- CITY GUIDE
- PODCAST
-
11°
Από την Αίγυπτο και την Αλεξάνδρεια του Καβάφη, στην Αθήνα του 2013 και τις διάφορες εμπόλεμες ζώνες ανά τον κόσμο, ο Γιώργος Αυγερόπουλος έχει να μας αφηγηθεί ενδιαφέρουσες ιστορίες.
Με αφορμή το ντοκιμαντέρ «Αίγυπτος, η άλλη πατρίδα», που θα προβληθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο πλαίσιο του τριήμερου πολιτιστικού προγράμματος της ενότητας «Με μουσικές εξαίσιες με φωνές - 150 χρόνια από τη γέννηση του Κ. Π. Καβάφη», το οποίο διοργανώνει το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, η A.V. συναντά τον Γιώργο Αυγερόπουλο.
Το ερχόμενο τριήμερο θα παρουσιάσετε, για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό, το ντοκιμαντέρ «Αίγυπτος, η άλλη πατρίδα», το οποίο χρηματοδότησε το κανάλι Αλ Τζαζίρα (Al Jazeera), με αναφορές στην Αλεξάνδρεια του Καβάφη. Ποιες στιγμές θυμάστε από αυτή την κινηματογράφηση; Καταρχάς, η ιδέα ήταν να βρούμε κάποιους Έλληνες που γεννήθηκαν και έζησαν στην Αίγυπτο. Βρήκαμε τέσσερις ηλικιωμένους ανθρώπους και τους πήραμε μαζί μας κάτω. Ήταν πολύ συγκινητικό να βλέπεις αυτούς τους ανθρώπους να ψάχνουν, μετά από χρόνια, τα μέρη που μεγάλωσαν, τα σχολεία όπου πήγαν. Και όσο κι αν είχαν αλλάξει οι συνθήκες και οι νοοτροπίες, είδαμε ότι οι σχέσεις των ανθρώπων δύσκολα αλλάζουν. Μια πολύ έντονη σκηνή ήταν όταν ένας από τους ήρωες της ταινίας μπήκε στο πρώην μαγαζί του, το οποίο επί Νάσερ εθνικοποιήθηκε και γι’ αυτό έφυγε η οικογένειά του για την Ελλάδα, και τον αναγνώρισε ο παλιός υπάλληλός του, που δούλευε ακόμα στο ίδιο μέρος. Αγκαλιάστηκαν και έβαλαν τα κλάματα, ήταν σαν να μην είχαν περάσει τόσα χρόνια.
Ανάμεσα σε δύο πατρίδες, αυτοί οι άνθρωποι. Η δική σας «πατρίδα» πού βρίσκεται;
Υπάρχει ένα τραγούδι που λένε οι «Τρύπες»: «Πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα και με μισήσαν περισσότερο από οπουδήποτε αλλού».
Τι «μισείτε» στην Ελλάδα;
Αυτό που δεν μου αρέσει καθόλου και βλέπω πια καθημερινά είναι όλη αυτή η «σκόνη», η οποία, από το 2010 και μετά, έρχεται και κάθεται πάνω μας κάθε μέρα και μας βαραίνει. Μας προσθέτει ένα φορτίο στην πλάτη, που πολλές φορές είναι αδύνατο να το σηκώσουμε. Όλες οι κουβέντες μας πια περιστρέφονται γύρω από την κρίση, έχουμε χάσει τη χαρά της ζωής, έχουμε αρχίσει να μιλάμε μόνο με νούμερα, δεν λέμε ποιο ωραίο βιβλίο διαβάσαμε, τι ενδιαφέρον κάναμε μέσα στη μέρα μας.
Εσείς πώς «καθαρίζετε» από πάνω σας αυτή τη «σκόνη»;
Δεν την «καθαρίζω». Τη σέρνω. Και οφείλω να πω πως με εξουθενώνει. Και ξέρετε πότε το συνειδητοποίησα; Πρόσφατα, ταξιδεύοντας για κάποια γυρίσματα στην Ευρώπη, έπιασα τον εαυτό μου, μόλις πάτησα το πόδι μου σε ξένο έδαφος, να ξεφυσά με ανακούφιση. Παράλληλα, όμως, στενοχωρήθηκα με την ανακούφιση που ένιωσα εκείνη τη στιγμή. Η Ελλάδα πια είναι ένα «ουφ» και αυτό με στενοχωρεί βαθιά.
