- CITY GUIDE
- PODCAST
-
18°
-Εσύ χρησιμοποιείς μαξιλάρι;
-Όχι πάντα..
-Είδες; Έρχεσαι στα λόγια μου..
-Το ζήτημα είναι μπορείς να το μοιραστείς; Μπορεί να θυσιάσεις το μαξιλάρι σου;
-Να βγούμε από το καβούκι μας, λέω…
-Το θέμα είναι να μη γίνεις αυτό που πολεμάς.
Το «Μαξιλάρι» είναι μία ταινία που γυρίστηκε με πολύ λίγα χρήματα, επινοητικότητα και πολύ προσωπική εργασία, σε πείσμα της δυσκολίας των καιρών, όπως και αρκετές ακόμα ελληνικές ταινίες που θα παρουσιαστούν στις Νύχτες Πρεμιέρας. Ο τόπος στον οποίο διαδραματίζεται είναι πρωτότυπος και μας ξυπνάει μνήμες από ελληνικό καλοκαίρι. Σε μια παραλία, εκεί, μακριά από τους ανθρώπους και τον πολιτισμό, τρεις φίλοι κάνουν ελεύθερο κάμπινγκ. Οι κουβέντες τους γυρνούν γύρω από τον κομφορμισμό, την κουλτούρα, την πολιτική, τη βία, τον άνθρωπο. Τι είμαστε; Τι μπορούμε να κάνουμε ως ομάδα; Μπορούμε μόνοι μας; Στο μεταξύ, τρία κορίτσια προστίθενται στην παρέα. Γρήγορα, όμως, οι συζητήσεις για τις κοινωνικές συγκρούσεις μετατρέπονται σε προσωπικές αντιπαραθέσεις και οι σχέσεις τους δοκιμάζονται σκληρά.
Αρκεί η άρνηση του πολιτισμού για να ενώσει έξι ανθρώπους ή μήπως ο αντικομφορμισμός δεν είναι παρά μία αναπόφευκτα απομονωμένη φυγή; ρωτάει στην πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία ο Κωνσταντίνος Κακογιάννης, ο 37χρονος σκηνοθέτης που ζει στο Βερολίνο όπου εργάζεται ως σκηνοθέτης και σεναριογράφος. Φαίνεται να καταλήγει πως όσο άδικος, γεμάτος εκμετάλλευση, αδικία και αίμα κι αν είναι ο πολιτισμός μας, δεν έχει νόημα η ολική άρνησή του. Του ζητήσαμε να μας πει δυο λόγια…
Ποια ήταν η έμπνευση πίσω από τη σεναριακή ιδέα της ταινίας;
Μια συνιστώσα τριών, κυρίως, δυνάμεων. Καταρχήν η συνολική εμπειρία της μετανάστευσης και ό,τι αυτό συνεπάγεται (ξενιτιά, μελαγχολία), και η προσγείωση στην εύπορη φούσκα του Bερολίνου – που έχει τα καλά του, αλλά που ενέχει και τον κίνδυνο να σε αποκοιμήσει. Κατά δεύτερον, τα διαβάσματά μου. Τέλος, οι χωρισμοί μου.
Γιατί «Μαξιλάρι»; Με ποιον τρόπο ο συγκεκριμένος τίτλος αντιπροσωπεύει την ιστορία;
Το μαξιλάρι έχει μια αμφισημία ως σύμβολο. Από τη μία αντιπροσωπεύει ένα σύμβολο της κομφορμιστικής μας κοινωνίας, στην οποία η άνεση και οι επιθυμίες γίνονται ανάγκες μέσα από την προστακτική της απόλαυσης: πολλαπλασιάζοντας τις ανέσεις, διαιρούμε την ελευθερία μας. Από την άλλη, συμβολίζει την ακινησία, η οποία όμως σε καιρούς κρίσης μπορεί να χρησιμεύσει ως σκέψη και αναστοχασμός ενάντια στις επιταγές μιας άμεσης αλλά χειραγωγήσιμης δράσης.
Το μαξιλάρι είναι ταυτόχρονα μια κριτική στην κυρίαρχη κουλτούρα, αλλά και στην εναλλακτική κουλτούρα των πρωταγωνιστών της ταινίας. Από την κριτική στις αξίες, την ιστορία, τον πολιτισμό, τη γλώσσα και τις λέξεις περνάει στη γεφύρωση των ετεροτήτων. Δεν είμαστε ούτε θεοί, ούτε και έντομα. Αν και τα μαξιλάρια μας εμπεριέχουν βαρβαρότητα, αίμα και αδικία, δεν μπορούμε να τα απαρνηθούμε συνολικά. Δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς γλώσσα και αξίες.
Πόσο δύσκολο αποδεικνύεται να κάνεις κινηματογράφο στην Ελλάδα σήμερα; Ποιες είναι οι διαφορές με τη γερμανική πραγματικότητα;
Το να κάνεις κινηματογράφο είναι πολύ πιο εύκολο στον ψηφιακό μας κόσμο (το να ζήσεις από αυτόν είναι βέβαια ένα άλλο ζήτημα), σε σχέση με 20 χρόνια πριν, αρκεί να έχεις καλούς φίλους και ανθρώπους με ρομαντισμό.
Δεν μου αρέσουν οι κατηγοριοποιήσεις με βάση το έθνος-κράτος. Οι πολύ πλούσιοι είναι μια χαρά, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία. Η μεσαία τάξη (που βρίσκεται σε διαδικασία σμίκρυνσης) έχει στη Γερμανία περισσότερο «καρότο», καθώς ο κοινωνικός έλεγχος εδώ γίνεται μέσω των «κοινωνικών» επιδομάτων. Όσον αφορά τους κατατρεγμένους, αυτοί έχουν να συγκρίνουν διαφορετικά «κέντρα υποδοχής».
Info: Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Κακογιάννης. Παίζουν: Ρηνιώ Κυριαζή, Κλεοπάτρα Μάρκου, Μυρτώ Στράμπη, Πανάγος Ιωακείμ, Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου, Άρης Τσαμπαλίκας και ο Τάκης Μόσχος. Η ταινία προβλήθηκε την Τρίτη 24/9, στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας.