Αρχειο

Ένας καφές στην πλατεία Βάθης

Στιγμιότυπα από κάποια εγκαταλειμμένα τετραγωνικά της πόλης

Τάκης Σκριβάνος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ακούστηκε σειρήνα της αστυνομίας και μια κοπέλα που στεκόταν στη γωνία στην πλατεία Βάθης πήγε γρήγορα προς τον πεζόδρομο της Μαιζώνος. Τρεις τέσσερις άλλες κοπέλες, χρήστριες μεγάλης ηλικίας, δεν έδωσαν σημασία. Στο εστιατόριο «Μακεδονία», επί της Μαιζώνος, η γλυκιά μυρωδιά του παλιού μαγειρείου όπου έχουν ετοιμαστεί χιλιάδες φαγητά, έκανε το στομάχι μου να γουργουρίσει.

«Να πιω καφέ;». «Τι καφέ;». «Ένα φραπέ γλυκό χωρίς γάλα». Ένα ευρώ ο καφές. Ο τιμοκατάλογος ήταν στη μέση του τραπεζιού, κάτω από το πλαστικό τραπεζομάντιλο. Δύο ευρώ η κοτόσουπα και η κρεατόσουπα, δυόμισι τα μακαρόνια με σάλτσα, κριθαράκι και ρύζι, τρία οι φακιές και η φασολάδα, δύο το μισόκιλο κρασί. Πέντε έξι τύποι είχαν πιάσει από μια γωνία και κοίταγαν στη μεγάλη τηλεόραση, σε ένα άλλο τραπέζι καθόταν μόνη της η κοπέλα από τη Βάθης.

Στον πεζόδρομο απέξω περνούσε ένας άνθρωπος κάθε πέντε λεπτά και πού και πού μια μαύρη κουτσή γάτα. Ήρθε κι έκατσε μαζί μου ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου, ο Μεσίτ, Πομάκος από την Ξάνθη. Το κρατάει τα τελευταία 20 χρόνια αλλά το αν θα είναι ανοιχτός και τον Σεπτέμβριο «θα το δείξει το πώς θα πάει η δουλειά μέχρι το καλοκαίρι». Πολλοί από τους πελάτες του είναι φιλοξενούμενοι στον κοντινό ξενώνα αστέγων του δήμου. Κάποιοι άλλοι μένουν στο δρόμο. Και είναι και κάποιοι ξέμπαρκοι, Έλληνες και ξένοι. Στη γειτονιά το 50% των καταστημάτων έχει κλείσει και ο Μεσίτ λέει ότι 8 η ώρα το βράδυ δεν περνάει ψυχή. Εκείνος όμως μένει ανοιχτός μέχρι τα μεσάνυχτα.

Μέχρι και πριν από κάποιους μήνες η Βάθης ήταν γεμάτη κόσμο, από χρήστες που ήταν το στέκι τους. Και λίγο πιο παλιά, όταν λειτουργούσε ακόμα ένα καφέ μπαρ με καμιά 30αριά κοπέλες, γεμάτο από το πρωί μέχρι τη νύχτα, η γειτονιά έσφυζε και οι πελάτες του καφέ μπαρ συντηρούσαν το περίπτερο που έκλεισε, το «Μακεδονία», ένα σουβλατζίδικο που πάει για κλείσιμο και δυο τρία άλλα καταστήματα που κι αυτά έβαλαν λουκέτο. Κάποιοι στη γειτονιά έχουν να το λένε για τις «χρυσές» εποχές, επί λειτουργίας του συγκεκριμένου καφέ μπαρ, που το λέγανε Amnezia και η ταμπέλα του υπάρχει ακόμα. Το Amnezia έκλεισε όταν η αστυνομία βρήκε μέσα τέσσερις 15χρονες και 16χρονες να τις εκδίδουν. Η χρυσή εποχή ορισμένων νοικοκυραίων εκεί, που διαμαρτύρονταν για τους χρήστες όχι όμως και για τα ανήλικα, γιατί οι χρήστες βούταγαν καμιά τσάντα ενώ τα ανήλικα έφερναν πελάτες που κατανάλωναν τσιγάρα, μαγειρευτά και πλήρωναν τα ξενοδοχεία, τελείωσε.

Για την ιστορία, πλέον κάθε μέρα δύο αστυνομικοί βρίσκονται πάνω στην πλατεία. Από τα κορίτσια που «δούλεψαν» στο Amnezia, μία παντρεύτηκε με πελάτη, κάνα δυο άφησαν τη δουλειά και γύρισαν στη Ρουμανία όπου άνοιξαν δικές τους επιχειρήσεις και κάποιες άλλες κάνουν την ίδια δουλειά σε στούντιο της Αθήνας, στην Ιταλία και την Ισπανία. Για τις μικρές δεν ήξερε κανείς.