Για να επιστρέψουμε στον Καβάφη, στον πηγαιμό προς τη δική σας Ιθάκη, ποιους Λαιστρυγόνες και Κύκλωπες έχετε φοβηθεί;
Έχω φοβηθεί και έχω ανατριχιάσει με την κοινωνική αδικία, σε ελληνική και παγκόσμια κλίμακα, και με το θάνατο. Τον έχω δει πολλές φορές μπροστά μου.
Και τι έχετε βρει στον «πηγαιμό για την Ιθάκη» σας;
Μέσα από αυτό που κάνω, αφενός μπορώ να καταλάβω πάρα πολλές κουλτούρες –έχω αποκτήσει μια πολυπολιτισμική ανεκτικότητα, αν θέλετε– και αφετέρου έχω τη χαρά να έχω συναντήσει ανθρώπους που έχουν πάει τη σκέψη μου ένα κλικ πιο πέρα, έχω μοιραστεί στιγμές σοφίας κάποιων ανθρώπων. Αν μη τι άλλο, όταν γεράσω –αν προλάβω–, θα μπορώ να λέω ωραίες ιστορίες στα εγγόνια μου. Δόξα τω Θεό, έχω δει πολλά πράγματα στη ζωή μου.
Το πιο συγκλονιστικό;
Όπως σας είπα, με σοκάρει η κοινωνική αδικία. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι υπάρχουν άνθρωποι που χειροκροτούν μια χώρα, η οποία παρουσιάζει εντυπωσιακά νούμερα ανάπτυξης και δεν βλέπουν την άλλη πλευρά, ότι δηλαδή τα μισά παιδιά αυτής της χώρας υποσιτίζονται. Δεν μπορώ να καταλάβω πού βρίσκεται η επιτυχία μιας πολιτικής, όταν 4.000 παιδιά δεν έχουν σχολικά κτίρια στην Γκάνα. Και αναφέρω την Γκάνα, γιατί αυτή η χώρα παρουσιάζεται ως παράδειγμα ανάπτυξης στην Αφρική. Υπό αυτή την έννοια, δεν καταλαβαίνω, δεν μπορώ να συλλάβω τον όρο «ανάπτυξη». Υπάρχει ανάπτυξη στην Ελλάδα, επειδή κάποιος από την κυβέρνηση παρουσιάζει ως success story το πρωτογενές πλεόνασμα, όταν έχουμε 1,5 εκατομμύρια ανέργους και 4.000 αυτοκτονίες; Αυτό δεν πρέπει καν να το λες με περηφάνια.
Προφανώς, κάθε πολιτικός πρέπει να «πουλήσει» έργο. Αλλά εδώ δεν μπαίνει και η ευθύνη η δική μας, του δημοσιογραφικού κλάδου, για το τι προβάλλεται γενικότερα και ειδικότερα ως success story;
Έτσι είναι. Έχουμε μεγάλη ευθύνη γιατί σιγά-σιγά η δημοσιογραφία έχει μετατραπεί σε μια διεκπεραιωτική δουλειά γραφείου τύπου των πολιτικών κομμάτων. Αυτός ο τρόπος άσκησης της δημοσιογραφίας είναι πολύ μακριά από μένα. Δεν μπορώ να κατανοήσω πώς κάποιος δημοσιογράφος απλώς δημοσιεύει μια πληροφορία, από όπου κι αν προέρχεται αυτή –από έναν απλό πολίτη ως την ανώτερη διοίκηση του κράτους– «αμάσητη», χωρίς να τη διασταυρώνει πρώτα. Δεν ξέρω, ίσως είμαι παρωχημένος, αλλά προέρχομαι από μια γενιά δημοσιογράφων που πρώτα είχαν το ρεπορτάζ και μετά τη γνώμη τους. Αλλά όλα αυτά άρχισαν να αλλάζουν από το ’94 και μετά. Πλέον, έχει λείψει και ο στοιχειώδης αυτοσεβασμός. Φυσικά, υπάρχουν συνάδελφοι οι οποίοι, μέσα σε αυτό τον κυκεώνα, προσπαθούν να κάνουν σωστά τη δουλειά τους. Είναι επίσης και η ταχύτητα, ο βομβαρδισμός της πληροφορίας σήμερα, που σαρώνει την ποιότητα της είδησης. Εμείς, για να έχουμε το αποτέλεσμα που θέλουμε στη δουλειά μας, έχουμε αφήσει πίσω την ταχύτητα. Γιατί αυτό που κάνουμε θέλει πολύ ψάξιμο και δουλειά, θέλει χρόνο.
