- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το μεγάλο «βαρέλι» στήθηκε στο τέλος του λούνα παρκ της εμποροπανήγυρης του Αγίου Μάμα στη Χαλκιδική, σχεδόν πάντα το «βαρέλι» στήνεται στο τέλος του λούνα παρκ. Στο τελευταίο μεγάλο πανηγύρι του καλοκαιριού, οι τελευταίοι Έλληνες καμικάζι είναι τα αληθινά πρόσωπα του παραμυθιού. Ο Γιώργος Βερούτης και οι τρεις αναβάτες της ομάδας του καλούν από τα μεγάφωνα τον κόσμο να παρακολουθήσει το παράτολμο ακροβατικό θέαμα, τον Γύρο του Θανάτου. Το δαιμονικό, δηλαδή, στροβίλισμα με μοτοσικλέτες στην κοιλιά ενός ξύλινου βαρελιού, που έχει ύψος 5,5 μέτρα και διάμετρο καμία δεκαριά, με μοναδικό μέτρο ασφάλειας τη φυγόκεντρο δύναμη και τη γενναία τους ψυχή.
Κόβουμε εισιτήριο στο ελληνικό Cirque de Soleil. Οι τέσσερις αναβάτες μπαίνουν στο «βαρέλι» και χαιρετούν τον κόσμο. Ύστερα ο πρώτος ανεβαίνει στη μοτοσικλέτα, στρίβει το γκάζι και με ένα πέταγμα βρίσκεται στην κοιλιά του κυλίνδρου, κάθετα στο έδαφος. Γυρίζει γρήγορα μα σταθερά, φθάνει ψηλά στο χείλος του «βαρελιού», οι ξύλινες τάβλες κροταλίζουν κάτω από τα πόδια των θεατών, που χειροκροτούν με παιδικό ενθουσιασμό. Έπειτα, στον Γύρο του Θανάτου μπαίνουν ταυτόχρονα δύο μοτοσικλετιστές, που οδηγούν αντιδιαμετρικά μέσα στον κύλινδρο, ο ένας πατά με τις ρόδες της μηχανής τις ξύλινες τάβλες στις οποίες θα πατήσει ο δεύτερος κλάσματα του δευτερολέπτου αργότερα. Κάποια στιγμή, οι δύο ακροβάτες πιάνονται από το χέρι, και οδηγούν παράλληλα, ο ένας δίπλα στον άλλο, μετέωρο ντουέτο καμικάζι στη λαγνεία της φυγόκεντρης δύναμης.
Κοντά εξήντα χρόνια πριν, τότε που οι ομάδες ακροβατών του Γύρου του Θανάτου ήταν περισσότερες από δέκα και γύριζαν νομαδικά στα πανηγύρια της επαρχίας, σε ένα τέτοιο «βαρέλι» δούλεψε και ο Αριστείδης Παγκρατίδης, που κατηγορήθηκε άδικα ως «Δράκος του Σέιχ Σου» και καταδικάστηκε σε θάνατο, παρασυρόμενος σε μια άλλη, ακόμη πιο αλλόκοτη «φυγόκεντρο δύναμη». Δεν ανέβαινε ο ίδιος σε μοτοσικλέτα, ήταν κονφερασιέ, καλούσε τον κόσμο από το χωνί να δει το θέαμα και βοηθούσε στο στήσιμο και τη μεταφορά του «βαρελιού» από πόλη σε πόλη. Ο Θ. Κοροβίνης στο μυθιστόρημα με τίτλο «Ο Γύρος του Θανάτου», επιλέγει εννιά φανταστικά πρόσωπα της δεκαετίας του ’60 να μιλήσουν για τον Παγκρατίδη. Ένα από αυτά είναι το αφεντικό του στον Γύρο του Θανάτου. «Η δουλειά εκείνη που για μας ήταν δύσκολη και ριψοκίνδυνη, γιατί πατούσαμε στην κόψη του ξυραφιού και ρισκάραμε κάθε νύχτα τη ζωή μας, για τους πιο πολλούς, για το κοινό, φαινόταν ακατόρθωτη. Γι’ αυτό και μας έβλεπαν σαν πρόσωπα του παραμυθιού, σα θρύλους. Το παλικάρι που ανεβαίνει στη μηχανή βάζει το κεφάλι του στον ντορβά» λέει.
Πίσω στον Γύρο του Θανάτου στο πανηγύρι του Αγίου Μάμα, μυρίζει βενζίνη και καμένα λάδια μηχανής, σε ένα απόκοσμο σόου που θρυλείται ότι γεννήθηκε στην Ιταλία. Οι κομμένες εξατμίσεις και οι λάμπες φθορίου στην τέντα πάνω από το «βαρέλι», κάνουν τα πράγματα ακόμη πιο σφιχτά. Στη μοτοσικλέτα ανεβαίνει τώρα για το μεγάλο νούμερο της βραδιάς ο δάσκαλος και αρχηγός της ακροβατικής ομάδας Γιώργος Βερούτης, 55 χρονών λιοντάρι, που συνέχισε το επάγγελμα του πατέρα του. Καβαλά τη γέρικη Norton των 550 κυβικών εκατοστών και κολλά στην ξύλινη κοιλιά, με τη φυσικότητα του ανθρώπου που κάνει τη δουλειά του από τότε που γεννήθηκε. Σε λίγο αφήνει το τιμόνι, κάνει τον σταυρό του και περνά αργά ολόκληρο το σώμα του στην αριστερά πλευρά της μοτοσικλέτας, πατώντας στο αριστερό μαρσπιέ της Norton, έτσι που να βρίσκεται αφύλακτος στο κενό. Οι θεατές χειροκροτούν θαμπωμένοι, δύο κορίτσια βγαίνουν έξω με σφιγμένο πρόσωπο.
Ο θρυλικός Βερούτης με το πέτσινο γιλέκο με τις κεντημένες φλόγες, μπαίνει τώρα σε ένα αυτοκίνητο. Το σηκώνει με επιδεξιότητα στις δύο ρόδες κι ύστερα γυρίζει ξανά στην κοιλιά του βαρελιού…! Σβήνουν μέχρι και τα φώτα στην τέντα, όμως εκείνος οδηγεί. Το σόου τελειώνει, οι θεατές πετούν χρήματα στο βαρέλι, οι ακροβάτες χαιρετούν και αποσύρονται. Μέχρι την επόμενη παράσταση στον Γύρο του Θανάτου, εκεί που τελειώνουν τα τρικ του λούνα παρκ. Οι τελευταίοι Έλληνες καμικάζι με τη γενναία ψυχή, στην άκρη του λούνα παρκ, στο τελευταίο πανηγύρι του καλοκαιριού, στον Γύρο του Θανάτου, ίσως και στον γύρο του θριάμβου.