- CITY GUIDE
- PODCAST
-
18°
Select
H 18χρονη εγγονή του κ. Select, Φαίη Πανταζοπούλου, γράφει για το πιο ιστορικό στέκι της Φωκίωνος Νέγρη
Δεν έχω μεγαλώσει στην Κυψέλη, αν αυτό σημαίνει ότι εδώ είναι το σπίτι μου, για εμένα όμως αυτή η γειτονιά έχει μια πολύ ιδιαίτερη θέση στην καρδιά μου. Σαν ένα μενταγιόν με λεπτή χρυσή αλυσίδα που κοσμεί το λαιμό μου χωρίς να φαίνεται πάντα. Στην Κυψέλη βρέθηκα πρώτη φορά όταν ήμουν ακόμα μωρό, λίγων εβδομάδων. Όπως λέει ο μπαμπάς μου, «με το καρότσι σε έφερνα στο μαγαζί και για να μην ξυπνήσεις χαμηλώναμε τη μουσική».
Το μαγαζί, λοιπόν. Η σύνδεσή μου με το χώρο αλλά και με το χρόνο. Φωκίωνος Νέγρη 26 και Επτανήσου γωνία. «Select». Μεγαλώνοντας άκουγα όλο και περισσότερες ιστορίες, τότε από τον παππού μου, μετά από τον πατέρα μου. Προσφιλές στέκι καλλιτεχνών, συγγραφέων, τραγουδιστών. Η Σοφία Βέμπο, η Μαρινέλλα, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Βασίλης Αυλωνίτης (κολλητός φίλος του παππού Τρύφωνα),ο Νίκος Σταυρίδης, ο Αλέκος Σακελλάριος, ο Λάμπρος Κωσταντάρας. Ο κόσμος θυμάται «Η ένδοξη Φωκίωνος Νέγρη», «Η Βία Βένετο της Αθήνας», «Φυσικά το ξέρουμε το Select, ποιος δεν το ξέρει άλλωστε;». Άλλοι με το άκουσμα του ονόματος ταξιδεύουν σε άλλες εποχές με ένα χαμόγελο, με ένα βλέμμα. Έπειτα το πρόσωπο σκοτεινιάζει. Πού πήγαν οι εποχές αυτές;
Παίρνω το Α7 και κατεβαίνω στη «Σόνια». Θα περπατήσω. Κοιτώ γύρω μου ψάχνοντας κάτι που έστω να θυμίζει παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες της περιοχής. Παρατηρώ τους περαστικούς. Δεν φαίνονται για Έλληνες οι περισσότεροι. Tο χρώμα τους σκούρο. Οι χειρονομίες, οι εκφράσεις τους διαφορετικές. Η γλώσσα τους ξένη. Κάποιοι κρατούν κάτι πολύχρωμες φωτεινές μπάλες που κάθε φορά που τις πετούν στον αέρα αλλάζουν χρώμα. Άλλοι έχουν βρει μια γωνιά και έχουν στήσει εκεί το δικό τους μαγαζάκι. Πιο πάνω ένας αδύνατος άνδρας με πρόσωπο τσακισμένο από το χρόνο περπατά με γοργό και νευρικό βήμα ρουφώντας μανιακά το σχεδόν τελειωμένο του τσιγάρο και παραμιλά. Τελικά φτάνω στη Φωκίωνος Νέγρη. Εκεί δύο ηλικιωμένες αλλά καλοβαλμένες κυρίες, με μεγάλες πέρλες στα αυτιά και φουσκωτά μαλλιά κομμωτηρίου, απομεινάρια της παλιάς αριστοκρατίας, έχουν βγει αγκαζέ για τα ψώνια τους. Χαμογελώ και συνεχίζω στον πεζόδρομο ακολουθώντας πάντα τα χαρακτηριστικά σκουροπράσινα κάγκελα. Νιώθω μια σταγόνα βροχής και κοιτώ τον ουρανό. «Θα βρέξει» λέει μια φωνή που με προσπερνά πάνω σε ποδήλατο. Προτού χαμηλώσω το κεφάλι ρίχνω μια ματιά στις μεγάλες αρχοντικές πολυκατοικίες της Φωκίωνος Νέγρη με τα κάπως στρογγυλά άσπρα μπαλκόνια. Τι όμορφες που είναι! Μου θυμίζουν τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Πριν το καταλάβω έχω φτάσει στην Επτανήσου. Κοιτάζω γύρω μου για να σιγουρευτώ ότι όλα είναι στη θέση τους. Το περίπτερο, λίγο πιο πέρα το κομμωτήριο της Semis, δίπλα ένα κτίριο χωρίς ταυτότητα το οποίο πάντα έχω στο μυαλό μου ως ίντερνετ-καφέ όπως ήταν παλαιότερα, το συντριβάνι-άγαλμα… το Select… Εντάξει, καλά ήρθα. Ικανοποιημένη παραγγέλνω ένα cappuccino. Στο βάθος στα κάτω τραπέζια ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Παίρνω τον καφέ μου και πάω να κάτσω μαζί τους. Ήταν φίλοι με τον παππού και από τότε που με γνώρισαν με προσκαλούν στο τραπέζι τους να πούμε τα νέα μας. Μου μιλούν κυρίως για τα ταξίδια τους –Αίγυπτος, Γαλλία, Αμερική– και με ρωτούν αν διαβάζω. Ο άνδρας πάντα με εξαιρετική ευφράδεια και αξιοθαύμαστες γνώσεις με μαγεύει. Απέναντι η γυναίκα του, γλυκιά και ευγενική, τον κοιτά με αγάπη και συμπληρώνει τις προτάσεις του.
