του real estate και τα χρηματιστηριακά στην Αθήνα, αποτυπώνει αξιολογικά με την πορεία του, τον αυτοδημιούργητο Έλληνα που διαπρέπει με αφετηρία το εξωτερικό. Από νεαρός Οδυσσέας, σε ένα σύγχρονο πεδίο νέων τάσεων και πρωτοποριακών ιδεών, έως την αναγνώριση στη διεθνή κοινωνία της Νέας Υόρκης, με ένα μέλλον μονταρισμένο στο επιχειρείν: διαφορετικότητα και πρωτοτυπία, έμπνευση και αισθητική κύρους, στρατηγική σκέψη –χαρακτηριστικά των επενδυτικών κινήσεών του στο κέντρο της μητρόπολης. Επαναστάτης της καθημερινότητας, κυνήγησε το όνειρό του με τόλμη και ορθολογισμό. Εργατικός, ευφυής, ευπαρουσίαστος, με αγωγή –τη διδάχτηκε από τη μητέρα του–, μια ευγενική φιγούρα, όπως διακρίνεται να βηματίζει στις λεωφόρους του Manhattan. «Όταν έφυγα για την Αμερική» δηλώνει ο ίδιος «για έναν ευρύτερο ορίζοντα ζωής, είπα ότι “θα επιτύχω". Είχα κριτήριο. Δεν φοβήθηκα τίποτε στη ζωή μου […] Οι συγκυρίες της Αμερικής ήταν μέρος της ζωής, άλλες με βοήθησαν, άλλες όχι. Και καθώς όλοι οι άνθρωποι δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες, έχει σημασία, όταν αυτές δίνονται, πώς θα τις αξιοποιήσεις. Και τα δύσκολα είναι το μεγαλύτερο σχολείο, όπως το σχολείο της ζωής –αυτό δεν το κάνεις graduate ποτέ».
Εξήντα και πλέον πίνακες, μεγάλων και μεσαίων διαστάσεων, από ακρυλικό σε καμβά, αποκαλύπτουν τη ζωγραφική του αναζήτηση και περιπέτεια στην τωρινή του έκθεση. «Ο Κατσίχτης ζωγραφίζει αδιάλειπτα τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, χωρίς την πίεση της επιτυχίας και της αναγνώρισης. Δούλεψε για πολλά χρόνια στο ατελιέ του στη Νέα Υόρκη και τις τελευταίες δύο δεκαετίες στο ατελιέ στη Γλυφάδα, δημιουργώντας έργα με ρέουσα ζωγραφικότητα που διευρύνουν τη φαντασία.» όπως γράφει ο επιμελητής της έκθεσης, Τάκης Μαυρωτάς και προσθέτει «Το φως και το χρώμα, το τυχαίο και το απρόοπτο, τον απασχολούν κυρίαρχα, δίνοντας προτεραιότητα στις ελεύθερες χειρονομιακές εκφράσεις και το στάξιμο (dripping) του χρώματος. Έτσι, δημιουργεί έργα με έντονο χρωματικό πλούτο, δυνατές φόρμες, αλλά και δυνατές κινήσεις καμπύλων γραμμών, σαν να πρόκειται για κομψές λεπτές «κορδέλες», με λεπτές πινελιές και κηλίδες, συνήθως λευκού χρώματος. Η οξύτατη αίσθηση του φωτός και η κυριαρχία των έντονων χρωμάτων (κόκκινο, πράσινο, μπλε, κίτρινο και πορτοκαλί) μαρτυρούν την υπομονή και την ψυχραιμία του στο να ενορχηστρώνει μια διαυγέστατη ενότητα έργων, που ενώ σε μια πρόχειρη ματιά, σου φαίνονται χειρονομιακά εύκολα, αποκαλύπτουν τη δεξιοτεχνία και τη χρωματική του ευαισθησία. Χωρίς σχεδιαστικές αδυναμίες και δεξιοτεχνικά μπουρδουκλώματα, τα έργα φανερώνουν την εσωτερική του παρόρμηση, τις χρωματικές τους δονήσεις και την τεχνική τους καθαρότητα. Εικόνες που αναδύονται από τα μυστικά πάθη της ψυχής και αποκαλύπτουν το ύφος της δημιουργικής του πνοής, αφού η ζωγραφική του ταυτίζεται με την ικανότητα να ωθείται προς το άγνωστο [...]
Η τέχνη για τον Κατσίχτη καθρεφτίζει την εποχή και τα χρόνια διαμονής του κυρίως στη Νέα Υόρκη τα οποία αποδείχτηκαν εξαιρετικά καρποφόρα για τον ίδιο σε δύο άξονες. Ο πρώτος αναπτύσσεται γύρω από τη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της προσωπικής του συλλογής σύγχρονων έργων τέχνης και ο δεύτερος στην επιμονή του απέναντι στη ζωγραφική δράση για τη χάραξη του ζωγραφικού του δρόμου, της ψυχικής και πνευματικής έκφρασης […]Ο Κατσίχτης εκείνη την εποχή ολοκλήρωνε το δικό του «φανταστικό» μουσείο συλλέγοντας σημαντικά έργα καταξιωμένων καλλιτεχνών που ζούσαν στην Αμερική όπως των Μπαζιώτη, Στάμου, Chryssa, αλλά και όλων εκείνων που θαύμαζε τη δουλειά τους, όπως των Μυταρά, Καρά, Θεοφυλακτόπουλου, Σόρογκα, Παρμακέλη, Ψυχοπαίδη και Σακαγιάν μεταξύ των άλλων[…]».