- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Έχεις μια καλή ιδέα;
Δημιούργησαν την πρώτη τους επιχείρηση σαν φοιτητές, απέτυχαν παταγωδώς, αλλά δεν πτοήθηκαν
Τα ελληνικά start ups, από την Αθήνα μέχρι τη Σίλικον Βάλεϊ, επανεφευρίσκουν την ελληνική καινοτομία και επιχειρηματικότητα.
Δεν φοράνε γραβάτα ούτε κουστούμι, δεν κουβαλούν μεγάλους χαρτοφύλακες, πηγαίνουν στο γραφείο μετά τις 11 ή δουλεύουν από το σπίτι. Δημιούργησαν την πρώτη τους επιχείρηση σαν φοιτητές, απέτυχαν παταγωδώς, αλλά δεν πτοήθηκαν και δοκίμασαν νέες ιδέες. Κάποια από αυτές έπιασε και πήραν την πρώτη τους χρηματοδότηση. Την εταιρεία τελικά την πούλησαν και τώρα προσπαθούν να στήσουν μια νέα. Ξέρουν από social networks, από web development, applications και community building. Βασικό τους εργαλείο ένας υπολογιστής, μια καλή σύνδεση με το ίντερνετ και μια δεμένη ομάδα. Αυτή είναι η νέα γενιά επιχειρηματιών που ασχολείται με τον κλάδο των start ups, που πλέον τείνει να αντικαταστήσει τα golden boys της Wall Street, ανάμεσά τους και πολλοί Έλληνες.
«Δεν είμαστε πλέον start-up» με διορθώνει ο 30χρονος Πάνος Παπαδόπουλος, συνιδρυτής της Bugsense, της πρώτης εταιρείας στον κόσμο που ασχολείται με την αντιμετώπιση δυσλειτουργιών που προκύπτουν στις εφαρμογές των έξυπνων κινητών. H Bugsense τον περασμένο Σεπτέμβριο εξαγοράστηκε από την αμερικάνικη πολυεθνική εταιρεία τεχνολογίας Splunk. Τους επόμενους μήνες η ομάδα θα μετακομίσει στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας στο Σαν Φρανσίσκο. Ο Πάνος δεν ξέρει αν χαίρεται που φεύγει από την Ελλάδα. Αντίθετα, μιλάει πιο θερμά για το δρόμο που διένυσαν μέχρι να φτάσουν στο σημείο να συνεργάζονται με πελάτες όπως η Samsung, η Ιntel, η HBO, η Groupon και το Skype.
Σταύρος Μεσσίνης
H Bugsense πήρε την πρώτη της χρηματοδότηση, 100.000 δολάρια, δηλαδή 70.000 ευρώ, από ένα γκρουπ Ελληνοαμερικάνων επενδυτών τον Σεπτέμβριο του ’11 και ένα χρόνο μετά μπορούσε να συντηρηθεί με τα δικά της χρήματα. «Έγινε μια προσπάθεια να αναζητήσουμε χρήματα στην Ελλάδα, το προσπαθήσαμε με το Open Fund, δεν δεχτήκανε και έτσι στραφήκαμε έξω επειδή θα βρίσκαμε πιο γρήγορα χρήματα. Στην ουσία το προϊόν μας ανταποκρίνεται στις ανάγκες αυτής της αγοράς. Για να γίνεις αυτό που θέλεις πρέπει να πας στη Σίλικον Βάλεϊ. Ο Θεοτοκόπουλος, αν έμενε στην Κρήτη, δεν θα γινόταν ο Θεοτοκόπουλος» λέει ο Πάνος.
«Μερικές φορές αναρωτιόμαστε τι είναι αυτό που κάνει τους επενδυτές να δώσουν τα χρήματά τους σε κάποιον που δεν είναι Αμερικάνος» λέει η Κατερίνα Στροπωνιάτη, συνδημιουργός του Weendy, μιας έξυπνης εφαρμογής που «προβλέπει» τον καιρό για τους εραστές των θαλάσσιων και χειμερινών σπορ. Ένα πτυχίο από γνωστό αμερικάνικο πανεπιστήμιο, η άδεια παραμονής και εργασίας, ο Αμερικάνος CEO, μπορούν εύκολα να πείσουν κάποιον επενδυτή να στηρίξει οικονομικά ένα επιχειρηματικό σχέδιο. Τι γίνεται όμως όταν δεν διαθέτεις τίποτα από αυτά; Ο ανταγωνισμός στη Σίλικον Βάλεϊ είναι μεγάλος, όλοι εκεί κάνουν ακριβώς το ίδιο, έχουν μια start up.