Μια παρέα νέων στο διπλανό τραπέζι σχολιάζει το καινούργιο μενού. «Ωραία φαίνεται η σιφνιά σαλάτα! Α, και η πίτσα με προσούτο!». Οι παλιοί Κυψελιώτες, συνηθισμένοι στο Select ως ζαχαροπλαστείο με τη γνωστή πάστα Σεράνο, η οποία σημειωτέον πρωτοδημιουργήθηκε από τον παππού τον Τρύφωνα προς τιμήν της γοητευτικής Χιλιανής τραγουδίστριας Rosita Serrano που εμφανιζόταν το ’50 στο «Μέντια Λουζ», ίσως δυσανασχετούν με τις μοντέρνες πινελιές και την τάση εκσυγχρονισμού. Παρ’ όλα αυτά είναι μια προσπάθεια προσέγγισης της νεολαίας στην Κυψέλη, αναβάθμισης της περιοχής και συνεχούς υπενθύμισης ότι οι εποχές αλλάζουν, όχι όμως απαραίτητα προς το κακό. Ή τουλάχιστον έτσι θέλω να ελπίζω.
Η ζεστασιά του μαγαζιού και η παρεΐστικη ατμόσφαιρα ζωντανεύουν στο μυαλό μου ιστορίες ειπωμένες στα οικογενειακά τραπέζια. Στο μεγάλο Select, που υπάρχει μέχρι σήμερα, σύχναζαν κυρίως ηθοποιοί αλλά και πολιτικοί, καθένας από τους οποίους έδινε τη δική του νότα στον πολυσύχναστο δρόμο. Ο Νίκος Ρίζος στην ταινία «Ο γίγας της Κυψέλης», η Μάρω Κοντού στο «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη», ο Νίκος Τσιφόρος με την αγάπη του για το γράψιμο και φυσικά ο Τζανετάκος με τα καλύτερα σπορ αυτοκίνητα της εποχής. Άλλη μέρα ο Μπάρκουλης διέσχιζε την Επτανήσου και οι μαθήτριες από το 6ο Γυμνάσιο Θηλέων φώναζαν τη γνωστή ατάκα «Κορίτσια... ο Μπάρκουλης», αφού ήταν το εφηβικό όνειρο της κάθε δεκαεξάχρονης. Απέναντι, στο γωνιακό μικρό Select στην πλατεία, το οποίο σήμερα είναι μαγαζί με οπτικά, σύχναζαν κυρίως φυσιογνωμίες από τον αθλητικό χώρο, όπως ο Δομάζος, ο Αντωνιάδης ή ο Λουκανίδης. Οι κυριακάτικες κόντρες μεταξύ Παναθηναϊκών και Ολυμπιακών που μαζεύονταν από το πρωί εκεί ήταν μια συνηθισμένη εικόνα του Select. Μάλιστα, ο Γιαννακόπουλος, ως φανατικός υποστηρικτής της ομάδας, δεν έλειπε τότε από τα τραπέζια του Select και αν και ασχολείτο με τη φαρμακευτική βιομηχανία συνήθιζε να λέει ότι κάποια μέρα θα γίνει πρόεδρος του Παναθηναϊκού. Τελικά τα κατάφερε.
Η ώρα πέρασε χωρίς να το καταλάβω. Χαιρετώ, βάζω το μπουφάν μου και φεύγω. Ευτυχώς δεν έβρεξε, ίσα-ίσα βγήκε και ο ήλιος. Μπαίνω στο πρώτο ταξί. Με την άκρη του ματιού βλέπω μια γυναίκα να ψάχνει έναν κάδο. Κρατά μια ξεχαρβαλωμένη κρεμάστρα με το ένα χέρι και με το άλλο μια χάρτινη κούτα. Δεν ξέρω αν οι εποχές της ασπρόμαυρης φωτογραφίας θα ξαναέρθουν. Δεν ξέρω αν πρέπει. Περιπλανήθηκα στους δρόμους της Κυψέλης και ταξίδεψα πίσω στο χρόνο. Τώρα το κατάλαβα. Ο χρόνος δεν σταματά ποτέ να τρέχει και ο κόσμος δεν είναι ασπρόμαυρος, όπως οι φωτογραφίες. Είναι ένα πάντρεμα χρωμάτων, εθνοτήτων, ηθών, εθίμων, πολιτισμών. Μια σύζευξη παρόντος και παρελθόντος. Ένας κόσμος που ανήκει σε όλους και σε κανέναν. Η επικαιρότητα διαρκώς τρέχει, οι καταστάσεις αλλάζουν, η πληροφορία καταναλώνεται πια στο λεπτό, τα μαγαζιά κλείνουν πριν προλάβουν να ανοίξουν. Και όλα αυτά μέσα σε μια πόλη όπου όλοι οι άνθρωποι περπατάμε βιαστικά στους δρόμους γιατί έχουμε αργήσει… Παρ’ όλα αυτά κάπου εκεί στο βάθος, σε ένα μαγαζί στην Κυψέλη, υπάρχει μια ζεστή κούπα μυρωδάτου καφέ για να ξυπνήσει μνήμες του παρελθόντος στους νοσταλγούς και να θυμίσει στους νέους ότι η ζωή συνεχίζεται, ακόμα κι αν οι φωτογραφίες είναι πια χρωματιστές.