Μιλάτε εκ του ασφαλούς;
Οχι, φυσικά. Διεκδίκησα τον τρόπο εργασίας μου. Και μάλιστα με πολύ μεγάλο κόστος για μένα. Όταν άκουσα την ατάκα, «κάνε μία έρευνα να παίξει το βράδυ», είπα «λήξη». Αυτό ήταν το όριο. Εκεί είπα «πρέπει να την παρατήσω αυτή τη δουλειά. Τώρα, όμως! Πριν ξεφτιλιστούμε τελείως!».
Δεν την παρατήσατε όμως. Την κάνατε με άλλους όρους
. Τελικά, ναι. Αλλά μέχρι να συμβεί αυτό, το έπαιξα κορόνα-γράμματα. Έμεινα εκτός και έφτασα να μην έχω να πληρώσω το νοίκι του σπιτιού μου.
Ρεαλιστής ή ρομαντικός αυτός που «δεν προσδοκά να του δώσει πλούτη η Ιθάκη» παρά «ένα ωραίο ταξίδι»;
Ρεαλιστής, νομίζω. Εγώ ξέρω ότι δεν θα γίνω ποτέ πλούσιος. Δεν με αφορά κάτι τέτοιο. Δεν τον έχω ανάγκη τον πλούτο. Αυτό που θέλω και προσπαθώ να κάνω είναι να ζω την κάθε στιγμή, να είμαι εντάξει με τον εαυτό μου και αυτό που κάνω να είναι χρήσιμο για τους άλλους ανθρώπους. Μεγάλο πράγμα, λοιπόν, το «ταξίδι». Είναι πλούτος, γνώση πολύτιμη που οδηγεί σε έναν πιο συνειδητό τρόπο ζωής. Και όταν αύριο κληθώ να αντιμετωπίσω το παιδί μου, να μη βρεθώ στη θέση να μου πει «εσύ, τι έκανες γι’ αυτό;».
Πόσων ετών είναι το παιδί σας;
Η κόρη μου είναι τεσσάρων ετών και ήδη με ρωτάει, «αυτά τα παιδάκια γιατί τρώνε από τα σκουπίδια;». Της λέω, «γιατί δεν έχουν χρήματα να αγοράσουν φαγητό, γιατί έτσι τους τα έφερε η ζωή, αλλά θα σου πω περισσότερα όταν μεγαλώσεις». Της έχουμε δείξει και διάφορες δικές μας δουλειές κι ενώ, ενδεχομένως, δεν αντιλαμβάνεται ακόμα τα πράγματα πλήρως, έχει καταλάβει ότι δεν πετάμε το φαγητό μας γιατί υπάρχουν άλλα παιδάκια που πεινάνε και δεν έχουν να φάνε, δεν ξοδεύουμε το νερό γιατί είναι πολύτιμο.
Στις εμπόλεμες ζώνες, όπου βρεθήκατε στο όριο ζωής και θανάτου, τι μαθήματα ζωής πήρατε;
Ότι τίποτα δεν είναι αυτονόητο στον πλανήτη. Το ότι πατάς το διακόπτη και έχεις ρεύμα στο σπίτι σου δεν είναι αυτονόητο. Ούτε το ότι θα έχεις νερό να πιεις, φαγητό να φας, ασφάλεια εκεί που περπατάς στο δρόμο. Η τακτοποιημένη καθημερινότητά μας είναι τόσο εύκολο να ανατραπεί. Αυτό δεν θα το πιστεύαμε, αν μας το έλεγε κάποιος πριν από τρία χρόνια. Πλέον το ζούμε. Για πλάκα ανατράπηκαν τα δεδομένα μας. Αυτό είναι ένα βασικό μάθημα ζωής. Το άλλο είναι πως ο άνθρωπος είναι το πιο προσαρμοστικό ζώο που υπάρχει στον πλανήτη.
Info:
Το ντοκιμαντέρ «Αίγυπτος, η άλλη πατρίδα» θα παρουσιαστεί στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης (Πειραιώς 206, Ταύρος, 210 3418579), το Σαβ 14/12, στις 21.30. Είσοδος ελεύθερη.
Το ντοκιμαντέρ «Το χαμένο σήμα της Δημοκρατίας» («The Lost Signal of Democracy») θα προβληθεί τον Ιανουάριο του 2014 σε κινηματογράφους, σε Ελλάδα και Κύπρο, και σε πολλά κανάλια του εξωτερικού, όπως: SBS (Αυστραλία), ORF (Αυστρία), RTBF (Βέλγιο), LCP (Γαλλία), TG4 (Ιρλανδία) κ.ά.