Η Κατερίνα και ο συνεργάτης της, Γιάννης Βαρελάς, πτυχιούχοι του Πολυτεχνείου Κρήτης, έζησαν για τρεις μήνες με τουριστική βίζα σε μια υποβαθμισμένη συνοικία της Σίλικον Βάλεϊ. Αμέσως ήρθαν σε επαφή με επενδυτές και συμβούλους επιχειρήσεων, κάποιοι τους είπαν να τα παρατήσουν και να επιστρέψουν στην Ελλάδα και άλλοι τους ενθάρρυναν. Τελικά τα κατάφεραν. Στη Σίλικον Βάλεϊ πρέπει να εφευρίσκεις συνέχεια τρόπους για να ξεχωρίσεις από το πλήθος, να ξέρεις να πουλάς σωστά τον εαυτό σου και το προϊόν σου. Οι επενδυτές πέρα από τις καλές ιδέες θέλουν και μια δεμένη ομάδα να τις υποστηρίξει. «Θέλει λίγο τρέλα, να ρισκάρεις, και στην Ευρώπη δεν υπάρχει τρέλα, πόσο μάλλον στην Ελλάδα που τώρα ξεκινάμε» μου λέει η Κατερίνα μέσω skype.
Κοιτίδες επιχειρηματικότητας
Η Σίλικον Βάλεϊ, η Μέκκα των start ups, για πολλούς που ξεκινούν τώρα τα πρώτα τους βήματα στο χώρο ίσως είναι ο τελικός στόχος. Χρειάζεται όμως να είσαι εκεί για να τα καταφέρεις; Τα τελευταία χρόνια σε διάφορα μέρη του κόσμου έχουν αναπτυχθεί κοιτίδες επιχειρηματικότητας. Τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα είναι εκείνα του Ισραήλ, του Βερολίνου, του Λονδίνου, της Νέας Υόρκης. Η σκηνή των start ups στην Ελλάδα υπάρχει, αλλά βρίσκεται ακόμα σε νηπιακό στάδιο, καθώς τώρα δημιουργεί τους πρώτους της ήρωες, τους ανθρώπους που θα εμπνεύσουν την επόμενη γενιά. Οι start ups για να αναπτυχθούν χρειάζονται πρότυπα, κίνητρα και υψηλούς στόχους.
Τhe Cube
Αν δεν έχεις αποτύχει δεν βελτιώνεσαι, λένε χαρακτηριστικά οι ειδήμονες του χώρου. Ωστόσο και πάλι σημασία δεν έχει πού βρίσκεται η έδρα της start up. «Στην Καλιφόρνια είναι ακριβότερο να στήσεις μια εταιρεία, εν αντιθέσει με την Ελλάδα. Θα πρότεινα σε αυτούς που ξεκινούν τώρα να μην παρακολουθούν τις μίζερες ειδήσεις. Προβλήματα υπάρχουν σε όλο τον κόσμο, η οικονομική κατάσταση δεν είναι πουθενά καλή. Υπάρχουν ιδέες και εταιρείες που αφορούν αγορές άλλες, είτε είναι η αγορά της τεχνολογίας, η οποία αυτή τη στιγμή ανθίζει, είτε αφορούν αγορές σε άλλες γεωγραφικές τοποθεσίες, πχ. στη Μέση Ανατολή. Εφόσον κάποιος έχει μια καλή ιδέα, το τι συμβαίνει στον κόσμο δεν παίζει ρόλο. Για κάποιες νέες εταιρείες η κρίση είναι μια μεγάλη ευκαιρία» επισημαίνει ο Γιάννης Βερδελής, co founder και CEO του Fleksy, μιας έξυπνης εφαρμογής που διορθώνει τα τυπογραφικά λάθη σε οθόνες αφής.
Ski Greece
Η Χριστίνα Τσάκωνα, δικηγόρος με ειδίκευση στο εμπορικό δίκαιο, έχει στήσει πάνω από 30 εταιρείες, ελληνικές και ξένες, κυρίως ευρωπαϊκές, στις ΗΠΑ, οι περισσότερες από αυτές είναι start ups. Μάλιστα, βοήθησε και στη διαμεσολάβηση του fund που επένδυσε στην Bugsense. Το να ιδρύσεις μια εταιρεία στις ΗΠΑ είναι μια εύκολη διαδικασία, σου παίρνει από δύο εβδομάδες μέχρι και ένα μήνα και δεν υπάρχει γραφειοκρατία, καθώς η διαδικασία γίνεται online. Η κρίση έχει αυξήσει τον αριθμό των Ελλήνων που θέλουν να στήσουν την επιχείρηση στο εξωτερικό.
«Στην Ελλάδα υπάρχουν χρήματα, θα πρότεινα λοιπόν στους ενδιαφερόμενους να κοιτάξουν να βρουν χρηματοδότηση εδώ. Υπάρχουν βέβαια κάποιες start ups που έχουν προϊόντα πολύ δυνατά τα οποία μπορούν να σταθούν στις ΗΠΑ αλλά και στην παγκόσμια αγορά, οπότε θα ήταν καλύτερο να αναζητήσουν χρηματοδότηση στο εξωτερικό. Κάποιοι όμως που δεν έχουν μεγάλη εμπειρία στο χώρο, ή το προϊόν τους θέλει ακόμα μια επεξεργασία, θα πρότεινα να βρουν επενδυτές στην Ελλάδα και μετά, αφού το βελτιώσουν, να αναζητήσουν χρήματα στο εξωτερικό» επισημαίνει η Χριστίνα.
Η χρηματοδότηση και το ρίσκο
Λεφτά στην Ελλάδα υπάρχουν, ίσως μόνο για τις start ups. Σήμερα, περίπου 11,5 εκατομμύρια ευρώ αναζητούν δυνατές ιδέες και ανθρώπους να τις εκπονήσουν. Ποιοι όμως διαχειρίζονται αυτά λεφτά; Ανάμεσα σε αυτούς που αποφασίζουν για τις τύχες των εκκολαπτόμενων start ups είναι το Jeremie Open Fund II. Το Open Fund δημιουργήθηκε το 2009 από τους Γιώργο Τζιραλή και Γιώργο Κασελάκη. «Αυτό που θέλαμε ήταν να φτιάξουμε ένα μικρό κουμπαρά από τον οποίο θα δίναμε λεφτά σε παιδιά για να σταματήσουν τη δουλειά τους και να ασχοληθούν αποκλειστικά με την εταιρεία τους» σημειώνει ο Γ. Κασελάκης.
Το Open Fund I 2009-2011 επένδυε οπουδήποτε στον πλανήτη. Τα λεφτά του Fund συγκεντρώθηκαν μέσα σε περίπου δύο χρόνια. Οι κύριοι επενδυτές ήταν η Τράπεζα Πειραιώς και κάποιοι ιδιώτες. Κατά τη διάρκεια του πρώτου κύκλου έγιναν οκτώ επενδύσεις, κάποιες απέτυχαν, ενώ κάποιες άλλες πήγαν εξαιρετικά καλά, όπως η Taxibeat και η YousCan. Ο δεύτερος κύκλος χρηματοδότησης του Open Fund ξεκίνησε τον Γενάρη του 2012, όπου το 70% των χρημάτων προέρχεται από την ΕΕ και το υπόλοιπο καλύπτεται πάλι από Έλληνες ιδιώτες επενδυτές.
Νίκος Αναγνώστου
Οι διαχειριστές του Fund δεν μπορούν να επενδύσουν οπουδήποτε. «Ψάχνουμε εταιρείες που έχουν πολύ υψηλό ρίσκο, που υπό κανονικές συνθήκες καμία τράπεζα δεν θα τις χρηματοδοτούσε γιατί θα τις θεωρούσε κακό δανειολήπτη, αλλά εμείς επειδή είμαστε όργανο σχεδιασμένο να αντιμετωπίζουμε ρίσκο το κάνουμε» τονίζει ο Γ. Κασελάκης. Όταν το Fund χρηματοδοτεί μια start up αγοράζει μετοχές της εταιρείας, οι οποίες ελπίζει ότι κάποτε θα πουληθούν. «Σαν όργανο το Open Fund πρέπει να μπορεί να βάλει τα λεφτά και να κρατάει την αναπνοή του για μεγάλο χρονικό διάστημα, οπότε είναι σημαντικό να μην έχουμε το άγχος να πάρουμε πίσω την επένδυσή μας αμέσως, γιατί αν πιέζουμε τις εταιρείες να πάνε για το σύντομο κέρδος θα τις καταστρέψουμε» συμπληρώνει. Τα λεφτά που προσφέρει ο οργανισμός είναι από 50.000 ευρώ μέχρι μισό εκατομμύριο, σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να φτάσει και τα 750.000 ευρώ.
Η DiscoverRoom είναι μία από τις 9 start ups που έλαβαν την πρώτη τους χρηματοδότηση από το Jeremie Open Fund II. Ο Νίκος Αναγνώστου, ιδρυτής της εταιρείας, έχει στη διάθεσή του 100.000 ευρώ για να τελειοποιήσει το προϊόν του, μια έξυπνη εφαρμογή η οποία θα βοηθά τους ιδιοκτήτες των μικρών καταλυμάτων να διαχειρίζονται εύκολα και γρήγορα τις κρατήσεις τους μέσω των έξυπνων συσκευών τους. Ο κ. Αναγνώστου, αν και 53 χρονών, δραστηριοποιείται εδώ και χρόνια στον κλάδο των start ups. Αυτή είναι η πρώτη του ατομική προσπάθεια. Τα γραφεία της εταιρείας του στεγάζονται σε ένα co working place, το The Cube Athens.
Κεντρική φωτο.: H ομάδα της Βugsense